Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020

Άγιος Μάξιμος Γραικός: Διάλογος της ψυχής με τον νου, με την μορφή ερωτήσεων και απαντήσεων σχετικά με την προέλευση των παθών μέσα μας


Λόγος Β΄: Διάλογος της ψυχής με τον νου, με την μορφή ερωτήσεων και απαντήσεων σχετικά με την προέλευση των παθών μέσα μας. Επίσης λόγος περί θείας πρόνοιας και κατά των αστρολόγων (Άγιος Μάξιμος Γραικός)

Ψυχή: Αγαπημένε νου μου! Προς σε στρέφω τώρα τούτα τα απλά μου λόγια. Μου προκαλεί μεγάλη απορία το γεγονός ότι εσύ που ορίστηκες από τον Δημιουργό ως κυβερνήτης όλων των δυνάμεών μου, κυβερνάς το σώμα ολάκερο με τις πιο ευέλικτες νοητικές κινήσεις, ως βασιλέας που κυβερνάει μια περιτειχισμένη πόλη ή ως ένας έμπειρος πηδαλιούχος, όταν σε κυριεύει κάποιο σκοτεινό πάθος, είτε φθόνος, είτε οργή, είτε θλίψη, παθαίνεις αμέσως δυνατή σύγχυση και πέφτεις σε βαθειά θλίψη και μοιάζεις με ιππέα, που, όταν τον ρίξει κάτω το ατίθασο άλογό του, χάνει την νίκη. Τότε όλοι οι συλλογισμοί σου και τα λόγια σου γίνονται απρεπή και, με λίγα λόγια, δεν αναγνωρίζεις κανέναν, ούτε τους συγγενείς ούτε τους πιο αγαπημένους φίλους σου. Εκστομίζεις τότε τις πιο άνομες βλασφημίες εναν­τίον εκείνου που είναι ο μόνος αγαθός. Πες μου, σε παρακαλώ, γιατί συμβαίνουν αυτά σε εμένα και σε εσένα; Θα ήθελα πολύ, αγαπημένε μου, να μου το έλεγες.

Νους: Θέλεις να μάθεις από μένα, ψυχή, κάτι εξαιρετικά ακατάληπτο και ασύλληπτο για την σκέψη. Γι’ αυτό θα προτιμούσα με μεγάλη ευχαρίστηση την απόλυτη σιωπή, αν δεν είχα τύψεις μπροστά στον θείο ευαγγελιστή, που απαιτεί να είμαστε «έτοιμοι δε αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν ημίν ελπίδος μετά πραότητος και φόβου»[Α΄ Πέτρ. 3, 15]. Θα σου δώσω λοιπόν, με την βοήθεια του Θεού, μία σύντομη απάντηση σε αυτά που ρωτάς.

Τρομερή, πολύ τρομερή αρρώστια είναι, ψυχή μου, ο εγωισμός που έχει ριζωθεί στις ψυχές μας και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και πολλούς αγώνες για να εκδιωχθεί από μέσα μας. Κάποτε εμείς οι δύο ήμασταν ελεύθεροι από αυτά τα πάθη και ζούσαμε μία ζωή πολύ ήσυχη και γαλήνια, με υψηλές και καθαρές σκέψεις και θείες επιθυμίες. Τότε δεν μας αναστάτωναν ματαιοδοξίες, μήτε φιλονικίες, φθόνος και υπερηφάνεια, αλλά κατευθυνόμασταν πάντοτε προς τα υψηλά με απλή, ήρεμη και σταθερή σκέψη, αφού μας έδινε θάρρος η επιθυμία του πιο τέλειου αγαθού.

Ο Δημιουργός μας είναι απλός, ψυχή μου, και δεν μετέχει ούτε κατ᾽ ελάχιστον στην κακία και την πονηρία. Είναι ο μόνος αγαθός, η μόνη σοφία και η μόνη αλήθεια. Είναι φιλεύσπλαγχνος, γενναιόδωρος, πανάγιος και δίκαιος. Από Αυτόν πηγάζει πλούσια η αγιότητα, η αγαθότητα και όλα τα πνευματικά αγαθά. Αυτός, ως πανάγαθος, έδωσε τις θείες εντολές, από επιθυμία να οδηγήσει εξαρχής σε αυτήν την τελειότητα και το κατά την θεία εικόνα Του δημιούργημά Του. Αν ο άνθρωπος είχε τηρήσει τις θείες αυτές εντολές, θα ήταν αληθινά μακάριος και θα απολάμβανε την συνομιλία με τον ίδιο τον Θεό πάντοτε καθαρά και χωρίς πάθος. Με την ίδια την θεία πνοή Του έδωσε στον άνθρωπο όλες τις αρετές που βρίσκονται στην θεία και πανάγια φύση Του και αυτές είναι η αγαθότητα, η ευσπλαγχνία, η πραότητα, η αλήθεια, και η αγάπη. Όμως δεν του έδωσε αμέσως και την απόλυτη ευτυχία, αφ’ ενός για να μην υπερηφανευθεί για τα πολλά χαρίσματά του και χάσει εντελώς την θεία αγάπη και αφ’ ετέρου για να παρακινηθεί από την επιθυμία του τελειοτάτου και καθαροτάτου αγαθού και να επιδιώκει όλο και περισσότερο να το αποκτήσει. Έτσι αντιλαμβάνομαι το γεγονός, ότι ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να κρατηθεί για πολύ χρόνο μακριά από την παράβαση της θείας εντολής. Αν είχε πίστη σταθερή, θα χαιρόταν και την διαρκή ευτυχία, επειδή η πίστη γεννάει το μυαλό, όπως το λέγει σαφώς το σοφό ρητό της Αγίας Γραφής: «Εάν μή πιστεύσητε, ουδέ μη συνιήτε»[Ησ. 7, 9]. Επομένως η αιτία της πτώσεώς του υπήρξε η ατέλεια της πίστεως και της αγάπης για τον Δημιουργό. Ικανοποιήθηκε τώρα η επιθυμία σου, ψυχή, ή ακόμη θέλεις να πω περισσότερα;

Ψυχή: Αν δεν σου κάνει πολύ κόπο, θα σε παρακαλούσα να τα πεις σαφέστερα. Πες μου επίσης με ποιόν τρόπο μπορεί να αποκτήσει κανείς την πραότητα.

Νους: Με χαρά θα κάνω και αυτό για εσένα, αν με φωτίσει η Χάρη του Θεού. Όπως σου είπα προηγουμένως, η αιτία της πτώσεώς μας υπήρξε η αδυναμία της πίστεώς μας, που ως συνακόλουθο έχει την άγνοια του τελείου αγαθού [Δηλαδή του ιδίου τού Θεού, που είναι τέλειος και αγαθός. Πρβλ. Ματθ. 5, 48 και 19, 17]. Αυτό θολώνει πολύ τους σοφούς οφθαλμούς μας, και μας κάνει, ψυχή μου, να μοιάζουμε, αλλοίμονο, με τα άλογα κτήνη, όπως λέγει και ο θεόπνευστος Ψαλμωδός, επειδή αυτός το ύμνησε περισσότερο και πολύ καθαρά [Πρβλ. Ψαλμ. 48, 21]. Οι προπάτορές μας δεν κατάλαβαν την απάτη του κακοβούλου όφεως λόγω της ατελείας του νου τους και δέχθηκαν την συμβουλή του σαν το ψάρι, που καταπίνει το δόλωμα άφοβα, και έτσι γεύτηκαν τον καρπό του απαγορευμένου δένδρου.

Γι’ αυτό, σύμφωνα με την δίκαιη κρίση του Θεού, έχασαν την μακαριότητα και την έως τότε θεία διαμονή τους στον παράδεισο. Και αφού έχασαν την προηγούμενη θεία φώτιση, υπέστησαν αμέσως εσωτερικό θάνατο και δέχθηκαν πρώτα από όλα μέσα τους τις δύο από τις πιο βλαβερές για την ψυχή νόσους, την λήθη και την άγνοια, εξαιτίας των οποίων θάμπωσαν οι σοφοί οφθαλμοί τους, ενώ οι ίδιοι δέχθηκαν ποικίλα πάθη. Έτσι εξαιτίας της λήθης στερήθηκαν, αλλοίμονο, την θεία δόξα.

Επιθυμούσαν όμως ολόψυχα την μάταιη δόξα που κυριαρχεί στην γη, γι᾽ αυτό μόλις εμείς οι άνθρωποι την φθάσουμε, υπερηφανευόμαστε και καμαρώνουμε, σαν τους κέδρους του Λιβάνου. Όταν όμως την χάσουμε, η καρδιά μας υποφέρει, λυπούμαστε και φθονούμε καθώς δεν αντέχουμε εμάς να μας περιφρονούν και στους άλλους να αποδίδουν μεγάλους επαίνους. Γι’ αυτό υποκύπτουμε στην οργή, επειδή θεωρούμε τον εαυτό μας άξιο τιμών. Αν όμως είχαμε θυμηθεί ότι όλοι μας υποφέρουμε εξίσου από την άγνοια και την λήθη, θα ήμασταν τουλάχιστον πράοι και δεν θα ορμούσαμε, ψυχή μου, ο ένας εναντίον του άλλου σαν άγρια θηρία. Επομένως, η λήθη είναι αυτή πού γεννάει την ματαιοδοξία και την οργή, τον φθόνο και την υπερηφάνεια. Αυτά με την σειρά τους γεννούν πολλά φοβερά πάθη, που σαν θηρία ανήμερα ορμούν εναντίον μας, μας αναστατώνουν, μας αιχμαλωτίζουν, μας παραπλανούν και μας ρίχνουν σε άπειρες δυστυχίες.

Εξάλλου, η άγνοια είναι το αρνητικό παράγωγο της απομάκρυνσής μας από το τέλειο αγαθό. Η πηγή όλων των κακών είναι η φιλαργυρία και η προερχόμενη από αυτήν τοκογλυφία, να αδικεί κανείς άσπλαγχνα, να αρπάζει την περιουσία του άλλου, να παραδίδεται σε αισχρές σαρκικές απολαύσεις, να μη γνωρίζει κανείς τον εαυτό του, αλλά και να μην κατέχει ποτέ μνήμη θανάτου.

Το αποκορύφωμα όμως όλων αυτών των κακών είναι το να μη φοβάται κανείς τον Θεό, να μην τρέμει για την μέλλουσα φοβερή Κρίση, αλλά να ζει πάντοτε μόνο σαν τα άλογα ζώα, ικανοποιών­τας την κοιλία και τις σαρκικές επιθυμίες, θεωρώντας μάλιστα αυτές τις επιθυμίες του ως το τέλειο αγαθό. Οι επιθυμίες αυτές, όμως, γεννούν έχθρες και πολέμους, αιχμαλωσίες και ληστρικές επιθέσεις σε κάθε γη και κάθε θάλασσα.

Ο άνθρωπος που έχει το πάθος της οινοποσίας, όταν τον βαραίνει υπερβολικά το κρασί που έχει πιεί, ασχημονεί εκστομίζον­τας λόγια απρεπή, ενώ τους τιμίους και ευπρεπείς ανθρώπους τους θεωρεί ανέντιμους, απρεπείς και δεν καταλαβαίνει τίποτα. Κατά παρόμοιο τρόπο και εμείς, όταν η σκέψη μας θολώνει λόγω της αγνοίας του αληθινού αγαθού, γινόμαστε εύκολα θύματα της επιδράσεως των παθών. Άλλοτε τρελαινόμαστε από την οργή και τον θυμό, άλλοτε λιώνουμε από την ζήλεια και άλλοτε λυσσάμε από τις σαρκικές επιθυμίες. Έτσι πολλές φορές απαρνούμαστε και την ίδια μας την ζωή. Αλλά γιατί να πολυλογούμε! Το πλοίο, σαν χάσει το κατάρτι, τα σχοινιά, τα πανιά και το πηδάλιό του, είτε από τα κύματα πού το χτυπούν εξαιτίας του ισχυρού ανέμου είτε γιατί έπεσε σε κάποιον ύφαλο, καταστρέφεται από τα κύματα και καταποντίζεται. Και εμείς, ψυχή μου, δεχόμαστε συνεχώς τις επιθέσεις των παθών, επειδή καταστρέψαμε ανόητα το αρχετυπικό κάλλος μας, αφού προηγουμένως υποταχθήκαμε στις απατηλές κολακείες του όφεως. Από τότε πεθάναμε με εσωτερικό θάνατο, με τον οποίο μας ετιμώρησε ο Θεός, γιατί ποδοπατήσαμε τις εντολές Του, και η ζωή της απαθείας και της θείας έμπνευσης έφυγε μακριά μας.

 

Ο άσπονδος εχθρός του γένους μας, αφού μας υπέταξε, μας εδίδαξε κάθε κακό και κάθε ανομία. Όντας θεομάχος κατάφερε να μας απομακρύνει εντελώς από την πίστη και την αγάπη προς τον Δημιουργό μας. Αυτός ο πονηρός κατάφερε, αντί να λατρεύουμε τον μόνο άκτιστο και άναρχο Θεό, την ουσία σε τρεις υποστάσεις, να καθιερώσει την λατρεία πλήθους ψεύτικων θεών. Ο εχθρός λοιπόν αντί του δώρου της ελεύθερης βούλησης και του αυτεξουσίου που μας ξεχωρίζουν από τα άλογα ζώα, και αντί της ομοιώσεως με Εκείνον που μας δημιούργησε κατ᾽ εικόνα Του, όσο είναι δυνατόν αυτό στην αδύναμη ανθρώπινη φύση, μας υπέταξε σε ψευδή πίστη, στην επίδραση που δήθεν έχει επάνω μας η κίνηση των άστρων. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι αυτή επηρεάζει την βούλησή μας για την επιλογή του καλού και του κακού, ώστε να μην μπορούμε να κάνουμε ή να επιθυμούμε τίποτα πέρα από αυτά που μας έχει ορίσει το πεπρωμένο της σταθερής κινήσεως των άστρων. Επίσης, μας έχει πείσει ότι από την κίνηση των άστρων εξαρτάται όχι μόνο η ευτυχία μας, αλλά και η ζωή μας ολάκερη.

Έτσι βρήκε τρεις τρόπους να διαφθείρει όσους τον ακούν. Πρώτον, προσπαθεί να παρουσιάσει ως υπαίτιο κάθε κακού για τους ανθρώπους τον δημιουργό και δοτήρα όλων των αγαθών, τον μόνο αγαθό και ενάρετο κατά την ουσία Του, ο οποίος μας απομακρύνει από κάθε κακό και μας χειραγωγεί στην αγνή και θεόμορφη ζωή, άλλοτε με την υπόσχεση των θείων αγαθών και άλλοτε με την απειλή των ατελευτήτων και φοβερών βασάνων. Δεύτερον, απομακρύνει έτσι από τον εαυτό του την κατηγορία ότι είναι ο μόνος αίτιος κάθε κακού και, τρίτον, κρατάει δέσμιους πάντοτε για να εκτελούν παράνομες πράξεις, όσους ακολουθούν αυτήν την ψυχοφθόρα και ασεβή διδασκαλία, επειδή είναι βέβαιοι ότι βρίσκονται απόλυτα υπό την επίδραση των άστρων. Όταν αποκαλύπτεται κάποια παράνομη πράξη τους, τυχαίνει να ακούμε από πολλούς να λένε ότι δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από αυτήν, καθώς το άστρο, κάτω από την επιρροή του οποίου βρίσκονταν, τους έσπρωξε με την βία προς εκεί παρά την θέλησή τους και τους υπέταξε σε αυτό το πάθος.

Θα μπορούσε κανείς να βρει κάτι χειρότερο για να συκοφαντήσει την ίδια την θεία αλήθεια; Αν ο Θεός με τις εντολές Του μας απαγορεύει να επιθυμήσουμε την γυναίκα του άλλου ή να ψευδόμαστε και έπειτα με την ισχυρή επιρροή των άστρων μας ωθεί σε κάθε ανομία, τότε πώς μπορεί, αλλοίμονο, να θεωρείται δίκαιος, αφού ζητά από εμάς να κάνουμε κάτι εντελώς αδύνατο; Πράγματι, ποιος από τους ανθρώπους είναι σε θέση να αντιστέκεται πάν­τοτε εναντίον των τριών αυτών δυνατών εχθρών, δηλαδή των δαιμόνων, των άστρων και της ακατάπαυστης επίθεσης των φυσικών παθών, που πάντοτε τόσο βίαια επιτίθενται εναντίον μας;

Εξάλλου, φαίνεται πως ο Θεός αδίκησε φοβερά το ανθρώπινο γένος, αφού, ενώ έδωσε ως δωρεά το βασίλειό Του στις επουράνιες δυνάμεις, δηλαδή στους Αγγέλους, έκανε εμάς τους ανθρώπους υποχείριο των δαιμόνων, των άστρων και των πλανητών, που μας εμποδίζουν με κάθε τρόπο να εισέλθουμε σε αυτό. Επίσης, πώς μπορεί να φανεί αληθής ο θείος λόγος που λέγει: «ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού, και ουδέν υμάς ου μη αδικήση» [Λουκ. 10, 19], αν μας ωθεί προς τα πάθη η επίδραση των άστρων; Ο Θεός μας εδίδαξε ότι δεν παρασυρόμαστε σε κακές πράξεις από την επιρροή των άστρων αλλά από τα ολέθρια δαιμόνια.

Εξαιτίας αυτών, ψυχή μου, έχουμε υποστεί την αξιοθρήνητη πτώση, όπως το μαρτυρεί σαφώς ο μεγάλος και πάμφωτος ήλιος, ο θείος Παύλος λέγοντας, ότι για τους πιστούς δεν είναι «η πάλη προς αίμα και σάρκα», δηλαδή προς την αδύναμη ανθρώπινη σάρκα, «αλλά προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου», προς τα πονηρά πνεύματα, τους εφευρέτες κάθε κακού [Εφ. 6, 12]. Η δύναμή τους δημιούργησε κατά την αρχαιότητα σε όλη την οικουμένη δαιμονικές μαγείες και από το γεγονός αυτό προήλθε η πλάνη της λατρείας των ειδώλων. Οι ρήτορες, οι φιλόσοφοι και οι δυνατοί βασιλείς άκουγαν με μεγάλη ευπιστία τους εκπροσώπους κάθε δαιμονικής και αστρολογικής πλάνης. Μαθητές τους είναι οι μάγοι και οι οιωνοσκόποι. Αυτοί που τοποθετούν την μοίρα του ανθρώπου κάτω από την επιρροή του ενός ή του άλλου άστρου, χύνουν σαν όφεις στις ανθρώπινες ψυχές το δηλητήριο της κακίας τους και την πλάνη της αστρολογίας. Εξουσιάζουμε όλους αυτούς, αν υπηρετούμε πιστά τον Δημιουργό των πάν­των, τον Βασιλέα και Θεό, εκτελώντας πάντοτε με τα έργα μας τις ιερές εντολές Του. Αν όμως τις παραβιάζουμε, θα μας βρουν πολλές δυστυχίες. Οπωσδήποτε αυτά μας συμβαίνουν σύμφωνα με την πρόνοια του Θεού και όχι από την τυφλή τύχη ή από την επίδραση των άστρων, όπως εσφαλμένα ερμηνεύει η παραφροσύνη των αστρολόγων.

Τα άστρα, ψυχή μου, δημιουργήθηκαν όχι για να μας εξουσιάζουν, αλλά για να διώχνουν το νυχτερινό σκοτάδι με το φως τους, για να βοηθούν τους ναυτικούς να ταξιδεύουν την νύχτα χωρίς κίνδυνο και να δείχνουν στους γεωργούς πότε να οργώσουν την γη. Αν όμως, λόγω της εξουσιαστικής επιρροής των άστρων, άλλοι ακολουθούν την αρετή και άλλοι την κακία, ενώ η αρχή κάθε αγαθού είναι η πίστη στον αληθινό Θεό και το χειρότερο από όλα τα κακά είναι η απιστία, τότε ούτε θα καταδικασθούν όσοι ασεβούν εναντίον του Θεού ούτε θα λάβουν έπαινο από τον Θεό όσοι Τον σέβονται και Τον τιμούν. Επειδή υποτίθεται πως κανένα από τα δύο δεν συμβαίνει από μόνο του, αλλά λόγω της καταναγκαστικής επιρροής των άστρων, η οποία άλλους ωθεί στην πίστη και άλλους στην απιστία. Τι σημασία θα είχε ύστερα από αυτά ο θείος λόγος: «Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» [Ματθ. 25, 46]; Επειδή ό,τι παρέχεται με την βία δεν αξίζει κανέναν έπαινο, ούτε τιμωρία, είτε είναι καλό είτε κακό, όπως θεολογεί ο τιμιότατος και θεόπνευστος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγοντας: Οι Έλληνες θεωρούν ότι το καθετί, που μας αφορά, εξαρτάται από την επίδραση των άστρων, του ήλιου και της σελήνης, της ανατολής και της δύσης, με τα οποία ασχολείται η επιστήμη της αστρολογίας [Εδώ ο όρος «αστρολογία» σημαίνει και αστρονομία, όπως και παρακάτω, επειδή την εποχή εκείνη δεν υπήρχε σαφής διάκριση των δύο όρων]. Εμείς όμως ισχυριζόμαστε ότι αυτά προαναγγέλλουν την βροχή, την λειψυδρία, το κρύο, την ζέστη, την ξηρασία, τους ανέμους, κ.λπ., ενώ για τα προσωπικά μας θέματα δεν μπορούν να μας δώσουν καμμία ένδειξη. Ο Δημιουργός μας έπλασε αυτεξουσίους και κυριάρχους των πράξεών μας. Αν κάναμε ό,τι κάνουμε υπό την επίδραση των άστρων, θα το κάναμε με την βία. Και ό,τι πράττεται με την βία, δεν θεωρείται ούτε καλό ούτε κακό. Αν όμως δεν έχουμε ούτε το καλό ούτε το κακό, τότε δεν αξίζουμε ούτε έπαινο ούτε βραβείο, ούτε μομφή ούτε τιμωρία. Γιατί έτσι ο Θεός θα φανεί άδικος, αν παρέχει, υπό την επίδραση των άστρων, σε άλλους ευημερία και σε άλλους δυστυχία.

Αν όλα κινούνται και φέρονται από την ανάγκη, τότε ο Θεός δεν κυβερνά το σύμπαν και δεν έχει καμμία μέριμνα για το δημιούργημά Του [Ιωάννου Δαμασκηνού, “Έκδοσις ακριβής τής ορθοδόξου πίστεως” κα´, στ. 117-130, έκδ. B. Kotter, Die Schriften des Johannes von Damaskos II [Patristische Texte und Studien 12], Walter de Gruyter, Berlin. New York 1973, σ. 59]. Πώς τότε μπορούν να είναι αληθινά τα λόγια της Άννας, μητέρας του προφήτη Σαμουήλ, που λέγει ότι: «Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει» [Α΄ Βασ. 6, 6], αν άλλοι υψώνονται από την γη στα ύψη και άλλοι κατεβαίνουν στα τάρταρα εξαιτίας της τυφλής τύχης και της κινήσεως των άστρων; Αν είναι αληθινά τα λόγια της Άννας, τότε η πίστη στην ευτυχία και την δυστυχία είναι ψέμα και εφεύρεση των απίστων και όχι διδασκαλία και παράδοση των αγίων. Γι’ αυτό ως αληθινά πιστοί πρέπει να τακτοποιούμε την ζωή μας και να την κοσμούμε με αξιέπαινο ήθος, ακολουθώντας την διδασκαλία της ορθής πίστεως. Επίσης, αν «ο αγρός εστιν ο κόσμος· το δε καλόν σπέρμα, ούτοί εισιν οι υιοί της βασιλείας· τα δε ζιζάνιά εισιν οι υιοί του πονηρού»[Ματθ. 13, 38], δηλαδή οι δημιουργοί της κάθε ανομίας, τότε από αυτά τα θεία λόγια προκύπτει ότι: αν άλλοι αγαπούν την αρετή και άλλοι παραδίδονται στο κακό, δεν οφείλεται στην δύναμη των άστρων, αλλά εξαρτάται από το ότι άλλοι υπακούουν στον Θεό και γίνονται καλοί, ενώ άλλοι ακολουθούν τον κακόβουλο δαίμονα και γίνονται κακοί.

Ας μην αναζητούμε άλλο καλύτερο από τον προαναφερθέντα ισχυρισμό, καθώς ουδείς σοφότερος του Θεού. Επί πλέον, ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του [Πρβλ. Γέν. 1, 26], δηλαδή ελεύθερο και αυτεξούσιο, για να προσπαθεί με δική του πρωτοβουλία να ζει θεάρεστα. Και μετά, λες και μετάνιωσε ο Θεός, έθεσε τον άνθρωπο κάτω από την ισχυρή και καταναγκαστική επιρροή της κινήσεως των άστρων και έτσι, σαν τον τελευταίο ουτιδανό αιχμάλωτο, τον οδηγεί στην εκτέλεση διαφόρων απρεπών πράξεων! Γι’ αυτό ο Θεός θυμώνει πολύ μαζί μας, επειδή, διαπράττον­τας κακές πράξεις, κάνουμε έτσι, ώστε να φαίνεται ότι ο ίδιος δεν συμφωνεί με τον εαυτό Του, ενώ Αυτός είναι η πηγή κάθε σοφίας. Άρα, δεν είναι ούτε ο κύκλος της τυφλής ευτυχίας ούτε τα άστρα, αλλά ο ίδιος ο πανάγαθος και πανάμωμος Θεός, που βασιλεύει σε όλα, τακτοποιεί πάνσοφα και ενάρετα με την θεία πρόνοιά Του το καθετί που μας αφορά και κυβερνά τα πάντα με τον πιο ωφέλιμο για εμάς τρόπο. «Εγώ αποκτενώ και ζην ποιήσω» [Δευτ. 32, 39], λέγει Αυτός που βασιλεύει υπέρ των πάντων. «Πάσα δόσις αγαθή και πάν δώρημα τέλειον άνωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων» [Ιακ. 1, 17] και από τον συνάναρχό Του Υιό και το Άγιον Πνεύμα, που κυβερνά τα πάντα υπέροχα.

Ο αίτιος κάθε κακού είναι ο διάβολος καθώς και εμείς οι ίδιοι, που ανόητα τον ακούμε. Γεμάτος φθόνο και κακία, γκρεμισμένος από τον ουρανό εξαιτίας της υπερηφανείας του, ο διάβολος δεν αντέχει να μας βλέπει να ειρηνεύουμε μεταξύ μας, αλλά μαίνεται εναντίoν όλων ανεξαιρέτως, ως σκυλί λυσσασμένο που δαγκώνει οποιονδήποτε συν­αντά στον δρόμο του. Έτσι και αυτός ο ολέθριος, ο οποίος γκρεμίστηκε από τα ύψη και έπαθε μεγάλη ατίμωση: τον έβλεπε ως άνθρωπο, που τον είχε πριν υποταγμένο και τον είχε εξευτελίσει με διάφορες ακάθαρτες πράξεις. Όμως επειδή τώρα βλέπει τον Ιησού Χριστό ως ύψιστο Θεό, που δοξάζεται από όλους και κάθεται στον θρόνο εκ δεξιών του Πατρός Του, καίγεται από τον φθόνο, μαίνεται και τρίζει συν­εχώς τα δόντια του. Σαν άγριο θηρίο, βρυχάται κρυφά στις σκέψεις του εναντίον μας και, δημιουργώντας δυσκολίες, προσπαθεί μάταια με την κακία του να μας εμποδίσει να μπούμε στον δρόμο που οδηγεί στην απαθή και αιώνια ζωή. Ο φθονερός και χαιρέκακος συν­ήθως χαίρεται να βλέπει να καταστρέφονται όλοι όσους μισεί. Γι’ αυτό μας πολεμά πάντοτε με κακές σκέψεις, με τον ολέθριο φθόνο και με την υπερηφάνεια.

Ο διάβολος είναι διδάσκαλος της κλοπής και της δολοφονίας, είναι αρχηγός κάθε ψεύδους και κάθε δόλου. Είναι αυτός που ωθεί τους τυμβωρύχους να ανοίγουν τα φέρετρα των νεκρών και χωρίς φόβο να λεηλατούν τα σώματα, που ήδη βγάζουν δυσοσμία. Γιατί όμως να σε κουράζω με τον μακρύ λόγο μου; Ο διάβολος είναι ο εφευρέτης κάθε κακού και κακίας, με τα οποία γέμισε όλον τον κόσμο, επειδή ζηλεύει την Χάρη που μας δίδεται άνωθεν. Γιατί σου φαίνεται περίεργο, ψυχή μου, που παραστρατούμε πολλές φορές από την ηθική ζωή, αφού είμαστε συνεχώς αγριεμένοι σαν θηρία από τέτοια και τόσο πολλά πάθη; Είδες ποτέ κανέναν να απορεί, γιατί η θάλασσα αναταράσσεται πολλές φορές από την δυνατή επίδραση των ανέμων;

 

Σου έδωσα λοιπόν, ψυχή μου, παρά το σύντομο του λόγου μου, αρκετά νομίζω από αυτά που ήθελες. Τώρα άκουσε και με ποιόν τρόπο μπορεί να αποκτήσει κανείς την πραότητα, όπως μου το ζήτησες προηγουμένως.

«Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου» [Ψαλμ. 110, 10], εξυμνεί ο θεόσοφος ψαλμωδός, ο υιός του Ιεσσαί. Ως φόβο αληθινό να θεωρείς, ψυχή μου, την επιμελή εκτέλεση των θείων εντολών. Αλλά, ψυχή μου, μην θεωρείς φόβο ούτε δέος εκείνον τον φόβο, που εκφράζεται μόνο σε κούφια λόγια, αλλά παραπλάνηση της ψυχής, της ταπεινωμένης από τους αοράτους εχθρούς εξαιτίας της μεγάλης ατασθαλίας της. «Και πας ο ακούων μου τους λόγους τούτους και μη ποιών αυτούς», δηλαδή δεν εφαρμόζει ενάρετα αυτά που ακούει, «ομοιωθήσεται ανδρί μωρώ, όστις ωκοδόμησε την οικίαν αυτού επί την άμμον» [Ματθ. 7, 26]. Για παράδειγμα: ένας άνθρωπος έλαβε από τον κύριό του την εξουσία μιας πόλεως και έλαβε από αυτόν και τους νόμους, σύμφωνα με τους οποίους έπρεπε ο ίδιος να ζει καλά και τίμια και να διοικεί σωστά τους κατοίκους της. Ωστόσο αυτός, αφού εγκαταστάθηκε στην πόλη και γεύτηκε όλα τα αγαθά της, κατάντησε υπερήφανος. Δεν μεριμνά πλέον για την τήρηση των νόμων και δεν επιτρέπει να μπαίνουν φραγμοί στα όρια της εξουσίας του. Μετατρέπεται έτσι έναντι όλων σε έναν κακό, υπερήφανο και βαρύθυμο διοικητή που επιβάλλει την εξουσία του με φωνές, άγρια βλέμματα και βασανιστήρια. Τότε αυτός δεν χάνει μόνο την ίδια την εξουσία, αλλά τιμωρείται σύμφωνα με τις ατασθαλίες του. Έτσι και ο άνθρωπος, αφού ξέχασε τους θείους νόμους, δηλαδή τις δωρεές, την Χάρη, την ιερή αγάπη, την νομιμοφροσύνη, την αλήθεια, την ησυχία, την πραότητα, την σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, ταυτίζει την ορθή πίστη του με το να μην τρώει ορισμένα φαγητά και με το να ακούει την Αγία Γραφή. Έχουν τυφλωθεί τα μάτια της ψυχής του και έχει απομακρυνθεί από την ιερά σύνοδο των αγίων. Όπως λέγει ο άγιος ευαγγελιστής του Θεού, δεν αγαπά ο Θεός τους ακροατές του νόμου [Πρβλ. Ιακ. 1, 22], αλλά όσους τον εφαρμόζουν σωστά.

Γι’ αυτό να αποκτήσεις ως βάση τον φόβο του Θεού, επειδή χωρίς αυτόν όλα τα άλλα είναι άχρηστα, ακόμη και η στέρηση των φαγητών και η πολύωρη προσευχή. Πολύ αυστηρά μας παρατηρεί ο Κύριος λέγοντας: «Τι δε με καλείτε Κύριε, Κύριε» [Λουκ. 6, 46], αφού ό,τι σας διατάζω δεν θέλετε να το εκτελείτε; Επάνω σε αυτό το στερεό και ακλόνητο θεμέλιο –στον φόβο του Θεού– προσπάθησε να κρατάς γερά το χαλινάρι της σάρκας και της κοιλιάς, πού επαναστατεί εναντίον μας με τις ασυγκράτητες ορμές της και μαίνεται με τις επιθυμίες της. Όσο αυτή μεγαλώνει, εμείς καταστρεφόμαστε και, αντιθέτως, όσο αυτή ξηραίνεται, ζούμε την ενάρετη ζωή. Όπως η φωτιά, όταν καίει λίγα και κακής ποιότητας ξύλα, καίει ήσυχα, χωρίς θόρυβο και με μέτρο, ενώ, αν της βάλουμε πολλά και χοντρά ξύλα, πετάγεται αμέσως επάνω κάνοντας φοβερό θόρυβο. Έτσι και εμείς, όσο η κοιλιά φουσκώνει από την έλλειψη εγκρατείας, όλο και περισσότερο γινόμαστε βλοσυροί, άγριοι και θυμώνουμε με τον καθένα σαν θηρία και χωρίς πραότητα παρασυρόμαστε σε φωνές και οργή. Όταν όμως η εγκράτεια ξηραίνει την σάρκα μας, τότε εντός μας εγκαθίσταται η πραότητα και η ησυχία. Σε αυτό μας βοηθάει σε μεγάλο βαθμό το να ζούμε με ανθρώπους του ίδιου ήθους. Ο κοινός βίος με πολλούς δίδει συχνά αφορμή να οργιζόμαστε ακόμη και εναντίον της θελήσεώς μας, όταν τύχει να ακούσουμε κάτι απρεπές ή να δούμε ανήθικες πράξεις αντίθετες με τις παραδόσεις των πατέρων μας.

Πέρα από όλα αυτά, η πραότητα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από το αν διάγουμε τον βίο μας αφιλοκερδώς, αν ασκούμεθα καθημερινά μελετώντας τους βίους των αγίων, και αν συνηθίσουμε να έχουμε μνήμη θανάτου. Αντίθετα, τίποτα άλλο δεν μας κάνει τόσο θηριώδεις όσο το πάθος της φιλοκτημοσύνης. Η επιφάνεια της θάλασσας την ώρα της καλοκαιρίας είναι ήρεμη, όταν όμως σηκωθεί δυνατός άνεμος, φουντώνει και σηκώνει κύματα πελώρια σαν βουνά που σκάνε με μεγάλο θόρυβο. Έτσι και η ψυχή, όταν υπερηφανεύεται για τα κατορθώματά της, φλέγεται από τον θυμό και έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της, σκοτεινιάζει το μυαλό της, χάνει την χάρη της και η καρδιά της σκληραίνει σαν πέτρα. Όπου υπάρχει η επιθυμία να αποκτήσεις αγαθά, εκεί εμφανίζονται η απληστία για το χρυσάφι, η ηδυπάθεια, οι μέριμνες και οι φιλονικίες. Όλα αυτά καταπνίγουν σαν αγκάθια τον σωτήριο λόγο, που σπέρνεται από τον ουρανό στις καρδιές μας, που αφορά την έμπρακτη εκτέλεση των εντολών του Σωτήρος, την μνήμη των αιωνίων αγαθών, την μέλλουσα φοβερή Κρίση και τα πικρά βασανιστήρια. Όπου υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό τα πάθη που αναφέραμε προηγουμένως, εκεί υπάρχει και η φιλαργυρία και η επιθυμία να γίνονται τα πάντα λόγω λαιμαργίας. Έτσι χάνεται η ανθρωπιά, ενώ οι τέτοιου είδους άνθρωποι γίνονται πιο άγριοι και από τα θηρία. Από αυτό βγαίνει το συμπέρασμα ότι παρασύρονται πολύ όσοι φροντίζουν συνεχώς να αυξάνουν τον πλούτο τους και να καλλιεργούν την φιλαργυρία.

Άκουσε λοιπόν, ψυχή μου, την σύνοψη όλων αυτών που είπαμε και προσπάθησε να τα εκτελείς εμπράκτως, χωρίς οκνηρία. Όλα τα πάθη γεννήθηκαν μέσα μας λόγω του ότι λησμονήσαμε και δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το υπέρτατο, το αληθινό αγαθό. Αυτό μας προκάλεσε αναρίθμητα κακά και έτσι καταντήσαμε να μοιάζουμε με τα κτήνη. Όταν όμως θυμόμαστε συχνά αυτά που αναφέραμε προηγουμένως και όσο η προσπάθειά μας να κατανοήσουμε είναι ασταμάτητη και επιθυμούμε από βάθους καρδιάς την θεία δόξα που υπερτερεί κάθε λόγου, τότε αυτά είναι αρκετά όχι μόνο για να αποκτήσουμε την τελεία και ακλόνητη πραότητα του ήθους, αλλά και να φθάσουμε μπροστά στον ίδιο τον Βασιλεύον­τα εν υψίστοις και να γίνουμε κληρονόμοι της γης των σωζομένων, στην οποία στηρίζονται γερά τα πόδια των πράων που χαίρον­ται το θείο φως.

 

Ψυχή: Σε παρακαλώ, αγαπημένε μου, να κάνεις λίγο ακόμη κόπο και να μου εξηγήσεις αυτό πού θα σε ρωτήσω: Αν ο Κύριος δίδει θάνατο και ζωή, πτωχεία και πλούτο, ταπεινώνει και υψώνει, κατεβάζει στην κόλαση και ανεβάζει, όπως είπες προηγουμένως, και όπως λέγει Αυτός αλλού, ότι «Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει. Κύριος πτωχίζει και πλουτίζει, ταπεινοί και ανυψοί» [Α΄ Βασ. 2, 6-7], τότε πώς ο διάβολος θεωρείται αίτιος κάθε κακού;

Νους: Μη σε εξαπατούν, ψυχή μου, τέτοιου είδους ονομασίες των κακών και μην θαρρείς πως ίδιο είναι η ακολασία και η ένδεια. Το πρώτο, δηλαδή η ακολασία, αποτελεί παράβαση της εντολής του Θεού, είναι θεομίσητο και αποτρόπαιο, σκοτώνει την ψυχή, την κατεβάζει στην κόλαση και την παραδίδει σε ατελείωτα βάσανα. Αντιθέτως η ένδεια σημαίνει αφαίρεση των μέσων, που τρέφουν τα ακόλαστα πάθη, συμβαίνει δε κατά Θεία πρόνοια σε μερικούς. Ο Θεός, ως πάνσοφος και ιατρός των ψυχών, επειδή επιθυμεί να κάνει το εφήμερο ανθρώπινο γένος να μετέχει της θείας δόξας Του, δεν εφαρμόζει στον καθένα τον ίδιο τρόπο θεραπείας, αλλά ανάλογα με την νόσο εφευρίσκει σοφά το μέσον, διά του οποίου οδηγούμεθα στην θεραπεία.

Γι’ αυτό, αν ο πλούτος γίνεται αιτία υπερηφάνειας και υψηλοφροσύνης ή η δύναμη αιτία θράσους και η ομορφιά ακολασίας, ο Θεός αφαιρεί από τον άνθρωπο την ομορφιά, στέλνοντάς του κάποια αρρώστια που παραμορφώνει την εξωτερική του εμφάνιση. Το θράσος του χειροδύναμου το δαμάζει αποδυναμώνοντας τα μέλη του σώματός του με μακροχρόνιες αρρώστιες, ενώ την υπερ­ηφάνεια, που προέρχεται από τον πλούτο, την γκρεμίζει με την άκρα πενία. Κατά παρόμοιο τρόπο στέλνει ακαρπία, καταστρεπτικές αρρώστιες, απρόβλεπτες εισβολές εχθρών ή τρομακτικούς σεισμούς, για να εκριζώσει την ψυχοφθόρα κακία τόσο από τις πόλεις όσο και από ολοκλήρους λαούς, που Τον εξοργίζουν με τις άνομες πράξεις τους.

Με λίγα λόγια, Αυτός, ως αγαθός και πάνσοφος ιατρός, θεραπεύει με διαφόρους τρόπους όλα τα ψυχοφθόρα πάθη, που συνήθως κατεβάζουν τις ψυχές στην κόλαση. Άρα, ας μη θεωρεί καν­είς τον Πανάγαθο αίτιο των κακών, αφού ούτε ο γιατρός θεωρείται κακός, όταν με πυρωμένο σιδερένιο ξυράφι γιατρεύει την γάγγραινα καθώς και άλλες μεταδοτικές ασθένειες, πασπαλίζον­τας σε περίπτωση ανάγκης με σκόνες ισχυρής δράσεως. Και ο κύριος αίτιος αυτών των συμφορών, που όντως είναι συμφορές και κατεβάζουν στην κόλαση προκαλώντας βάσανα, είναι ο σατανάς, αλλά και εμείς οι ίδιοι, που τον ακούμε οι ανόητοι. Τόσο επιθυμεί την καταστροφή μας, που από την κακία του δεν παύει να εφευρίσκει νέες ιδέες δελεάζοντάς μας με κάθε τρόπο, ώστε να ενεργούμε παρά τις εντολές του Θεού, αν και γνωρίζουμε πως μας οδηγούν στα ουράνια αξιώματα. Άλλοτε κάποιους καίει με άνομους σαρκικούς πόθους και άλλους τους εγκλωβίζει στα δεσμά της φιλ­αργυρίας. Άλλον οδηγεί στον θάνατο με την οινοποσία και την λαιμαργία και άλλον τον μαθαίνει να χαίρεται με κάθε φόνο. Σε μερικούς από αυτούς δείχνει τον ανεξάντλητο και ανεξερεύνητο πλούτο της θείας γενναιοδωρίας για να τους ωθήσει στην αμαρτία, ενώ άλλους τους πείθει να μην αναμένουν την μέλλουσα Κρίση και να μην νομίζουν ότι ο Θεός μεριμνά για την ζωή μας, αλλά να θεωρούν ότι όλα τα ανθρώπινα περιστατικά ορίζονται ούτως ή άλλως από την κίνηση των άστρων και τον κύκλο της ευτυχίας. Με έναν λόγο, αυτός ο αρχέκακος μας στήνει διαρκώς παγίδες για να παραπλανά την σκέψη μας. Όπως ο έμπειρος κυνηγός δεν βάζει το ίδιο δόλωμα σε όλα τα πουλιά, αλλά ξέρει τι προτιμά το καθένα από αυτά και με αυτό ακριβώς το δελεάζει, έτσι και αυτός ο ολέθριος δαίμονας, αφού μάθει τι μας αρέσει είτε από την φυσική μας κλίση είτε από την συνήθειά μας, μας απλώνει πονηρά το δίχτυ με αυτό ακριβώς και μας τυλίγει. Γι’ αυτόν τον λόγο, ψυχή μου, ο αίτιος κάθε ολεθρίου κακού είναι για μας ο διάβολος.

Ας μην κατηγορούμε λοιπόν τα άστρα και τους πλανήτες, επειδή τάχα μας οδηγούν στην εκτέλεση παρανόμων πράξεων, και ας μη φοβούμαστε την τύχη, που δήθεν ανεβοκατεβάζει άνισα την ζωή μας. Όλα αυτά είναι μύθοι των αθέων Χαλδαίων και των Αράβων και όχι η διδασκαλία των πιστών χριστιανών. Εκείνοι άκουγαν πάντοτε μόνο τους δαίμονες και τα είδωλα και γι’ αυτό δεν μπόρεσαν να μάθουν από αυτούς καμμία αλήθεια. Εξάλλου, τι σωστό μπορεί κανείς να μάθει από το ίδιο το ψεύδος; Εμείς όμως έχουμε μόνο έναν Θεό, ο οποίος τακτοποιεί όσα μας αφορούν, στηριζόμενος όχι στην τύχη, μήτε στην κίνηση των πλανητών, αλλά με σοφία και ευπρέπεια, όπως Αυτός μόνον γνωρίζει με την Θεία πρόνοιά Του. Οι κακόμοιροι απόγονοι των Ασσυρίων δεν κατανόησαν το μυστικό αυτής της προνοίας και την ασύλληπτη πολυμορφία της, αφού απέδωσαν στην τύχη και στην κίνηση των άστρων όλες τις εναλλαγές αυτής της ζωής. Ένας άπειρος γιατρός, που θέλει να γιατρεύσει έναν που πάσχει από υδρωπικία ή από πόνο στο στομάχι, αντί να δει την αιτία της νόσου στην κακοήθη φύση του άρρωστου ή στην απεριόριστη λαιμαργία του, εξαιτίας της απειρίας του αποδίδει την νόσο στην βλαβερή επίδραση του αέρα και της τροφής, ενώ η σωστή χρήση και του ενός και της άλλης είναι ωφέλιμη. Έτσι και αυτοί απέδωσαν όλες τις πράξεις στην επιρροή των άστρων και στην τύχη, αφού απάλλαξαν από κάθε ευθύνη την αυτεξούσια και αυθαίρετη επιλογή κακών ή καλών πράξεων, εξαιτίας της οποίας ο Θεός οργίζεται μαζί μας, αν ζούμε άνομα, ή μας φροντίζει εύσπλαγχνα, αν ζούμε καλά και τίμια.

Ψυχή: Άρα, πρέπει να απορρίψουμε εντελώς την αστρολογία ως εφεύρεση των αθέων Χαλδαίων;

Νους: Όχι, αγαπημένη μου ψυχή, η αστρολογία δεν πρέπει να απορριφθεί τελείως, αλλά δεν μπορεί να δεχθεί κανείς το καθετί αβασάνιστα. Αλλά και η επιστήμη του λόγου, που ονομάζουμε λογική, δεν πρέπει να απορριφθεί τελείως μόνο και μόνο επειδή μερικοί την χρησιμοποιούν για ψεύτικους και βλαβερούς συλλογισμούς. Όμως, όσο αυτή μας ωθεί να δοξάζουμε τον Θεό και κάνει την ψυχή μας να φλέγεται περισσότερο με την θεία αγάπη, χωρίς να έχει καμμία αντίρρηση με τα ιερά και θεόπνευστα λόγια της Γραφής, αλλά συμφωνεί μαζί της, και όσο είναι καλή, ψυχή μου, τόσο πρέπει να την σπουδάζουμε ως έργο αρχαίων και σεβαστών ανδρών. Αυτή η επιστήμη δεν αποτελεί εφεύρεση ασεβών ανθρώπων, αλλά μόνο ό,τι οδηγεί από αυτήν στον γκρεμό του ολέθρου, δηλαδή αν αποδίδουμε όλες τις κακές και καλές πράξεις μας, την ευημερία ή την δυστυχία μας, στην κίνηση των άστρων και στην τύχη. Αυτή μάλιστα τολμά να προφητεύει το μέλλον και επιβάλλει να θεωρούμε τις ημέρες, τις εποχές και τις ώρες άλλοτε ευνοϊκές και άλλοτε δυσοίωνες.

Όλα αυτά, ψυχή μου, είναι βλασφημίες και έρχονται σε αντίθεση με τα άγια λόγια του αποστόλου Παύλου και του προφήτη Ησαΐα. Ο απόστολος Παύλος ονομάζει ανόητους τους Γαλάτες που εξέταζαν τους μήνες, τις εποχές και τις ημέρες [Βλ. Γαλ. 3,1,3. 4, 10], ενώ ο Ησαΐας προφητεύοντας την ερήμωση της Αιγύπτου, που επρόκειτο να γίνει σύντομα λόγω της οργής του Θεού, λέγει αστειευόμενος, «πού εισι νύν οι σοφοί σου» αστρολόγοι «και αναγγειλάτωσάν σοι» τι θα σου συμβεί [Ησ. 19, 12]. Αλλοίμονό σου, αλλοίμονό σου, αυτή η τέχνη σου και η σοφία σου σε κατέστρεψαν. Πράγματι, πέφτει χαλάζι, ενσκύπτουν επιδημίες και πόλεμοι, καταστρέφεται η σοδειά, γίνονται σεισμοί και άλλα παρόμοια, όχι εξαιτίας της οργής του Θεού για τις άνομες πράξεις μας, αλλά λόγω της επιρροής ορισμένων κακών άστρων και της κινήσεως των άστρων και της τύχης. Αυτή είναι πράγματι η σκέψη των ανοήτων και αθέων, που θεωρούν ότι όλα στην γη γίνονται χωρίς την πρόνοια του Θεού. Αλάνθαστος είναι αυτός που μας απειλεί· «επισκέψομαι εν ράβδω τας ανομίας», αν δεν ζούμε σύμφωνα με τις άγιες εντολές Του, χωρίς δηλαδή να τις τηρούμε πάντοτε έμπρακτα. Μας λέγει: «επισκέψομαι εν ράβδω τας ανομίας αυτών και εν μάστιξι τας αδικίας αυτών» [Ψαλμ. 88, 33]. Επίσης και ο Ησαΐας λέγει: «Και εάν θέλητε και εισακούσητέ μου, τα αγαθά της γης φάγεσθε», δηλαδή όλα όσα αυτή γεννά με την εντολή μου, «εάν δε μη θέλητε, μηδέ εισακούσητέ μου, μάχαιρα υμάς» θα εξολοθρεύσει. «Το γαρ στόμα Κυρίου ελάλησε ταύτα» [Ησ. 1, 19-20]. Επομένως ας μη θεωρούμε δημιουργό των ιδιοτήτων που αποδίδονται στα άστρα Εκείνον, που είναι πανάγαθος. Πώς μπορεί να αποκαλείται Αυτός αληθώς πανάγαθος, αν άλλα από τα δημιουργήματά Του είναι όμορφα και χρήσιμα και άλλα βλαβερά; Είναι γεγονός ότι η πηγή δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα γλυκειά και πικρή, η συκιά δεν μπορεί να βγάζει ταυτόχρονα γλυκούς και πικρούς καρπούς, όπως και η μέλισσα δεν φέρνει μέλι και χολή.

Άρα, δεν πρέπει να απορρίπτουμε εντελώς την αστρολογία, αλλά να αποφεύγουμε, ψυχή μου, μόνο όσα, όπως είπαμε, μας οδηγούν στον όλεθρο και μας απομακρύνουν από τον Ύψιστο. Ας αφήσουμε λοιπόν αυτήν την πλανεμένη και ασεβή διδασκαλία των Χαλδαίων. Εμείς, ως τέκνα του υψίστου Βασιλέως, που έχουμε ορισθεί από Αυτόν άρχοντες και έχουμε λάβει από Αυτόν την εξουσία να πατάμε επάνω σε όφεις και σκορπιούς [Πρβλ. Λουκ. 10, 19], ας μη φοβόμαστε την επιρροή των άστρων, μήτε την τύχη. Έτσι με χαρά και ελευθερία θα βαδίζουμε από το πεδίο της αληθινής ζωής στον Χριστό-Βασιλέα. Από τον θάνατό Του πήραμε την ελευθερία μας, που στερηθήκαμε λόγω του προπατορικού αμαρτήματος. Επομένως, ψυχή μου, η αστρολογία είναι καλή και χρήσιμη σε όσους την αντιμετωπίζουν φρόνιμα. Δεν μπορεί να είναι αλλιώς, επειδή η επιστήμη αυτή εξετάζει την υπέροχη σοφία του Θεού Λόγου, που δημιούργησε τα πάντα. Εκτός αυτού, μεγάλο όφελος προέρχεται από αυτήν για την ανθρώπινη ζωή, επειδή μας μαθαίνει σωστά την κίνηση του ηλίου και της σελήνης, την αιτία της αλλαγής των τεσσάρων εποχών και τον υπολογισμό των ετών. Όμως, ας μην πει ένας κλέφτης ότι για τις αρπαγές του υπαίτιος είναι ο Ερμής, που παρά την θέλησή του τον οδήγησε στην κλοπή. Ομοίως ο ακόλαστος, ας μην θεωρήσει ότι φταίει για την ακολασία του η Αφροδίτη· και ο δολοφόνος, ας μην παρουσιάσει τον πλανήτη Κρόνο ή τον Αρη ως ηθικούς αυτουργούς του φονικού που διέπραξε. Μόνο να κατηγορήσει ειλικρινά ο καθένας τον εαυτό του, επειδή απομάκρυνε την μνήμη της μέλλουσας φοβερής Κρίσεως και τον φόβο του Θεού, τα οποία, σύμφωνα με την Θεία Γραφή, απομακρύνουν όλους από το κακό. «Εξόλλυσιν εαυτόν ο δωρολήπτης, ο δε μισών δώρων λήψεις σώζεται. Ελεημοσύναις και πίστεσιν αποκαθαίρον­ται αμαρτίαι, τω δε φόβω Κυρίου εκκλίνει πας από κακού» [Παρ. 15, 27] και τους κάνουν θερμούς υποστηρικτές της αρετής και κατοίκους του ουρανού.

Ψυχή: Άραγε, υπάρχει μεγάλη ζημιά για την ορθή πίστη, αν αποδίδουμε στην επιρροή των άστρων το καλό και το κακό;

Νους: Πολύ μεγάλη και πολύ τρομακτική. Αυτή η αντίληψη, όπως είπαμε προηγουμένως, παρουσιάζει τον Θεό όχι μόνο ως αίτιο του κάθε κακού για τους ανθρώπους και άδικο. Αυτός μόνος κατ’ ουσίαν είναι πανάγαθος και δίκαιος, αλλά και ως αίτιο της καταστροφής αναρίθμητου πλήθους των ανθρώπων, επειδή στην πραγματικότητα, όπως αναφέρεται στην Γραφή, μόνο ελάχιστοι σώζονται [Πρβλ. Ματθ. 7, 14]. Οι περισσότεροι άνθρωποι, εξαιτίας της άνομης και ακόλαστης συμπεριφοράς τους και των αμετρήτων κακουργημάτων τους, πεθαίνουν άτιμα και αισχρά. Όσοι ακούν πρόθυμα αυτήν την διδασκαλία, θεωρούν ότι δεν μπορούν πια να ξεφύγουν από τα αισχρά πάθη τους και ο καθένας προβάλλει ως δικαιολογία της κακίας του την επιρροή των άστρων. Γι’ αυτό υπάρχουν πολλοί, που αρρωσταίνουν στην σκέψη τους από την υπερβολική κακοπιστία. Αυτοί έχουν την αγία χριστιανική πίστη μόνο στα λόγια και επειδή φοβούνται το πυρ, με το οποίο οι υποστηρικτές της αληθινής πίστεως απειλούν τους κακοπίστους. Και τόσο πολύ τους έχει παραπλανήσει η πίστη στην κίνηση των άστρων, που σχεδόν την θεωρούν θεϊκή. Δεν έχουν μετάνοια, δεν φροντίζουν για την μέλλουσα Κρίση, και αν δεν επιδράσει η δύναμη των άστρων, θεωρούν άχρηστες και τις προσευχές και τις θυσίες. Έτσι διάγουν τον βίο τους σαν άλογα ζώα, ικανοποιώντας άπληστα την κοιλία τους και τις αισχρές επιθυμίες της σάρκας, θεωρώντας αυτήν την ηδονή ως την τέλεια μακαριότητα, ενώ όλων αυτών το τέλος είναι τα αιώνια βάσανα στο πύρ.

Όλα αυτά συμβαίνουν, επειδή δεν υπακούν στις επιταγές της αγίας Γραφής· που λέει, ότι δεν πρέπει να φοβηθείς κανέναν άλλον, εκτός από τον Κύριο και Θεό μας [Πρβλ. Παρ. 7,2]. Μόνο Αυτόν να προσκυνάς και να υπηρετείς. Αν πράγματι είχαν φοβηθεί τον Βασιλεύοντα εν υψίστοις και εκτελούσαν με ζήλο τις άγιες εντολές Του, τότε δεν θα έδιναν καμμία σημασία στα ολέθρια αυτά παραληρήματα και δεν θα υπέτασσαν την αξιοπρέπειά τους στα άστρα. Θα ήσαν οι ίδιοι, κατά την Γραφή, θεοί και υιοί του Υψίστου [Πρβλ. Ψαλμ. 81,6], υπακούοντάς Τον σε όλα με άκακη καρδιά. Θα εμφανίζονταν κοσμημένοι με την ουράνια δόξα· θα ήσαν όπως οι Άγγελοι, όπως ο Μωυσής, ο Δανιήλ και ο πάγκαλος Ιωσήφ, πλήρεις θείας χάριτος.

Επειδή όμως προτίμησαν τους αιγυπτιακούς μύθους από τις άγιες εντολές του Υψίστου και απέδωσαν όλες τις πράξεις τους και όλα τα περιστατικά της ζωής τους στην κίνηση των άστρων και στην δύναμη των πλανητών, στερήθηκαν του θείου φωτισμού και πέθαναν μολυσμένοι με κάθε αισχρή πράξη. «Οι μακρύνον­τες εαυτούς από σου απολούνται» [Ψαλμ. 72, 27]. Θα δοξάσω και Εγώ όσους προσ­παθούν να με δοξάσουν, ενώ θα τιμωρήσω όσους προσπαθούν να με καταφρονήσουν [Βλ. Α΄ Βασ. 2, 30]. Έχοντας αυτούς τους αληθινούς και σαφείς λόγους, μπορούμε να πούμε ελεύθερα και ξεκάθαρα ότι η προαναφερόμενη άθεη και ολέθρια σκέψη είναι πλάνη που απομακρύνει από τον αγαθό Θεό, ο οποίος δείχνει με κάθε τρόπο στο ανθρώπινο γένος τον αληθινό δρόμο που οδηγεί στον ουρανό.

Πολλοί από τους ανθρώπους που ασπάζονται τις ιδέες για την επιρροή των άστρων στους ανθρώπους είναι τρομεροί καταστροφείς και συνεργάτες του άρχοντα της κάθε κακίας και της κάθε ανομίας, πηγή αναριθμήτων θανάτων και βασάνων, του αισχρού δαίμονος. Επειδή τίποτε άλλο δεν μπορεί να απομακρύνει τόσο πολύ από την πίστη στον Κύριο Ιησού, τίποτε άλλο δεν μπορεί να αυξήσει τόσο πολύ το κακό και να μειώσει την αρετή, όσο το να πείσει κανείς τους ανθρώπους ότι διά των άστρων γίνονται δεκτές και οι αρετές και οι κακίες. Τι άλλο μπορεί να επιθυμεί ο διάβολος από αυτό που οδηγεί τον άνθρωπο στην καταστροφή; Τέτοιου είδους άνθρωποι, αν ζουν με ευημερία, δεν ευγνωμονούν τον Θεό αλλά την τύχη. Αν όμως έλθει καιρός δυστυχίας, κατηγορούν τα άστρα, αλλά ποτέ τον εαυτό τους. Χωρίς όμως αυτομεμψία [Βλ. Αγίου Ανδρέα Κρήτης, Μέγας Κανών, Ωδή δ΄, τροπάριο 26. Πρβλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 22, έκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1997, σ. 252.] δεν υπάρχει δυνατότητα να τους δοθεί άφεση των αμαρτιών. Εκτός αυτού, όσοι σκέπτονται κατ’ αυτόν τον τρόπο κάνουν τον διάβολο να μην φταίει πουθενά. Αν τους υπερηφάνους και τους δολοφόνους, όπως λένε, τους καθοδηγεί ο Άρης, τους κλέφτες και τους κόλακες ο Ερμής, τους μοιχούς και τους κλεψίγαμους η Αφροδίτη, τους οξύθυμους, τους δολοφόνους και τους μνησίκακους ο Κρόνος, οι δε άλλες κακές πράξεις εξαρτώνται από άλλους πλανήτες, που εμφανίζονται σε γνωστά ζώδια του Ζωδιακού Κύκλου, τότε ο διάβολος, κατά τον παραλογισμό τους, δεν είναι υπεύθυνος για κανένα κακό και απαλλάσσεται από κάθε κατηγορία. Αν τούτο είναι αληθές, τότε ας μην προσεύχεται κανείς για την σωτηρία του από τις πολλές και φοβερές πλάνες του διαβόλου, αλλά ας προσεύχεται στον Θεό εναντίον των άστρων, που τον οδηγούν διά της βίας σε κάθε κακό. Γιατί όταν ο καθένας έλκεται παρά την θέλησή του να ικανοποιήσει τις σαρκικές επιθυμίες του η νηστεία και η ολονυκτία είναι άνευ νοήματος. Γιατί όμως, αφού όλα αυτά τα μέσα τα δέχτηκα από τον Θεό εναντίον αυτού του κακού, η εξολόθρευσή του δεν εξαρτάται από μένα;

Είναι προφανές ότι η διδασκαλία αυτή είναι παράλογη και θεο­μίσητη, και γι’ αυτό ας την διώξουμε μακριά από την σκέψη μας. Επειδή όλοι γενικώς οι Πατέρες της χριστιανοσύνης, που έλαμψαν με την σοφία τους και την ευσέβειά τους, την απέρριψαν και την αρνήθηκαν ως τελείως άθεη. Αυτή η διδασκαλία διώχνει εντελώς από την καρδιά τον φόβο του Θεού και δεν αφήνει ποτέ κανέναν από αυτούς που ζουν άνομα να έχει παράπονα με τον εαυτό του, επειδή τον πείθει ότι όλα αυτά του συμβαίνουν από την αναπότρεπτη δύναμη και επιρροή της κινήσεως των άστρων. Ακόμη και οι ίδιοι οι δικαστές δεν θυμώνουν ιδιαίτερα με τους εγκληματίες, επειδή θεωρούν ότι αυτά συμβαίνουν παρά την θέλησή τους.

Ο εχθρός που έσπειρε αυτές τις ιδέες στον νου όσων τον ακούν, όχι μόνο τους απομακρύνει οριστικά από κάθε αρετή, αλλά βάζει κρυφά μέσα στο ανόητο μυαλό τους ψεύτικες ιδέες για τον μόνο πανάγαθο και πάνσοφο Θεό. Έτσι πολλοί τολμούν να αναμειγνύουν ό,τι δεν μπορεί να αναμειχθεί και να ταυτίζουν την αλήθεια με το ψεύδος. Έτσι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός με την θεία Του δύναμη, με το νεύμα και την σοφία Του κυβερνάει τα πάν­τα ωραία και δίκαια, κρατώντας στο χέρι Του ένα ποτήρι γεμάτο άκρατο κρασί, από το οποίο πίνουν, κατά τον θείο λόγο Του, όλες οι αμαρτωλές χώρες [Πρβλ. Ψαλμ. 74, 9]. Αυτό το ποτήρι νοείται ως η πιο θεία, πιο δίκαιη κρίση του Θεού, που μας κυβερνά όλους και αποδίδει το πρέπον σε όλους –σε εναρέτους και σε αμαρτωλούς– είτε είναι αυτό έπαινοι είτε τιμωρίες.

Οι οπαδοί όμως της ανόητης διδασκαλίας για την τύχη παριστάνουν ενώπιον του Βασιλέως των πάντων Ιησού την εικόνα της τύχης, της παραμυθένιας θεάς της ευτυχίας με μορφή γυναίκας, που με τον τροχό άλλους μεν ανεβάζει από κάτω προς τα επάνω και άλλους κατεβάζει από επάνω προς τα κάτω. Επιχειρούν να δείξουν ότι με αυτόν τον τρόπο ο Κύριος οικονομεί, άλλοτε έτσι και άλλοτε αλλιώς, την ανθρώπινη ζωή. Αποφάσισα να μην πω πολλά σε αυτόν τον Λόγο για την αθεΐα και την παραφροσύνη αυτών των ανθρώπων, αφού μάλιστα τους έχει στηλιτεύσει αρκετά ένας από τους δικούς τους σοφούς, ο Ησίοδος, ή για την ακρίβεια οι Μούσες που, όπως λέγει αυτός, είναι δωρήτριες και αιτίες κάθε σοφίας. Όταν ο Ησίοδος τις ρώτησε για ποιόν λόγο μερικοί από τους ανθρώπους είναι ένδοξοι και υψηλής καταγωγής και άλλοι άδοξοι και χαμηλής καταγωγής, του απάντησαν ότι αυτό δεν ορίζεται από την τύχη και από την επιρροή των πλανητών, αλλά από την βούληση του μεγάλου Δία, με άλλα λόγια [Πρβλ. Ησιόδου, Έργα και ημέραι 1-8. Τούτο τονίζεται πολλές φορές από τον Ησίοδο], από την άρρητη θεία πρόνοια. Το ίδιο ισχυρίζονται και η τίμια Άννα, η μητέρα του προφήτη [Πρβλ. Α´ Βασ. 2, 1-10], και ο υμνωδός βασιλέας [Πρβλ. Ψαλμ. 145, 3-10], όπως μας βεβαιώνουν τα θεία λόγια τους.

Αλλά η Αίγυπτος και η Ασσυρία δέχτηκαν αυτήν την καταστροφική διδασκαλία από τους ιδίους τους δαίμονες, επειδή άκουγαν πάντοτε πρόθυμα τους λόγους τους και έπρατταν συνεχώς άνομα, σύμφωνα με την κακία τους. Επειδή όλοι παραδέχονται τις σκέψεις και την διδασκαλία, με την οποία χαίρεται και ο διδάσκαλός της. Έτσι λοιπόν οι Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι ως υπάκουοι μαθητές των δαιμόνων, αποδεικνύονται ανόητοι μαζί με την πλάνη τους, όντας μαζί με τους διδασκάλους τους κληρονόμοι της κολάσεως.

Εμείς όμως ας μην σκεπτόμαστε ότι η επιρροή των άστρων μπορεί να εμποδίσει την δημιουργία των αρετών ή να ωθήσει προς αυτές, διότι έχουμε μέσα μας την βασιλεία του Θεού [Πρβλ. Λουκ. 17, 21], η οποία μας ωθεί να πράττουμε τις καλές πράξεις, με τις οποίες γινόμαστε μέτοχοι της θείας δόξας Του. Αυτός έδωσε το Πανάγιο Πνεύμα του Θεού στους αποστόλους και δημιούργησε την φύση μας κατά την άφθαρτη εικόνα Του. Έτσι δοξάζουμε με χαρά και με φόβο τον Κύριο, τηρώντας όλες τις εντολές Του, που όταν τις παραβαίνουμε, πέφτουμε πάντοτε σε δυστυχίες, ενώ όταν τις τηρούμε, απολαμβάνουμε ευημερία. Όταν λέγει κανείς ότι υφίσταται πειρασμό, ας μην κατηγορεί γι’ αυτό τον Θεό. «Ο γαρ Θεός απείραστός εστι κακών· έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος», λέγει ένας θεόπνευστος και ουράνιος άνδρας [Ιακ. 1, 13-14]. Και αν αυτό αληθεύει, τότε δεν είναι ευνόητο ότι συκοφαντούν τον μόνο δίκαιο και πανάγαθο όσοι σκέπτονται ότι Αυτός αναγκάζει με την δύναμη των άστρων τους ανθρώπους να υποκύπτουν σε πάθη; Γιατί, αν υπάρχει στα άστρα κάποια κακοποιός δύναμη, που ωθεί τους ανθρώπους στο κακό και στο να ακολουθούν τα πάθη τους, τότε είναι βέβαιο ότι αυτός που τα δημιούργησε έβαλε μέσα τους αυτήν την δύναμη και τα έβαλε να εξουσιάζουν τους ανθρώπους. Αυτή η άποψη όμως είναι βλασφημία, αυτή ας πέσει στα κεφάλια αυτών που βλασφημούν με τον τρόπο αυτό τον μόνο αληθινό και πανάγαθο Θεό.

Ένα και μόνο άστρο να αναγνωρίζεις, ψυχή μου, αναμάρτητα, τον φόβο του Θεού, που οδηγεί στο να πράξεις υπέροχες αρετές, χάρη στον οποίο ο καθένας αποφεύγει το κακό, όπως το λέγει η θεία Γραφή [Πρβλ. Παρ. 15, 27]. Να καθοδηγείσαι πάντοτε από αυτόν, πλέοντας κατευθείαν προς το ουράνιο γαλήνιο λιμάνι. Να ξέρεις επίσης ότι η έμπρακτη τήρηση των αγίων εντολών συνυπάρχει με τον φόβο του Θεού. Να γνωρίζεις επίσης, ότι υπάρχει μόνο ένας ολέθριος πλανήτης, που με φοβερή οργή σε οδηγεί από τους γκρεμούς της κακίας και αυτός είναι ο δαίμονας, ο οποίος προ αιώνων σε έδιωξε από τον παράδεισο λόγω της γεύσεως του καρπού. Τώρα αυτός πάλι ο ίδιος προσπαθεί να σε απομακρύνει από τον Χριστό, τον Κύριο και Θεό σου, με την ολέθρια διδασκαλία του, λέγοντας ότι ο Θεός από ζήλεια σου απαγόρευσε να γευθείς τον καρπό για να μην υπάρχουν αθάνατοι θεοί. Τώρα πάλι Τον συκοφαντεί ότι διά της βίας των άστρων σε αναγκάζει να πράξεις αισχρές πράξεις. Να φυλάγεσαι με κάθε τρόπο από τις συκοφαντίες του και μη φοβάσαι τις κινήσεις των άστρων. Να προσέχεις πάντοτε το επικίνδυνο κεφάλι του, επειδή και εκείνος προσέχει πάντοτε την πτέρνα σου [Πρβλ. Γέν. 3, 15]. Η έχθρα μεταξύ των δύο σας τέθηκε από την αρχή. Να ξέρεις ότι αυτός είναι ο μόνος εχθρός σου. Ενώ τα άστρα είναι στην υπηρεσία σου, επειδή δημιουργήθηκαν για να σε υπηρετούν και όχι να σε εξουσιάζουν. Να γνωρίζεις το αυτεξούσιο που σου δόθηκε. Δεν είσαι υποταγμένος σε κανένα ζώδιο, αλλά μόνο στον Δημιουργό σου. Άρα, να Τον υπηρετείς πάντοτε με σύνεση ως Θεό και Δημιουργό, υμνώντας Αυτόν με χαρά μαζί με τον ψαλμωδό: «Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου. Τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου. Από τίνος δειλιάσω;» [Ψαλμ. 26, 1]

Ποιον να φοβάμαι, όταν έχω τον Χριστό ως φύλακά μου; Προσ­κάλεσέ Τον και εσύ με θάρρος λέγοντας: «Ημέρας ου φοβηθήσομαι, εγώ δε ελπιώ επί σε» [Ψαλμ. 55, 4]. Υμνώντας πάντοτε το μεγάλο και θεσπέσιο και τιμιότατο όνομά Του με προσ­ευχή και ψαλμωδία, να δημιουργείς, να φυτεύεις, να πορεύεσαι, να καλλιεργείς την γη, στηριζόμενος γερά στην πίστη του Χριστού. Να εργάζεσαι λοιπόν άφοβα κάθε ημέρα εκτός από τις ημέρες κατά τις οποίες αυτό απαγορεύεται αυστηρά σύμφωνα με τον θείο νόμο των Πατέρων, επειδή σε αυτές τις ημέρες ο καθένας πρέπει να δοξάζει τον Βασιλέα μας ως δοτήρα όλων των αγαθών. Αυτός θα έχει πάντοτε την δόξα, την τιμή και την δύναμη, το μόνο τρισήλιο φώς.

 

Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.

Οἱ πειρασμοί, Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής


Τὰ λυπηρὰ ποὺ μᾶς συμβαίνουν γίνονται ἢ γιὰ παιδαγώγησή μας, ἢ γιὰ τὴν ἐξάλειψη παλιῶν ἁμαρτιῶν, ἢ γιὰ διόρθωση τῆς τωρινῆς ἀμέλειάς μας, ἢ γιὰ ἀποτροπὴ μελλοντικῶν ἁμαρτιῶν.
Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ συλλογίζεται ὅτι ὁ πειρασμὸς τοῦ συνέβη γιὰ κάποιον ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς λόγους, δὲν ἀγανακτεῖ, ὅταν τὸν χτυποῦν ἢ τὸν ἀδικοῦν ἢ τοῦ κάνουν κάποιο ἄλλο κακό. Καθὼς μάλιστα συναισθάνεται τὶς ἁμαρτίες του, οὔτε κατηγορεῖ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ προξενεῖ τὸν πειρασμό, ἀφοῦ, εἴτε μέσω αὐτοῦ εἴτε μέσω ἄλλου, ὄφειλε νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τῆς θείας δικαιοσύνης.
Ἀντίθετα, στὸν Θεὸ ἀποβλέπει καὶ τὸν εὐχαριστεῖ γιὰ ὅ,τι ἐπέτρεψε, καὶ τὸν ἑαυτὸ του κατηγορεῖ καὶ δέχεται πρόθυμα τὴν παιδαγωγικὴ δοκιμασία, ὅπως ἔκανε ὁ Δαβὶδ μὲ τὸν Σεμεΐ (Β’ Βασ. 16:5-13).
Ὁ ἀσύνετος ἄνθρωπος, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ζητᾶ συχνὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐλεηθεῖ καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεινά, ὅταν ὅμως ἔρχεται τὸ ἔλεος, δὲν τὸ δέχεται, ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν εἶναι ὅπως ἐκεῖνος ἤθελε, ἀλλὰ ὅπως τὸ ἔκρινε συμφέρον ὁ Γιατρὸς τῶν ψυχῶν. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἀδημονεῖ καὶ ἀναστατώνεται, καὶ ἄλλοτε τὰ βάζει ὀργισμένος μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἐνῶ ἄλλοτε βλασφημεῖ τὸν Θεό. Ἔτσι ὅμως καὶ ἀγνωμοσύνη δείχνει, καὶ ἐνίσχυση στὸν πειρασμό του δὲν παίρνει.


Οἱ δαίμονες μᾶς προξενοῦν πειρασμοὺς εἴτε αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἴτε ξεσηκώνοντας ἐναντίον μας ἐκείνους ποὺ δὲν φοβοῦνται τὸν Θεό. Μᾶς πειράζουν αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, ὅταν χωριστοῦμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως ἔκαναν στὸν Κύριο στὴν ἔρημο (Ματθ. 4:1-10)• καὶ μέσω ἀνθρώπων, ὅταν ζοῦμε ἀνάμεσα σὲ αὐτούς, ὅπως τὸν Κύριο μέσω τῶν Φαρισαίων (Ματθ. 16:1• 19:3). Ἐμεῖς ὅμως, ἔχοντας τὸ βλέμμα στραμμένο στὸ πρότυπό μας, τὸν Κύριο, ἂς τοὺς ἀποκρούσουμε καὶ στὶς δύο περιπτώσεις.

Κάθε σχεδὸν ἁμαρτία γίνεται μέσω ἡδονῆς, καὶ κάθε ἐξάλειψη ἁμαρτίας γίνεται μέσω κακοπάθειας καὶ λύπης, εἴτε θεληματικῆς, μὲ τὴ μετάνοια, εἴτε σταλμένης ἀπὸ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ, μὲ πειρασμὸ ποὺ ἐπιτρέπει ἡ πρόνοιά του. Γιατί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, ἂν ἀνακρίναμε ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας, δὲν θὰ ἐπισύραμε τὴν τιμωρία τοῦ Θεοῦ· ὅταν ὅμως ὁ Κύριος μᾶς τιμωρεῖ, μᾶς διαπαιδαγωγεῖ, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν καταδικαστοῦμε μαζὶ μὲ τὸν κόσμο (Α’ Κορ. 11:31-32).

Ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς ἄλλοι φέρνουν στοὺς ἀνθρώπους ἡδονές, ἄλλοι λύπες καὶ ἄλλοι σωματικοὺς πόνους. Γιατί ἀνάλογα μὲ τὴν αἰτία τῶν παθῶν ποὺ βρίσκεται στὴν ψυχὴ βάζει σὲ αὐτὴν καὶ τὸ φάρμακο ὁ Γιατρὸς τῶν ψυχῶν μὲ τὶς δίκαιες κρίσεις του.

Ὅταν σοῦ ἔρθει πειρασμὸς χωρὶς νὰ τὸ περιμένεις, μὴν κατηγορεῖς ἐκεῖνον πού σοῦ τὸν προξένησε, ἀλλὰ ἀναζήτησε τὸ γιατί, καὶ ὅταν τὸ βρεῖς, διορθώσου.

Ὁ συνετὸς ἄνθρωπος, καθὼς ἀναλογίζεται τὸ θεραπευτικὸ ἀποτέλεσμα τῶν κρίσεων τοῦ Θεοῦ, ὑπομένει μὲ εὐχαριστία τοὺς πειρασμοὺς ποὺ αὐτὲς ἐπιτρέπουν νὰ τοῦ συμβοῦν, θεωρώντας αἰτία τους τὶς ἁμαρτίες του καὶ κανέναν ἄλλον. Ὁ ἀσύνετος, ἀντίθετα, ἐπειδὴ ἀγνοεῖ τὴν πάνσοφη πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἁμαρτάνει καὶ παιδαγωγεῖται μὲ πειρασμούς, θεωρεῖ αἴτιους αὐτῶν ἢ τὸν Θεὸ ἢ τοὺς ἀνθρώπους.

Ἐκεῖνος πραγματικὰ θέλει νὰ σωθεῖ, ὁ ὁποῖος δὲν ἀντιστέκεται στὰ θεραπευτικὰ φάρμακα. Καὶ αὐτὰ εἶναι οἱ ὀδύνες καὶ οἱ λύπες ποὺ ἔρχονται μὲ τοὺς ποικίλους πειρασμούς. Ὅποιος ὅμως ἀντιστέκεται, δὲν γνωρίζει οὔτε τί ἐμπορεύεται στὸν ἐδῶ κόσμο, οὔτε τί πρέπει νὰ ἀγοράσει μὲ αὐτὲς προτοῦ φύγει ἀπὸ τὸν κόσμο.


http://www.agiazoni.gr/article.php?id=98856398636455124704

Ο χριστιανός διαμορφώνεται από τη φύση και από τη χάρη, Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος

 

Ο χριστιανός δεν είναι ένας κοινός άνθρωπος, αφού διαμορφώνεται τόσο από τη φύση όσο και από τη χάρη…

Πρόσεξε τι λέει ο Κύριος: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με προζύμι, που το πήρε μια γυναίκα και το ανακάτεψε μ’ ένα σακί αλεύρι, ώσπου ζυμώθηκε όλο» (Ματθ. 13:33).

Το ζυμάρι δεν φουσκώνει αμέσως μόλις ανακατωθεί με το προζύμι. Φουσκώνει στην ώρα του, αφού πρώτα το προζύμι διεισδύσει και απλωθεί σιγά-σιγά μέσα του. Το ψωμί που γίνεται έτσι, είναι αφράτο, ευωδιαστό, νόστιμο.

Το ίδιο συμβαίνει και με τη θεία χάρη. Όταν ενώνεται με τη φύση μας στο άγιο Βάπτισμα, δεν τη διαποτίζει αμέσως. Απλώνεται σιγά-σιγά. Και όταν η χάρη απλωθεί παντού, όταν σύνολη η φύση μας χαριτωθεί, τότε όλα, όσα κάνουμε, παίρνουν έναν άλλο χαρακτήρα.

Τότε οι ενέργειές μας, μολονότι φαινομενικά είναι οι ίδιες ή όμοιες με άλλες οποιουδήποτε ανθρώπου, αποκτούν ένα ιδιαίτερο άρωμα, μιαν ιδιαίτερη γεύση, έναν ιδιαίτερο ήχο. Ο Θεός δέχεται μόνο αυτές τις ενέργειες, που Του είναι εξαιρετικά ευάρεστες.


Θα κάνω άλλη μια παρομοίωση, για να εξηγήσω το πώς η χάρη, όταν της δίνονται περιθώρια να ενεργήσει, αφού διαποτίσει σύνολη τη φύση μας, γίνεται και εξωτερικά ορατή σε όλους όσοι είναι ικανοί να τη δουν.

Η χάρη, λοιπόν, μοιάζει με τη φωτιά, που διεισδύει στο σίδερο. Δεν είναι μόνο μέσα στο σίδερο, αλλά και στο εξωτερικό του. Την πύρινη δύναμή της τη βλέπει ο καθένας.

Έτσι συμβαίνει και με τη χάρη, όταν εισχωρήσει στη φύση μας: Γίνεται αντιληπτή απ’ όλους. Όλοι όσοι έρχονται σε επαφή μ’ έναν θεοχαρίτωτο άνθρωπο, αισθάνονται ότι αυτός έχει μιαν ασυνήθιστη δύναμη, που εκδηλώνεται ποικιλότροπα.

Όταν αρχίζει να μιλάει για οτιδήποτε το πνευματικό, λάμπει σαν τον μεσημεριάτικο ήλιο, και τα λόγια του πηγαίνουν κατευθείαν στην ψυχή του ακροατή, διαμορφώνοντας μέσα του με αυθεντία ανάλογα αισθήματα και ανάλογες διαθέσεις.

Μα κι όταν ακόμα δεν μιλάει, εκπέμπει μια θερμότητα, που επηρεάζει τα πάντα γύρω του, και μια παράξενη δύναμη, που επενεργεί στις ψυχές και τους εμπνέει προθυμία για πνευματικό αγώνα.


Παίρνουμε τη χάρη του Θεού στη νηπιακή μας ηλικία με το άγιο Βάπτισμα. Από την ώρα εκείνη η χάρη αρχίζει να ενεργεί μέσα μας με την προοπτική και την ελπίδα ότι, μετά την ενηλικίωση και ωρίμανσή μας, θα αναλάβουμε αυτοθέλητα και πρόθυμα τον αγώνα για τη σωτηρία μας.

Όταν οι γονείς είναι ευσεβείς και ανατρέφουν τα παιδιά τους, όπως λέει ο απόστολος, «δίνοντάς τους αγωγή και συμβουλές που εμπνέονται από την πίστη στον Κύριο» (Εφ. 6:4), τότε η θεία χάρη γεννά την ειρήνη στις παιδικές ψυχές. Έτσι, τα παιδιά γίνονται ευγενικά, ταπεινά, υπάκουα, καλότροπα, θεοσεβούμενα.



Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σ

Η αδιάλειπτη προσευχή Γέροντας Ευστράτιος Γκολοβάνσκι

 



«Δεν ξέρετε πως είστε ναός του Θεού και πως το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας;» μας ρωτάει ο απόστολος Παύλος (Α’ Κορ. 3:16). Αφού, λοιπόν, όλοι οι χριστιανοί είμαστε ζωντανοί ναοί του Θεού, δεν πρέπει να γίνουμε οίκοι αδιάλειπτης προσευχής και δοξολογίας Εκείνου;

Υπάρχει, όμως, κι άλλος ένας λόγος, για τον οποίο οφείλουμε να προσευχόμαστε αδιάλειπτα: Ο σατανάς με τα όργανά του και τους υπηρέτες του μας πολεμάει συνέχεια. Όμοια μας πολεμάει και η σάρκα, που εναντιώνεται στο πνεύμα. Μ’ αυτούς τους ισχυρούς εχθρούς δεν μπορούμε να τα βάλουμε μόνοι μας. Γι’ αυτό πρέπει να οπλιστούμε με την προσευχή.

Παντού και πάντοτε μπορούμε να προσευχόμαστε με το νου και το πνεύμα. Και στο δρόμο και στη δουλειά και στο τραπέζι και στο κρεβάτι και στην πολυκοσμία και στη μόνωση μπορεί να θυμάται κανείς τον Θεό, να Τον ευχαριστεί, να Τον δοξάζει και να ζητάει τη βοήθεια Του. Κι Εκείνος, ως φιλάνθρωπος και πολυέλεος, είναι πάντα έτοιμος να μας ακούσει και να μας συντρέξει.

Μπορούμε να προσευχόμαστε την ώρα της δουλειάς

Και μπορούμε και πρέπει να προσευχόμαστε. Τι κάνουμε συνήθως την ώρα της δουλειάς; Λέμε μάταια λόγια, κουτσομπολεύουμε και κατακρίνουμε τους συνανθρώπους μας, τραγουδάμε, καμιά φορά και τσακωνόμαστε με τους συνεργάτες ή συναδέλφους μας. Στους εργασιακούς χώρους γίνεται συχνά τόση φασαρία, που θαρρείς ότι μιλάει ολόκληρη η οικουμένη.

Όλη αυτή η φασαρία, κι αν ακόμα δεν εμποδίζει την εργασία, αναμφίβολα δεν ωφελεί την ψυχή. Ποιος δεν θα παραδεχθεί πως, αντί να λέμε κούφια ή και εφάμαρτα λόγια, είναι καλύτερα να προσευχόμαστε;

Αρχίζοντας, για παράδειγμα, τη δουλειά σου, πες μυστικά ή και δυνατά: «Κύριε, ευλόγησε τον κόπο μου. Δώσε μου δύναμη και βοήθησέ με να τελειώσω αίσια».

Όσο εργάζεσαι, επαναλάμβανε μια σύντομη προσευχή, όπως το «Κύριε, ελέησον». Βλέποντας τη δουλειά σου να πηγαίνει καλά, λέγε: «Δόξα σοι, Κύριε». Βλέποντάς την να μην πηγαίνει καλά, ικέτευε: «Υπεραγία Θεοτόκε, άγιοι του Θεού, δεηθείτε στον Κύριο για μένα».

Αν σε πολεμήσουν κακοί λογισμοί, κάνε το σταυρό σου και πες: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλόν». «Φύλακα άγγελέ μου, φύλαξέ με». Αν αμάρτησες με το λογισμό ή τα λόγια, αναστέναξε με μετάνοια και πες με καρδιά συντριμμένη: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τον αμαρτωλό».

Αν από λάθος σου χάλασε κάποιο μηχάνημα ή έσπασε κάποιο εργαλείο, μην αγανακτήσεις. Ήρεμα και μακρόθυμα πες: «Σ’ ευχαριστώ, Κύριε, που παραχώρησες να γίνει αυτή η ζημιά, για να διαπιστώσω την αδυναμία μου και να ταπεινωθώ».

Αν σε πλησιάσει κάποιος, πες του: «Ο Θεός βοηθός σου, αδερφέ». Κι όταν φεύγει, ευχήσου του: «Ο Θεός μαζί σου».

Έτσι, λοιπόν, και όταν δουλεύουμε, μπορούμε να προσευχόμαστε και να μιλάμε θεάρεστα.

Γιατί, αν και συχνά επαναλαμβάνω την προσευχή του τελώνη «Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τον αμαρτωλό», δεν βλέπω καμιάν αλλαγή στη ζωή μου;

Απάντηση: Γιατί, απλούστατα, προσεύχεσαι με τα τελωνικά λόγια, όχι όμως και με το τελωνικό φρόνημα. Ο τελώνης προσευχόταν, με συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του (Λουκ. 18:13), με «πνεύμα συντριμμένο, καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη» (Ψαλμ. 50:19). Ο Θεός βλέπει την καρδιά του ανθρώπου. Αν αυτή πονάει για τις αμαρτίες της και μετανοεί ειλικρινά, Εκείνος δέχεται την προσευχή της· διαφορετικά, την απορρίπτει.

Η δική μας μετάνοια δεν έχει συνήθως καρπούς, γιατί κατά βάθος ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ευσεβείς, ενάρετοι και, οπωσδήποτε, ανώτεροι από τους αδερφούς μας. Τέτοιους ανθρώπους θέλοντας να συνετίσει ο Κύριος, είπε τη διδακτική παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου: «Σε μερικούς που ήταν σίγουροι για την ευσέβειά τους και περιφρονούσαν τους άλλους, είπε τούτη την παραβολή… Γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί, και όποιος τον ταπεινώνει, θα υψωθεί» (Λουκ. 18:9,14).

 

Από το βιβλίο: Γέροντος Ευστρατίου (Γκολοβάνσκι), Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών. Ιερά Μονή Παρακλήτου, 2012. Ερωτήσεις 49, 154, 21.

 


Προσευχή, το κύριο έργο του ανθρώπου Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

 

Το κύριο έργο του ανθρώπου είναι η προσευχή. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να υμνεί το Θεό. Αυτό είναι το έργο που του αρμόζει. Αυτό μόνο εξηγεί την πνευματική του υπόσταση. Αυτό μόνο δικαιώνει την εξέχουσα θέση του μέσα στη δημιουργία. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να λατρεύει το Θεό και να μετέχει στη θεία Του αγαθότητα και μακαριότητα.

Ως εικόνα του Θεού που είναι, λαχταράει για το Θεό και τρέχει με πόθο να ανυψωθεί προς Αυτόν. Με την προσευχή και την υμνωδία ευφραίνεται. Το πνεύμα του αγάλλεται και η καρδιά του σκιρτάει. Όσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο η ψυχή του απογυμνώνεται από τις κοσμικές επιθυμίες και γεμίζει από τα ουράνια αγαθά. Και όσο αποχωρίζεται τα γήινα και τις ηδονές του βίου, τόσο περισσότερο απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη. Η δοκιμή και η πείρα μάς επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή.

Ο Θεός ευαρεστείται στις προσευχές εκείνες που προσφέρονται με τον πρέποντα τρόπο, δηλαδή με συναίσθηση της ατέλειας και της αναξιότητάς μας. Για να υπάρξει όμως τέτοια συναίσθηση, απαιτείται τέλεια απάρνηση του κακού μας εαυτού και υποταγή στις εντολές του Θεού· απαιτείται ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.

Αναθέστε όλες τις φροντίδες σας στο Θεό. Εκείνος προνοεί για σας. Μη γίνεστε ολιγόψυχοι και μην ταράζεστε. Αυτός που εξετάζει τα απόκρυφα βάθη της ψυχής των ανθρώπων, γνωρίζει και τις δικές σας επιθυμίες και έχει τη δύναμη να τις εκπληρώσει όπως Αυτός γνωρίζει. Εσείς να ζητάτε από το Θεό και να μη χάνετε το θάρρος σας. Μη νομίζετε ότι, επειδή ο πόθος σας είναι άγιος, έχετε δικαίωμα να παραπονείστε όταν οι προσευχές σας δεν εισακούονται. Ο Θεός εκπληρώνει τους πόθους σας με τρόπο που εσείς δεν γνωρίζετε. Να ειρηνεύετε λοιπόν και να επικαλείσθε το Θεό.

Οι προσευχές και οι δεήσεις από μόνες τους δεν μας οδηγούν στην τελειότητα. Στην τελείωση οδηγεί ο Κύριος που έρχεται και κατοικεί μέσα μας, όταν εμείς εκτελούμε τις εντολές Του. Και μια από τις πρώτες εντολές είναι να γίνεται στη ζωή μας το θέλημα όχι το δικό μας, αλλά του Θεού. Και να γίνεται με την ακρίβεια που γίνεται στον ουρανό από τους αγγέλους. Για να μπορούμε κι εμείς να λέμε: «Κύριε, όχι όπως εγώ θέλω, αλλ’ όπως Εσύ· “γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης”». Χωρίς λοιπόν το Χριστό μέσα μας, οι προσευχές και οι δεήσεις οδηγούν στην πλάνη.

 

Από το βιβλίο: Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, τόμος Γ’, Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 15.

Οι ακολουθίες του νυχθημέρου Πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Παπαγιάννης (†)

 



Ας ιδούμε με τη σειρά τις ακολουθίες του νυχθημέρου, έχοντας υπ’ όψιν ότι κατά τον ιουδαϊκό τρόπο υπολογισμού του νυχθημέρου, ο οποίος έχει επικρατήσει και στην Εκκλησία, προηγείται η νύχτα και έπεται η ημέρα· το ημερονύκτιο δηλαδή αρχίζει με τη δύσι του ηλίου.

Πρώτη λοιπόν ακολουθία του νυχθημέρου είναι ο Εσπερινός. Η ανάγκη του ανθρώπου να ευχαριστήση τον Θεό για το τέλος της ημέρας και να ζητήση την προστασία του κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι ίσως ο λόγος, για τον οποίο η προσευχή κατά την ώρα αυτή αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο. Για τους Χριστιανούς όμως υπάρχει κι ένας ωραίος συμβολισμός. Την ώρα αυτή που ανάβουμε τα φώτα, το υλικό φως γίνεται σύμβολο του αληθινού φωτός, του Χριστού, που διαλύει τα σκότη και φωτίζει τον κόσμο. Γι’ αυτό στον Εσπερινό ψάλλουμε τον αρχαίο ύμνο «Φως ιλαρόν».

Τα κυριώτερα στοιχεία του Εσπερινού είναι: ο προοιμιακός ψαλμός, μια ωραιοτάτη περιγραφή της μεγαλειότητος και των έργων του Θεού· οι επιλύχνιοι ψαλμοί (το «Κύριε εκέκραξα», στο οποίο περιλαμβάνεται ο στίχος «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου»)· το Φως ιλαρόν· το Καταξίωσον, Κύριε, και ο ύμνος του Συμεών Νυν απολύεις. Ανάμεσα σ’ αυτά παρεμβάλλονται οι ύμνοι της ημέρας, που αναφέρονται πάντοτε στην εορτή ή στον άγιο της επομένης ημέρας.

Δεύτερη ακολουθία είναι το Απόδειπνο, προσευχή μετά το δείπνο και πριν από τον ύπνο. Στις ευχές του ζητούμε να μας χαρίση ο Θεός ειρηνική και αναμάρτητη τη νύχτα και να μας σηκώση πάλι στον καιρό της προσευχής, το Μεσονυκτικό και τον Όρθρο.

Στο Βυζαντινό τυπικό υπάρχουν δύο τύποι Αποδείπνου: το Μέγα και το Μικρό. Το Μέγα Απόδειπνο τελείται κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή (Δευτέρα έως Πέμπτη) και είναι μια ιδιαιτέρως κατανυκτική ακολουθία. Πολύ γνωστοί είναι οι αρχαίοι ύμνοι του «Η ασώματος φύσις…», «Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε…» και «Κύριε των δυνάμεων…». Το Μικρό Απόδειπνο περιέχει λιγώτερα στοιχεία και τελείται κατά το υπόλοιπο διάστημα του έτους.

Τρίτη ακολουθία είναι το Μεσονυκτικό, που κανονικά τελείται τα μεσάνυχτα. Η ησυχία της νύχτας είναι ο καταλληλότερος καιρός για προσευχή. «Μεσούσης της νυκτός» κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο ο άγγελος εθανάτωσε τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων (Εξ. 12:19). Νύχτα αναστήθηκε ο Κύριος. «Μέσης νυκτός» κατά την παραβολή των δέκα παρθένων «ήλθεν ο νυμφίος» (Ματθ. 25:6,10). «Κατά το μεσονύκτιον Παύλος και Σίλας ύμνουν τον Θεόν» στη φυλακή των Φιλίππων (Πραξ. 16:25).

Όλα αυτά, καθώς και η επανειλημμένη σύστασις του Κυρίου να είμαστε πάντοτε έτοιμοι, συνετέλεσαν στη διαμόρφωσι της ακολουθίας του Μεσονυκτικού, που θυμίζει έντονα τη μέλλουσα δευτέρα παρουσία του Κυρίου και την ανάγκη της συνεχούς εγρηγόρσεως και ετοιμασίας, για να εισέλθουμε στον νυμφώνα του.

Μεσονυκτικού έχουμε τρεις τύπους: το καθημερινό, που τελείται κατά τις πέντε ημέρες της εβδομάδος, του Σαββάτου και της Κυριακής.

Ερχόμαστε τώρα στην τετάρτη ακολουθία του ημερονυκτίου, τον Όρθρο, που τελείται περίπου κατά την ανατολή του ηλίου. Στην αρχή της νέας ημέρας ο πιστός αισθάνεται την ανάγκη να ευχαριστήση τον Θεό για την έγερσι από τον ύπνο, να χαιρετήση την έλευσι του αισθητού φωτός, που θυμίζει και πάλι το νοητό φως, τον Χριστό, και να ζητήση την ευλογία του Θεού για τα έργα της ημέρας.

Ο Όρθρος είναι η κυριώτερη, μεγαλύτερη και πλουσιώτερη ακολουθία της ημέρας. Τα κυριώτερα στοιχεία της είναι: ο εξάψαλμος, ομάδα έξι κατανυκτικών ψαλμών· ο 50ος ψαλμός· οι εννέα ωδές, από τις οποίες σήμερα ψάλλεται συνήθως μόνο η ωδή της Θεοτόκου· οι αίνοι, δηλαδή οι τρεις τελευταίοι δοξολογητικοί ψαλμοί (148-150), και η δοξολογία. Ανάμεσα στα στοιχεία αυτά παρεμβάλλονται οι ύμνοι της ημέρας, που δίνουν στον Όρθρο το ιδιαίτερο χρώμα ανάλογα με την εορτή. Τις Κυριακές και γιορτές διαβάζεται στον Όρθρο και Ευαγγέλιο.

Μετά τον Όρθρο έχουμε τις ακολουθίες των Ωρών. Είναι τέσσερεις: η Πρώτη Ώρα, η Τρίτη, η Έκτη και η Ενάτη, μία για τις αντίστοιχες ώρες της ημέρας κατά τον ιουδαϊκό υπολογισμό, δηλαδή την 6η π.μ., την 9η π.μ., τη 12η μεσημβρινή και την 3η μ.μ. κατά τον σημερινό υπολογισμό.

Η Πρώτη Ώρα είναι, όπως και ο Όρθρος, πρωινή προσευχή και αίτησις του θείου φωτισμού· η Τρίτη αναφέρεται στην κάθοδο του Αγίου Πνεύματος· η Έκτη στη σταύρωσι του Κυρίου και η Ενάτη στον θάνατο του Κυρίου.

Οι Ώρες είναι σύντομες ακολουθίες. Καθεμιά αποτελείται από τρεις ψαλμούς, τροπάρια σχετικά με το θέμα της, το τρισάγιο, το «Κύριε ελέησον» και ειδική ευχή.

Τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων και τη Μ. Παρασκευή προστίθενται σε κάθε Ώρα ειδικά τροπάρια για την ημέρα, Προφητεία, Απόστολος και Ευαγγέλιο. Οι Ώρες αυτές λέγονται Μεγάλες ή Βασιλικές Ώρες.

Όλες αυτές οι ακολουθίες τελούνται κάθε μέρα με τάξι και ακρίβεια στις μονές και μάλιστα στις μονές του Αγίου Όρους. Στις ενορίες δεν είναι δυνατή η πλήρης τέλεσίς των. Γι’ αυτό τελούνται κάθε μέρα μόνο οι δύο κυριώτερες ακολουθίες, ο Εσπερινός και ο Όρθρος, με τις οποίες αγιάζεται η αρχή και το τέλος της ημέρας.

Τις Κυριακές και γιορτές αμέσως μετά τον Όρθρο τελείται η θεία Λειτουργία, της οποίας η κανονική θέσις είναι μετά την Έκτη Ώρα. Οι άλλες ακολουθίες τελούνται μόνο εκτάκτως, απαραιτήτως δε κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

 

Από το βιβλίο: Πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Παπαγιάννη, ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ (ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ – ΟΡΘΡΟΣ – ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ). Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2018, σελ. 13.