Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

ΑΝ ΥΠΕΜΕΝΕΣ ΕΝΑΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΣΟΥ ΘΑ ΕΣΒΗΝΕΣ ΤΗΝ ΘΡΑΚΑ ΠΟΥ ΑΝΑΨΕ ΜΕΣΑ ΣΟΥ

ΑΝ ΥΠΕΜΕΝΕΣ ΕΝΑΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΣΟΥ ΘΑ ΕΣΒΗΝΕΣ ΤΗΝ ΘΡΑΚΑ ΠΟΥ ΑΝΑΨΕ ΜΕΣΑ ΣΟΥ

Αυ­τός που α­νά­βει φω­τιά, στην αρ­χή έ­χει λί­γη θρά­κα. Θρά­κα εί­ναι ό πι­κρός λό­γος του α­δελ­φού που τον λύ­πη­σε. Δες, η θρά­κα έ­χει λί­γη δύ­να­μη. Για­τί, τί εί­ναι μια λέ­ξού­λα του α­δελ­φού σου; "Αν την υ­πο­φέ­ρεις έ­σβη­σες τη θρά­κα. "Αν ό­μως αρ­χί­σεις να σκέ­πτε­σαι: «Για­τί μου το ' πε; Και ε­γώ μπο­ρώ να του α­παν­τή­σω. "Αν δεν ή­θε­λε να με στε­νο­χω­ρή­σει, δεν θα μου το '­λε­γε. Και, πι­στέψ­τε με, θα τον κα­νο­νί­σω ε­γώ»! Να, έ­τσι βά­ζεις μι­κρά ξυ­λα­ρά­κια η κά­ποι­ο άλ­λο προ­σά­ναμ­μα, ό­πως α­κρι­βώς κά­νει αυ­τός που θέ­λει ν' α­νά­ψει φωτιά, και γεμίζεις τον τόπο με κα­πνό, που εί­ναι η τα­ρα­χή. Τα­ρα­χή εί­ναι ό α­να­βρα­σμός εμ­πα­θών και ά­τα­κτων σκέ­ψε­ων, που ξε­ση­κώ­νουν την καρ­διά και την κά­νουν ε­πι­θε­τι­κή κα­τά του πλη­σί­ον. Αυ­τή δε η ε­πι­θε­τι­κή δι­ά­θε­ση κα­τά του άν­θρω­που που μας στε­νο­χώ­ρη­σε, πολ­λές φο­ρές παίρ­νει και χα­ρα­χτή­ρα α­πει­λη­τι­κό, για­τί γί­νε­ται και εκ­δι­κη­τι­κή, ό­πως α­κρι­βώς εί­πε και ό άβ­βάς Μάρ­κος: Η κα­κί­α που γί­νε­ται δέ­κτη με το λο­γι­σμό, κά­νει την καρ­διά θυ­μώ­δη και α­πει­λη­τι­κή," ε­νώ ό­ταν πο­λε­μη­θεί με την προ­σευ­χή και την ελ­πί­δα προ­κα­λεί με­τά­νοι­α και συν­τρι­βή.

 

Για­τί αν υ­πέ­φε­ρες τον α­σή­μαν­το λό­γο του α­δελ­φού σου, θα έ­σβη­νες, ό­πως εί­πα, και αυ­τή τη λί­γη θρά­κα, πριν ξε­ση­κω­θεί η τα­ρα­χή. "Ό­μως και αυ­τή, αν θέ­λεις, μπο­ρείς εύ­κο­λα να τη σβησεις, ό­σο εί­ναι και­ρός, με τη σι­ω­πή, με την προ­σευ­χή, με μια με­τά­νοι­α ο­λό­καρ­δη. "Αν ό­μως πα­ρα­μεί­νεις βγά­ζον­τας κα­πνό, μ' αυ­τό τον τρό­πο α­πο­θρα­σύ­νεις και ξε­ση­κώ­νεις την καρ­διά σου στρι­φο­γυ­ρί­ζον­τας στο νου σου: «Για­τί μου το ' πε; Μπο­ρώ να του α­παν­τή­σω και ε­γώ». Α­π' ό­λο αυ­τό το βρά­σι­μο και τη δι­α­μά­χη των λο­γι­σμών, με τους ό­ποί­ους η καρ­διά α­νά­βει και ξε­ση­κώ­νε­ται με εμ­πά­θεια, α­νά­βει το πά­θος του θυ­μού. Για­τί θυ­μός εί­ναι το ξά­ναμ­μα του αί­μα­τος, που βρί­σκε­ται γύ­ρω α­π' την καρ­διά, ό­πως λέ­ει ό Μ. Βα­σί­λει­ος. Να, έ­τσι α­νά­βει ό θυ­μός, έ­τσι βρι­σκό­μα­στε στην κα­τά­στα­ση που την λέ­με ό­ξυ­χο­λία. "Αν λοι­πόν θέ­λεις μπο­ρείς να τον σβή­σεις και αυ­τόν, πριν φέ­ρει την ορ­γή. "Αν ό­μως συ­νε­χί­σεις να τα­ρά­ζεις και να τα­ρά­ζε­σαι, μοι­άζεις σαν κι αυ­τόν που ρί­χνει ξύ­λα στη φω­τιά και με­γα­λώ­νει τη φλό­γα. Και '­έ­τσι γί­νον­ται τα α­ναμ­μέ­να κάρ­βου­να, που εί­ναι η ορ­γή.Και αυ­τό εί­ναι ε­κεί­νο που εί­πε ό άβ­βάς Ζω­σι­μάς, ό­ταν τον ρώ­τη­σαν τί ση­μαί­νει η φρά­ση: «Ό­που δεν υ­πάρ­χει θυ­μός, στα­μα­τά­ει η δι­α­μά­χη». Για­τί, αν ό­ταν αρ­χή της τα­ρα­χής, μό­λις αρ­χί­σει, ό­πως εί­πα­με, να βγά­ζει κα­πνό και να πε­τά­ει με­ρι­κές σπί­θες, προ­λά­βει κα­νείς και κα­τη­γο­ρή­σει τον ε­αυ­τόν του και βά­λει με­τά­νοι­α, πριν α­κό­μα ξε­ση­κω­θεί η τα­ρα­χή και γί­νει θυ­μός, τό­τε μέ­νει ει­ρη­νι­κός.

 


Πά­λι α­φού α­νά­ψει ό θυ­μός, αν δεν η­συ­χά­σει, άλ­λα α­φή­σει στην ψυ­χή του την τα­ρα­χή και την έκ­δι­κη­τι­κό­τη­τα, μοιά­ζει, ό­πως εί­πα­με, μ' αυ­τόν που ρί­χνει ξύ­λα στη φω­τιά και πα­ρα­μέ­νει ξα­ναμ­μέ­νος μέ­χρι να φτιά­ξει με­γά­λα κάρ­βου­να. Ό­πως α­κρι­βώς λοι­πόν η θρά­κα γί­νε­ται κάρ­βου­να, που α­πο­θή­κεύ­ον­ται και μέ­νουν πολ­λά χρό­νια χω­ρίς να κα­τα­στρέ­φον­ται,και αν τους ρί­ξει κα­νείς νε­ρό, δεν σα­πί­ζουν, '­έ­τσι και η ορ­γή. "Αν μεί­νει πο­λύ και­ρό στην ψυ­χή γί­νε­ται μνη­σι­κα­κί­α. Και τό­τε, αν δεν χύ­σει κα­νείς το αί­μα του, δεν α­παλ­λάσ­σε­ται ά­π' αυ­τή. Να λοι­πόν, σας εί­πα τη δι­α­φο­ρά, κα­τα­λά­βα­τε. Α­κού­σα­τε τί εί­ναι η πρώ­τη τα­ρα­χή, τί ό θυ­μός, τί η ορ­γή και τί η μνη­σι­κα­κί­α. Βλέ­πε­τε πώς α­πό μια κου­βέν­τα φτά­νου­με σε τό­σο με­γά­λο κα­κό; Για­τί αν α­πό την αρ­χή κα­τη­γο­ρού­σε τον ε­αυ­τόν του και υ­πέ­με­νε το λό­γο του α­δελ­φού του και δεν κοί­τα­ζε να πά­ρει εκ­δί­κη­ση και, αν­τί για '­έ­να λό­γο, να πει δύ­ο η πέν­τε λό­γους και ν' αν­τα­πο­δώ­σει κα­κό αν­τί κα­κού, θα γλύ­τω­νε α­π' ό­λα αυ­τά τα κα­κά. Γι’ αυ­τό πάν­το­τε σας λέ­ω: "Ό­σο α­κό­μα εί­ναι στην αρ­χή τα πά­θη, κόψ­τε τα, πριν δυ­να­μώ­σουν ε­ναν­τί­ον σας και σας τα­λαι­πω­ρή­σουν. Για­τί εί­ναι άλ­λο πράγ­μα να βγά­ζεις μι­κρό χορ­τα­ρά­κι και άλ­λο να ξε­ρι­ζώ­νεις με­γά­λο δέν­τρο. Δεν πα­ρα­ξε­νεύ­ο­μαι για τί­πο­τα άλ­λο, πα­ρά μό­νο για το ο­τι δεν κα­τα­λα­βαί­νου­με τί ψάλ­λου­με. Κα­θη­με­ρι­νά ψάλ­λου­με και κα­τα­ρι­ό­μα­στε έ­τσι τους ε­αυ­τούς μας, χω­ρίς να το κα­τα­λα­βαί­νου­με. Δεν έ­χου­με υ­πο­χρέ­ω­ση να ξέ­ρου­με τί ψάλ­λου­με; Πάν­το­τε βέ­βαι­α λέ­με: «"Αν σ' αυ­τούς που μού αν­τα­πέ­δω­σαν αν­τί των ευ­ερ­γε­σι­ών θλί­ψεις, έ­κα­να και ε­γώ το ί­διο, τό­τε ας πέ­σω έ­ρη­μος και α­βο­ή­θη­τος στα χέ­ρια των ε­χθρών μου» (Ψαλ. 7, 5). Τί ση­μαί­νει ό­μως να πέ­σω; Ό­σο κα­νείς στέ­κε­ται όρ­θιος έ­χει τη δύ­να­μη να α­μυν­θεί κα­τά των έ­χθρων του, κτυ­πά­ει, κτυ­πι­έ­ται, νι­κά­ει, νι­κι­έ­ται. Για­τί α­κό­μα εί­ναι όρ­θιος.

 

"Αν ό­μως πέ­σει, πώς μπο­ρεί να συ­νε­χί­σει την πά­λη με τον ε­χθρό, α­φού βρί­σκε­ται πε­σμέ­νος κα­τα­γής; Και κα­τα­ρι­ό­μα­στε τους ε­αυ­τούς μας, ό­χι μό­νο να πέ­σου­με στα χέ­ρια των έ­χθρων μας, άλ­λα να πέ­σου­με και α­βο­η­θη­τοι. Τί ση­μαί­νει να πέ­σει κα­νείς α­βο­ή­θη­τος στα χέ­ρια των ε­χθρών του; Εί­πα­με ό­τι να πέ­σει κα­νείς ση­μαί­νει ό­τι δεν έ­χει πια τη δύ­να­μη ν' αν­τι­στα­θεί, ση­μαί­νει ό­τι βρί­σκε­ται πε­σμέ­νος κα­τα­γης. Το δε έ­ρη­μος και α­βο­ή­θη­τος ση­μαί­νει, να μην '­έ­χει πο­τέ τί­πο­τα κα­λό, που να του δώ­σει τη δύ­να­μη να ση­κω­θεί. Για­τί ε­κεί­νος που ση­κώ­νε­ται, μπο­ρεί πά­λι να φρον­τί­σει τον ε­αυ­τόν του και ό­ποι­α στιγ­μή χρεια­στεί, να ξα­να­πα­λαί­ψει με τον ε­χθρό.  Με­τά λέ­με: «"Ας κα­τα­δι­ώ­ξει τό­τε ό ε­χθρός την ψυ­χή μου και ας με συλ­λά­βει αιχ­μά­λω­το». "Ό­χι μό­νο να μας κα­τα­δι­ώ­ξει, άλ­λα και να μας συλ­λά­βει, ώ­στε να εί­μα­στε αιχ­μά­λω­τοι σ' αυ­τόν πάν­τα, να μας νι­κά­ει, και σε κα­θε­τί να μας κα­τα­βάλ­λει, αν αν­τα­πο­δί­δου­με το κα­κό σ' ό­σους μας εκ­δι­κούν­ται. Και δεν ευ­χό­μα­στε μό­νον αυ­τό, αλ­λά και να πο­δο­πα­τή­σει τη ζωή μας (Ψαλ. 7, 6). Τί είναι η ζωή μας; Η ζωή μας είναι οι αρετές. Και πα­ρα­κα­λού­με να πο­δο­πα­τη­θεί η ζω­ή μας στο χώ­μα, για να γί­νου­με εν­τε­λώς χω­μά­τι­νοι, έ­χον­τας στραμ­μέ­νο ό­λο το λο­γι­σμό­μας στη γη. «Και τη δό­ξα μας ας τη θά­ψει βα­θιά στο χώ­μα». Τι άλ­λο εί­ναι η δό­ξα μας, πα­ρά η γνώ­ση που γεν­νι­έ­ται στην ψυ­χή που τη­ρεί τις ά­γι­ες εν­το­λές; Αυ­τό λοι­πόν λέ­με. Δη­λα­δή να μας δο­ξά­σει, ό­πως λέ­ει ό Α­πό­στο­λος (Φιλ 3, 19) μέ­σα στην αι­σχύ­νη μας. Να πο­δο­πα­τή­σει στο χώ­μα τη ζω­ή μας και να κά­νει τη ζω­ή και τη δό­ξα μας γή­ι­να, ώ­στε τί­πο­τα να μην λο­γι­α­ζό­μα­στε, σύμ­φω­να με το θέ­λη­μα του Θε­ού. Αν­τί­θε­τα να σκε­πτό­μα­στε πάν­τα σω­μα­τι­κά, πάν­τα σαρ­κι­κά σαν αυ­τούς για τους ο­ποί­ους λέ­ει ό Θε­ός: «Δεν θα πα­ρα­μεί­νει για πο­λύ το πνεύ­μα μου σ' αυ­τούς τους αν­θρώ­πους ε­πει­δή φρο­νούν και ζουν σαρ­κι­κά» (Γεν. 6, 3).Έ­τσι λοι­πόν ψέλ­νον­τας ό­λα αυ­τά, κα­τα­ρι­ό­μα­στε τους ε­αυτούς μας, αν α­πο­δί­δου­με κα­κό αν­τί για κα­κό.

 

Και ό­μως ό­σα κα­κά αν­τί κα­κών α­πο­δί­δου­με και δεν μας εν­δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου, άλ­λα α­δι­α­φο­ρού­με. Συμ­βαί­νει δε πολ­λές φο­ρές ν' α­πο­δί­δει κα­νείς κα­κό αν­τί για κα­κό ό­χι μό­νο με πρά­ξη, άλ­λα και με λό­γο και με τη στά­ση του. Και πα­ρου­σι­ά­ζε­ται ε­ξω­τε­ρι­κά ό­τι δεν αν­τα­πέ­δω­σε με πρά­ξη το κα­κό, άλ­λα βλέ­πει ό­τι το αν­τα­πέ­δω­σε με λό­γο η, ό­πως εί­πα, με τη συμ­πε­ρι­φο­ρά του. Για­τί πολ­λές φο­ρές κά­νει κα­νείς έ­να μορ­φα­σμό η μια κί­νη­ση η ρί­χνει έ­να βλέμ­μα και τα­ράσ­σει τον α­δελ­φό του. Για­τί μπο­ρεί κα­νείς και μ' έ­να βλέμ­μα και με μια κί­νη­ση να πλη­γώ­σει τον α­δελ­φό του. Και εί­ναι και αυ­τό αν­τα­πό­δο­ση κα­κό αν­τί κά­κου. "Άλ­λος προ­σπα­θεί να μην αν­τα­πο­δώ­σει το κα­κό ού­τε με πρά­ξη, ού­τε με λό­γο, ού­τε με μορ­φασμό η με κί­νη­ση. Λυ­πά­ται ό­μως στην ψυ­χή του για τον α­δελ­φό του και στε­νο­χω­ρι­έ­ται μα­ζί του. Βλέ­πε­τε πό­ση δι­α­φο­ρά κα­ταστά­σε­ων! "Άλ­λος πά­λι δεν τρέ­φει κα­μιά λύ­πη για τον α­δελ­φό του. "Αν ό­μως α­κού­σει ό­τι κά­πο­τε κά­ποι­ος τον στε­νο­χώ­ρη­σε η γόγ­γυ­σε ε­ναν­τί­ον του η τον έ­βρι­σε, ευ­χα­ρι­στι­έ­ται που τ' α­κού­ει και βρί­σκε­ται και αυ­τός στην κα­τά­στα­ση ν' α­πο­δί­δει κα­κό αν­τί για κα­κό μέ­σα στην καρ­διά του. "Άλ­λος ού­τε κα­κί­α κρα­τά­ει, ού­τε χαί­ρε­ται ό­ταν α­κού­ει κα­κο­λο­γί­α γι' αυ­τόν που τον έ­θλι­ψε, άλ­λα στε­νο­χω­ρι­έ­ται βα­θιά αν ε­κεί­νος λυ­πη­θεί. Δεν αι­σθά­νε­ται ό­μως ευ­χά­ρι­στα αν του συμ­βεί κά­τι κα­λό, άλ­λα αν τον δει να δο­ξά­ζε­ται η ν' α­να­παύ­ε­ται, στε­νο­χω­ρι­έ­ται. Και είναι και αυτό ένα είδος μνησικακίας, ελαφρότερο, όμως πραγματικό. Πρέπει δε και να χαίρεται κανείς για τα καλά του αδελφού του και να κάνει τα πάντα για να τον εξυπηρετήσει και με καθετί να φροντίζει να τον τιμάει και να τον αναπαύει.

 

* Αββά Δωροθέου,περί μνησικακίας.

 

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Πνευματικός Αγώνας- Αποφθέγματα Σύγχρονων Γερόντων

Πνευματικός Αγώνας- Αποφθέγματα Σύγχρονων Γερόντων



Ή Γραφή είναι μία και αιώνια και αληθινή. Δεν μπορούμε να παίρνου με κομμάτια και να τη χρησιμοποιούμε όπως μας βολεύει. Έχουμε κάνει τον δικό μας Θεό. Κόβουμε και ράβουμε ότι μας συμφέρει.
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *

Ό Θεός δεν επιτρέπει σ’ εμάς να βλέπουμε τον κόσμο των αοράτων, γιατί, αν τον βλέπαμε, θα τρελαινόμασταν. Αν βλέπαμε γύρω μας τι υπάρχει και κινείται, θα τρελαινόμασταν.
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *
Όταν η ψυχή είναι ταραγμένη, θολώνει το λογικό και δε βλέπει καθαρά. μόνο, όταν η ψυχή είναι ήρεμη, φωτίζει το λογικό, για να βλέπει καθαρά την αιτία κάθε πράγματος.
Γέροντας Πορφύριos
* * * * * * * * *

Από αυτά πού παίρνετε να δίνετε και στους φτωχούς, σ’ αυτούς πού δεν έχουν. Όχι να δίνετε από τα περισσεύματα σας ή τις κληρονο μιές. Αυτό δεν έχει καμιά αξία.
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *
Δώστε όσο περισσότερα μπορείτε. Ένα πράγμα πού σώζει τις ψυχές είναι ή ελεημοσύνη. Εσείς κοιτάτε να φτιάχνετε εδώ τα σπίτια. Φτια χτέ κι ένα σπιτάκι στον Ουρανό, να σας περιμένει…
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *
Η στενοχώρια είναι η πιο μεγάλη αρρώστια, να τη διώχνετε.
Στην Εκκλησία βρίσκουμε την υγεία, την παρηγοριά, την ελπίδα και τη σωτηρία της ψυχής μας.
Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης
* * * * * * * * * *

Τι θέλει ο Κύριος; Αλήθεια, δικαιοσύνη και πίστη. Κι αυτά πού έχει ή καρδιά μας να τα έχουν και τα χείλη μας – όχι άλλα τα χείλη και άλλα ή καρδιά.
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *
Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. Όταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνο με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα. Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει
και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό. Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό.
Γέροντας Πορφύριos
* * * * * * * * *

Όταν ο άνθρωπος δεν παρακολουθεί τον εαυτό του και δεν ξεσκονίζει την συνείδηση του, η συνείδησή του πιάνει πουρί και γίνεται αναίσθητος.Αμαρτάνει και είναι σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * *

Ό Θεός δεν μας κατηγορεί επειδή πέφτουμε, αλλά επειδή δεν σηκωνόμαστε. Ή ανθρώπινη φύσις, βλέπεις, είναι ευόλισθος.
Γέροντας Αμβρόσιος μονής Δαδίου
* * * * * * * * *
H αγαθή συμπεριφορά πολύ εκτιμάται από τη Χάρη του Θεού, που είναι μαζί μας. Γι αυτό σας συνιστώ να είστε αγαθοί, γλυκείς, πράοι, ταπεινοί σε όλες τις κινήσεις.
Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός
* * * * * * * * *

Με την εξομολόγηση ο άνθρωπος πετάει από μέσα του ότι άχρηστο έχει και καρποφορεί πνευματικά.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * * * *

Όταν έρθει και κατοικήσει σε όλο το χώρο της ψυχή μας ο Χριστός, τότε φεύγουν όλα τα προβλήματα, όλες οι στενοχώριες. Τότε φεύγει και η αμαρτία.
Γέροντας Πορφύριos
* * * * * * * * *

Μη ζηλεύετε ανθρώπους που έχουν χρήματα, ανέσεις, δόξα και ισχύ, αλλά εκείνους που ζουν με αρετή, λογική και ευσέβεια.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * *

Η αιτία της αποτυχίας ενός ανθρώπου στον πνευματικό του σκοπό είναι η αμέλεια. Η αμέλεια μας επιβουλεύεται. Μοιάζει με ανομβρία από την oποία δεν φυτρώνει τίποτα. Ζημιώνει τους πάντες, Εμποδίζει εκείνους που θέλουν να ξεκινήσουν τον πνευματικό αγώνα. Σταματάει όσους προχώρησαν.Εκείνους που αγνοούν δεν τους αφήνει να μάθουν και εκείνους που πλανήθηκαν τους εμποδίζει να επιστρέψουν.
Γέροντας Ιωσήφ
* * * * * * * * *

Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει μία συνταγή, ένας κανόνας. Η κάθε ψυχή έχει την δική της μοναδικότητα, ποιότητα, και δεκτικότητα. Να μη θέλουμε να βάλουμε όλον τον κόσμο στο δικό μας καλούπι.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * *

Αν έρθει η χάρη του Θεού, όλοι και όλα αλλάζουν, έλα όμως που για να έρθει, χρειάζεται πρώτα να ταπεινωθούμε!
Γέροντας Πορφύριos
* * * * * * * * *

Να έχετε διαφάνεια. Να είσθε ειλικρινείς. Πέρα για πέρα. Το ναι να είναι ναι. Και το όχι, όχι. Μη ξεχνάτε ποτέ τούτο: Ό,τι έχετε στην καρδιά, δεν υποχρεούστε να το έχετε και στα χείλη. Μα, ό,τι έχετε στα χείλη, είναι απαραίτητο να το έχετε και στην καρδιά.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * *

Όταν πάει κανείς με τον διάβολο, με πονηριές, δεν ευλογεί ο Θεός τα έργα του. Ό,τι κάνουν οι άνθρωποι με πονηριά, δεν ευδοκιμεί. Μπορεί να φαίνεται ότι προχωράει, αλλά τελικά θα σωριάσει. Το κυριότερο είναι να ξεκινά κανείς από την ευλογία του Θεού για ό,τι κάνει! Ο άνθρωπος, όταν είναι δίκαιος, έχει τον Θεό με το μέρος του. Και όταν έχει και λίγη παρρησία στον Θεό, τότε θαύματα γίνονται. Όταν κανείς βαδίζει με το Ευαγγέλιο, δικαιούται την θεία βοήθεια.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * *

Να αρκείστε σ’ αυτά πού σας λέγουν. Μη προσπαθείτε, να αποσπάσετε με πλάγιους τρόπους από τον άλλο κάτι πού δεν θέλει να σας το είπε από μόνος του.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * * * *

Πολλοί λένε ότι η χριστιανική ζωή είναι δυσάρεστη και δύσκολη, εγώ λέω ότι είναι ευχάριστη και εύκολη, αλλά απαιτεί δυο προϋποθέσεις: ταπείνωση και αγάπη. Να μην υπερηφανεύεστε, όταν σας επαινούν. Και να μη πικραίνεστε, όταν σας κατηγορούν. Να σας ενδιαφέρει μόνο, τι γνώμη έχει για σας ο Θεός, ο ετάζων καρδίας και νεφρούς. Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν την αλήθεια.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * * *

Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις.
Γέροντας Πορφύριος
* * * * * * * * * *

Όταν κάνουμε κάτι για να επιδειχθούμε καταντούμε άδειοι ψυχικά. Ότι κάνουμε, να το κάνουμε για να ευχαριστήσουμε τον Θεό ανιδιοτελώς, χωρίς εγωισμό, χωρίς υπερηφάνεια, χωρίς κενοδοξία, χωρίς, χωρίς, χωρίς….
Γέροντας Πορφύριος
* * * * * * * * * * * * * * *

Η χάρη του Παναγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο να ἐκπέμπει ακτίνες. Πρέπει όμως ὁ άλλος νὰ έχει καλό δέκτη γιὰ νὰ τὸ καταλάβει.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * *

Όταν υπάρχει ο φόβος του Θεού δίνεται ἡ σοφία.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * *

Όλα τα ζητήματά σου να τ᾿ αφήσεις στα χέρια του Θεού. Ό,τι θέλεις να το ζητάς σαν το παιδί από τον πατέρα του.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * *

Όταν χάνεται τη θεία χάρη, να μη κάνετε τίποτα.Να συνεχίζεται τη ζωή σας απλά,απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έρθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό.Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε.
Γέροντας Πορφύριος
* * * * * * * * * * * *

Για να πάψει ο νους μας να παράγει κακούς λογισμούς, πρέπει να λείψει η πονηρία. Τότε ο άνθρωπος έχει πνευματική υγεία
Γέροντας Παΐσιοs
* * * * * * * * * * *

Όσο περισσότερο κοπιάζεις, τόσο περισσότερη χαρά και περισσότερη χάρι θα πάρεις από τον Θεό
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * * * *

Όταν κανείς προκόβει πνευματικά, μέσα του έχει μία χαρά, μία ειρήνη, μία ευχαρίστηση
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * * * *

΄Ενας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθεί και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς το Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.
Γέροντας Παΐσιος
* * * * * * * * * * *

Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του
Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής
* * * * * * * * * *

Χωρίς την ψυχήν μας καθαρήν, δεν έχουμε κανένα όφελος από τη Θεία Κοινωνία. Για αυτό να μη διστάζετε, να μην ντρέπεστε και να εξομολογείσθε. Ότι και αν έχετε κάνει, την πιο μεγάλη αμαρτία, ο πνευματικός έχει την εξουσία από το Χριστό και από τους Αποστόλους με το πετραχήλι του να τη συγχωρήσει.
Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Πηγή:hellas-orthodoxy 

Οι ματαιώσεις της ζωής και ο δρόμος του Σταυρού

Οι ματαιώσεις της ζωής και ο δρόμος του Σταυρού





Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού

Ο κάθε άνθρωπος έχει μέσα του την επιθυμία να αισθάνεται ότι οι επιλογές, οι πράξεις, οι ιδέες που έχει τον δικαιώνουν. Γι’ αυτό και όταν έρχεται η ώρα που διαπιστώνει ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα είχε σχεδιάσει ή όπως τα επιθυμεί ή οι ιδέες του δεν μπορούν να υλοποιηθούν, θλίβεται. Αισθάνεται αδικαίωτος και δυσκολεύεται πολύ να διαχειριστεί τα συναισθήματα που η κατάσταση του προξενεί. Κι αυτή η τάση της δικαίωσης επεκτείνεται και στις ανθρώπινες σχέσεις. Οι άνθρωποι με τους οποίους ζει. Οι οικείοι του. Όσους έχει διαλέξει να αγαπά. Με όσους έχει θέσει κοινούς στόχους. Όταν όλοι αυτοί δεν ανταποκρίνονται στις επιθυμίες του, τότε νιώθει αδικαίωτος γι’ αυτές. Υφίσταται ματαίωση και αντιδρά, είτε με τον θυμό, είτε με την απογοήτευση και την λύπη, είτε με την εσωστρέφεια.


 Γι’ αυτό και προσπαθεί να αποδώσει την αιτία της ματαίωσης των προσδοκιών του στους άλλους και όχι στον εαυτό του. Στην ανεπάρκειά του. Στην αδυναμία του να εκτιμήσει υγιώς και πλήρως την κατάσταση. Στο ότι εκλαμβάνει τις επιθυμίες του ως πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να διαπιστώνει το ανέφικτο. Η πρώτη σκέψη του λοιπόν είναι ότι υπαίτιοι πρέπει να είναι οι άλλοι που δεν μπορούν να τον καταλάβουν. Θέλουν να τον εκμεταλλεύονται για δικά τους συμφέροντα. Ότι τελικά έχουν μέσα τους κακία ή ιδιοτέλεια. Ότι εκείνος αποδείχθηκε αφελής διότι τους εμπιστεύθηκε. Ή ότι δεν ήταν ικανοί να φέρουν εις πέρας τους οραματισμούς του, τις ιδέες του, τις επιθυμίες του.

Εάν στα ανθρώπινα κάτι τέτοιο φαντάζει μάλλον φυσικό, ας μη λησμονούμε ότι παρόμοια είναι και η προσδοκία του ανθρώπου στη σχέση του με το Θεό. Ο άνθρωπος ζητά από τον Θεό την δικαίωση. Καταθέτει την πίστη και τα έργα του. Καταθέτει την τήρηση του νόμου του Θεού και των εντολών του Ευαγγελίου. Καταθέτει την προσδοκία ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και ότι μπορεί να δώσει στον άνθρωπο ό,τι επιθυμεί. Και περιμένει από το Θεό την δικαίωση. Ενίοτε ζητά μία απόδειξη ότι ο Θεός βλέπει τον κόπο του και ότι, καθώς είναι εύκολο να συγκρίνει τον αιτούντα την δικαίωση με άλλους ανθρώπους που ουδόλως πιστεύουν ή τηρούν το Ευαγγέλιο, ο αιτών περιμένει από τον Θεό να πράξει το αυτονόητο. Να του δώσει αυτό που ζητά, όταν μάλιστα Τον βλέπει και ως Πατέρα. Να τον καταξιώσει. Και όταν αυτή η δικαίωση δεν έρχεται, τότε η ματαίωσηέρχεται ως συνέπεια, με αποτέλεσμα την λύπη, τα ερωτηματικά, τις αγωνίες.

Ο Απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στους Γαλάτες, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος μπορεί να δικαιωθεί, να βιώνει την καταξίωση και σ’ αυτή και στην άλλη ζωή «εξ έργων νόμου», επισημαίνει « ότι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου, εάν μη δια πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουκ εξ έργων νόμου» (Γαλ. 2, 16). Ο λόγος του Παύλου αποκαλύπτει στην ταλαιπωρημένη από τους λογισμούς ψυχή μας την μεγάλη αλήθεια. Δεν αρνείται στον άνθρωπο την τάση για δικαίωση, όποια μορφή κι αν λαμβάνει αυτή. Δεν επικαλείται μια ψευτοταπείνωση ότι μόνο το καθήκον υπάρχει και από κει και πέρα δεν πρέπει ο άνθρωπος να ενδιαφέρεται για το αποτέλεσμα του αγώνα ή των προσδοκιών του.

Ο Παύλος κατανοεί την ανάγκη των Γαλατών, όπως και όλων των ανθρώπων, να μην νιώθουν μάταιο τον κόπο τους. Τους δείχνει όμως τον αληθινό δρόμο του Χριστού, ο οποίος περνά από τον Σταυρό. Στο Σταυρό του Κυρίου αποτυπώνονται τρία σημεία, τα οποία δείχνουν μία άλλη οδό προς την δικαίωση. Την ταπεινοσύνη της ήττας που γίνεται νίκη. Την δύναμη του κόπου και του πόνου, που μεταμορφώνει το «πικρόν ύδωρ» της ζωής σε γλυκύ. Κυρίως όμως την δύναμη της πίστης στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού και στη σχέση μαζί Του.

Πάνω στο Σταυρό ο Χριστός παραιτήθηκε από την παντοδυναμία της Θεανθρώπινης φύσης Του και άφησε τον εαυτό Του να υποκύψει στον θάνατο. Με την ήττα αυτή, που ήταν εκούσια και πρόσκαιρη, ο Χριστός νίκησε αιώνια τον θάνατο και στο πρόσωπό Του μπορεί να τον νικήσει και ο κάθε άνθρωπος. Αρκεί να κατανοεί τα όρια του. Ο Χριστός παραιτήθηκε από την παντοδυναμία. Εμείς που είμαστε στην ουσία αδύναμοι, γιατί να πιστεύουμε ότι μας ανήκουν τα πάντα, ότι μπορούμε να τα πετύχουμε όλα και μάλιστα όπως τα θέλουμε;

Ας συμβιβαστούμε με τις μικρότερες ή μεγαλύτερες ήττες της ζωής, όταν αυτές είναι αναπόφευκτες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν γι’ αυτές. Ας έχουμε όμως κατά νουν ότι χωρίς ταπεινοσύνη μόνο θα υποφέρουμε, γιατί θα συμπεριφερόμαστε σαν όλα να εξαρτώνται από εμάς και όλοι οι άλλοι να πρέπει να λειτουργούν όπως εμείς τους θέλουμε. Και επειδή κάθε ήττα είναι ένας μικρός θάνατος, ας αντλούμε δύναμη από την ταπεινοσύνη και ας συνεχίζουμε την πορεία μας. Ο Χριστός κοπίασε και την ίδια στιγμή πόνεσε για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Έβαλε την τέλεια αγάπη που έχει και είναι στην διακονία μας. Διήλθε τον κόσμο «ευεργετών και ιώμενος» , παρότι γνώριζε την απόρριψη την οποία επρόκειτο να υποστεί από τους πολλούς. Αυτό δεν Τον εμπόδισε να κάνει υπακοή στο θέλημα του Θεού- Πατρός μέχρι το τέλος, αλλά και να κουραστεί για μας.

Μετέτρεψε δια του Σταυρού, που ήταν το επιστέγασμα του κόπου και του πόνου, το πικρόν ύδωρ της αμαρτίας και της κακίας σε γλυκύ, για να μπορεί να περάσει ο άνθρωπος σε μία στάση ζωής με γνώμονα την καλοσύνη, την προσφορά, την θυσία, την μέριμνα για τους άλλους και όχι μόνο για τον εαυτό του. Αυτό είναι και το νόημα των εντολών του Ευαγγελίου ή και του νόμου. Όχι να προσδοκά ο άνθρωπος να δικαιωθεί, επειδή τις τηρεί, αλλά να της έχει ως βάση για να βλέπει τον αληθινό προορισμό του, που είναι να παρωθείται στην αγάπη, κατά το πρότυπο του Κυρίου μας, με την επίγνωση ότι ο προσωπικός σταυρός είναι κάτι που δεν μπορεί να αποφύγει, είτε στην καθημερινότητα είτε και στην πνευματική ζωή.

Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται η πίστη στο πρόσωπο του Χριστού. Και η πίστη είναι εμπιστοσύνη στην οδό που Εκείνος χάραξε. Είναι η βεβαιότητα ότι μας αγαπά. Πως ακόμη κι αν επιτρέπει στη ζωή μας δοκιμασίες, απορρίψεις, λύπες, είναι και παραμένει κοντά μας και πάνω από τον Σταυρό Του απλώνει τα χέρια Του για να μας αγκαλιάσει και να μας σώσει. Και γι’ αυτό ο Τίμιος Σταυρός δείχνει την οδό της πίστης. Δεν ακολουθούμε έναν Θεό που είναι επίγειος βασιλιάς και κυριάρχης.

Πιστεύαμε και ακολουθούμε τον Εσταυρωμένο και συσσταυρούμεθα μ’ Αυτόν. Και Εκείνος μας δίνει δύναμη να αντέξουμε σε κάθε δυσκολία και δοκιμασία. Γιατί ο Σταυρός είναι χαρμολύπη. Μετά από αυτόν, έρχεται η Ανάσταση. Χριστιανοί και μη χριστιανοί ζητούμε την δικαίωση. Η ιστορία του κόσμου είναι γραμμένη από ανθρώπους, ηγέτες, άρχοντες, φιλοσόφους, επαναστάτες που αγωνίζονται να δικαιωθούν.

Η προσωπική μας ιστορία καταναλώνει μεγάλο κεφάλαιο του χρόνου της ζωής μας σ’ αυτή την κατεύθυνση. Και η Εκκλησία, τοποθετώντας τον Τίμιο Σταυρό στο κέντρο του ναού, αλλά και στο κέντρο του τρόπου ζωής και του ήθους της μας επισημαίνει ότι πέρα από τις ανθρώπινες δικαιώσεις, υπάρχει ο δρόμος της ταπεινοσύνης, του ευλογημένου κόπου και της πίστης στο Χριστό, που δικαιώνει όχι μόνο στον παρόντα κόσμο, αλλά, κυρίως, στον αιώνιο. Ας είναι λοιπόν ο Σταυρός ο βοηθός μας στην δική μας πορεία και ας μην νικιόμαστε από την λύπη της όποιας ματαίωσης. Άλλωστε, η αληθινή δικαίωση έρχεται από τον Θεό και προς τα εκεί ας στρεφόμαστε

Πηγή:diakonima 
You might also like:

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής (Μαρκ. η΄ 34 – θ΄ 1)

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής (Μαρκ. η΄ 34 – θ΄ 1)



Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; Ὅς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.


Απόδοση στη νεοελληνική
Τον καιρό ἐκείνο, ἀφοῦ ἐκάλεσε ὁ Ἰησοῦς τὸ πλῆθος μαζί μὲ τοὺς μαθητάς του τοὺς εἶπε· Ἐὰν κανεὶς θέλῃ νὰ μὲ ἀκολουθήσῃ, ἂς ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του καὶ ἂς σηκώσῃ τὸν σταυρόν του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσῃ. Διότι ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, αὐτὸς θὰ τὴν χάσῃ, ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ χάσῃ τὴν ζωήν του ἐξ αἰτίας ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, αὐτὸς θὰ τὴν σώσῃ. Διότι τὶ θὰ ὠφελήσῃ τὸν ἄνθρωπον νὰ κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ νὰ ζημιωθῇ τὴν ψυχήν του; Ἢ τί ἀντάλλαγμα εἶναι δυνατὸν νὰ δώσῃ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὴν ψυχήν του; Διότι, ὅποιος ἐντρέπεται δι’ ἐμὲ καὶ διὰ τοὺς λόγους μου εἰς τὴν γενεὰν αὐτὴν τὴν μοιχαλίδα καὶ ἁμαρτωλὴν καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ αἰσθανθῇ ντροπὴ γι’ αὐτόν, ὅταν ἔλθῃ μὲ ὅλην τὴν δόξαν τοῦ Πατέρα του μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους». Καὶ τοὺς ἔλεγε «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὑπάρχουν μερικοὺ ἀπὸ αὐτοὺς, ποὺ στέκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ γευθοῦν θάνατον, ἕως ὅτου ἰδοῦν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ νὰ ἔρχεται μὲ δύναμιν».

Πηγή: Ι.Ν. Αγίων Χαραλάμπους & Αντωνίου Κρύα Ιτεών Πατρών

ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ Ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

 

Πῶς βρέθηκε καὶ ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς



Δύο φορὲς τὸν χρόνο ἑορτάζει πανηγυρικὰ ἡ Ἐκκλησία μας τὸν Τίμιον Σταυρόν. Μία γιὰ τὴν ἀνεύρεσή του τὴν 6ην Μαρτίου τοῦ 326 μ.Χ. καὶ μία κατὰ τὴν Ὕψωσή του τὴν 14ην Σεπτεμβρίου, στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα.


Τὸ σημαντικόν, καὶ ὄχι πολὺ γνωστόν, στὸν διπλὸν αὐτὸν ἑορτασμὸν εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποκαλύπτεται ἄλλο ἕνα μέγα μυστήριον τῆς ἀπερίγραπτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα κατὰ τὴν θεία λατρεία, ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐκφράζει ἐπιγραμματικὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἐκπεσμένου ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον παίρνει ἀπὸ τὴν Κόλαση τῆς πτώσεώς του καὶ τὸν θρονιάζει πάλι μέσα στὸ Παράδεισο τῆς αἰώνιας ἀγάπης.


Πιὸ συγκεκριμένα, παίρνει μὲ τὴν σταυρική του θυσία τὸν προδότη Ἰούδα τὸν Ἰσκαριώτη, ποὺ ἀντιπροσωπεύει ὅλην τὴν προδοσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγνωμοσύνη του ἔναντι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἄλλον Ἰούδα, ἐπίσης Ἑβραῖον, ποὺ ἔγινε ὁδηγὸς στὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ φανερώνει τὴν μεταστροφὴ καὶ τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πορεία του στὴν ἁγιότητα. Ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε καὶ μὲ τὸν δεύτερον αὐτὸν Ἰούδα, ποὺ πίστεψε, μετανόησε καὶ ἔγινε Χριστιανὸς μὲ τὸ ὄνομα Κυριακός. Ἀργότερα ἔγινε κληρικὸς καὶ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, μετὰ τὸν Πατριάρχην Μακάριον, καὶ ἀφοῦ μαρτύρησε, μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Ἄννα, μπῆκε στὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐτήσια μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 28ην Ὀκτωβρίου.

Τὸ «Συναξάρι» τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀναφέρει: «Τῇ αὐτῇ ἡμερᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κυριακοῦ τοῦ φανερώσαντος τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἐπὶ τῆς Βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καὶ Ἑλένης τῆς αὐτοῦ μητρός». Καὶ γιὰ τὴν μητέρα του Ἄννα, ποὺ γιορτάζει τὴν ἴδια μέρα:


«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ μήτηρ τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ Ἄννα, λαμπάσι φλεχθεῖσα καὶ ξεσθεῖσα ἐτελειώθη».


Καὶ λίγα γιὰ τὸν βίον του: «Ὁ Ἅγιος Κυριακός, πρώην Ἰούδας, μετὰ τὴν φανέρωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπίστευσε, ἐβαπτίσθη Χριστιανὸς καὶ ἔγινε, ὅπως προαναφέραμε, Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ ἔζησε ὡς τὶς ἡμέρες τοῦ εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Αὐτὸς ὅταν ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα, μετὰ τὴν ἐκστρατεία του κατὰ τῶν Περσῶν, ἔμαθε γιὰ τὸν Ἅγιον Κυριακὸν τί ἦταν καὶ τί ἔγινε καὶ τὸν διέταξε αὐστηρὰ νὰ θυσιάση στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ ἤλεγξε μὲ τόλμην τὴν εἰδωλολατρία τοῦ Ἰουλιανοῦ. Τότε ἐκεῖνος διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὸ δεξί του χέρι, διότι καθὼς εἶπε: «Πολλὲς ἐπιστολὲς ἔχει γράψει τὸ χέρι αὐτό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπομακρυνθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὰ εἴδωλα τοῦ Δωδεκαθέου». Ὕστερα διέταξε νὰ ρίξουν λιωμένο μολύβι μέσα στὸ στόμα τοῦ Ἁγίου, ποὺ ὁμολογοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Χριστὸν καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔβαλαν οἱ δήμιοι μπρούμυτα σὲ πυρακτωμένη σιδερένια κλίνη, ποὺ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ὄργανα βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν.


Ὅταν ἦλθε ἡ μητέρα του, ποὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὴ πιστὴ Χριστιανή, στὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου τοῦ παιδιοῦ της, ὁ Ἰουλιανὸς διέταξε νὰ τὴν κρεμάσουν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ νὰ σκίζουν τὸ κορμί της μὲ σιδερένια νύχια, ποὺ ἦταν κι αὐτὸ ἄλλο ἕνα ἐργαλεῖο βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν, καὶ ἀφοῦ τὴν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριον.


Ὕστερα ἔρριξαν τὸν Ἅγιον Κυριακόν, σὲ ἕνα μεγάλο καμίνι, τὸν ἐθανάτωσαν μὲ ξίφος, κόβοντας τὸ κεφάλι του».


Ἡ ἀνεύρεση καὶ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶναι ἡ σημαία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔγινε μὲ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ὑπερθαύμαστον ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Ἑλένην τὴν Ἰσαπόστολον, ποὺ εἶχε μεταβῆ γιὰ προσκύνηση στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ μὲ τὴν ρητὴν ἐντολὴν τοῦ γιοῦ της αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου νὰ βρῆ τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸν ὁποῖον εἶχαν ἐξαφανίσει οἱ ἀντίχριστοι Ἑβραῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες.


Εἶχαν ρίξει καὶ τοὺς τρεῖς σταυροὺς σὲ ἕναν βαθὺ λάκκον καὶ τὸν σκέπασαν μὲ χώματα καὶ πέτρες καὶ πολλὰ σκουπίδια. Ἐκεῖ ἔμεινε ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριακόσια χρόνια.


Ὅταν ἡ Ἁγία Ἑλένη μὲ τοὺς συνοδοὺς της ἄρχισε τὶς ἔρευνες, μία νεαρὴ Ἑβραιοπούλα ὁδήγησε τὴν Βασιλομήτορα στὸν Ἰούδα, ποὺ ἔμενε στὰ Ἱεροσόλυμα, διότι ἐκεῖνος ἐγνώριζε ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους τὴν τοποθεσία, ὅπου εἶχαν ρίξει τοὺς τρεῖς σταυρούς. Ἐκεῖ μάλιστα φύτρωνε κάθε χρόνον μόνο του καὶ τὸ εὐωδιαστὸ «βασιλικὸ χόρτο», αὐτό, ποὺ λέγεται καὶ σήμερα βασιλικός.


Πῆγε, λοιπόν, ἡ Ἁγ. Ἑλένη στὴν τοποθεσία αὐτὴ καὶ πρὶν δώση ἐντολὴ νὰ ἀρχίσουν οἱ ἀνασκαφές, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Χριστόν. Μόλις ὅμως σηκώθηκε στὰ πόδια της καὶ πρὶν νὰ πεῖ μία λέξη, ἔγινε μέγας σεισμός, μόνον στὸ σημεῖον αὐτό, καὶ τὸ ἔδαφος σχίστηκε σὲ μεγάλο βάθος.


Τότε ἄρχισαν ἀμέσως οἱ ἀνασκαφὲς καὶ σὲ λίγη ὥρα βρέθηκαν καὶ οἱ τρεῖς σταυροί, πρὸς γενικὴν κατάπληξιν ὅλων τῶν παρισταμένων.


Ὅλοι ἔκλαιγαν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἄλλοι δόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ προσεύχονταν. Ἡ στιγμὴ ἦταν μοναδικὴ καὶ πανίερη. Καθάρισαν τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἀπὸ τὰ χώματα, μολονότι, βρέθηκαν σὲ ἕνα κοίλωμα τῆς γῆς καὶ ἦταν καλὰ προστατευμένοι. Δὲν ἤξεραν ὅμως ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἦταν ὁ Σταυρὸς ἐπάνω στὸν ὅποιον σταυρώθηκε ὁ Χριστός. Ἐκεῖ κοντὰ βρισκόταν σὲ μία καλύβα μία ἑτοιμοθάνατη γυναίκα, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ χρόνια ἀσθένεια. Ἡ Ἄγ. Ἑλένη σκέφθηκε ἀμέσως ὅτι ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὴν γυναίκα, ἐὰν τῆς ἔβαζαν πάνω της τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου. Ἔτσι ἔβαλαν διαδοχικά τοὺς δύο πρώτους σταυρούς, ἀλλὰ χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Μόλις ὅμως ἔβαλαν στὸ σῶμα της τὸν τρίτον Σταυρόν, ἡ ἑτοιμοθάνατη γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλὰ καὶ σηκώθηκε στὰ πόδια της.


Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρός. Καὶ ὅπως γράφει καὶ ὁ Εὐθύμιος Ζυγαβηνὸς στὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου ὑπῆρχε καὶ ἡ μικρὴ σανίδα μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεὺς Ἰουδαίων), ποὺ εἶχε βάλει ὁ Πόντιος Πιλάτος.


Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ Ἄγ. Ἑλένη, ἔχτισε (στὸν Γολγοθὰ τὸν Ναὸν τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν συνέχεια τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως στὸ Σπήλαιον τῆς Βηθλεὲμ καὶ τὸν Ναὸν τοῦ Ὅρους τῶν Ἐλαίων. Καὶ ὅταν ὁ Πατριάρχης Μακάριος ἔστησε τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὸν ναὸν τοῦ Πατριαρχείου γιὰ προσκύνηση ἀπὸ τὸν πιστὸν λαόν, ἦταν ἡ 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 326 καὶ γι' αὐτὸ καθιερώθηκε ἀπὸ τότε νὰ ἑορτάζεται τὸ γεγονὸς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τὴν ἡμέραν αὐτήν.


Τὴν ἴδιαν ἡμέρα ἑορτάζεται καὶ ἡ δεύτερη Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἡράκλειον (628 μ.Χ.), ὅταν ἐνίκησε τοὺς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κλέψει τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Σήμερα τὸ μεγαλύτερον τεμάχιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ διασώζεται στὸν Ἅγιον Ὅρος, στὴν Ί. Μονὴ Ξηροποτάμου.


Ἡ ἀνεύρεση καὶ ἡ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀσφαλῶς μέγα γεγονὸς τῆς παγκοσμίας ἱστορίας, διότι ἀφορᾶ στὸ σύνολον τῆς ἀνθρωπότητας, ἀνεξαρτήτως ἂν δὲν ἔχουν ἀκόμα ἀποδεχθῆ τὴν Χριστιανικὴ Πίστη καὶ δὲν γνωρίζουν ὅλοι τὴν ἀλλαγὴ πορείας τῆς ἱστορίας.


Ἰδιαίτερα, ὅμως, εἶναι κορυφαῖον γεγονὸς στὴν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἐπιβεβαιώνει καὶ ἐπισφραγίζει τὴν δωρεὰν τῆς σωτηρίας σὲ ὅλον τὸν κόσμον καὶ καλεῖ ἀδιαλείπτως κάθε ἄνθρωπον νὰ ἐπιστρέψη στὴν ἀληθινὴν πατρίδα τοῦ Παραδείσου. Δὲν εἶναι ἁπλῶς συμβολικὴ καὶ ἐνδεικτικὴ ἡ μεταστροφὴ τοῦ Ἰούδα, ποὺ ἔγινε Χριστιανὸς καὶ Ἅγιος Μάρτυς τῆς Ἐκκλησίας, ὡσὰν νὰ ἀποπλύνη τὴν προδοσία τοῦ ἄλλου Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη, ποὺ παρέδωσε τὸν Θεάνθρωπον στοὺς σταυρωτές του. Καὶ εἶναι τοῦτο μέγα δίδαγμα γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ὅσον καὶ ἂν ἔχει πέσει στὸ ἔσχατον ἄκρον τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ὁ Ἰσκαριώτης, μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ διανύση τὴν ἀπόσταση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ σωτηρίας, μεταξὺ προδοσίας καὶ μετανοίας, ποὺ δὲν ἔκανε ὁ πρῶτος Ἰούδας, ἀλλὰ ἀγχονίσθηκε μέσα στὴν ἀπελπισία του. Αὐτὴ ἡ μέγιστη μεταστροφὴ τοῦ δεύτερου Ἰούδα εἶναι ὁ αἰώνιος καὶ ἐμπράγματος ἀντίλαλος τῆς προσευχῆς τοῦ Θεανθρώπου τὴν ὥρα τῆς θυσίας του, ὅταν παρεκάλεσε τὸν Θεὸν Πατέρα καὶ εἶπε γιὰ τοὺς σταυρωτές του τὸν λόγον τῆς ὕψιστης συγνώμης γιὰ ὅλους τους ἀρνητές του, ἄρα καὶ τοῦ Ἰούδα:


— «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. ΚΓ' 34).


Κλείνοντας τὶς λίγες αὐτὲς γραμμὲς γιὰ τὸν ἑορτασμὸν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, θὰ θέλαμε νὰ ἀναφέρουμε τὸν σχετικὸν λόγον ἑνὸς μακαριστοῦ Γέροντος, ποὺ ἔλεγε:


— «Ἡ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, παιδιά μου, δὲν γίνεται μόνον κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς 14ης Σεπτεμβρίου, ἀλλὰ κάθε φορά, ποὺ μετανοεῖ μία ψυχὴ καὶ πηγαίνει κοντὰ στὸν Χριστόν. Μᾶς τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος: «Λέγω δὲ ὑμῖν, ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοούντι» (Λουκ. ΙΕ' 7). Γιατί ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ φανερώνει τὸν θρίαμβον τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης καὶ αὐτὸς ὁ θρίαμβος ἀποτελεῖ μεγάλη χαρὰ στὸν οὐρανὸν τοῦ Θεοῦ καὶ γίνεται κάθε φορά, ποὺ μετανοεῖ ἀληθινὰ ἕνας ἄνθρωπος. Γι' αὐτὸ ἂς μετανοοῦμε ὅλοι μας συνεχῶς καὶ ἀληθινά, γιὰ νὰ κυρίαρχη πάντοτε ἡ χαρὰ καὶ στὴν γῆ καὶ στὸν οὐρανόν. Ἀμήν».


Π.Μ.ΣΩΤΗΡΧΟΣ

Πηγή: Ι.Ν. Αγίων Χαραλάμπους & Αντωνίου Κρύα Ιτεών Πατρών
You might also like:

Χαιρετισμοί στον Τίμιο Σταυρό - Οι 24 Οίκοι στον Τίμιο Σταυρό

 

Χαιρετισμοί στον Τίμιο Σταυρό - Οι 24 Οίκοι στον Τίμιο Σταυρό



Οἱ 24 οἶκοι εἰς τήν νοητήν κλίμακα τοῦ Τιμίου και Ζωοποιοῦ Σταυροῦ

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τή Ὑπερμάχω...
Ὤ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιφρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.


Οἱ οἶκοι.
Ἄγγελοι οὐρανόθεν, ἀοράτως κυκλούσι, Σταυρόν τόν ζωηφόρον ἐν φόβω• καί φωτοπάροχον χάριν λαμπρῶς παρεχόμενον, νῦν τοῖς πιστοῖς βλέποντες, ἐξίστανται, καί ἵστανται βοῶντες πρός αὐτόν τοιαῦτα•
Χαῖρε, Σταυρέ, οἰκουμένης φύλαξ• χαῖρε, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.

Χαῖρε, ὁ πηγάζων ἀφθόνως ἰάματα• χαῖρε, ὁ φωτίζων τοῦ κόσμου τά πέρατα.
Χαῖρε, ξύλον ζωομύριστον, καί θαυμάτων θησαυρέ• χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε,
καί χαρίτων παροχεύ.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὑποπόδιον θεῖον• χαῖρε, ὅτι ἐτέθης εἰς προσκύνησιν πάντων.
Χαῖρε, κρατήρ τοῦ νέκταρος ἔμπλεως• χαῖρε, λαμπτήρ τῆς ἄνω λαμπρότητος.
Χαῖρε, δί’ οὗ εὐλογεῖται ἡ κτίσις• χαῖρε, δί’ οὗ προσκυνεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Βλέπουσα ἡ Ἑλένη ἑαυτήν ἐν ἐφέσει, φησί τῷ Βασιλεῖ θαρσαλέως• Τό παμπόθητόν σου τῆς ψυχῆς εὐχερέστατόν μου τή σπουδή φαίνεται• ζητοῦσα γοῦν τό κράτιστον σοί τρόπαιον,
ὡς λέγεις, κράζω•

Ἀλληλούια.
Γνῶσιν ἄγνωστον πρώην Βασίλισσα γνοῦσα, ἐβόησε πρός τούς ὑπουργούντας• Ἐκ λαγόνων τῆς γής εὐρεῖν ἐν τάχει, καί δοῦναι τόν Σταυρόν σπεύσατε, πρός ὄν ἰδοῦσα ἔφησεν ἐν
φόβω, πλήν κράζουσα οὕτω•
Χαῖρε, χαρᾶς τῆς ὄντως σημεῖον• χαῖρε, ἀρᾶς τῆς ἀρχαίας λύτρον.
Χαῖρε, θησαυρός ἐν τή γῆ φθόνω κρυπτόμενος• χαῖρε, ὁ φανεῖς ἐν τοῖς ἄστροις τυπούμενος.
Χαῖρε, τετρακτινοπύρσευτε καί πυρίμορφε Σταυρέ• χαῖρε, κλίμαξ ὑψοστήρικτε προοραθείσα ποτέ.
Χαῖρε, τό τῶν Ἀγγέλων γαληνόμορφον θαῦμα• χαῖρε, τό τῶν δαιμόνων πολυστένακτον τραῦμα.
Χαῖρε, τερπνόν του Λόγου κειμήλιον• χαῖρε, πυρός της πλάνης σβεστήριον.
Χαῖρε, Σταυρέ, ἀπορούντων προστάτα• χαῖρε, στερρέ εὐδρομούντων ἀλείπτα.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Δύναμις ἡ τοῦ Ξύλου, ἐπιδέδεικται τότε, πρός πίστωσιν ἀληθῆ τοῖς πάσι καί τήν ἀφωνόν τέ καί νεκράν πρός ζωήν ἀνέστησε, φρικτόν θέαμα τοῖς μέλλουσι καρποῦσθαι σωτηρίαν,
ἐν τῷ μέλπειν οὕτως•

Ἀλληλούια.
Ἔχουσα ἡ Ἑλένη, τό ἀήττητον ὅπλον, ἀνέδραμε πρός τόν ταύτης γόνον• ὁ δέ, μέγα σκιρτήσας εὐθύς, ἐπιγνούς τόν μέγιστον Σταυρόν, ἔχαιρε, καί ἄλμασιν ὡς ἄσμασιν ἐβόα πρός
αὐτόν τοιαύτα•
Χαῖρε, Σταυρέ, τοῦ φωτός δοχείον• χαῖρε, Σταυρέ, τῆς ζωῆς ταμεῖον.
Χαῖρε, ὁ δοτήρ χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος• χαῖρε, ὁ λιμήν ποντοπόρων ἀχείμαστος.
Χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα ὥσπερ θύμα τόν Χριστόν• χαῖρε, κλῆμα, βότρυν πέπειρον, φέρον οἶνον μυστικόν.
Χαῖρε, ὅτι τά σκῆπτρα τῶν ἀνάκτων φυλάττεις• χαῖρε, ὅτι τάς κάρας τῶν δρακόντων συνθλάττεις.
Χαῖρε, λαμπρόν της πίστεως γνώρισμα• χαῖρε, παντός του κόσμου διασῶσμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρός θνητούς εὐλογία• χαῖρε, θνητῶν πρός Θεόν μεσιτεία•

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ζῆλον ἔνδοθεν θεῖον, ἡ Ἑλένη λαβοῦσα, ἐζήτησε καί εὗρε σπουδαίως, τόν ἐν γῆ κρυπτόμενον Σταυρόν, καί δεικνύμενον ἐν οὐρανῶ Ἀνακτι• ὄν ὕψωσε• καί βλέπων τό πολίτευμα,
ἐν πίστει ἔφη•

Ἀλληλούια.
Καί εὐθύς ψάλλομεν τόν παρόντα Κανόνα τοῦ Ζωηφόρου Σταυροῦ (Κῶν/νοῦ Δαπόντε), οὗ ἡ ἀκροστιχίς•
Χαρᾶς δοχεῖον, σοί πρέπει χαίρειν μόνω. Ἰησοῦς.

Ὠδή ἅ΄. Ὁ Εἱρμός. Ἦχος δ΄.
Ἀνοίξω τό στόμα μου, καί πληρωθήσεται πνεύματος, καί λόγον ἐρεύξομαι, τῷ ζωηφόρω Σταυρῶ, καί ὀφθήσομαι, φαίδρως πανηγυρίζων, καί ἄσω γηθόμενος, τούτου τά θαύματα.

Τροπάρια
Χρηστοῦ σκῆπτρον ἅγιον, ἐμψυχωμένον σέ Πνεύματι, Σταυρέ πανσεβάσμιε, Ἑλένη βλέπουσα, προσεφώνει σοί• Χαῖρε Χριστοῦ ἡ δόξα, δί’ οὗ δόξαν ἅπαντες προσενεδύθημεν.
Ἀήττητος δύναμις, χαῖρε Σταυρέ τρισμακάριστε, τῶν πιστῶν δεομένων σου• χαῖρε ἡ μάχαιρα, ἡ ἐκκόπτουσα, τά κέρατα δαιμόνων• χαῖρε ἀγλαόκαρπον, δένδρον πανάγιον.
Ρέβδος ἡ βλαστήσασα, χαῖρε Χριστόν τόν ζωήρρυτον, καρπόν ἐξ οὗ τρώγοντες, ζωήν καρπούμεθα• χαῖρε ἔνδοξον, σημεῖον τοῦ Δεσπότου, ἀφ’ οὗ σαλευθήσονται γῆ καί οὐράνια.
Ἀγγέλων ἀγλάϊσμα, χαῖρε βροτῶν τά διασῶσμα, δαιμόνων πολυστόνον, τραῦμα πανύμνητε, ζωοπάροχε, Σταυρέ ἡ σωτηρία, καταπονουμένων τέ, καί ἡ ἀντίληψις.

Ὠδή γ΄. Ὁ Εἱρμός.
Τούς σούς ὑμνολόγους Ζωοδότα, ἰάσεων, ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας, πνευματικόν στερέωσον• καί ἐν τή θεία δόξη σου, στέφανων δόξης ἀξίωσον.

Τροπάρια
Σταυρέ ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας, Σταυρέ τῶν Μαρτύρων ἡ χαρά, κήρυγμα ἀποστόλων τέ, Ἐκκλησιῶν ὁμόνοια, σκέπε, φρούρει καί φύλαττε, τούς καυχωμένους τῷ κράτει σου.
Διώκονται φάλλαγγες δαιμόνων, τή σῆ σημειώσει δυνατέ• ὅθεν βοῶμεν χαῖρε σοί• Χαῖρε δί’ οὗ ἠνώθησαν, ἡ γῆ καί τά οὐράνια, καί ἐθεώθη ὁ ἄνθρωπος.
Ὁδός πρός μονάς τάς οὐρανίους ἀπάγουσα, χαῖρε τό λαμπρόν, τοῦ Ἰησοῦ μου τρόπαιον• χαῖρε ἡ ράβδος εὐθύτητος.
Χαῖρε, σύ ἡ ράβδος βασιλείας, δυνάμεως• χαῖρε τοῦ Χριστοῦ, ἡ ράβδος ἤν ἀπέστειλεν ἐκ τῆς Σιῶν ὁ Κύριος• χαῖρε φυτόν ἀθάνατον, ὑφ’ οὗπερ σκέπονται ἅπαντες.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τή Ὑπερμάχω...
Ὤ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιφρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Ἡλιομορφος ὤφθη, ὁ Σταυρός ἐν τῷ κόσμω, καί πάντες φωτισμοῦ ἐμπλησθέντες, καί δραμόντες ὡς πρός ἀστέρα θεωρούσι τοῦτον ὡς καλῶν αἴτιον, ἐν ταῖς χερσί ταῖς θείαις
ὑψωθέντα• ὄν ὑμνοῦντες εἶπον•
Χαῖρε, αὐγή νοητοῦ Ἡλίου• χαῖρε, πηγή ἀκενώτου μύρου.
Χαῖρε, τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὕας ἀνακλησις• χαῖρε, τῶν ἀρχόντων τοῦ ἅδου ἡ νέκρωσις.
Χαῖρε, ὅτι ἀνυψούμενος συνανυψοῖς νῦν ἠμάς• χαῖρε, ὅτι προσκυνούμενος καθαγιάζεις τάς ψυχᾶς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων κοσμοκήρυκτον κλέος• χαῖρε, τῶν ἀθλοφόρων εὐμενέστατον σθένος.
Χαῖρε, Σταυρέ, Ἑβραίων ὁ ἔλεγχος• χαῖρε, πιστῶν ἀνθρώπων ὁ ἔπαινος.
Χαῖρε, δί’ οὐ κατεβλήθη ὁ ἄδης• χαῖρε, δί’ οὗ ἀνατέταλκε χάρις.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Θεοβράβευτον Ξύλον, θεωρήσαντες πάντες, τή τούτου νῦν προσέλθωμεν σκέπη• καί ὡς ὅπλον κρατοῦντες αὐτό, δί’ αὐτοῦ τροποῦμεν τῶν ἐχθρῶν φάλαγγας, καί ψαύοντες τόν
ἄψαυστον, τοῖς χείλεσιν αὐτῶ βοώμεν•

Ἀλληλούια.
Ἴδε φῶς οὐρανόθεν, ὁ Κωνσταντῖνος ὁ μέγας, δεικνύμενον Σταυροῦ τό σημεῖον, δί’ ἀστέρων, ἐν ὤ καί νικᾶν πολεμίων πληθύν, ἔσπευσε τό Ξύλον φανερῶσαι, καί βοῆσαι πρός
αὐτό τοιαύτα•xristianos.gr
Χαῖρε, βουλῆς τῆς ἀρρήτου πέρας• χαῖρε, λαοῦ εὐσεβούντως κέρας.
Χαῖρε, πολεμίων ὁ τρέπων τάς φάλαγγας• χαῖρε, φλόξ καθάπερ φλέγων τούς δαίμονας.
Χαῖρε, σκῆπτρον ἐπουράνιόν του Βασιλέως τοῦ στρατού• χαῖρε, τρόπαιον ἀήττητόν του φιλοχρίστου στρατού•
Χαῖρε, ὁ τῶν βαρβάρων τήν ἀφρύν καταβάλλων• χαῖρε, ὁ τῶν ἀνθρώπων τάς ψυχᾶς περιέπων.
Χαῖρε, κακῶν πολλῶν ἀμυντήριον• χαῖρε, καλῶν πολλῶν βραβευτήριον.
Χαῖρε, δί’ οὗ Χριστοφόροι σκιρτώσι• χαῖρε, δί’ οὐ Ἰουδαῖοι θρηνούσι.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Κλίμαξ οὐρανομήκης, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἐγένετο• τούς πάντας ἀνάγων ἀπό γής πρός ὕψος οὐρανοῦ, τοῖς χοροῖς Ἀγγέλων συνοικεῖν πάντοτε, ἀφέντας τά νῦν ὄντα ὡς μή ὄντα,
καί εἰδότας ψάλλειν•

Ἀλληλούια.
Λάμψας φῶς ἐπί πάσιν, ὁ Σωτήρ τοῖς ἐν ἅδη ἐφώτισας τούς κάτω κειμένους• πυλωροί δέ ἅδου τήν αὐγήν μή ἐνέγκαντές σου, ὡς νεκροί πεπτώκασιν• οἱ τούτων δέ ρυσθέντες, νῦν
ὀρῶντες τόν Σταυρόν βοώσι•
Χαῖρε, ἀνάστασις τεθνεώτων• χαῖρε, παράκλησις τῶν πενθούντων.
Χαῖρε, τῶν ταμείων τοῦ ἅδου ἡ κένωσις- χαῖρε, Παραδείσου τρυφῆς ἡ ἀπόλαυσις.
Χαῖρε, ράβδος ἡ ποντίσασα τόν Αἰγύπτιον στρατόν• χαῖρε αὔθις, ἡ ποτίσασα Ἰσραηλίτην λαόν.
Χαῖρε, ἔμψυχον Ξύλον, τοῦ Ληστοῦ σωτηρία• χαῖρε, εὔοσμον ρόδον, εὐσεβῶν εὐωδιά.
Χαῖρε, τροφή πεινώντων ἐν πνεύματι• χαῖρε, σφραγίς, ἤν ἔλαβον ἄνθρωποι.
Χαῖρε, Σταυρέ, μυστυρίων ἡ θύρα• χαῖρε, ἐξ οὐ ρεῖθρα χέονται θεία.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Μέλλοντος Μωϋσέως, τό πολύμοχθον γένος, λυτρώσασθαι ἐκ τοῦ λυμεῶνος, ἐπεδόθης ὡς ράβδος αὐτῶ, ἀλλ’ ἐγνώσθης τοῦτο καί Θεοῦ συμβολον• διόπερ κατεπλάγη σου Σταυρέ,
τήν δυναστείαν κράζων•

Ἀλληλούια.
Ὠδή δ΄. Ὁ Εἱρμός
Ὁ καθήμενος ἐν δόξη, ἐπί θρόνου Θεοτητος• ἐν Σταυροῦ τῷ ξύλω, ἦλθεν Ἰησοῦς ὁ ὑπερθεός, τή ἀκηράτω παλάμη, καί διέσωσε, τούς κραυγάζοντας• Δόξα Χριστέ τή δυνάμει σου.

Τροπάρια
Εὐφημοῦμεν σέ προθύμως, ὑποπόδιον λέγοντες, τῶν ποδῶν Κυρίου, ἐν ὤ προσκυνοῦμεν πανάγιε, χαῖρε Σταυρέ• καί ὑψοῦμεν τόν ὑψώσαντα, τήν πεσοῦσαν φύσιν παραβάσει
Προπάτορος.
Ἰορδάνης μαρτυρεῖ σου, τήν φρικτήν θείαν δύναμιν, Σταυρέ τοῦ Κυρίου, ἀναχαιτισθεῖς ὑπέρ λόγον τέ, καί τόπον δούς Πατριάρχη διαβαίνοντι, καί ἀνάξας τῷ Ἐλισσαιέ τό σιδήριον.
Ὄψεις χαῖρε ὁ κτιννύων, ἐν ἐρήμω βλεπόμενος• χαῖρε φῶς Κυρίου, τό φωτίζον πάντα τά περατα• χαῖρε ὁ σκόλοψ βαρβάρων, ἡ κατάλυσις, τῶν ξοάνων τέ, καί Ἰουδαίων ἀπώλεια.
Νῆσοι, ἤπειρος ἡ πάσα, σῶ τιμίω κλεΐζονται, κλέος οἰκουμένης, Σταυρέ ζωηφόρε ὀνόματι• ὕψωσον κέρας ἁπάντων, χριστωνύμων τέ, καί κατάβαλε τῶν ἐναντίον τό φρύαγμα.
Σοί βοῶμεν ὡς ἐμψύχω• Χαῖρε Ξύλον τρισόλβιον• χαῖρε ζωῆς Ξύλον• χαῖρε προσκυνούμενον πάντοτε, ὑπό Ἀγγέλων, ἀνθρώπων• χαῖρε καύχημα, οὐρανοῦ καί γής, σῶσον ἠμᾶς τή
δυνάμει σου.

Ὠδή ἐ΄. Ὁ Εἱρμός
Ἐξέστη τά σύμπαντα, ἐπί τή θεία δόξη σού• σύ γάρ τρισμακάριστον ὤ Ξύλον, ἔσχες εἰς ὕψος τόν ἐπί πάντων Θεόν, καί ἔδειξας ἄχρονον ἠμίν, πάσι τοῖς ὑμνούσι σέ, σωτηρίαν δωρούμενος.

Τροπάρια
Ὅπλον θεοχάλκευτον, ὁ θυρεός τῆς πίστεως, κράτος τό ἀκράδαντον ἐν μάχαις, Σταυρέ Κυρίου, χαῖρε ἡ δίστομος σπάθη τῶν πιστών• χαῖρε δί’ ἤς, Ἄγαρ κατασφάττεται, καί
ἐγείρονται τρόπαια.
Ἰσχύς καί ὀχύρωμα, ἀνθρώπων Σταυρέ τίμιε, κλίμαξ τόν Θεόν ἐστηριγμένον, ἐπί σέ ἔχουσα, χαῖρε τό κήρυγμα, πάντων Προφητών• χαῖρε δί’ οὗ ὁ κόσμος ἠγίασται, καί Σατᾶν
καταβέβληται.
Πάθος τό κεφάλαιον, παθῶν Κυρίου ἔνδοξε, χαῖρε τοῦ παθόντος ἑκουσίως, ἐξ οὗ τό θεῖον πόμα ἀνέβλυσε, πάσι τό πανάχραντον αὐτοῦ Αἷμα, καί ἐπιομεν, ἐκτακέντες οἱ ἄνθρωποι.
Ρείθροις θείου Αἵματος, ἐπαρδευθεῖς πανάγιε Σταυρέ, θεοτίμητε τούς πίστει, σῶζε κινδύνων, καί τοῦ λοιμοῦ καί λιμοῦ, βοώντας σοί• χαῖρε ἡ πηγή, ἄρδουσα τά σύμπαντα, τά
σωτήρια νάματα.
Εὐλόγησον Κύριε, τού σου Σταυροῦ τή χάριτι, τόν ἐνιαυτόν χρηστότητος, τούς ἱερέας, τούς βασιλεῖς, τόν στρατόν, πάντα περιούσιον λαόν, πιστῶς προσκυνοῦντάς σου, τόν
Σταυρόν τόν φωτομορφον.

Ὠδή στ’. Ὁ Εἱρμός
Τήν θείαν ταύτην καί παντιμον, τελοῦντες Ἑορτήν οἱ θεοφρονες τοῦ θεοδέγμονος, Σταυροῦ, τάς χείρας κροτήσωμεν, τόν ἐπ’ αὐτῶ τεθέντα Θεόν δοξάζοντες.

Τροπάρια
Πάσα ἡ γῆ προσκυνοῦμεν σέ, καί ψάλλομεν τῷ θείω ὀνόματι, σού Σταυρέ ὕψιστε, σεπτῶ Ἀγγέλοις ὑπάρχοντι, καί ψοβερῶ καυτοῖς τοῖς δαιμόνων ἄρχουσι.
Ἑλένη γῆθεν τό λάβαρον, ἐκλάμψαν βασιλείας τουπίσημον, Χριστιανῶν ἠμῶν, γνοῦσα τό, χαῖρε σοί ἔκραζε, χαῖρε ἠμῶν ἡ δόξα καί τό κραταίωμα.
Ἰδού καυτοί σοί κραυγάζομεν• χαῖρε Σταυρέ Κυρίου πανένδοξε• χαῖρε ἐλπίζω ἠμών• χαῖρε ὑψῶν ἠμᾶς ἅπαντας, τή παγκοσμίω ἤδη θεία ὑψώσει σου.
Χαρᾶς αἰτίου ὑπάρξαντος, πιστοί νῦν τή δυνάμει σου χαίρομεν, καί προσκυνοῦμεν σέ• χαῖρε λαμπτήρ παμφαέστατε• χαῖρε νηπίων φύλαξ καί πολυΰμνητε.

Τό Κοντάκιον
Ὤ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἄλλ" ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιψρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Εἴτα ἑτέρους ἐξ Οἴκους
Νόμον ὁ ἐν Σιναίω, τῷ Θεόπτη δούς πάλαι, Σταυρῶ ἐθελοντί προσηλοῦται, ὑπέρ ἄνομων ἀνόμως ἀνδρῶν, καί κατάραν νόμου παλαιάν ἔλυσεν, ἴνα Σταυροῦ τήν δύναμιν ὀρῶντες,
ἅπαντες νῦν, βοώμεν•
Χαῖρε, ἀνόρθωσις πεπτοκότων• χαῖρε, κατάπτωσις κοσμολάτρων.
Χαῖρε, Ἀναστάσεως Χριστοῦ τό ἐγκαίνισμα• χαῖρε, μοναζόντων τό θεῖον ἐντρύφημα.
Χαῖρε, δένδρον εὐσκιόφυλλον, ὑφ’ οὗ σκέπονται πιστοί• χαῖρε, ξύλον προφητόφθεγκτον, πεφυτευμένον ἐν γῆ.
Χαῖρε, τῆς Βασιλείας κατ’ ἐχθρῶν συμμαχία• χαῖρε, τῆς πολιτείας κραταιά προστασία.
Χαῖρε, Κριτού δικαίου φανέρωσις• χαῖρε, βροτῶν πταιόντων κατάκρισις.
Χαῖρε, Σταυρέ, ὀρφανῶν ἀντιλῆπτορ• χαῖρε, Σταυρέ, πλουτιστά τῶν πενήτων.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ξένον θαῦμα ἰδόντες, ξένον βίον βιῶμεν, τόν νοῦν εἰς οὐρανόν ἀνυψοῦντες• διά τοῦτο γάρ ἐν τῷ Σταυρῶ ὁ Χριστός ἐπάγη, καί σαρκί πέπονθε, βουλόμενος ἐλκύσαι πρός τό ὕψος,
τούς αὐτῶ βοώντας•
xristianos.gr
Ἀλληλούια.
Ὅλος ἦλθεν ἐξ ὕψους, τήν Θεότηταν ἔχων, ὁ μόνος προαιώνιος Λόγος• καί τεχθεῖς ἐκ Παρθένου Μητρός, καί φανεῖς τῷ κόσμω ταπεινός ἄνθρωπος, Σταυρόν καταδεξάμενος,
ἐζώωσε αὐτῶ βοώντας•
Χαῖρε, Σταυρέ τῆς εἰρήνης ὅπλον• χαῖρε, βαλβίς τῶν ὁδοιπορούντων.
Χαῖρε, σωζομένων σοφία καί στήριγμα• χαῖρε, ἀπολλυμένων μωρία καί σύντριμμα.
Χαῖρε, εὔκαρπον, ἀθάνατον, καί ζωηφόρον φυτόν• χαῖρε ἄνθος, ὅπερ ἤνθησε τήν σωτηρίαν ἠμῶν.
Χαῖρε, ὅτι συνάπτεις τά ἐν γῆ σύν τοῖς ἄνω• χαῖρε, ὅτι φωτίζεις τάς καρδίας τῶν κάτω.
Χαῖρε, δί’ οὗ φθορά ἐξωστράκισται• χαῖρε, δί’ οὗ ἡ λύπη ἠφάνισται.
Χαῖρε, κάλων μυριάριθμος ὄλβος• χαῖρε, πιστῶν μυριώνυμον εὖχος.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Πέπτωκε τῶν δαιμόνων, ἡ παμβέβηλος φάλαγξ, καί γένος τῶν Ἑβραίων ἠσχύνθη, προσκυνούμενον τόν Σταυρόν παρά πάντων, μετά πόθου βλέποντες, ἀεί δέ ἀναβλύζοντα
ἰάματα τοῖς ἐκβοῶσιν.

Ἀλληλούια.
Ρεύματα συνεστάλη, λογισμῶν κακοδόξων, παγέντος σου Χριστέ ἐπί ξύλου• ἀπορούσι γάρ ὄντως τό, Πώς καί Σταυρόν ὑπέστης, καί φθοράν πέφευγας• ἠμεῖς δέ τήν Ἀνάστασιν
δοξάζοντες, ἀναβοῶμεν.
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ τό ὕψος• χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ τό βάθος.xristianos.gr
Χαῖρε, μωρολόγων ἀλόγων ἡ ἅγνοια• χαῖρε, μαντιπόλων ἀφρόνων ἀπώλεια.
Χαῖρε, ὅτι τήν Ἀνάστασιν ἐμφανίζεις τοῦ Χριστού• χαῖρε, ὅτι τά παθήματα ἀνακαινίζεις αὐτοῦ.
Χαῖρε, τῶν πρωτοπλάστων τήν παράβασιν λύσας• χαῖρε, τοῦ Παραδείσου τάς εἰσόδους ἀνοίξας.
Χαῖρε Σταυρέ, τοῖς πάσι σεβάσμιε• χαῖρε, ἐθνῶν ἀπίστων ἀντίπαλε. Χαῖρε Σταυρέ, ἰατρέ τῶν νοσούντων• χαῖρε, ἀεί βοηθέ τῶν βοώντων.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Σῶσαι θέλων τῶν κόσμσν, ὁ τοῦ κόσμου κοσμήτωρ, κατῆλθε πρός αὐτόν ἀπορρήτως• καί Σταυρόν ὑπέστη, Θεός ὧν, δί’ ἠμᾶς, τά πάντα καθ’ ἠμᾶς δέχεται• διό καί λυτρωσάμενος
ἠμᾶς, ἀκούει παρά παντων•

Ἀλληλούια.
Ὠδή ζ’. Ὁ Εἱρμός
Οὐκ ἐλάτρευσαν, τή κτίσει οἱ θεοφρονες, παρά τόν Κτίσαντα• ἀλλά πυρός ἀπειλήν, ἀνδρείως πατήσαντες, χαίροντες ἔψαλλον• Ὑπερύμνητε, ὁ τῶν Πατέρων Κύριος καί Θεός
εὐλογητός εἰ.



Τροπάρια
Ἀναφέρουσα, ἐκ γής πρός τά οὐράνια, χαῖρε ἡ γέφυρα• χαῖρε σημεῖον ἐν ὤ, φλογίνη ρομφαία μέν ὑποκεχώρησε. Ληστής ἦλθε δέ, χαίρων εἰς τόν Παραδεισον• Ἀνυμνῶ τήν δύναμίν σου.
Ἱερέων ἡ εὐπρέπεια ζωήρρυτε, χαῖρε θεμέλιόν της Ἐκκλησίας ἠμῶν, γαλήνη τοῦ συμπαντος• χαῖρε ἀνάκλησις, μετανοίας τέ, καί παρθενίας τήρησις• χαῖρε ξύλον ἀφθαρσίας.
Ρόδον εὔοσμον, ἄνθος χαῖρε ἀμάραντον, ράβδος βλαστήσασα τῆς σωτηρίαν ἠμών• Ζωῆς χαῖρε τράπεζα, παρατιθέμενον, ἄρτον ἔχουσα• χαῖρε τροφή πεινώντων τέ καί λιμήν χειμαζομένων.
Εὐφημεῖ σέ, μακαρίζοντα τά πέρατα, καί ἀνακράζει σοί• Χαῖρε τό ἅρμα Θεοῦ, ἐν ὤ περιέδραμεν ἀγαλλιώμενος, ὥσπερ γίγας τίς, τόν οὐρανόν, τήν ἄβυσσον, ἕως ἄκρων οὐρανίων.
Ἰλαστήριον, ἁπάντων χαῖρε τίμιε• χαῖρε ἡ σύστασις, παντός του κόσμου Σταυρέ, δί’ οὗ ὑψουμένου τέ συνανυψούμεθα, καί διάβολος, πίπτει εἰς ἅδου πέταυρον, τῷ αὐτῶ ἠτοιμασμένον.

Ὠδή ἡ΄. Ὁ Εἱρμός
Παίδας εὐαγεῖς ἐν τή ἀβύσσω, ὁ τύπος τοῦ θεοδόχου διεσώσατο, τότε μέν τυπούμενος• νῦν δέ ἐνεργούμενος, τήν οἰκουμένην ἅπασαν ἀγείρει ψάλλουσαν• τόν Κύριον ὑμνεῖτε τά
ἔργα, καί ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τούς αἰώνας.

Τροπάρια
Ναμάτων πηγῆς ἐκ σωτηρίου, τοῦ θείου Σταυροῦ, πλουσίως ἀρυσώμεθα, θεορρύτων ἅπαντες, τῆς πλευρᾶς τοῦ πλάσαντος, ἠμᾶς προθύμως κράζοντες καί πιστεῖ ψάλλοντες•
Τόν Τίμιον ὑμνοῦμεν Κυρίου, καί ὑπερυψοῦμεν Σταυρόν εἰς τούς αἰώνας.
Μέσον οὐρανοῦ καί γής ἱδρυθῆς, ὡς κλίμας Σταυρέ Κυρίου ὡραιότατε, ἴνα ἀνατρέχωμεν πρός τά ἐπουράνια, διά τῆς σῆς οἱ ἄνθρωποι ἀνόδου, ψάλλοντες• Τόν Τίμιον Σταυρόν
ἀνυμνοῦμεν, καί ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰώνας.
Ὁ τόπος Κυρίου, οὗ οἱ πόδες, οἱ ἅγιοι σοί πρός σωτηρίαν ἔστησαν• ὅθεν προσκυνοῦμεν σέ, Σταυρέ ἡλιομορφε, τῶν ἀσκητῶν ἐντρύφημα, τοῦ Παντοκράτορος, ἡ ἔκλαμπρος
σημαία τῆς νίκης, κατά τοῦ Βελιάρ, ἡ θεοδόχος κλίνη.
Νεκροί διά σου ζωοποιούνται• θανάτου καί γάρ τόν νεκρωτήν ἐβάστασας• τυφλοί ἀναβλέπουσιν, ὦτα διανοίγονται, δαίμονες διώκονται, πάθη ἀφίστανται, μυρίων ἀγαθῶν
ταμειοῦχε, Σταυρέ τοῦ Σωτῆρος, ἡ κλεῖς τοῦ Παραδείσου.
Ὤφθης Κωνσταντίνω τῷ μεγάλω, τῷ κράτορι εὐσεβείας, ὤ πανέβαστε, Σταυρέ θεοδώρητε, καί πανυπερθαύμαστε, ἡλιακῶν λαμπρότερος βολίδων• ὅθεν σέ τόν Κύριον ὑμνοῦμεν
τόν δόντα, καί ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰώνας.

Ὠδή θ΄. Ὁ Εἱρμός
Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι λαμπαδουχούμενος, πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων Νόων φύσις γεραίρουσα, τά ἱερά θαυμάσια της Θεομήτορος, καί βοάτω• Χαίροις παμμακάριστε,
Θεοτόκε ἁγνή ἀειπάρθενε.
xristianos.gr
Τροπάρια
Ἴθυνον ἠμῶν, Σταυρέ παμμακάριστε, τῶν προσκυνούντων σέ, πρός τά ἐντολᾶς Χριστοῦ, τήν ζωήν, ἴνα σοί Χαῖρε κράζωμεν• χαῖρε κατάρας λύτρωσις, ὡς ταννυσθέντος σοί, τοῦ
Κυρίου καί κατάραν λύσαντος, εὐλογίαν ἠμίν ἀντεισάξαντος.
Ἤρθη ἐπί γής, ἁπάσης ἡ δόξα σου, Σταυρέ καί ἐπλησε, καί τά ἐπουράνια• διό σοί, Χαῖρε ἀεί κραυγάζομεν• χαῖρε, δί’ οὐ ἐσώθημεν, τά ἔθνη ἅπαντα, προσκυνοῦντες, Τριάδα
ἀχώριστον, τόν Πατέρα, Υἱόν σύν τῶν Πνεύματι.
Σύ εἰ ὁ Σταυρός, δί’ οὗ πάλαι ἔσχισε, Μωυσῆς τήν θάλασσαν• σύ εἰ ἡ ἐκφυήσασα, Ἀαρωνίτις ἡ ράβδος τά κάρυα• σύ τό γλύκαναν ξύλον Μέρας τά νάματα• σοί βοώμεν• Χαίροις
προφητόφθεγκτε, αὐτουργέ τεραστίων ἑκάστοτε.
Ὅλης ἐκ ψυχῆς, τό Χαῖρε σοί κράζομεν, Σταυρέ πανάγιε, καί κατασφραγίζομεν, αὐτούς, καί πόλεις πλοῖα τέ, καί ἱερά, καί ἅπαντα τά ἐγχειρήματα, σού τό θεῖον, ὄνομα χαράττοντες,
πεποιθότες ἐν σοῖ καί τροπούμενοι.
Ὕψωσον Χριστέ, ἠμῶν λατρευόντων σοί, καί προσκυνούντων σου, τόν ζωοποιόν Σταυρόν, καί τά φρικτά σοί, θεία παθήματα, τήν πολιτεία• θραῦσον δέ, τούς ἀντιλέγοντας, ἴνα
γνῶσι, πάντες τήν ἀήττητον, τοῦ Τιμίου Σταυροῦ σου τήν δύναμιν.
Σῶσον μέ Μητρός, τή χαρίτι δέομαι τῆς παναχράντου σου, καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, θεία δυνάμει, ὄν καί ὑπέμεινας, ὤ Ἰησοῦ μακρόθυμε, καί πολυέλεε, ἴνα σώσης, ρεῦσον τό εἰκόνα
σήν, καί ὁμοίωσιν φέρον πλαστούργημα.

Κοντάκιον
Ὤ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιψρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Εἴτα τούς λοιπούς ἕξ Οἴκους
Τεῖχος τῆς οἰκουμένης, ὤ Σταυρέ ζωηφόρε, ἀπόρθητον καί θεῖον νοούμεν• ὁ γάρ τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γής, κατασκευάσας σέ Ποιητής, τάννυσι τάς χείρας, ξένον ἄκουσμα• καί
ἅπαντας ἐκφωνεῖν διδάσκει•
Χαῖρε, ἡ βάσις τῆς εὐσεβείας• χαῖρε, τό νίκος τῆς κληρουχίας.
Χαῖρε, Ἀμαλήκ νοητόν ὁ τροπούμενος• χαῖρε, Ἰακώβ ταῖς χερσί προτυπούμενος.
Χαῖρε, σύ γάρ ἀνεμόρφωσας τάς παλαιτάτας σκιάς• χαῖρε, σύ γάρ ἀνεπλήρωσας προψητοφθέγκτους φωνᾶς.
Χαῖρε, ὁ τόν Σωτήρα τῶν ἁπάντων βαστάσας• χαῖρε, ὁ τόν φθορέα τῶν ψυχῶν καταργήσας.
Χαῖρε, δί’ οὗ Ἀγγέλοις ἠνώθημεν• χαῖρε, δί’ οὗ φωτί κατηυγάσθημεν.
Χαῖρε, σέ γάρ προσκυνοῦμεν τιμώντες• χαῖρε, σοί γάρ προσφωνοῦμεν βοώντες•

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὕμνος ἅπας μειοῦται, συνακολουθεῖν θέλων, τῷ πληθεῖ τῶν πολλῶν σου θαυμάτων• ἐγκωμίων πληθύν καί γάρ ἄν προσάξωμεν σοί, ὤ Σταυρέ τίμιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν
δέδωκας ἠμίν• ἀλλ’ οὔν βοώμεν•

Ἀλληλούια.
Φωτοπάροχον αἴγλην, τοῖς ἐν σκότει δωρεῖται, Σταυρός ὁ ζωοδώρητος οὔτος• τό γάρ ἄϋλον δέδεκται φῶς, καί πρός γνῶσιν θείαν δαδουχεῖ ἀπαντας• ὑψοί δέ νῦν ὑψούμενος τόν
νοῦν ἠμῶν, ἀναμέλπειν ταύτα•
Χαῖρε, φωστήρ, τοῖς ἐν σκότει φαίνων• χαῖρε, ἀστήρ τόν κόσμον αὐγάζων.
Χαῖρε, ἀστραπή, χριστοκτόνους ἀμβλύνουσα• χαῖρε, ἡ βροντή, τούς ἀπίστους ἐκπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι κατελάμπρυνας Ὀρθοδόξων τους χορούς, χαῖρε, ὅτι κατηδάφισας τῶν εἰδώλων τούς βωμούς.
Χαῖρε, οὗπερ ὁ τύπος οὐρανόθεν ἐφάνη• χαῖρε, οὗπερ ἡ χάρις πονηρίας ἐλαύνει.
Χαῖρε, σαρκός σημαίνων τήν νέκρωσιν• χαῖρε, παθῶν ὁ κτεΐνων ἐπέγερσιν.
Χαῖρε, ἐν ὤ ὁ Χριστός ἐσταυρώθη• χαῖρε, δί’ οὗ πᾶς ὁ κόσμος ἐσώθη.

Χαῖρε Ξύλον, μακάριον.
Χάριν δοῦναι θελήσας, ὁ Χριστός τοῖς ἀνθρώποις, τάς χείρας ἐπί ξύλου ἐκτείνει, καί τά ἔθνη πάντα συγκαλεῖ, καί βασιλείαν πάσιν οὐρανῶν δίδωσι, τοῖς μέλπουσι τόν ὕμνον
ἐπαξίως, καί πιστῶς βοώσιν•

Ἀλληλούια.
Ψάλλοντές σου τόν ὕμνον, εὐφημοῦμεν ἐκ πόθου, ὡς ἔμψυχον Κυρίου σέ Ξύλον• ἐπί σοῖ γάρ πάγεις ἐν σαρκί, ὁ δεσπόζων τῶν δυνάμεων, ἠγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοάν σοί ταύτα•
Χαῖρε, Σταυρέ, νοητή ρομφαία• χαῖρε, Ἁγίων ἅγιον βλέμμα.
Χαῖρε, Προφητῶν καί Δικαίων προκήρυγμα• χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ λαμπροφόρον στρατήγημα.
Χαῖρε, κάλλος καί διάδημα βασιλέων εὐσεβών• χαῖρε, κράτος καί ὀχύρωμα ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς ἀληθείας εὐκλεέστατος κόσμος• χαῖρε, τῆς σωτηρίας εὐτυχέστατος ὅρμος.
Χαῖρε, φαιδρόν ἁπάντων ἀγλάισμα• χαῖρε, υἱῶν τῆς Ἄγαρ φυγάδευμα.
Χαῖρε, φωτός ἀκηράτου λυχνία• χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς θυμηδία.

Χαῖρε Ξύλον, μακάριον.
Ὤ πανύμνητον Ξύλον, τό βαστάσαν τόν πάντων Ἁγίων, ἁγιώτατον Λόγον (τρίς)• δεδεγμένων ἠμῶς τά λιτᾶς, ἀπό πάσης ρύσαι συμφορᾶς ἅπαντας, καί αἰωνίου λύτρωσαι κολάσεως
τούς σοί βοώντας•

Ἀλληλούια.
Ἄγγελοι οὐρανόθεν, ἀοράτως κυκλούσι, Σταυρόν τόν ζωηφόρον ἐν φόβω• καί φωτοπάροχον χάριν λαμπρῶς παρεχόμενον, νῦν τοῖς πιστοῖς βλέποντες, ἐξίστανται, καί ἵστανται
βοῶντες πρός αὐτόν τοιαύτα•
Χαῖρε, Σταυρέ, οἰκουμένης φύλαξ• χαῖρε, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.
Χαῖρε, ὁ πηγάζων ἀφθόνως ἰάματα• χαῖρε, ὁ φωτίζων τοῦ κόσμου τά πέρατα.
Χαῖρε, ξύλον ζωομύριστον, καί θαυμάτων θησαυρέ• χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε, καί χαρίτων παροχεύ.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὑποπόδιον θείον• χαῖρε, ὅτι ἐτέθης εἰς προσκύνησιν πάντων.
Χαῖρε, κρατήρ τοῦ νέκταρος ἔμπλεως• χαῖρε, λαμπτήρ τῆς ἄνω λαμπρότητος.
Χαῖρε, δί’ οὗ εὐλογεῖται ἡ κτίσις• χαῖρε, δί’ οὗ προσκυνεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Κοντάκιον
Ὤ τρισμακάριοτε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιψρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Τό Τρισάγιον
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός
ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.

Κοντάκιον
Ὤ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σέ προσκυνοῦμεν οἱ πιστοί καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τή θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον,
περιψρούρει τέ καί σκέπε τή σή χάριτι, τοῖς σοί κράζοντας• Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Ὁ Ἱερεύς: Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Πηγή:xristianos

Γιατί γιορτάζουμε την Ύψωση του Τίμιου Σταυρού;

 

Γιατί γιορτάζουμε την Ύψωση του Τίμιου Σταυρού;



Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της.


Η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης καθιερώθηκε ίσως από τον ίδιο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330.


Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία στα οποία εξαίρεται ο ρόλος του Σταυρού για τη σωτηρία του κόσμου.


Το γεγονός ότι οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς αποδεικνύει ότι οι διωκόμενοι χριστιανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Το ιερό αυτό σύμβολο τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.


Η θαυματοποιός δύναμη του Σταυρού


Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Οι ιστορικοί της εποχής αναφέρουν ότι ο αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια.


Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τον χριστιανισμό.


Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού


Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη, όπου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου.


Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης. Η αγία Ελένη επιδόθηκε σε προσπάθειες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών.


Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα.



Η επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού


Την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους.


Λόγω των θαυμάτων που επιτελούνταν χάρη στον Τίμιο Σταυρό οι Πέρσες τον θεώρησαν μαγικό και γι’ αυτό τον φύλασσαν και τον προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα!


Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.


Η εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία.


Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια.

Πηγή:: osiaefxi.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ



Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου

Ποιος είναι ο γνήσιος μαθητής του Χριστού
(Μάρκ. 8,34-9,1)


«Δεν θα σωθεί κανείς αν δεν εγκαταλείψει τα πάθη του και τον εγωισμό του, αν δεν δώσει τη ζωή του για το καλό και την αλήθεια, και αν δεν ακολουθήσει τον Υιό του Θεού, που είναι η όντως αλήθεια».


Αυτό ήταν το νόημα των λόγων του Ιησού, όταν κάποτε προσκάλεσε τον πολύ κόσμο, που τον ακολουθούσε πάντα, και του αποκάλυψε ρήματα ζωής αιωνίου. Ο Κύριος δεν υποχρεώνει φυσικά κανέναν να γίνει μαθητής Του. Οι μαθητές Του θέλει να είναι ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ. Γι’ αυτό χρησιμοποιεί για το παρευρισκόμενο πλήθος τα λόγια: «ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ να με ακολουθήσει». Η καλή πράξη έχει πράγματι αξία όταν η θέληση του ανθρώπου είναι στραμμένη ΕΛΕΥΘΕΡΑ στο καλό, και όχι όταν ο άνθρωπος υποχρεώνεται να πράξει τα άριστα. «Όποιος θέλει λοιπόν, ΝΑ ΜΕ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ», λέγει ο Κύριος. Δηλαδή: Αληθινός μαθητής του Ιησού είναι εκείνος που συνταυτίζεται μαζί Του, που πορεύεται μ’ Εκείνον όπως τα πρόβατα με τον ποιμένα, που τον ακολουθεί στο καθήκον και τη θυσία στην εδώ ζωή, διότι έτσι θα ακολουθήσει μετέπειτα το Χριστό και στη δόξα Του, στην αιώνια ζωή.

«Όποιος θέλει να με ακολουθήσει», συνεχίζει ο Ιησούς, «ΑΣ ΑΠΑΡΝΗΘΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ». Δηλαδή, να παύσει να θεωρεί τον εαυτό του σαν το κέντρο του κόσμου, να σταματήσει να βλέπει τους άλλους σαν όργανα για τη δική του επιβίωση, και να αρχίσει να ζει πλέον για την ανθρωπότητα, για το καλό τού κάθε ενός ξεχωριστά, με πλήρη υποταγή στο θέλημα του Θεού. Πρόκειται για την αντίθετη στάση ζωής με εκείνη που εκδήλωσε κάποτε ο Πέτρος, όταν συμβούλευσε τον Ιησού να απομακρυνθεί από το μαρτύριο για να σωθεί ατομιστικά. Ο Χριστός αξιώνει το αντίθετο: Απαιτεί από τους φίλους και μαθητές Του την αυταπάρνηση, αφού άλλωστε, η γέννηση, η ζωή και ο θάνατός Του, υπήρξε συνεχής πράξη αυταπαρνήσεως και υψιπετούς κενώσεως.


Και όχι μόνο πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του ο μαθητής του Χριστού, τους λέγει και πάλι ο Κύριος, αλλά οφείλει να σηκώνει ο καθένας ξεχωριστά «ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟ», όχι για μια φορά, αλλά σε όλο του το βίο. Καλεί επομένως ο Θεάνθρωπος εμάς τους χριστιανούς να διακόψουμε κάθε σχέση με τον παλιό εαυτό μας, και να συμμορφωθούμε με το υπόδειγμα του σταυρωμένου Χριστού, υπομένοντες κάθε θλίψη και κάθε στενοχώρια που μας συμβαίνει, είτε κατά την εκτέλεση του αγαθού, είτε κατά την αποφυγή του κακού. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι χριστιανοί θα πρέπει μοιρολατρικά να σκύβουν το κεφάλι σε καταστάσεις ανελευθερίας, βίας, διακρίσεων κ.λπ. ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ, από τη θέση του ο καθένας, για τη θετική αλλαγή προσώπων, καταστάσεων και θεσμών. Όταν όμως μια κατάσταση δεν μπορεί να αλλάξει με τίποτα, τότε την εναποθέτουμε στο Θεό, και Εκείνος μόνο γνωρίζει το αληθινό μας συμφέρον. Σε κάθε περίπτωση, το να σηκώνει κανείς το σταυρό του, ζητείται από τον Ιησού επειδή ο χριστιανός έχει την ιδιότητα του ακολούθου Του, και όχι για άλλους λόγους. Γι’ αυτό και επιμένει ο Χριστός στο: «Ακολουθείτω μοι». Οι εντολές Του προσφέρονται δηλαδή σε εκείνους που πρόκειται, ή σε όσους ήδη τον ακολουθούν, και όχι για τους κακούς, ληστές, εγκληματίες και άλλους παρόμοιους, που παραμένουν έτσι, ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑ. ΟΥΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΙΔΙΟΙ τις οδύνες, δυσάρεστες καταστάσεις και στενοχώριες, ζώντας και πράττοντας ιδιοτελώς, διότι τότε δεν συγκαταλεγόμαστε στους μαθητές του Κυρίου.


«Διότι», επεξηγεί ο Ιησούς, «εκείνος που θέλει να σώσει ΕΓΩΙΣΤΙΚΑ τη ζωή του, θα χάσει την πνευματική και μακάρια αιώνια ζωή. Όποιος όμως ΘΥΣΙΑΣΕΙ τη ζωή του για την ΟΜΟΛΟΓΙΑ και υπακοή του σε μένα και την αλήθεια που σας διδάσκω, αυτός ΘΑ ΣΩΣΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ στον μέλλοντα βίο, όπου θα κερδίσει την αιώνια ευτυχία». Το μήνυμα του Κυρίου στο σημείο αυτό είναι η ασυγκρίτως μεγαλύτερη αξία της ψυχής από όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις του παρόντος αιώνος. Αρνούμενος κάποιος το Χριστό, και ποντάροντας μόνο στην υλική του ευτυχία, είναι πλήρως χρεωκοπημένος και ανέκφραστα χαμένος, αφού χάνει την ψυχή του οριστικά και αμετάκλητα.


Και συνεχίζει ο Ιησούς: «Οποιοσδήποτε», λέγει, «ΝΤΡΑΠΕΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ και τους λόγους μου, επηρεαζόμενος από τις περιφρονήσεις και τους χλευασμούς των ανθρώπων, αυτόν θα ντραπώ κι εγώ, θα αποκηρύξω και δεν θα αναγνωρίσω σαν δικό μου μαθητή, όταν θα έρθω κατά τη Δευτέρα Παρουσία μου με τους αγίους αγγέλους, περιβεβλημένος την απαστράπτουσα δόξα του Πατέρα μου». «Όποιος ντραπεί για μένα ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΜΟΥ», λέγει ο Κύριος. Υπάρχουν πράγματι σήμερα πολλοί άνθρωποι, που δέχονται γενικά και αόριστα το μεγαλείο του Χριστού, αλλά αρνούνται αρκετές απ’ τις διδασκαλίες Του. Και αυτοί επίσης θα συγκαταλεχθούν με εκείνους που αρνούνται τον Κύριο της δόξης, σύμφωνα με τα λόγια του ιδίου. Με τον τρόπο αυτό προτρέπει επίσης και τους ασθενέστερους εκ των μαθητών Του να συμμετάσχουν στα επακολουθήσαντα παθήματα και την ταπείνωσή Του.


Τέλος, για να μην λιποψυχήσουν οι μαθητές Του, δεδομένου ότι πολλά δυσάρεστα και αυστηρά τούς είπε ο Χριστός, για κινδύνους και παθήματα και κρίση των ανθρώπων, τούς αποκαλύπτει και το εξής: «Σας λέγω αληθινά, τους λέγει, ότι υπάρχουν μερικοί απ’ αυτούς που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα δοκιμάσουν θάνατο, προτού να δουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, την εγκαινίαση και την δυναμική, εκ του Παρακλήτου, ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ».


Πράγματι, σύμφωνα και με την προφητεία του Ιωήλ, όπως περίφημα την εξήγησε ο απόστολος Πέτρος μετά την Πεντηκοστή, η έκχυση του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο εγκαινίασε την περίοδο της Χάριτος του Κυρίου, δηλαδή της Εκκλησίας, και τη φωτοφόρα Θεοφάνειά Του στις ανθρώπινες καρδιές.

--------------------------------
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:


- Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ, Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας, 2003
- ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ, Π.Ν. Τρεμπέλα, εκδ. ‘Ο Σωτήρ’, Αθ. 1993
- ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, Γεωργίου Πατρώνου, τ. β΄, έκδ. ‘Αποστολικής Διακονίας’, Αθ. 2003
- ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΥΠΑΡΞΗ, Κων/νου Γρηγοριάδη, τ. α΄, έκδ. β΄, έκδ. ‘Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος’, Αθ. 2001
- ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, Ιω. Καταβιδόπουλου, εκδ. ‘Π. Πουρναρά’, Θεσσαλ. 2005

Πηγή:: osiaefxι

ΣΤΑΥΡΟΣ - ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Οι προτυπώσεις του Σταυρού στην Παλαιά Διαθήκη



Πολλά γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης ερμηνεύονται μέσα στην παράδοση της Εκκλησίας, σαν προφητικές προεικονίσεις κάποιων γεγονότων της Καινής Διαθήκης, και ονομάζονται τύποι ή προτυπώσεις εκείνων.


Οι πατέρες της Εκκλησίας, βλέπουν προτυπώσεις του Σταυρού του Χριστού μέσα σε πάρα πολλά γεγονότα της Π. Διαθήκης. Μάλιστα οι υμνογράφοι και ιδιαίτερα ο Κοσμάς ο μελωδός, που έχει γράψει τον κανόνα της εορτής της ύψωσης του τιμίου Σταυρού, συσχετίζουν αυτά τα γεγονότα με το Σταυρό.


Προτυπώσεις λοιπόν του Σταυρού φαίνονται στα παρακάτω γεγονότα της Βίβλου.

Στη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας από τους Εβραίους. Ο Μωυσής χτύπησε με το ραβδί του οριζόντια («επ’ ευθείας») τη θάλασσα και αυτή άνοιξε στα δύο ώστε να τη διαβεί ο λαός του. Στη συνέχεια αφού πέρασε κι ο τελευταίος Εβραίος, ξαναχτύπησε με το ραβδί του τη θάλασσα κάθετα («επ’ εύρους»), σχηματίζοντας έτσι το σημείο του Σταυρού, και τους μεν διωκόμενους έσωσε, τους δε διώκτες τύραννους καταπόντισε.


Στην προσευχή του Μωυσή στην έρημο, όταν ο λαός του κινδύνευε από την επίθεση των Αμαληκιτών. Τότε ο Μωυσής στάθηκε προσευχόμενος κάπου που να τον βλέπουν όλοι με απλωμένα τα χέρια, σχηματίζοντας έτσι Σταυρό. Όσο είχε απλωμένα τα χέρια νικούσαν, όταν κουράστηκε και τα κατέβασε, χάνανε. Ώσπου ζήτησε να του κρατούν τεντωμένα τα χέρια ο Ωρ και ο Ααρών μέχρι να αποκρούσουν οριστικά τον εχθρό.
Στο χάλκινο φίδι που ύψωσε πάνω στο ραβδί του ο Μωυσής. Όταν φίδια φαρμακερά δάγκωναν στην έρημο το λαό του, ύψωσε πάνω στο ραβδί του ένα χάλκινο φίδι που το βλέπανε οι Εβραίοι και δεν πάθαιναν τίποτα από τα δηλητηριώδη δαγκώματα. Το φίδι με το ραβδί σχημάτιζαν σταυρό. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η ερμηνεία που δίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για το χάλκινο φίδι. Λέει λοιπόν, ότι το χάλκινο φίδι δεν ήταν τύπος αλλά αντίτυπος του Σταυρωθέντος Χριστού. Δηλαδή δεν εικόνιζε το Χριστό αλλά το διάβολο. Και απαντώντας σε όσους θα αναρωτιούνται για το πώς ο διάβολος είναι δυνατόν να σώζει, λέει, πως σώζει όσους πιστεύουν πως «ο υπό του όφεως τυπούμενος» διάβολος νεκρώθηκε από το Χριστό.


Στο ραβδί του Ααρών που βλάστησε, προκρίνοντας έτσι για τη θέση του ιερέα αυτόν και τη φυλή του Λευί που αντιπροσώπευε. Από το ξερό ραβδί του Ααρών βγήκαν φύλλα και καρύδια. Όπως η ξερή και στείρα «εκκλησία των εθνών» εξάνθησε το ξύλο του Σταυρού κι εβλάστησε «καρπόν ζωής», δηλαδή τον «εν αυτώ κρεμασθέντα Σωτήρα Χριστόν».


Στο ραβδί του Μωυσή, όταν μ’ αυτό χτύπησε το βράχο στην έρημο κι ανέβλυσε νερό χάριν των σκληρόκαρδων Εβραίων. Ο Απόστολος Παύλος στην πέτρα εκείνη βλέπει το Χριστό «έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας, η δε πέτρα ην ο Χριστός». Λέει η Παλαιά διαθήκη, ότι ο Μωυσής χτύπησε την πέτρα μια και δυο, και οι πατέρες βλέπουν σ’ αυτή την έκφραση την οριζόντια και την κάθετη διάσταση, τη διαγραφή δηλαδή του σχήματος του Σταυρού.


Στο Ξύλο που, με υπόδειξη του Θεού, έβαλε ο Μωυσής μέσα στο νερό της πηγής Μερράς κι από πικρό που ήταν το μετέβαλε σε γλυκό. Ο Κοσμάς ο Μελωδός σε κάποιο τροπάριό του λέει πως το θαύμα αυτό προεικόνιζε τη μεταβολή των Εθνών από την ασέβεια στην ευσέβεια, δια του Σταυρού. Την ίδια γνώμη έχει κι ο Κύριλλος Ιεροσολύμων κι ο Θεοδώρητος.


Στο περιστατικό με τον προφήτη Ελισσαίο, που είχε πάει μαζί με άλλους στο Ιορδάνη ποταμό να κόψουν ξύλα για να φτιάξουν καλύβες. Εκεί λοιπόν που κάποιος προφήτης έκοβε ξύλα, του ’φυγε το στειλιάρι απ’ την αξίνα και τού πεσε η αξίνα στο ποτάμι. Τότε ο προφήτης Ελισσαίος έριξε στο ποτάμι ένα ξύλο ελαφρύ που πήγε στον πάτο, και η βαριά αξίνα ανέβηκε πάνω και την πιάσανε. Κατά τον Κοσμά το Μελωδό, η αξίνα με το ελαφρύ ξύλο του προφήτη, σχημάτισαν Σταυρό, τον οποίο και προτυπώνουν με την έννοια ότι ο Σταυρός του Χριστού, έκοψε την πλάνη με το βάπτισμα, (νερό του Ιορδάνη ), όπως η αξίνα έκοψε τα ξύλα.


Στην παράταξη του Ισραηλιτικού λαού γύρω από τη σκηνή του μαρτυρίου. Ο Μωυσής κατ’ εντολή του Θεού παρέταξε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ σε τρόπο που τρεις να είναι στο βόρειο μέρος της σκηνής, τρεις στο νότιο, τρεις στο ανατολικό και τρεις στο δυτικό. Μ’ αυτό τον τρόπο σχημάτισαν Σταυρό.


Στην προσευχή του Ιωνά μέσα στην κοιλιά του κήτους. Ο Κοσμάς ο μελωδός λέει πως ο Ιωνάς στην κοιλιά του κήτους άπλωσε σταυροειδώς τις παλάμες του και προτύπωσε το πάθος του Χριστού, ενώ όταν μετά τρεις μέρες βγήκε σώος, «την υπερκόσμιον Ανάστασιν υπεζωγράφισεν». Η Παλαιά διαθήκη δεν αναφέρει τίποτα περί σταυροειδούς «διεκπετάσεως» των χειρών του Ιωνά. Ο μελωδός το συμπεραίνει αυθαίρετα, μια που και ο Μωυσής και ο Δαυίδ και ο Σολομών έτσι προσευχήθηκαν στις δύσκολες στιγμές.


Στην ευλογία του πατριάρχη Ιακώβ, στα παιδιά του γιου του Ιωσήφ, Εφραίμ και Μανασσή. Λέει η Παλαιά Διαθήκη πως γέροντας πια ο Ιακώβ (140 χρονών ) κυρτός και χωρίς καλή όραση πήγε να ευλογήσει τα εγγόνια του που τούφερε δίπλα του ο γιος του Ιωσήφ, στην Αίγυπτο. Ο πατέρας τους, τους έβαλε, στα δεξιά τον Εφραίμ και στα αριστερά τον Μανασσή. Ο Ιακώβ δεν τους ευλόγησε απλώνοντας το δεξί χέρι του αντίστοιχα στον Εφραίμ και το αριστερό στον Μανασσή, αλλά αντίστροφα, σταυρωτά, προτυπώνοντας έτσι την ευλογία του Σταυρού στην Εκκλησία. Μάλιστα στη συνέχεια ο Ιωσήφ που θεώρησε πως λόγω γήρατος ο πατέρας του έκανε λάθος, του έπιασε τα χέρια και πήγε να βάλει το δεξί στον Εφραίμ και το αριστερό στον Μανασσή, οπότε και συνάντησε την αντίσταση του γέροντα που προφήτεψε πως ο νεότερος θα ηγηθεί κι ο μεγαλύτερος αδελφός θα ακολουθήσει, θα είναι «λαός».


Στην προσκύνηση από τον Ιακώβ, της ράβδου του γιου του Ιωσήφ. Λέει η Βίβλος πως πριν πεθάνει ο γέρος πια Ιακώβ έβαλε τον γιο του Ιωσήφ να του ορκισθεί πως δε θα αφήσει στην Αίγυπτο τη σορό του, αλλά θα τη μεταφέρει στη Χεβρών που ήταν θαμμένοι, ο Αβραάμ και η Σάρα, και ο πατέρας του Ισαάκ. Πράγματι ο Ιωσήφ ορκίστηκε και τόσο ευχαριστήθηκε ο Ιακώβ, που έσκυψε και φίλησε την άκρη από το ραβδί του γιου του. Στην προσκύνηση αυτή οι πατέρες βλέπουν την προτύπωση της προσκύνησης του Σταυρού του Χριστού.


Στον Ισαάκ που βάδιζε ανύποπτος προς τη θυσία φορτωμένος με τα ξύλα για το θυσιαστήριο, ακολουθώντας γρήγορα τον πατέρα του.


Στο ραβδί του Μωυσή που μεταβλήθηκε σε μεγάλο φίδι και μεταμόρφωσε τα ραβδιά των Αιγυπτίων καταπίνοντάς τα, και αργότερα μετέβαλε το νερό του Νείλου σε αίμα, για να μη μπορούν να πίνουν οι Αιγύπτιοι, κι άλλοτε μεν έβγαζε από τα νερά βατράχια, άλλοτε έριχνε ακρίδες, σκνίπες, κι άλλοτε πάλι σκότος βαθύ.


Τέλος στο «στύλο του πυρός» και στο «στύλο της νεφέλης» με τα οποία ο Θεός οδηγούσε το λαό του στην έρημο.

Πηγή:eorakamen 
You might also like: