Ενότητα και τριαδικότητα του Θεού
Ο Μάξιμος αναλύει τα σχετικά με την ενότητα και τριαδικότητα του Θεού σύμφωνα με τους Καππαδόκες Πατέρες με τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Αρνείται να δεχτεί ποιότητα ψυχολογικής φύσεως στην Τριάδα όπως έπραξε ο Αυγουστίνος γιατί τις ιδιότητες του Θεού εκλαμβάνει ώς ουσιώδης στοιχεία της υπάρξεως του. Η θέληση του Θεού π.χ. δεν είναι ποιότητα αλλά στοιχείο της ύπαρξης του, δεν υπάρχει θέληση χωρίς χωρίς τον θέλοντα ούτε θέλω χωρίς θέληση. Ο Θεός έχει μια ενέργεια προς τα έξω, κίνηση η οποία μάλιστα είναι κοινή στις τρείς τριαδικές υποστάσεις, γιατί όταν ενεργεί η μία συνεργούν και οι άλλες. Αυτή η προς τα έξω κίνηση δηλώνεται κάποιες φορές από τον Μάξιμο με τον όρο «έρως». Το Θείο κινείται σαν έρωτας και αγάπη, από την άλλη πλευρά σαν ερωτεύσιμο και αγαπητό έλκει όλα όσα μπορούν να δεχτούν τον έρωτα και την αγάπη. Κατά την κίνηση αυτή έρχεται σε συνάντηση με τον άνθρωπο και παρέχει σε αυτόν «μεταδόσεις», έτσι εξηγείται γιατί παρατηρείται αντινομία μεταξύ καταλύψεως και ακαταλύπτου του Θεού και μεταξύ μεθεκτού και αμεθέκτου αυτού. Είναι μεθεκτός κατά της μεταδόσεις Του, αλλά αμέθεκτος κατά την ουσία.
Περί Κόσμου
Ο κόσμος είναι προϊόν της θέλησης του Θεού η οποία αποβλέπει στην παραγωγή όντων τα οποία θα μετέχουν στην φύση Του. Είναι επομένως καρπός του έρωτα του Θεού ο άνθρωπος. Οι λόγοι υπάρχουν στο Θεό προαιώνια χωρίς να έχουν όπως οι αιώνιες πλατωνικές ιδέες ουσιώδη ύπαρξη τίποτα δεν γίνεται αν ο λόγος αυτού δεν υπάρχει στο Θεό, αλλά ο λόγος αυτός υπάρχει απλά στην σοφία και την θέληση Του. Οι λόγοι αποτελούν το προαιώνιο θείο σχέδιο για την δημιουργία το οποίο πραγματοποιήθηκε εν χρόνω έτσι και εν χρόνω δημιουργήθηκε ο κόσμος και αιώνιος δημιουργός είναι ο Θεός. Ο χρόνος άρχισε με την δημιουργία, όταν παύσει αυτός, θα αρχίσει η αιωνιότητα. Αιώνας είναι χρόνος ακίνητος, και ο χρόνος είναι αιώνας μετρούμενος. Και μόνο η Θεία αϊδιότητα είναι άμετρη, είτε κατά το χρόνο είναι κατά τον αιώνα. Αν και είναι έργο του Θεού ή επειδή είναι έργο του Θεού ο κόσμος δεν έχει την ίδια φύση με τον Θεό, δηλαδή θέσις του ενός είναι η αφαίρεση του άλλου.
Προορισμός του ανθρώπου ήταν να ενώσει τις διαφορές από την δική του στάθμη μέχρι την άκτιστη φύση του Θεού. Η αποτυχία του κατέστησε αναγκαία την ενανθρώπηση του Λόγου της οποίας σκοπός ήταν η ανακαίνιση του ανθρώπου. Για αυτό υπήρξε αναγκαία η πρόσληψη ολόκληρου του ανθρώπου. Το Θείο στοιχείο ενώνεται άρρητα με το ανθρώπινο κατά τρόπο μυστήριο. Μπορεί από μια άποψη να ειπωθεί ότι το Θείο στοιχείο κρύφτηκε, όμως η πραγματική ύπαρξη του Θεανθρώπου φανερώθηκε μία και μοναδική φορά κατά την μεταμόρφωση σε λίγους μαθητές.
Ο Μάξιμος αφου αφιέρωσε πολύ ιδρώτα και πολλές σελίδες στο πρόβλημα των θελήσεων και ενεργειών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός σε κάθε πράξη του είχε δύο διακεκριμένες ενέργειες, θεία και ανθρώπινη, και ότι ενεργούσε με την θέληση και την συμφωνία και των δύο φύσεων, όπως το πυρακτωμένο σίδηρο το οποίο καίει και κόβει συγχρόνως. Τονίζει ότι κάθε λογική φύση έχει φυσικό θέλημα ως ουσιώδες στοιχείο της. Αλλά και ότι κάθε πρόσωπο έχει δυναμικό θέλημα. Έτσι ο άνθρωπος ως φυσικό θέλημα έχει το να μιλάει, αλλά δεν μιλάει για όλα. Το πότε θα μιλήσει και πότε όχι καθορίζεται από το γνωμικό θέλημα, το οποίο είναι δύναμη της προσωπικότητας και όχι της φύσης. Σύμφωνα με αυτά ο Χριστός, ως συναποτελούμενος από δύο φύσεις, έχει δύο φυσικά θελήματα, ως αποτελούμενος από ένα ενιαίο πρόσωπο έχει ενιαίο γνωμικό θέλημα, ενιαία δύναμη εκλογής (επιλογής). Βέβαια στο ενιαίο αυτό θέλημα επικρατεί το Θείο, το οποίο όταν είναι ανάγκη, παρέχει την άδεια στην ανθρώπινη φύση να ενεργήσει αυτά που ανήκουν σε αυτήν.
Όλα τα πράγματα έχουνε «θεοτελείς λόγους», έχουνε πνευματικό νόημα το οποίο εκφράζεται στις σχέσεις τους με το Θεό. Πολύ περισσότερο ο άνθρωπος, ο οποίος σύμφωνα με την φύση του είχε τάση προς το αγαθό, ενώ η στροφή προς το κακό τον οδήγησε σε παρά φύση. Επομένως η πρώτη προσπάθεια του είναι να αποκατασταθεί στην φυσική κατάσταση (την πρoπτωτική). Αυτή η υπέρβαση οδηγεί στην διαμόρφωση ενός είδους πνευματικού υπερανθρώπου, ενός «ύπερ άνθρωπον ανθρώπου». Δεν είναι μόνο η βιβλική αποκάλυψη αυτή που διευκολύνει την μεταμόρφωση αλλά και η αποκάλυψη μέσα στην φύση και την ιστορία. Η ύπαρξη ή κίνηση και η διαίρεση των όντων ανάγουν στο Θεό.
Ο Μάξιμος αν και διατηρεί την διάκριση των ανθρώπων σε πρακτικούς και θεωρητικούς, δεν τοποθετεί τις δύο τάξεις σε ιεράρχηση και δεν επιμένει τόσο πολύ σε αυτή. Και των δύο η ολοκλήρωση επιτυγχάνεται με την αγάπη από την οποία δεν υπάρχει τίποτα μεγαλύτερο.
Υπάρχουν ψηλές κορυφές, τις οποίες μπορεί να καταλάβει κάποιος. Στην ζωή η ενασχόληση με την φθορά είναι καλάμι, η αλογία χόρτος, η προσπάθεια για τα αισθητά είναι ξύλα, οι ευσεβείς λογισμοί πολύτιμες πέτρες, η καθαρή ζωή ασήμι, η θεολογική μυσταγωγία χρυσός. Με μια ένταση των πνευματικών λειτουργιών γίνεται ο άνθρωπος όχι όμως ατελεύτητος αλλά και άναρχος, ως άλλος Μελχισεδέκ. Ότι είναι ο Θεός κατά φύση γίνεται ο άνθρωπος κατά Χάρη. Όσοι πετυχαίνουν τέτοια τελειότητα, ήδη από την παρούσα ζωή είναι περίπου Θεάνθρωποι κατά το πρότυπο του ενανθρωπήσαντα Λόγου. Όπως ο Θεός κινείται προς τον άνθρωπο με έρωτα και τελικά ενανθρωπίστηκε έτσι και ο άνθρωπος κινείται προς το Θεό ανταποκριτηκά και τελικά Θεώνεται όλος μένοντας άνθρωπος στην ψυχή και στο σώμα εξαιτίας της φύσης και όλος γινόμενος Θεός στην φύση και στο σώμα εξαιτίας της χάριτος και της θείας λαμπρότητας της μακάριας δόξα που τον χαρακτηρίζουν.
euxh.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου