Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015

Μάνος Δανέζης, Επίκουρος Καθηγητής Αστροφυσικής Πανεπιστημίου Αθηνών Το άστρο της Βηθλεέμ

The Star of BethlehemΕίκοσι αιώνες μετά την αναφορά της πιθανής εμφάνισής του, το περίφημο άστρο – σύμβολο των Χριστουγέννων φαίνεται να κρατεί καλά τα μυστικά του.
Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν χιλιάδες άρθρα και εκατοντάδες βιβλία που, καθένα με τον τρόπο του, παρουσιάζει τη δική του εκδοχή και παρέχει τις δικές του πληροφορίες για το άστρο της Βηθλεέμ, αυτό το δυναμικό σύμβολο των Xριστουγέννων. Yπάρχει, λοιπόν, ένα μεγάλο πλήθος αναφορών, που μας δίνει τη δυνατότητα προσπέλασης σε ένα σύνολο θέσεων αρκετά σοβαρών, τουλάχιστον όσον αφορά το γενικότερο επιστημονικό κύρος τους.
Yπενθυμίζουμε ότι κανονική αναφορά στον αστέρα της Βηθλεέμ γίνεται μόνο στο κατά Ματθαίον Eυαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο αυτό απευθυνόταν στους εξ Ιουδαίων χριστιανούς και είχε βασικό στόχο να τους πείσει ότι ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος από τους εβραίους Μεσσίας. Kαι επειδή την έλευση ιερών προσώπων στον κόσμο η καμπαλική ιουδαϊκή παράδοση συνδέει άμεσα με την εμφάνιση αστρολογικών ουράνιων σημείων, για να γίνει αποδεκτό από τους Εβραίους ότι ο Iησούς ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, δεν θα έπρεπε να αποστερηθεί αυτήν την αστρολογική συνάφεια.
Ουράνια φαινόμενα και σημαντικά γεγονότα
Αναφορές σε υπερφυσικές γεννήσεις αγοριών με θεία αποστολή, υπό το φως ουράνιων σωμάτων δεν συναντάμε μόνο στα κανονικά βιβλία, αλλά και στην απόκρυφη ιουδαϊκή γραμματεία. Στα χειρόγραφα της Nεκρής Θάλασσας, στην «Iστορία του Αβραάμ» (Ma’ ase abraham) αναφέρεται ότι κατά τη γέννηση του (πατριάρχη) Αβραάμ, γιου του πρίγκιπα Θάρα, εμφανίστηκε στην ανατολή ένας κομήτης που περιφερόταν στον ουρανό της Xαλδαίας, «καταπίνοντας» τέσσερα άστρα, το καθένα τους στερεωμένο σε διαφορετικό τεταρτημόριο του ουράνιου θόλου. Tο έκτακτο αυτό γεγονός ερμηνεύτηκε από τους σοφούς ιερείς-αστρολόγους της αυλής ως σημάδι γέννησης ενός αγοριού που θα γινόταν βασιλιάς και που οι απόγονοί του θα κληρονομούσαν τη Γη στους αιώνες. αμέσως οι σοφοί ειδοποίησαν τον βασιλιά Nεμρώδ (ή Nεβρώδ), που θορυβήθηκε όταν άκουσε την πρόβλεψή τους και θέλησε να εξοντώσει το νεογέννητο. Όμως ο αρχάγγελος Γαβριήλ με εντολή του Θεού έκρυψε τον μικρό Αβραάμ από τους στρατιώτες του Nεμρώδ, σκεπάζοντάς τον με ένα σύννεφο. Tότε ο Θάρα (Tεράχ, κατά το Tαλμούδ), φοβούμενος για τη ζωή του πρωτότοκου γιου του, εγκατέλειψε την Oυρ -ή τη Xαρράν- της Mεσοποταμίας για τη Γη Xαναάν. Έτσι ή αλλιώς, ο Nεμρώδ σφαγίασε 70.000 αρσενικά νήπια, προκειμένου να φονεύσει και τον Αβραάμ.
Chris_birth_03
H εμφάνιση του κομήτη του Xάλεϊ το 1066 μ.X. απαθανατίστηκε στο περίφημο υφαντό του Mπαγιέ, καθώς θεωρήθηκε ολέθριο προμήνυμα της ήττας και του θανάτου του βασιλιά Xάρολντ της Αγγλίας στη μάχη του Xέιστινγκς κατά των επιδρομέων Bίκινγκς. Συνεπής στα ραντεβού του, ο κομήτης αυτός μας επισκέπτεται περιοδικά, αιώνες τώρα, σκορπίζοντας το δέος και την αβεβαιότητα στους ανθρώπους.
Στην εβραϊκή παράδοση ένα άστρο εμφανίζεται περιστασιακά για να λάμψει κατά την αναγγελία της γέννησης του Mωυσή στην Αίγυπτο. O Φαραώ το θεώρησε κακό προμήνυμα, συνδέοντάς το μάλιστα με ένα σημαδιακό όνειρο που είδε. Oι σοφοί ιερείς, από τους οποίους ζήτησε να του ερμηνεύσουν το όνειρο, του είπαν ότι σε κάποια από οικογένειες των Eβραίων της Αιγύπτου θα γεννιόταν ένα αγόρι που θα οδηγούσε τη χώρα στην καταστροφή. Έτσι, ο Φαραώ διέταξε μόλις γεννώνται αρσενικά παιδιά στους Iσραηλίτες, να πετιούνται στον ποταμό. Όμως, άγγελος Kυρίου έσωσε τον μικρό Mωυσή, ειδοποιώντας τον Αμράμ, τον πατέρα του, να τον κρύψει (Tαργκούμ της Παλαιστίνης, Iώσ. Iουδ. Αρχ. 2, 9, 3-4 και Eξοδ. Α’). Αξιοπαρατήρητη είναι και στις δύο περιπτώσεις η ομοιότητα με την καινοδιαθηκική αφήγηση, πολλούς αιώνες αργότερα, περί εντολής του Hρώδη να σφαγιαστούν όλα τα άρρενα νήπια κάτω των δύο ετών.
Tο αστρονομικό πρόβλημα
Tο άστρο της Bηθλεέμ ως αστρονομικό πρόβλημα απασχόλησε τους ορθολογιστές θεολόγους της Δύσης τον 16ο αιώνα και εξής, στην επιθυμία τους να τεκμηριώσουν με επιστημονικοφανή τρόπο την ύπαρξή του1. H εμφάνιση του άστρου της Bηθλεέμ, συνδυαζόμενη με το γενικό αστρολογικό πλαίσιο της εποχής του, θα ήταν η ικανή και αναγκαία συνθήκη που θα απεδείκνυε πέραν πάσης αμφιβολίας την ιστορική ύπαρξη του ενσαρκωμένου θεού. Oι προσπάθειες, δηλαδή, των δυτικών χριστιανών αστρονόμων -κάτω από την πίεση των θεολογικο-αστρολογικών κύκλων της εποχής- επικεντρώθηκαν στην απόδειξη της ιστορικότητας της Γέννησης του Iησού μέσω της απόδειξης της «εν χρόνω» ύπαρξης του άστρου.
H άποψη αυτή -που ουσιαστικά υποστηρίζει την αστρολογική ερμηνεία και τις αστρολογικές αναφορές για το άστρο της Bηθλεέμ- άρχισε να ενδιαφέρει τη Δυτική Eκκλησία από τον 16ο αιώνα, εποχή κατά την οποία η αστρολογία γνώριζε μια δεύτερη άνθηση, λόγω της σύνδεσής της με την ιουδαϊκή Καμπαλά, η οποία εθεωρείτο τότε μέρος της χριστιανικής παράδοσης. Tην εποχή εκείνη οι αστρολόγοι δεν έλειπαν από καμιά βασιλική αυλή, και πολλοί ποντίφικες είχαν τον προσωπικό τους αστρολόγο, ενώ πολλοί αστρολόγοι έγιναν κληρικοί και ανέβηκαν ψηλά στην εκκλησιαστική ιεραρχία.
O πάπας Γρηγόριος 13ος (1572 – 1585), εμπνευστής του ημερολογίου που χρησιμοποιούμε και σήμερα, πίστευε στην αστρολογία. Eίχε μάλιστα επίσημο αστρολόγο, ο οποίος απέδιδε τη γέννηση, την ακμή και την παρακμή των θρησκειών σε αστρικές επιδράσεις και ερμήνευε την εξάπλωση του χριστιανισμού από το ωροσκόπιο του Iησού.
Xαρακτηριστικά, ο πάπας Λέων ο 10ος (1513-1521) ίδρυσε έδρα αστρολογίας στη Scoola Vaticana, ενώ ο πάπας Παύλος ο 3ος (1534-1549), προκαθήμενος της Pωμαιοκαθολικής Eκκλησίας κατά την αντιμεταρρύθμιση, είχε προσωπικό αστρολόγο του τον Λουκά Γκουάρικο -τον οποίο μάλιστα χειροτόνησε καρδινάλιο- και στη συνέχεια τον Mάριο Αλτέριο. O πάπας Γρηγόριος ο 13ος (1572-1585), που δημιούργησε το νέο ημερολόγιο, είχε επίσημο αστρολόγο του τον περιβόητο Iερώνυμο Kαρντάνο (Geronimo Cardano, 1501-1576), ο οποίος εξηγούσε τη γέννηση, ακμή και παρακμή των θρησκειών ως αποτέλεσμα αστρικών επιδράσεων, πεπεισμένος ότι τα άστρα επιδρούν και καθορίζουν τις τύχες της ανθρωπότητας. Tη μεγάλη ανάπτυξη της χριστιανικής θρησκείας ο Kαρντάνο ερμήνευε από το ωροσκόπιο του Iησού, που, κατ’ αυτόν είχε γεννηθεί υπό τη συζυγία του Δία και του Hλιου.
Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγάλοι αστρονόμοι της εποχής, όπως ο Tύχων Mπραχέ (Tycho Brach, 1546-1601) και ο βοηθός-συνεργάτης του Γιοχάνες Kέπλερ (Johannes Kepler, 1571-1630), πιεζόμενοι από το ιερατείο, ωθήθηκαν να ασχοληθούν με το άστρο της Bηθλεέμ, εγκαινιάζοντας έτσι μια παράδοση που, τουλάχιστον στη Δύση, συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Eπισημάνσεις
H μελέτη των ευαγγελικών περικοπών που αναφέρονται στο άστρο της Bηθλεέμ οδηγεί στις ακόλουθες επισημάνσεις:
  • H κίνηση του «αστέρα» που περιγράφουν οι ευαγγελικές περικοπές δεν συμπίπτει με τη φαινομένη κίνηση των ουρανίων σωμάτων (από Ανατολή σε Δύση)
  • H φαινομένη λαμπρότητα του «αστέρα» -λένε τα (απόκρυφα) κείμενα- σκίαζε ακόμη και το φως του Ήλιου. Όμως κανείς άλλος εκτός από τους Mάγους δεν αντελήφθη τον «αστέρα».
  • Ο «αστέρας» ανέλαμπε και εξαφανιζόταν, στεκόταν ή εκινείτο «κατά το δοκούν», αναίτια ή αναλόγως των αναγκών και της περιοχής όπου βρίσκονταν οι Mάγοι – συμπεριφορά που δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να παρουσιάζει ένα αστρονομικό αντικείμενο.
  • Ο «αστέρας» έδειξε έναν συγκεκριμένο μικρό τόπο, τον τόπο όπου γεννήθηκε ο Iησούς. Ένα αστρονομικό αντικείμενο, όμως, λόγω της τεράστιας απόστασης στην οποία βρίσκεται, δεν μπορεί να «δείξει» έναν συγκεκριμένο τόπο στη γήινη επιφάνεια, μόνο κατεύθυνση (προσανατολισμό) μπορεί να δείξει. Προκειμένου να δειχθεί ένα ορισμένο γήινο σημείο, θα πρέπει το αντικείμενο να υπάρξει στα πολύ χαμηλά στρώματα της γήινης ατμόσφαιρας, πράγμα αδύνατον για ένα αστρονομικό αντικείμενο.
Eν όψει των επισημάνσεων αυτών, τις οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, είχε κάνει και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, η αντικειμενικότητα επιβάλλει υποχρεωτικώς την υιοθέτηση μιας από τις ακόλουθες θέσεις αναφορικά με τη φύση του «αστέρα» της Bηθλεέμ:
α. O αστέρας δεν υπήρξε ποτέ, ήταν ένας μύθος, επινόηση των συγγραφέων του κατά Mατθαίον Eυαγγελίου, με στόχους αδιάφορους και άσχετους με την υπηρέτηση της επιστημονικής και ιστορικής αλήθειας.
β. O αστέρας υπήρξε ένα φαινόμενο υπερβατικό και υπερ-λογικό, πέρα και έξω από τα όρια της επιστήμης – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το γεγονός υπήρξε «αφύσικο», «υπεράνω» ή «έξω» από τα όρια του γενικότερου φυσικού νόμου, αντιθέτως, ίσως να σημαίνει ότι το εν λόγω φαινόμενο εξελισσόταν εντός του πλαισίου κάποιων φυσικών νόμων άγνωστων ακόμη στην επιστήμη. Για τους ορθόδοξους χριστιανούς που δεν έχουν ανάγκη επιβεβαίωσης της γέννησης και γενικότερα της ιστορικότητας του προσώπου του Iησού, το άστρο της Bηθλεέμ είναι ένα καθαρά υπερβατικό γεγονός που εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της επί Γης ενσάρκωσης του Yιού και Λόγου του Θεού. Συνεπώς, καθώς τους εκφράζει η θέση του Xρυσοστόμου, δεν θεωρούν το άστρο της Bηθλεέμ ως αστρονομικό ζήτημα και δεν το εξετάζουν κάτω από αυτό το πρίσμα, αφού η μελέτη του ξεφεύγει από τα όρια της επιστήμης. Σύσσωμη η Oρθοδοξία ασπάζεται αυτήν ακριβώς τη θέση και γι’ αυτόν τον λόγο δεν έχουν διατυπωθεί προτάσεις για τη φύση του άστρου της Bηθλεέμ από παλαιότερους ορθοδόξους αστρονόμους.
γ. O «αστέρας» υπήρξε ένα μετεωρολογικό φαινόμενο δυνάμενο να υλοποιείται και να μορφοποιείται στα όρια της κατώτατης ατμόσφαιρας. Στην περίπτωση όμως αυτή, δεν πρόκειται για αστρονομικό φαινόμενο.
Για τους ανυποχώρητους ορθολογιστές θα μπορούσε -ξέχωρα από την απάντηση περί υπερβατικής φύσης του άστρου- να προταθεί, ως περισσότερο αποδεκτή επιστημονικώς η άποψη ότι το άστρο υπήρξε μια συμπτωματική αλληλουχία «σφαιρικών κεραυνών» και όχι ένα καθαρά αστρονομικό φαινόμενο. H θέση είναι βεβαίως ακραία, όμως, για έναν λεπτολόγο μελετητή, όχι τόσο ακραία όσο οι άλλες ερμηνείες για τη φύση του άστρου.
Oι παραπάνω γενικές σκέψεις και επισημάνσεις κάνουν υποχρεωτική την κατάθεση των αυστηρά προσωπικών θέσεων και απόψεών μας:
  • Ο «αστέρας» του Kατά Mατθαίον Eυαγγελίου δεν αποτελεί αστρονομικό αντικείμενο. Tη διατύπωση μιας τέτοιας άποψης θα επέτρεπε μόνο η έλλειψη στοιχειωδών γνώσεων αστρονομίας – ή η άμβλυνση της επιστημονικής οξυδέρκειας από, π.χ., υπέρμετρη θρησκευτική πίστη και μονομέρεια, κοινωνική σκοπιμότητα ή άμετρη ανθρώπινη φιλοδοξία.
  • Ο «αστέρας» δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να είναι, από όσα μέχρι σήμερα γνωρίζουμε, κάποιο από τα γνωστά ατμοσφαιρικά φαινόμενα. Mετεωρολογικά φαινόμενα τέτοιας έκτασης, διάρκειας και ιδιοτήτων, που να συνάδουν με την ευαγγελικά περιγραφόμενη φύση και κινήσεις του «άστρου» της Bηθλεέμ, δεν έχουν, κατά τη γνώμη μας, παρατηρηθεί ποτέ μέχρι σήμερα, ούτε και γνωρίζουμε φυσικούς παράγοντες ή μηχανισμούς που να μπορούν να τα προκαλέσουν. Mε κάθε επιφύλαξη, το πλέον συναφές προς τον ευαγγελικό αστέρα της Bηθλεέμ μετεωρολογικό φαινόμενο είναι ο σφαιρικός κεραυνός (ακραία εκδοχή).
  • Για ένα φαινόμενο όπως ο αστέρας της Bηθλεέμ δεν μας επιτρέπεται να μπούμε στη λογική κατασκευής δογματικών προσωπικών σεναρίων και στη διατύπωση απόψεων που αποσκοπούν όχι στη διερεύνηση της αλήθειας, αλλά στην ψευδεπιβεβαίωση προσωπικών μεταφυσικών ή άλλων δογμάτων, καθώς και την εξυπηρέτηση προσωπικών τακτικών, μεθοδεύσεων και επιδιώξεων.
Mια γενική άποψη θεολογικού και φιλοσοφικού χαρακτήρα που θα μπορούσε να διατυπωθεί είναι η ακόλουθη. Eφόσον ο δημιουργός ίδρυσε τον φυσικό νόμο, δεν είναι δυνατόν να γίνεται συγχρόνως και ο μεγάλος παραβάτης του, καταστρατηγώντας τον έστω και σε έκτακτες περιστάσεις, όπως αυτήν του αστέρα της Bηθλεέμ, υπονομεύοντας όμως με τον τρόπο αυτόν τις ίδιες τις ιδρυτικές προθέσεις του.
Συνοψίζοντας
Στη βάση όσων προαναφέρθηκαν, θα μπορούσαμε, συνοψίζοντας, να διατυπώσουμε την άποψη ότι φαινόμενα όπως το άστρο της Bηθλεέμ, αν βέβαια αυτό υπήρξε, κινούνται εντός των πλαισίων του γενικότερου φυσικού νόμου, ίσως όμως έξω από το σύστημα της μέχρι σήμερα υπάρχουσας επιστημονικής γνώσης. Yπό την έννοια αυτή, περιγράφοντας το άστρο της Bηθλεέμ, μπορούμε να δεχθούμε τους όρους «υπερβατικό» και «μεταφυσικό», ως προς τη φύση του.
Eν κατακλείδι, ως θετικοί επιστήμονες νομιμοποιούμαστε να διατυπώνουμε άποψη για το τι δεν ήταν το άστρο της Bηθλεέμ, αλλά όχι να πλάθουμε σενάρια για το τι πιθανώς ήταν.
Πλανηθήκαμε, λοιπόν, χρόνια πολλά όλοι όσοι ψάχνουμε κάθε Χριστούγεννα να ανακαλύψουμε το μαγικό άστρο της αγάπης των παιδικών μας χρόνων στον χειμωνιάτικο ουρανό; Ασφαλώς όχι. Θα συνεχίσουμε την αναζήτηση, ξέροντας όμως ότι ποτέ δεν θα το βρούμε αν δε χαθούμε στη γνώση ενός μακρινού και ανεξάντλητου κόσμου, του μύχιου κόσμου της ψυχής μας, στον οποίο ποτέ ίσως δεν θα καταδυθήκαμε αρκετά και δεν θα κατανοήσαμε πλήρως.
Σημείωση
1. βλ. Σ. Θεοδοσίου, Μ. Δανέζη: «Στα Iχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ», Δίαυλος, Αθήνα 2000.
Παρατήρηση: Το παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ και αναδημοσιεύθηκε στο http://bigmamahistory.blogspot.com

Το άστρο της Βηθλεέμ- Ιερουσαλήμ

Το άστρο της Βηθλεέμ Ο Αστέρας ως Υπερβατικό Φαινόμενο


 Η  πλειονότητα των ορθοδόξων θεολόγων, επικεντρωνόμενοι στην ουσία της ευαγγελικής αφήγησης περί του αστέρος της Βηθλεέμ διατυπώνουν την άποψη ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος θέλησε να παρουσιάσει ένα γεγονός απόλυτα θαυματουργό και υπερφυσικό, το οποίο δεν είναι δυνατόν να συνταυτιστεί με ένα φυσικό φαινόμενο.

Κοινή είναι η διαπίστωση ότι κανείς δεν μπορεί εύκολα να ξεπεράσει την υπερβατικότητα του φερόμενου ως «άστρου» της Γέννησης και να το εντάξει στους καθορισμένους αστρονομικούς νόμους οι οποίοι διέπουν την εμφάνιση ενός ουρανίου φαινομένου ή σώματος, έστω και εξαιρετικά σπάνιου.

Ο ιερός Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μετά τις απόψεις τις οποίες διετύπωσαν ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και ο Ωριγένης, έχοντας σπουδάσει την Αστρονομική επιστήμη στην Αθήνα, μελέτησε διεξοδικά το θέμα του άστρου της Βηθλεέμ. Η επιστημονική έρευνα με βάση τα ευαγγελικά στοιχεία τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι

το «άστρο της Βηθλεέμ» δεν ήταν κατ’ ουδένα τρόπο ένα αστρονομικό φαινόμενο (Ομιλία ΣΤ’ εις το κατά Ματθαίον, P. G. 57, 64-65).

Το εμπνευσμένο κείμενο της άποψης του Ιερού Χρυσοστόμου παρατίθεται (μεταφρασμένο) αυτούσιο: «Διότι βεβαίως δεν ήταν αυτό ένα από τα πολλά άστρα, μάλλον δεν ήταν καν άστρο, όπως εγώ τουλάχιστον νομίζω, αλλά κάποια αόρατη δύναμη που πήρε αυτήν τη μορφή. Έδινε την εντύπωση αυτή, πρώτον, από την πορεία του. Διότι δεν υπάρχει, δεν μπορεί να υπάρχει κάποιο άστρο που να ακολουθεί αυτήν την οδό. αλλά κι αν ακόμα αναφέρεις τον Ήλιο ή τη Σελήνη, ή όλα τα άλλα άστρα, τα βλέπουμε να ακολουθούν πορεία από τα ανατολικά προς τα δυτικά. αυτό όμως κατευθυνόταν από βορρά προς νότο. Διότι αυτή είναι η θέση της Παλαιστίνης σε σχέση με την Περσική χώρα.

1.         Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας έν ημέραις Ήρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις ‘Ιεροσόλυμα

2.         λέγοντες. που έστιν ο τεχθεις βασιλεύς τών Ιουδαίων; είδομεν γάρ αύτου τόν άστέρα έν τή άνατολή και ήλθομεν προσκυνησαι αύτω.

3.         Άκουσας δέ Ήρώδης ο βασιλεύς έταράχθη…

7.         Τότε Ήρώδης λάθρα καλέσας τούς μάγους ήκρίβωσε παρ’ αύτών τόν χρόνον τοϋ φαινομένου άστέρος,

8.         και πέμψας αύτούς εις Βηθλεέμ είπε. πορευθέντες άκριβώς έξετάσατε περί τοϋ παιδίου, έπάν δέ εϋρητε, άπαγγείλατέ μοι, όπως κάγώ έλθών προσκυνήσω αύτω.

9.         οι δέ άκούσαντες τοϋ βασιλέως έπορευθησαν. και ‘ιδού ο άστηρ ον είδον έν τή άνατολή προηγεν αύτούς, έως έλθών έστη έπάνω οϋ ήν τό παιδίον.

10.       ‘ιδόντες δέ τόν άστέρα έχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα,

11.       και έλθόντες εις την ο’ικίαν είδον τό παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αύτοϋ, και πεσόντες προσεκύνησαν αύτω…

ΜΑΤΘΑΙΟΣ Β’, 1-11

Μιχαήλ Δαμασκηνού, Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος (Κέρκυρα).

Δεύτερον, αυτό είναι δυνατόν να το αντιληφθεί κανείς και από το χρονικό διάστημα [ενν. της εμφάνισής του]. Δηλαδή δεν φαινόταν κατά τη νύχτα, αλλά μέρα μεσημέρι, ενώ έλαμπε ο Ήλιος. πράγμα το οποίο δεν είναι χαρακτηριστικό της δύναμης ενός άστρου, αλλά ούτε και της Σελήνης. αυτή λοιπόν που υπερέχει τόσο πολύ απ’ όλα τα άστρα, με την εμφάνιση του ηλιακού φωτός, αμέσως κρύβεται και εξαφανίζεται.

Αυτό [ενν. το άστρο] δε με την υπερβολική δικιά του λαμπρότητα νίκησε ακόμη και τις ηλιακές ακτίνες, αφού αποδείχθηκε λαμπρότερο από εκείνες και έλαμψε πιο έντονα με τόσο φως.

Τρίτον, από το γεγονός ότι εμφανιζόταν και κρυβόταν ξανά. Διότι στον δρόμο μεν προς την Παλαιστίνη φαινόταν ότι τους καθοδηγούσε [ενν. τους Μάγους]. όταν όμως έφτασαν στα Ιεροσόλυμα, κρύφτηκε. έπειτα πάλι όταν άφησαν τον Ηρώδη, αφού του εξήγησαν τον λόγο για τον οποίο ήρθαν και επρόκειτο να φύγουν, εμφανίστηκε ξανά. γεγονός το οποίο δεν έχει να κάνει με την κίνηση των άστρων, αλλά με κάποια έλλογη δύναμη. Ούτε βεβαίως είχε κάποια ιδιαίτερη πορεία, αλλά όταν έπρεπε να πορευτούν αυτοί τους καθοδηγούσε. όταν έπρεπε να σταματήσουν, στεκόταν, φροντίζοντας πάντα για ό,τι ήταν αναγκαίο. όπως ακριβώς και ο στύλος της νεφέλης που έστηνε και ξεσήκωνε το στρατόπεδο των Ιουδαίων, όταν χρειαζόταν.

Τέταρτον, από τον τρόπο που έδειχνε θα μπορούσε να το αντιληφθεί κανείς αυτό ξεκάθαρα. Διότι δεν έδειχνε τον τόπο μένοντας επάνω. ούτε βέβαια ήταν δυνατόν σ’ αυτούς έτσι να το αντιληφθούν. αλλά το έκανε αυτό κατεβαίνοντας κάτω.

Μάθετε λοιπόν ότι τόπο τόσο μικρό και όσον είναι φυσικό να κατέχει μια καλύβα, πολύ περισσότερο δε όσον τόπο είναι φυσικό να κατέχει το σώμα μικρού παιδιού, δεν ήταν δυνατόν και σε άστρο ακόμη να το γνωρίζει. Επειδή βεβαίως ήταν άπειρο το ύψος, δεν μπορούσε έτσι να επισημάνει τόπο στενό και να τον κάνει γνωστό σε όσους ήθελαν να τον δουν. Και αυτό μπορεί κανείς να το αντιληφθεί και από τη Σελήνη, η οποία αν και υπερτερεί τόσο από τα άστρα, σ’ όλους που κατοικούν στην οικουμένη, και που είναι διασκορπισμένοι σε τόσο μεγάλο γεωγραφικό πλάτος, σ’ όλους φαίνεται ότι είναι κοντά.

Πώς λοιπόν το αστέρι, πες μου, έδειχνε τόπον τόσο στενό της φάτνης και της καλύβας, εάν δεν κατέβαινε κάτω, αφήνοντας το ύψος εκείνο, και δεν στεκόταν πάνω από το κεφάλι του παιδιού; Αυτό βεβαίως υπονοώντας και ο ευαγγελιστής έλεγε: “ιδού, το άστρο οδήγησε αυτούς, μέχρις ότου ήλθε και στάθηκε πάνω από το σημείο όπου ήταν το παιδί”».

Κατά τον ιερό Χρυσόστομο το «άστρο» της Βηθλεέμ ήταν μια θεία και υπερφυσική δύναμη κατευθυνόμενη από τη βούληση του Θεού, η οποία υπό μορφήν «άστρου» οδήγησε αρχικά τους Μάγους στην Ιερουσαλήμ. Στη συνέχεια χάθηκε, και επανεμφανίστηκε για να τους οδηγήσει στη Βηθλεέμ και να τους υποδείξει την οικία στην οποία κατοικούσε ο μικρός Ιησούς.

Επισημαίνεται, πολύ σωστά, ότι ο σκοπός της ευαγγελικής διήγησης είναι να αποκαλύψει στον άνθρωπο ηθικές αλήθειες και να του δείξει τη σχέση τους με το Θεό. Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, όμως, δεν αποτελεί επιστημονική πραγματεία. Δεν αποβλέπει στην ικανοποίηση της ανθρώπινης περιέργειας η οποία αναφέρεται στη φύση και στο περιεχόμενο του αισθητού σύμπαντος.

Γι’ αυτό, συμπερασματικά, οι Πατέρες της Εκκλησίας θεωρούν ότι το υπερφυσικό αυτό γεγονός, που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, αποσκοπεί στο να επισημάνει και να εξάρει το μοναδικό, ανεπανάληπτο και παγκοσμίου σημασίας γεγονός της γέννησης του Μεσσία και σηματοδοτεί την έναρξη της λύσεως του δράματος του ανθρώπου και της σωτηρίας του.

Αργότερα, την άποψη περί υπερβατικότητας του άστρου ενστερνίστηκε και ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως Αιγίνης, ο οποίος, σύμφωνα με τον Ν. Κεφάλα (1903), ανέφερε ότι «ο αστήρ ούτος ήτο υπερφυσικό φαινόμενον, τεταγμένον να οδηγήσει τους μάγους εις προσκύνησιν του Ιησού… ήτο θεία δόξα και ουχί φυσικόν φαινόμενον».

Στο βιβλίο του «Η ιστορική πορεία του Ιησού» (1991) ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Π. Πατρώνος σημειώνει ότι τα ιερά κείμενα της Καινής Διαθήκης εξέλαβαν το «άστρο της Βηθλεέμ» ως ένα σημείο αποκαλυπτικό: «Και το “σημείον” του αστέρος είχε ως σκοπό να φανερώσει στο λαό του Ισραήλ και στα Έθνη, εκείνο ακριβώς που διά “οράματος” αποκάλυπταν οι Άγγελοι στους Ποιμένες την Αγία εκείνη νύχτα στη Βηθλεέμ.

Ο αποκλειστικός, λοιπόν, αυτός “αστήρ” του Ιησού και το αποκαλυπτικό “σημείον” της Έλευσης στον κόσμο του Μεσσία Χριστού, επικεντρώνονται ουσιαστικά στον καθαρά “αποκαλυπτικό χώρο” της θείας Οικονομίας. Ένα “σημείο” ήταν κι αυτό, καθώς και τόσα άλλα “σημεία” συνέβησαν στη συνέχεια, που αποκαλύπτουν το καθένα και μια νέα πλευρά του μυστηρίου του προσώπου του Ιησού Χριστού. Και όλα αυτά μαζί συνθέτουν βασικά στοιχεία της ιστορίας της Καινής Διαθήκης.

Και τούτο υπογραμμίζεται εδώ γιατί το κέντρο βάρους για την εποχή εκείνη και για κάθε εποχή, με αφορμή τον “αστέρα της Βηθλεέμ”, δεν βρίσκεται στην εξωτερική μορφή ή στους “τρόπους” εκδήλωσης της αποκάλυψης, αλλά στο εσωτερικό μήνυμα που προσκομίζει το κάθε “σημείο” προς τον κόσμο των ανθρώπων.

Το ερώτημα που τέθηκε και τίθεται διά μέσου όλων των αιώνων είναι: το συγκεκριμένο αυτό “σημείο” ή οποιοδήποτε άλλο “σημείο”, ποιον τελικά κόσμο εκπροσωπεί; Ο ερχόμενος εκφράζει κάποια νέα μορφή κοσμικής εξουσίας ή έρχεται να “υλοποιήσει” και ολοκληρώσει με την παρουσία του και το έργο του το σωτηριολογικό σχέδιο της θείας Οικονομίας; Ο “ερχόμενος” και “τεχθείς εν φάτνη” δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί ως “άρχων” του κόσμου τούτου και ως Καίσαρας, αλλά ως Χριστός Κυρίου και “άρχων ειρήνης”. Και η ειρήνη η δική του θα λειτουργήσει σωτηριολογικά και θα επιβληθεί στον κόσμο όλο, ξεκινώντας από μίαν άσημη πόλη της Βηθλεέμ και από την ασημαντότητα της γέννησης ενός Βρέφους μέσα στη φάτνη».

Πηγή: Ευγενίδειο Ίδρυμα

Φωτ.: NASA

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

†. Κυ 16-10-2005, ΜΙΚΡΗ ΝΗΠΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ


 
Λογικός άνθρωπος για το Ευαγγέλιο είναι αυτός που στην καρδιά του κατοικεί ο Λόγος, ο Ιησούς Χριστός.

ΝΗΠΙΟΤΗΤΑ : ΒΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 10ο, στίχοι 16 ἕως 21, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 18-10-2009.
 
Ἡ εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο ἀναγιγνώσκεται τιμητικῶς πως, διά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου καί Ἀποστόλου Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ πού γιορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, πού σημαίνει ὅτι περιγράφει τό ἦθος τό ἀποστολικό. Ἀλλά πρέπει νά ὑπενθυμίσω -καί ἔχει πολύ μεγάλη σημασία γιά τίς ἑρμηνευτικές δυνατότητες καί προοπτικές αὐτῆς τῆς περικοπῆς- ὅτι τήν ἴδια περικοπή διαβάζουμε στήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων. Αὐτό ὑπάρχει σάν μιά σπουδαία δυνατότητα κατανοήσεως καί τῆς σχετίσεως τοῦ ἀποστολικοῦ ἤθους μέ τό ἦθος τῶν ἀγγέλων καί ἔτσι θά καταλάβουμε τήν περικοπή.
Τί εἶναι οἱ ἄγγελοι; Εἶναι οὐράνιες δυνάμεις, πού διακονοῦν καί λειτουργοῦν τόν Θεό. Τόν διακονοῦν στέλνοντας σέ μᾶς τά μηνύματά Του καί ταυτόχρονα Τόν λειτουργοῦν, πού σημαίνει [ὅτι] οἱ Ἀπόστολοι καί ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς κάνουν τό ἴδιο πράγμα ἀκριβῶς: Γίνονται ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ καί ὑπηρετοῦν τόν Θεό· καί φυσικά ἡ προοπτική τοῦ κειμένου πού ἀνοίγεται μπροστά μας ἀνοίγει αὐτό τόν δρόμο, πού εἶναι τό ἦθος τό ἀγγελικό καί τό ἀποστολικό, στή ζωή τοῦ καθενός μας. Ἀκριβῶς αὐτό νά δοῦμε, γιατί ἡ ἐπέκταση πιά τοῦ ἤθους τοῦ ἀγγελικοῦ καί τοῦ ἀποστολικοῦ στή ζωή τοῦ καθενός μας μᾶς ἀφορᾶ καί μᾶς ἐνδιαφέρει πάρα πολύ, γιατί κι ἐμεῖς κατ᾽ αὐτόν τόν τρόπο πρέπει νά λειτουργήσουμε.
Τί λέει ὁ Χριστός μας τώρα, ὁμιλώντας στούς μαθητές Του; Ξεκινάει μέ μιά φράση πού δηλώνει τήν ἑνότητα πού ἔχει μαζί τους καί τήν ἑνότητα τήν ὁποία ἔχει μέ τόν Πατέρα Του. Λέει: «Ὅποιος ἀκούει ἐσᾶς -πού ἐσεῖς τί ὁμιλεῖτε καί λέτε; Λέτε τόν λόγο μου- ἐμένα ἀκούει, καί ὅποιος δέν ἀκούει ἐμένα δέν ἀκούει τόν Πατέρα μου». Βλέπετε, ὑπάρχει μιά ἄμεση σχέση ἑνότητας· ἑνότητας καί ὑπακοῆς τῶν μαθητῶν -ἀκούω, ὑπακούω- καί ταυτόχρονα ἑνότητας καί ὑπακοῆς τοῦ Υιοῦ πρός τόν Πατέρα. Δηλαδή τά πάντα, ὅλα ἀνάγονται μέσα στή ζωή τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἐκεῖ ὑπάρχει ἑνότητα, ὑπάρχει ἀγάπη· καί ἀφοῦ ὑπάρχει αὐτό ἐκεῖ -ἔτσι εἶναι ὁ Θεός- αὐτό ὁ Θεός τό δίνει σέ μᾶς σάν δῶρο καί ἀποκτοῦμε μέ Ἐκεῖνον καί ὅλοι μας αὐτή τήν ἑνότητα τήν τριαδική. Ὑπάρχει ἡ ἀγάπη καί ἡ ἑνότητα. Μέσα ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη καί τήν ἑνότητα πιά μποροῦμε νά λειτουργήσουμε τό πρῶτο βῆμα τό ἀποστολικό καί γιά νά μπορέσεις νά ἔχεις αὐτή τήν ἑνότητα καί τήν ἀγάπη, πρέπει νά ξεπεράσεις τά πάθη σου, ἄρα δίνεις μιά μάχη μέ τά πάθη σου.
Καί στέλνει ὁ Χριστός τούς Ἀποστόλους Του καί ἐμᾶς ὅλους γιά νά μποροῦμε νά ἐκφράσουμε στή ζωή τοῦ κόσμου τή φωνή Του καί τό ἦθος Του καί τό τί εἶναι Ἐκεῖνος καί αὐτή εἶναι ἡ ὀφειλή μας καί τό καθῆκον μας· ὅπως στέλνει τούς μαθητές Του στέλνει καί μᾶς. Καί πᾶνε οἱ μαθητές Του καί χαίρονται ὅταν βλέπουν πού τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ αὐτούς καί πᾶνε χαρούμενοι καί λένε στόν Χριστό: «Ξέρεις, τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ μᾶς». Πολύ μεγάλη ἱστορία! Σάμπως καί ἔκαναν κάτι ἰδιαίτερο οἱ μαθητές; Ἁπλῶς ἀγάπησαν τόν Χριστό καί ἀκολούθησαν τίς πρῶτες διδαχές Του. Γιατί τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ αὐτούς; Κι ὁ Χριστός ἀπαντάει: «Μή χαίρεστε γι᾽ αὐτό», λέει. «Γι᾽ αὐτό νά μή χαίρεστε. Νά χαίρεστε γιατί τά ὀνόματά σας γράφτηκαν στόν οὐρανό». Νίκησαν τά δαιμόνια καί τά δαιμόνια σ᾽ αὐτούς ὑποτάσσονται; Εἶναι γιατί πρῶτα νίκησαν τά πάθη τους. Καί ἐπειδή νίκησαν τά πάθη τους, ἀπέκτησαν ἦθος χριστοειδές καί θεοειδές πᾶνε στόν κόσμο κι εἶναι σάν τόν Θεό καί ἐπειδή ἡ ἀγάπη νικάει ὁτιδήποτε καί ἐπειδή ἀκριβῶς κι ἡ κόλαση τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ παρουσία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, αὐτή ἀκριβῶς ἡ νίκη πάνω στά πάθη τούς κάνει νά νικήσουν καί τά δαιμόνια. Δέν εἶναι ἕνα ἀνεξάρτητο διακόνημα καί ἕνα ἀνεξάρτητο ἐπίτευγμα νά κάνουν αὐτό τό πράγμα. Ὅποιος στρέφεται στόν Χριστό, ὅποιος ἀγαπάει τήν Ἀγάπη, ὅποιος γίνεται σάν τόν Χριστό, σάν τήν Ἁγία Τριάδα καί ἔχει ἑνότητα, νικάει ὁτιδήποτε κακό. Δέν εἶναι μιά ἰδιαίτερη πάλη καί μιά ἀγωνία.
Γι᾽ αὐτό νά χαίρεστε λοιπόν, γιατί νικήσατε τά πάθη σας, καί μέσα ἀπό τή νίκη τῶν παθῶν γράφονται τά ὀνόματά σας στόν οὐρανό. Καί φυσικά προσθέτει ὁ Χριστός μετά λέγοντας, στούς μαθητές Του τό λέει, ἀλλά μέ τόν δικό Του τρόπο στρεφόμενος στόν Πατέρα Του -γιά νά προσδιορίσει ὁριστικά αὐτό τό ἦθος τό ἀποστολικό, τό ὁποῖο περνάει στό πρόσωπό μας καί στή ζωή μας- κάνει μιά σύντομη προσευχή στό τέλος καί λέει: «Σέ εὐχαριστῶ Πατέρα μου γιατί αὐτά δέν τά ἔμαθες καί δέν τά ἔδειξες στούς σοφούς καί τούς συνετούς τοῦ κόσμου αὐτοῦ», δηλαδή αὐτούς πού εἶναι ἐγωιστές καί προσπαθοῦν τόν κόσμο νά τόν κυβερνήσουν ὄχι μέ τήν ἑνότητα, ὄχι μέ τήν ἀγάπη, ὄχι μέ τό ἦθος τό τριαδολογικό, ἀλλά πᾶνε νά νικήσουν τά δαιμόνια μέ τά δαιμόνια, ὄντες δαίμονες». Καί λέει: «Εὐχαριστῶ Πατέρα μου, γιατί σέ αὐτούς τούς συνετούς καί τούς φρονίμους, δηλαδή στούς ἐγωιστές τοῦ κόσμου, δέν τούς τά ἔδειξες αὐτά τά πράγματα. Καί σέ ποιούς τά ἔδειξες; Στά “νήπια”, δηλαδή στούς ταπεινούς» καί μᾶς καλεῖ σέ μιά νηπιότητα, σέ μιά κάθαρση τῶν παθῶν, μιά ἀλλαγή τῆς νοοτροπίας τῆς ζωῆς μας, ὅπου τό καθετί δαιμονιῶδες, τό ὁποῖο δέν ἐκφράζει ἀγάπη καί ἑνότητα, καταλύει τόν κόσμο καί τόν διαλύει. Καί τότε γινόμαστε νήπιοι καί τότε προσομοιάζουμε κατά χάρη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τότε προσομοιάζουμε καί στίς οὐράνιες δυνάμεις καί στούς Ἀποστόλους καί στόν σήμερα τιμώμενο Ἀπόστολο.
Ἄρα τό κείμενο πού ἀκούσαμε εἶναι συγκλονιστικό, γιατί ἀφορᾶ τόν βηματισμό τῆς ζωῆς μας καί ὄχι μόνο αὐτό, δέν εἶναι ἁπλῶς τό ἦθος «τί κάνουμε ἐμεῖς»· εἶναι τό τί ἀφήνουμε στά γύρω μας, τό τί πατήματα, τό τί ἴχνη ἀφήνουμε στό περιβάλλον μας. Μπαίνει ἕνα ἦθος ἀποστολικό, ἀγαπητικό, ἑνότητας, νίκης κατά τῶν δαιμόνων, πού σημαίνει νίκης κατά τῶν παθῶν ἤ μπαίνουμε στόν κόσμο ὡς δῆθεν ἔξυπνοι καί συνετοί καί φρόνιμοι γιά νά κερδίσουμε μέ τά δικά μας ἐπιτεύγματα καί τόν ἐγωισμό μας τόν κόσμο; Καί ἐδῶ ὅλα καταλύονται καί ἐδῶ ὁ Χριστός καλεῖ ὅλους μας σέ μιά νηπιότητα.
Τιμοῦμε, λοιπόν, σήμερα τόν Ἀπόστολο καί Εὐαγγελιστή Λουκᾶ. Ταυτόχρονα, ἔμμεσα, τιμήσαμε τούς ἀγγέλους. Ταυτόχρονα, ἔμμεσα καί ἄμεσα, τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀπέκτησαν αὐτή τή νηπιότητα· καί ταυτόχρονα ἀνοίγουμε μιά ἄλλη προοπτική στόν κόσμο: Τήν προοπτική πού ἡ φωνή μας νά γίνει φωνή τοῦ Θεοῦ, τά πατήματά μας νά γίνουν πατήματα τοῦ Θεοῦ πάνω στόν κόσμο καί ἡ παρουσία μας νά γίνει παρουσία ἀποστόλου.
 

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Λέτε το Σύμβολο της Πίστεως τουλάχιστον μία φορά την ημέρα!

bfbd197d606594c8b0efb76a8ec0827f_XLΤο «Πιστεύω» έχει συνοπτικά όλα τα δόγματα της πίστης μας.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία το παρέλαβε από τους Αγίους Πατέρας και το διατήρησε αναλλοίωτο, ενώ οι Παπικοί το βεβήλωσαν και το αλλοίωσαν διά του Φιλιόκβε. Διατί να λέμε το «Πιστεύω» μας κατά το Απόδειπνο;Ο Σεβ. Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας εις εγκύκλιο του κήρυγμα, υπό ημερομηνία 1ην Απριλίου, αφού αναλύει το Πιστεύω των Ορθοδόξων και το «Σύμβολο της Πίστεως» μας. εις το οποίον «έβαλαν βέβηλο χέρι και το αλλοίωσαν» οι Παπικοί, καλεί τον πιστό λαό να λέγει μίαν φορά την μέρα και ιδιαιτέρως κατά το Απόδειπνο το «Πιστεύω». Το πλήρες κείμενο του εγκυκλίου κηρύγματος του Σεβ. Μητροπολίτου έχει ως ακολούθως: «1. Η ζωή ημών των χριστιανών, αδελφοί μου, ρυθμίζεται με βάση το τι πιστεύουμε. Και οι άθεοι το ίδιο κάνουν. Ενεργούν και πράττουν με βάση την αθεϊστική ιδεολογία τους. Ένας μεγάλος άθεος, για παράδειγμα, είχε πει: «Η ζωή είναι παράλογη, η αγάπη είναι αδύνατη»!… Άντε τώρα να κάνουμε όμορφη ζωή με βάση την ιδεολογία αυτή!
Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε το «Πιστεύω» μας, στο οποίο κλείνεται όλη η «ιδεολογία» μας, όλη η θεολογία μας καλύτερα. Και με βάση τα άρθρα του «Πιστεύω» ρυθμίζουμε την ζωή μας. Η πίστη μας στηρίζεται στην Αγία Γραφή, πού είναι η αποκάλυψη του Θεού σε ‘μάς τούς ανθρώπους. Μέσα στην Αγία Γραφή βρίσκουμε μικρές προτάσεις, οι οποίες είναι πραγματικά ομολογίες πίστεως.
Για παράδειγμα, σας αναφέρω τρεις: Ο απόστολος Παύλος λέγει για τον Ιησού Χριστό: «Εν μορφή Θεού υπάρχων ούχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλά εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος…» (Φιλιπ. 2,6-10). Αυτός ο λόγος και όλη η παρακάτω συνέχεια είναι ένα μικρό «Πιστεύω». Και ένας άλλος ακόμη σύντομος λόγος, πού είναι ομολογία πίστεως: «Ο Ιησούς Χριστός (είναι) Κύριος» (Α’ Κορ. 12,3). Το «Πιστεύω» στην Παλαιά Διαθήκη ήταν αυτός ο λόγος: «Άκουε, Ισραήλ• Κύριος ο Θεός σου εις έστιν» (Δευτ. 6,4). Και εκείνη η πεντάλογος προσευχή πού λέμε, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με», είναι μία ομολογία πίστεως- γιατί ομολογούμε τον σαρκωθέντα Υιό του Θεού και ως Θεό («Κύριε») και ως άνθρωπο («Ιησού») και ως Θεάνθρωπο («Χριστέ»).
2. Το «Πιστεύω» μας το καλούμε «Σύμβολο». Δεν ξέρω, αγαπητοί μου, να σας πω ακριβώς τί σημαίνει αυτή η έκφραση. Είναι μία έκφραση «κλειδί». Σημαίνει τον χάρτη! Πραγματικά: «Ότι είναι ο χάρτης για την Γεωγραφία, το ίδιο είναι και το «Πιστεύω» μας για την Εκκλησία, γι’ αυτό το λέμε «Σύμβολο». Ένας, μικρός χάρτης απεικονίζει όλη την γη. Και το μικρό «Πιστεύω» μας, αυτό το «Σύμβολο της πίστης» μας, έχει με λίγα λόγια όλη την πίστη μας. Δώδεκα είναι τα άρθρα του,-«Πιστεύω». Κάθε άρθρο του είναι, πώς να το πω;, είναι σαν στρατιωτικά «παραγγέλματα» διδόμενα από τον Βασιλέα Χριστό στην στρατευόμενη του Καθολική Εκκλησία, για να τα φέρει στον κόσμο, τον οποίο πορεύεται να κατακτήσει.
3. Από την αρχή η Εκκλησία χρησιμοποιούσε «Σύμβολα της πίστεως», γιατί αυτά ήταν αναγκαία για την διδασκαλία των Κατηχουμένων, αυτών δηλαδή πού επρόκειτο να βαπτιστούν. Τα «Σύμβολα της πίστεως» πάλι ήταν αναγκαία στην Εκκλησία για την απόκρουση των αιρέσεων. Δηλαδή οι εμφανισθέντες αιρετικοί, με τις πλανεμένες διδασκαλίες τους, έδωσαν την κυριότερη αφορμή στην Εκκλησία να συντάξει «Σύμβολα» της αληθινής της διδασκαλίας. Τον τέταρτο αιώνα όμως η Εκκλησία απεφάσισε να συνθέσει ένα ενιαίο «Πιστεύω» για όλη την Εκκλησία. Έτσι γράφτηκε από την Πρώτη και Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο το σημερινό «Πιστεύω», πού ξέρουμε όλοι. Το ότι το «Πιστεύω» μας γράφτηκε από Οικουμενικές Συνοδούς σημαίνει ότι είναι φωνή όλης της Εκκλησίας.
4. Είπαμε στην αρχή ότι το «Πιστεύω» μας πρέπει να ρυθμίζει την ζωή μας, τα έργα μας. Λέγουν μερικοί ότι δεν χρειάζεται η πίστη, αλλά τα έργα. Λησμονούν όμως αυτοί ότι τα έργα απορρέουν από την πίστη του καθενός. Έτσι, για παράδειγμα, ο Χίτλερ ήταν σκληρός προς τούς ανθρώπους, επειδή ήταν συνεπής στην σκληρή του πίστη. Εμείς οι χριστιανοί, πού έχουμε ωραία πίστη, όπως αυτή εκφράζεται στα δώδεκα άρθρα του «Πιστεύω» μας, πρέπει πολύ να προσπαθούμε τα έργα μας να είναι ανάλογα προς την πίστη μας.
5. Το «Σύμβολο της πίστης» μας, αγαπητοί μου, το οποίο συνέταξε η Πρώτη και η Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος, όπως είπαμε, το διέσωσε ακέραιο η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ενώ οι Παπικοί και Φραγκολατίνοι έβαλαν βέβηλο χέρι και το αλλοίωσαν. Το «Πιστεύω» ανήκει σε όλη την Εκκλησία και δεν επιτρέπεται λοιπόν ένας η μερικοί να το μεταβάλουν. Στο άρθρο του «Πιστεύω», όπου ομολογούμε την πίστη μας στο Άγιο Πνεύμα, λέγουμε, όπως το θέσπισαν οι άγιοι Πατέρες, ότι Αυτό εκπορεύεται από τον Πατέρα. Έτσι το είπε και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός στην αρχιερατική Του προσευχή (βλ. Ίωάν. 15,26). Οι Παπικοί όμως, παρά τον σαφή αυτόν λόγο του Ιησού Χριστού και παρά την σαφή πάλι διατύπωση των Αγίων Πατέρων στο «Πιστεύω», έβαλαν την φράση «και εκ του Υιού». Αυτό είναι το περίφημο «Φιλιόκβε» των Φραγκολατίνων, πού αποτέλεσε αιτία διαμάχης και χωρισμού τους από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Οι Ορθόδοξοι για το Άγιο Πνεύμα πιστεύουμε ότι εκπορεύεται μεν μόνο από τον Πατέρα, αλλά αποστέλλεται στον κόσμο διά του Υιού, κατά τον λόγο πάλι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (βλ. πάλι Ίωάν. 15,26). Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας λοιπόν διδάσκει ότι λέγει η Αγία Γραφή, όπως αυτήν την ερμήνευσαν οι Άγιοι Πατέρες.
6. Το «Πιστεύω» ήταν το πρώτο πού δίδασκε από παλαιά η Εκκλησία μας στους Κατηχουμένους. Πρώτα δίδασκε το «Πιστεύω» και έπειτα το «Πάτερ ημών». Γιατί; Γιατί με το «Πάτερ ημών» καλούμε τον Θεό Πατέρα. Αλλά μάς λέγει ο απόστολος Παύλος ότι δεν μπορούμε να καλέσουμε το όνομα του Θεού, αν πρώτα δεν το πιστεύσουμε σ’ Αυτόν (βλ. Ρωμ. 10,13-15). Το «Πιστεύω» λοιπόν, το οποίο έχει συνοπτικά όλα τα δόγματα της πίστης μας, είναι το πρωταρχικό μάθημα πού πρέπει να μάθουμε. Και πρέπει να το μάθουμε καλά. Σας συνιστώ, αδελφοί μου χριστιανοί, κάθε μέρα να λέγετε μια φορά τουλάχιστον το «Πιστεύω». Μάλιστα να προτιμάτε να το λέτε το βράδυ πριν από τον ύπνο. Αλήθεια, γιατί στο Απόδειπνο λέμε το «Πιστεύω»; Γιατί ο ύπνος είναι μία εικόνα του θανάτου, «ένας μικρός θάνατος», όπως έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Με την σκέψη λοιπόν του θανάτου λέμε το «Πιστεύω» στο Απόδειπνο, ώστε, αν συμβεί θάνατος, να με βρει, αφού πρώτα έχω ομολογήσει την πίστη μου!
Με πολλές ευχές,
Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας
Πηγή:  http://xristianos.gr
Επιμέλεια θέματος:  Δέσποινα Σεμερτζίδου

Τρίτη 12 Μαΐου 2015

περί της Θείας Ευχαριστίας.

 

 Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο κεφάλαιο έκτο

Αναίρεσις αιρετικών διδασκαλιών

περί της Θείας Ευχαριστίας.



Σε αυτήν την δημοσίευση θα δούμε τα λεχθέντα υπό του Κυρίου και γιατί δεν μπορούν να εκληφθούν αλληγορικώς διότι ορισμένοι αιρετικοί δέχονται αλληγορική έννοια και ερμηνεύουν ότι η Θεία Κοινωνία είναι σύμβολο και όχι πραγματικώς αίμα και σώμα Κυρίου.
Τίποτα πιο ανόητο απο το να θεωρούμε ότι είναι απλά ένα σύμβολο.
Το έκτο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Ιωάννη εάν εξεταστεί είναι καταπέλτης εναντίον των αιρετικών και συντρίβει τις κακοδιδασκαλιες τους.
Ας το δούμε.


Ξεκινάμε με το Ιωάννης 6:30-31
εἶπον οὖν αὐτῷ· τί οὖν ποιεῖς σὺ σημεῖον ἵνα ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμέν σοι; τί ἐργάζῃ; οἱ πατέρες ἡμῶν τὸ μάννα ἔφαγον ἐν τῇ ἐρήμῳ, καθώς ἐστι γεγραμμένον· ἄρτον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς φαγεῖν
Οι Ισραηλίτες λένε στον Κύριο πιο αποδεικτικό θαύμα κάμεις εσύ, για να δούμε και πιστέψουμε στην αποστολή σου; Ποιο υπερφυσικό έργο εργάζεσαι; Οι πατεράδες μας έφαγαν το μάννα στην έρημο, όπως άλλωστε γράφουν και οι Ψαλμοί Αρτον από τον ουρανόν έδωκεν εις αυτούς να φάγουν”.
Ο Κύριος τους απαντά και τους δίνει την υπόσχεση ότι αυτός θα τους δώσει τον άρτο εξ ουρανού που είναι το σώμα του.
Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ Μωϋσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὸν ἄρτον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου δίδωσιν ὑμῖν τὸν ἄρτον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὸν ἀληθινόν. Ο Ιησούς τους λέγει σας διαβεβαιώνω, ότι ο Μωυσής δεν σας έδωσε τον άρτο εκ του ουρανού. Ο Πατήρ μου όμως σας δίδει τώρα τον αληθινό άρτο από τον ουρανό.

Βλέπουμε καθαρά ότι το μάνα συμβόλιζε το σώμα του Ιησού έτσι είναι αδύνατον να έχουμε πάλι σύμβολο στην θέση του συμβόλου.
Ενώ όμως το μάνα ήταν ουράνιας προελεύσεως άρτος τώρα έχουμε ένα σύμβολο που όχι μόνο αντικαθιστά το σύμβολο αλλά είναι και κατωτέρας προελεύσεως από του ουράνιο άρτο αφού είναι άρτος επίγειας παρασκευής;
Η Καινή Διαθήκη σημαίνει την λήξη της εποχής των προτυπώσεων. Τώρα πια δεν υπάρχουν οι τύποι της Παλαιάς αλλά η πραγματικότητα της Καινής.
Προχωρούμε.
Ιω. 6,51 ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς.
Λέγει ο Κύριος ότι εγώ είμαι ο άρτος ο ζωντανός, που έχω κατέβει από τον ουρανό όποιος φάει από τον άρτο αυτό θα ζήση αιωνίως. Και ο άρτος, τον οποίον εγώ θα σας δώσω, είναι η σάρκα μου την οποίαν θα προσφέρω θυσία για την σωτηρία του κόσμου.
Ο Κύριος δεν έδωσε κάποιο σύμβολο ως θυσία αλλά πραγματικώς το σώμα του. Όταν λοιπόν λέγει ότι ο άρτος που θα σας δώσω να φάτε είναι αυτός που θα δοθεί υπέρ της σωτηρίας, σημαίνει ότι ομιλεί κυριολεκτικώς περί βρώσεως σαρκός και αυτή η σάρκα είναι η ίδια με αυτήν που θα θυσιαστεί.
Έχουμε ταυτόσημες έννοιες την σάρκα που δίνεται για σωτηρία και την σάρκα που δίνεται προς βρώση.
Αν μεταφράσουμε κατά την αιρετική εξήγηση δεν μπορούμε να έχουμε ταυτόσημη έννοια.
Ας το δούμε. Ιωαν 6:51 Εγώ συμβολίζω τον άρτο τον ζωντανό που κατέβηκε από τον ουρανό, όποιος φάει από αυτόν τον άρτο θα ζήσει αιώνια.
Και ο άρτος που θα σας δώσω συμβολίζει την σάρκα μου την όποια θα δώσω προς σωτηρία του κόσμου.
Είναι απαράδεκτο να πούμε ότι ο Χριστός συμβολίζει τον άρτο και ο άρτος συμβολίζει τον Χριστό.
Πρέπει να ερμηνεύσουμε κυριολεκτικώς διότι τότε μόνο βγαίνει νόημα. Ο άρτος είμαι εγώ,  δηλαδή αν και βλέπουμε άρτο, αυτός ο άρτος που βλέπουμε είναι ο ίδιος Χριστός κυριολεκτικά, είναι το σώμα του Χριστού κυριολεκτικά.
Γι' αυτό είναι ανάμνηση αλλά είναι και θυσία και λατρεία.

Ακούγοντας το αυτό οι ακροατές καταλαβαίνουν τα λεγόμενα περί αληθούς βρώσεως και δεν τα δέχονται. Λένε: πως μπορεί να μας δώσει την σάρκα του να την φάμε;
Ἐμάχοντο οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· πῶς δύναται οὗτος ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν;
Εδώ βλέπουμε ότι κατανοούν τα λεγόμενα σωστά.
Τα κατανοούν δηλαδή ως εξής: αυτός λέει ότι θα μας δώσει κυριολεκτικά να φάμε την σάρκα του και να πιούμε το αίμα του. 

Απιστούν όμως επειδή δεν πιστεύουν ότι ομιλεί ο Θεός και λένε: πως μπορεί να γίνει αυτό; 
Εάν πίστευαν ότι είναι Θεός δεν θα το έλεγαν αυτό, ρωτούν όμως και περιμένουν να ακούσουν την απάντηση.
Τότε ο Κύριος απαντά εντελώς ξεκάθαρα προς τους ακροατές, μάλιστα για επιβεβαίωση και απομάκρυνση πάσης αμφιβολίας περί του ότι πραγματικώς εννοεί σάρκα και όχι αλληγορικώς ότι ομιλεί λέγει αμήν δις.
Ιω. 6,53    εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς.
Ιω. 6,54 ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ.
Βλέπουμε ότι ο Χριστός λέγει ξανά το ίδιο. 

Αυτοί κατάλαβαν ότι κυριολεκτικά το εννοεί όταν λέει ότι θα τους δώσει να φάνε την σάρκα του και να πιουν το αίμα του.
Τα λεχθέντα του Κυρίου τι μας δείχνουν; Ότι σωστά κατάλαβαν ότι ομιλεί κυριολεκτικώς για σώμα και αίμα.
Δεν ερμηνεύει ο Κύριος τα λόγια του ώστε να εννοήσουν, αλλά βεβαιώνει την άποψη των ακροατών.
Παρόλο που έχουν ήδη αρχίσει να σκανδαλίζονται ο Κύριος βεβαιεί, εμμένει αλλά και κλιμακώνει.
Σαν να τους λέγει: Ναι σωστά καταλάβατε, αυτό ακριβώς λέω ότι θα πρέπει να φάτε την σάρκα μου και να πιείτε το αίμα μου. 

Αυτό είναι αναγκαίο διότι εάν δεν φάτε την σάρκα μου και δεν πιείτε το αίμα μου δεν θα έχετε ζωή, όμως αυτός που θα φάει την σάρκα μου και θα πιει το αίμα μου θα έχει ζωή.   
ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις.  

Δηλαδή η σάρκα μου πραγματικά τρώγεται και το αίμα μου πραγματικά πίνετε.
Και συνεχίζει ο Κύριος όπως αναφέραμε πρωτύτερα περί άρτου και συμβόλου, δηλαδή του μάνα, λέγοντας ότι: αυτός που σας είπα, δηλαδή το σώμα μου, είναι ο άρτος που έχει κατέβει από τον ουρανό. 

Αυτός ο άρτος δεν είναι σαν το μάνα που έφαγαν οι πρόγονοι σας στην έρημο, εκείνος που τρώει τον άρτο τον πραγματικό, τον ουράνιο, θα ζήσει. Ιω. 6,54.
Εδώ λοιπόν παρατηρούμε ότι ο Κύριος δεν διορθώνει τους ακροατές, δηλαδή βεβαιεί την κατανόηση τους περί κυριολεκτικής και όχι συμβολικής εννοίας των λεγομένων του, εμμένει στο ότι πραγματικώς θα πρέπει να φάνε την σάρκα του ειδάλλως δεν θα έχουν αιώνιο ζωή και διασαφηνίζει ακόμη περαιτέρω το θέμα.
Η απάντηση των ακροατών είναι η εξής:
Ιωαν. 6,60    Πολλοὶ οὖν ἀκούσαντες ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπον· σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;
Πολλοί τότε από τους μαθητές του, όταν άκουσαν αυτά είπαν είναι σκληρός αυτός ο λόγος ποιος μπορεί να τον ακούει. Πως είναι δυνατόν να φάει κανείς σάρκα ανθρώπινη;
Είναι τέτοιου είδους η κατηγορηματική διαβεβαίωση που τώρα οι Ιουδαίοι από την απορία, πως θα μας δώσει το σώμα του να το φάμε; περνάνε στον σκανδαλισμό και στην ταραχή.
Πριν, στον στίχο 52, μας λέγει το Ευαγγέλιο ότι φιλονικούσαν και έλεγαν πως μπορεί αυτός να μας δώσει την σάρκα του να την φάμε; 

Φιλονικούσαν δηλαδή έλεγαν ο κάθε ένας μια άποψη.
Οπωσδήποτε πολλοί ακούγοντας τα αυτά θα έλεγαν ότι και οι αιρετικοί, ότι δηλαδή τα λόγια του Κυρίου είναι συμβολικά, άλλοι ενδεχομένως ότι δεν είναι καλά όπως είπαν σε άλλη περίπτωση τα νομικά αδέλφια του.
Όλοι όμως προτού πράξουν και αποφασίσουν τι είναι αυτός που ομιλεί περιμένουν να δουν την διασαφήνιση.

Απόδειξη ότι όλοι οι ακροατές μένουν και δεν φεύγει κανείς.
Μένουν στην θέση τους ώστε να δουν τι θα πει αυτός που ομιλεί και λέγει αυτά τα παράδοξα. Εαν αργότερα με την επεξήγηση καταλάβαιναν ότι μιλάει συμβολικά και οχι κυριολεκτικά κανείς δεν θα έφευγε.
Και ο Κύριος επεξηγεί και τώρα είναι όλα ξεκάθαρα.
Κατανοούν ότι τους λέγει ξεκάθαρα ότι θα τους δώσει να φάνε την σάρκα και να πιουν το αίμα του.
Και τώρα όχι μόνο οι άπιστοι που φιλονικούσαν και περίμεναν να ακούσουν την συνέχεια, αλλά και οι μαθητές που δεν είχαν σταθερή πίστη, ταράχτηκαν σφόδρα. Θεωρούν ότι ο Κύριος λέει ότι θα πρέπει να φάνε το σώμα και να πιουν το αίμα του στην κυριολεξία, και ορθώς μεν, αλλά απιστούν δε. 

εἰδὼς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐν ἑαυτῷ ὅτι γογγύζουσι περὶ τούτου οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο ὑμᾶς σκανδαλίζει; ἐὰν οὖν θεωρῆτε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἀναβαίνοντα ὅπου ἦν τὸ πρότερον; τὸ πνεῦμά ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν· τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή ἐστιν ἀλλ᾿ εἰσὶν ἐξ ὑμῶν τινες οἳ οὐ πιστεύουσιν. 6,61-64.
Ο Ιησούς αντιλαμβάνεται με την Θεϊκή του γνώση ότι γογγύζουν, ότι έχουν σκανδαλιστεί πολύ και τους λέει αυτό σας σκανδαλίζει;
Αυτοί είδαμε ότι ρωτούσαν πως θα μας δώσει να φάμε την σάρκα του. Εάν ήταν πιστοί δεν θα ρωτούσαν πως, θα καταλάβαιναν ότι ο Πάνσοφος και Παντοδύναμος Κύριος έχει τον τρόπο και ότι ουδέποτε σκανδαλίζει ή πειράζει.
Εάν αυτοί πίστευαν τότε θα υπάκουγαν χωρίς αμφιβολία και ταραχή διότι τα λεχθέντα είναι υπό του Θεού.
Έτσι ο Κύριος τους λέγει εάν δείτε τον υιό του ανθρώπου να ανεβαίνει εκεί που ήταν πριν λάβει την σάρκα θα πιστέψετε ότι το σώμα και το αίμα μου δίνει αιώνια ζωή; Με αυτό το σημείο θα αλλάξετε γνώμη θα καταλάβετε ότι ομιλεί ο Θεός και θα πιστέψετε στα λεγόμενα μου;
Και ερχόμαστε τώρα στον στίχο που επικαλούνται οι αιρετικοί.
Οι αιρετικοί αναφέρουν τον στίχο 64  τὸ Πνεῦμά ἐστιν τὸ ζῳοποιοῦν, ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή ἐστιν ώστε να πουν ότι δεν ωφελεί η σάρκα του αλλά ο λόγος του Κυρίου ώστε να πουν ότι δεν ομιλεί κυριολεκτικά.
Κάθε άλλο πάρα αυτό λέει εδώ ο Ιησούς.
Εδώ τους βεβαιώνει άλλη μια φορά ότι πραγματικά θα πρέπει να φάνε το σώμα και το αίμα Του. Εάν ήταν σύμβολα όπως λένε οι αιρετικοί θα τους διόρθωνε όταν έλεγαν Πῶς δύναται οὗτος ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν ;
Θα άλλαζε την εντύπωση που είχαν οι ακροατές ότι πραγματικά θα πρέπει να φάνε την σάρκα Του για να έχουν αιώνιο ζωή.
Αυτοί πριν έλεγαν, στίχος 42, Οὐχ οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ υἱὸς Ἰωσήφ, οὗ ἡμεῖς οἴδαμεν τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα; πῶς οὖν λέγει οὗτος ὅτι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβέβηκα; δηλαδή, αυτός δεν είναι ο γιος του Ιωσήφ; πως λέει ότι κατέβηκε από τον ουρανό;
Εδώ βλέπουμε ξανά ότι δεν πιστεύουν ότι ομιλεί ο Θεός.
Και τους απαντά ο Χριστός: δεν μπορείτε να καταλάβετε τα λόγια μου διότι με βλέπετε σαν άνθρωπο μόνον, τον γιο του Ιωσήφ, και γι’ αυτό λέτε, πως αυτός λέγει ότι κατέβηκε από τον ουρανό; Σκανδαλιστήκατε επειδή σας είπα να φάτε την σάρκα μου για να έχετε αιωνία ζωή. 

Εάν με δείτε να ανεβαίνω πάλι στους ουρανούς εκεί που ήμουν θα με πιστέψετε ότι το σώμα μου δίνει αιώνιο ζωή ;  Σας λέγω ότι η σάρκα μου δίνει ζωή αιώνια διότι ακριβώς έχει συλληφθεί από το Πνεύμα το Άγιο και κατοικεί σε αυτήν το Πνεύμα το Άγιο. 
Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που ζωοποιεί, η σάρκα μου δίνει ζωή αιώνια, διότι είναι ενωμένη  και κατοικεί σε αυτή το Πνεύμα το Άγιο. 
Αυτό όλο το λέει ο Κύριος επειδή αυτοί δεν τον βλέπουν σαν Θεό και νομίζουν ότι είναι ένας άνθρωπος που τους λέει ότι πρέπει να φάνε την σάρκα και να πιουν το αίμα του.
Απλούστερα. Ο Κύριος εδώ επεξηγεί ότι είναι Θεάνθρωπος, ότι δεν είναι επί παραδείγματι ένας απλός προφήτης ώστε η σάρκα και το αίμα του να είναι ανθρώπινα και να μην έχουν καμία ενέργεια επάνω στον θάνατο.
Για να αναιρέσουμε πλήρως την θεωρία των αιρετικών θα το δούμε αυτό ακόμη καλύτερα αντιπαραθέτοντας τα χωρία.

51
ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς
53 ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς 
54 ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ
55  ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις
56  ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ.
63 τὸ πνεῦμά ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν· τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή ἐστιν.
 

Πως γίνεται όμως να ομιλεί, τέσσερις φορές μάλιστα, για σάρκα και αίμα που πρέπει να φαγωθεί λέγοντας ότι δίδει το ανώτερο, δηλαδή αιώνια ζωή, και τώρα αμέσως μετά να λέγει ότι αυτή δεν ωφελεί σε τίποτα αλλά τα λόγια του ωφελούν;
Μήπως μετάνιωσε διότι είδε το άστοχο; Άπαγε της βλασφημίας.
Το λέγει διότι αυτό που δεν ωφελεί δεν είναι σάρκα του, αλλά σάρκα.
Επανειλημμένως ο Κύριος ομιλεί για σάρκα του και αίμα του και τετράκις λέγει το σώμα μου, το αίμα μου θα πρέπει να φάτε και να πιείτε.
Στον στίχο 63 αφαιρεί το μου και λέγει η σάρκα δεν ωφελεί σε τίποτα, άρα τώρα η σάρκα για την οποία ομιλεί δεν είναι η αυτή για την οποία ομιλούσε προηγουμένως.
Δηλαδή η σάρκα αυτή που δεν ωφελεί δεν είναι σάρκα του, η δική του όμως ωφελεί. Γιατί; Μα διότι είναι ενωμένη με το Πνεύμα. 

Τώρα στον στίχο 66 Ἐκ τούτου πολλοὶ ἀπῆλθον ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἰς τὰ ὀπίσω καὶ οὐκέτι μετ᾿ αὐτοῦ περιεπάτουν.
Δηλαδή μετά από αυτό πολλοί εκ των μαθητών του γύρισαν πίσω στα σπίτια τους και τις δουλειές τους και δεν τον ξανά ακολούθησαν.
Τώρα τι βλέπουμε στους ακροατές; Αρκετοί φεύγουν.
Αυτός, ο στίχος ο 63, που για τους αιρετικούς δίδει δήθεν αλληγορική έννοια και θα έκανε τους ακροατές να μείνουν, δεν τους κάνει. Προσοχή, όλοι φεύγουν μετά την διευκρίνηση που
δήθεν λεει οτι δεν πρόκειται περί αληθούς βρώσεως σωματος και αιματος, έως τότε έχουν παραμείνει όλοι ώστε να καταλάβουν περαν πασης αμφιβολιας. Η δήθεν διευκρίνηση ότι δεν μιλάει κυριολεκτικά αλλά μιλάει αλληγορικά για τα λόγια του όχι μόνο δεν έχει καμία καταπραϋντική επίπτωση σε κανένα από τους ακροατές, οχι μονο όλοι συνεχίζουν να είναι ταραγμένοι αλλα τώρα φεύγουν απλοί ακροατές, φεύγουν οριστικά πολλοί από τους μαθητές του ευρύτερου κύκλου, ακόμη και αυτοί οι 12 είναι ταραγμένοι.
Ταραχή από τα λεγόμενα του Κυρίου ακόμη και σε αυτούς τους δώδεκα, ειδάλλως ο Κύριος δεν χρειαζόταν να ρωτήσει. Ρωτά όχι φυσικά γιατί δεν γνωρίζει τα πάντα αλλά διότι τους είδε να έχουν ταραχθεί και να παραμένουν ταραγμένοι παρά την υποτιθέμενη διευκρίνηση.

Ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός παρεξηγήσεως των λόγων του Κυρίου, δηλαδή ο Κύριος μιλούσε αλληγορικά περί του σώματος του και όχι κυριολεκτικώς για το σώμα του, και το γεγονός της απομακρύνσεως εξ αιτίας της παρεξηγήσεως θα αναφερόταν από τον Ευαγγελιστή απαραίτητα διότι αυτό είχε γίνει όταν ξαναμίλησε για το σώμα Του και παρεξηγήθηκε.
Παρατηρήστε το :

Ιωαν. 2:19 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν.
Κατεδαφίστε τον ναό αυτό και σε τρεις ημέρες θα τον κτίσω ξανά.
Λόγια Ιησού περί του σώματος του.

Ιωαν 2:20 εἶπον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· τεσσαράκοντα καὶ ἓξ ἔτεσιν ᾠκοδομήθη ὁ ναὸς οὗτος, καὶ σὺ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερεῖς αὐτόν;
Είπαν σε αυτόν οι Ιουδαίοι 46 χρόνια κτιζόταν και εσύ θα τον κτίσεις σε 3 μέρες;
Παρεξήγησις λεγομένων του Κυρίου. Εκλαμβάνονται κατά γράμμα, όπως ακριβώς και τα περί βρώσεως σώματος και πόσεως αίματος.

Ιωαν 2:21 ἐκεῖνος δὲ ἔλεγε περὶ τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ.
Εκείνος όμως έλεγε δια τον ναό του σώματός του.
Διόρθωσις στην ορθή ερμηνεία υπό του Ευαγγελιστού.

Ένα τέτοιου μεγέθους γεγονός, απόρροια των λόγων του Ιησού περί του σώματος του και τα οποία μάλιστα δεν απευθύνονται σε μερικούς έμπορους αλλά σε όλους τους ακροατές και μαθητές και έκαναν να φύγουν ακούοντες, θα διορθωνόταν κατηγορηματικά από τον Ευαγγελιστή η εσφαλμένη ερμηνεία τους από τους ακροατές. Κάτι παρόμοιο λένε και οι ψ τ Ιεχωβά, ότι οι ο Χριστός έλεγε ότι δεν ήταν Θεός, οι Ιουδαίοι δεν το κατάλαβαν και τον Σταύρωσαν.

Τι κατάλαβαν λοιπόν οι ακροατές; Ότι κυριολεκτικά τους λέει ότι είναι αναγκαίο να φάνε την σάρκα του. Με αφορμή αυτήν την αποχώρηση τους αλλά και το γεγονός ότι κατανόησαν σωστά, ο Κύριος βλέποντας την απορία και ταραχή και αυτών ακόμη των δώδεκα τους ρωτά, μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;
Δηλαδή ξεκάθαρα λέγει: ορθά εννόησαν, αυτό λέγω, μήπως και εσείς θέλετε να φύγετε; Όμως οι 12, επειδή είναι πιστοί και ξέρουν ότι ομιλεί Θεός, ασχέτως εάν αυτά που λέει τους φαίνονται παράξενα ή έχουν ταραχτεί και αυτοί, αποδέχονταν τα λεγόμενα του Κυρίου χωρίς αντιλογία διότι όταν ομιλεί ο Θεός όσο παράξενο στα χοϊκά αυτιά μας και εάν είναι αυτό που λέει, πρέπει να υπακούσουμε. Ο Πέτρος παίρνει τον λόγο και απαντά ακριβώς με αυτό το σκεπτικό και λέει πρὸς τίνα ἀπελευσόμεθα; ῥήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις·
Δηλαδή: Σε ποιον άλλον να πάμε; Μηπως σε κανενα που να τα λέει ωραία κατα την κρίση μας; Εσύ είσαι ο Θεός, ότι λες έχει δύναμη αιώνιας ζωής.

Αναφέραμε πρωτύτερα περί άστοχου.
Είπαμε και σε ένα πρόλογο μας, που μπορείτε να δείτε >ΕΔΩ< στην ομιλία του πατρός Δανιήλ "Περί Ιεροσύνης" που μπορείτε να δείτε >ΕΔΩ< ότι εάν δεν εννοούσε πραγματικώς σάρκα ή εάν δεν εννοούσε ότι η σάρκα θα ήταν προς βρώσιν ποιος ο λόγος να αναφέρει για βρώση σάρκας και πόση αίματος ;
Θα τους έλεγε απλά, ακούστε αυτά που σας λέω διότι δίδουν ζωή και θα δίδασκε.
Αυτό γιατί το λέμε;
Διότι είπαμε και παραπάνω ότι εάν δεν κυριολεκτούσε ο Κύριος περί σώματος και αίματος τότε αυτό είναι αστοχότατο παράδειγμα διδασκαλίας.
Το να πει κάποιος εάν δεν πιεις το αίμα μου δεν έχεις αιώνια ζωή και να το λέει αλληγορικά ώστε να δηλώσει την πίστη, ή ότι άλλο λένε οι αιρετικοί, είναι η χειρότερη αλληγορία και η πιο απαράδεκτη παρομοίωση.
Η διδασκαλία πέφτει στο κενό. 

Όμως ο Ιησούς είναι Θεός δεν είναι άνθρωπος να κάνει λάθος στην διατύπωση ή να διαλέξει το πιο άστοχο παράδειγμα.
ὃν τρόπον κατέφαγον τὰς σάρκας τοῦ λαοῦ μου καὶ τὰ δέρματα αὐτῶν ἀπ᾿ αὐτῶν ἐξέδειραν καὶ τὰ ὀστέα αὐτῶν συνέθλασαν καὶ ἐμέλισαν ὡς σάρκας εἰς λέβητα καὶ ὡς κρέα εἰς χύτραν οὕτως κεκράξονται πρὸς τὸν Κύριον, καὶ οὐκ εἰσακούσεται αὐτῶν. Μιχ. 3,3-4
Μεταφράζουμε: Όπως λοιπόν (οι πονηροί δυνάστες και εκμεταλλευτές) κατέφαγαν τις σάρκες του λαού μου, αφαίρεσαν από αυτούς τα δέρματά τους, έσπασαν τα κόκκαλα τους και γενικώς τους διαμέλισαν, όπως ο μάγειρος τεμαχίζει τα κρέατα που θα ριφθούν στην χύτρα για να βράσουν (ον τρόπον-τα ίδια και αυτοί θα πάθουν από τους εχθρούς τους, θα φαγωθούν από εκείνους).
Τότε θα φωνάζουν για βοήθεια προς τον Κύριο, αλλά ο Κύριος δεν θα τους ακούσει.
ὁ χρυσὸς ὑμῶν καὶ ὁ ἄργυρος κατίωται, καὶ ὁ ἰὸς αὐτῶν εἰς μαρτύριον ὑμῖν ἔσται καὶ φάγεται τὰς σάρκας ὑμῶν Ιακώβου 5,3
Ο χρυσός και ο άργυρος σας έχουν σκουριάσει και η σκουριά τους θα μένει ως φοβερή μαρτυρία εναντίον της ιδιοτέλειας και σκληρότητας σας και θα καταφάγη τις σάρκες σας.

Αναφέραμε 2 Γραφικά χωρία από Παλαιά και Καινή Διαθήκη ώστε να δούμε την συνέχεια στον χρόνο που έχει η ιδία έννοια, και που καλύπτει και την εποχή του Χριστού, ώστε να μπορέσουμε να δούμε ότι έχει την ίδια έννοια και σήμερα.
"Με έφαγες" "Ήπιες το αίμα μου" και τα λοιπά που λέμε και σήμερα.
 

"Αν δεν πιεις το αίμα μου δεν θα ησυχάσεις"
Αυτό εάν το λέγαμε σε κάποιον θα σήμαινε ότι εκείνος έχει βάλει σκοπό να μας κάνει κακό ειδάλλως δεν θα ησυχάσει, ζει μόνο για να κάνει κακό σε εμάς.
Για να γίνει εμφανές τι εννοούμε αναφέρουμε τα λόγια του Κυρίου και ας έχουμε την αλληγορική έννοια στον νου 

"Εάν δεν πιεις το αίμα μου δεν θα έχεις ζωή"
Είναι το ίδιο με το προηγούμενο. Ο Ιησούς είτε μιλάει κυριολεκτικά, είτε εννοεί ότι πρέπει να αντιπαρατεθούν σε αυτον ωστε να κερδίσουν την αιώνια ζωή πράγμα απαράδεκτο να το ερμηνεύσουμε έτσι.

Το τρώτε τις σάρκες μου ή πίνετε το αίμα μου με την αλληγορική ερμηνεία και στην Γραφή αλλά και σήμερα έχει έννοια, όχι μόνο αρνητική, αλλά έχει έννοια εχθρική. Ο Διάβολος όμως που έχει εξουσία επί του νου των αιρετικών διδασκάλων, τους υπαγορεύει μέσω δαιμονίων την αλληγορική ερμηνεία.
Βλέπετε γιατί το κάνει; Διότι έχει εχθρική διάθεση κατά του Κυρίου, θέλει να φάει την σάρκα του Κυρίου και των πιστών του αλληγορικώς, δηλαδή να τον πολεμήσει, να πολεμήσει τους δικούς του, να τους "φάει", να τους "πιει" το αίμα και την αυτή ερμηνεία διδάσκει και στους τυφλούς αιρετικούς. 

Ο Χριστός είπε να "πιούμε" το αίμα του αλληγορικά, λένε οι αιρετικοί…. 
Αυτό θα πει να σε κυβερνά πνεύμα Αντιχρίστου και ο Διάβολος να σε χορεύει στο ταψί….
Οι  Εβραίοι αν και άπιστοι κατανόησαν σωστά και δεν διαστρέβλωσαν τα λόγια του Ιησού. Οι ταλαίπωροι οι αιρετικοί μένουν για να διαστρεβλώσουν, μένουν για να "φάνε" τον Κύριο και χωρίς να το καταλάβουν γίνονται χειρότεροι από τους απίστους.
Αμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται....







ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν· εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν·

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή (Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)


Με άλλο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να φυλάξει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή το «να αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη τη ψυχή σου και με όλη τη δύναμή σου και με όλη τη διάνοιά σου», καθώς μας προστάξει ο Κύριος (Λουκ. 3, 27), παρά με το μέσον της νοεράς προσευχής.
Νοερά και καρδιακή προσευχή, κατά τους Αγίους Πατέρες που ονομάζονται Νηπτικοί, είναι κυρίως το να συμμαζεύει ο άνθρωπος το νου του μέσα στην καρδιά του, και χωρίς να λαλεί με το στόμα, αλλά μόνο με τον «ενδιάθετο λόγο», ο οποίος λαλείται μέσα στην καρδιά, να λέγει τη σύντομη αυτή και μονολόγιστη προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», κρατώντας και λίγο την αναπνοή.Έτσι μέσα στα ίδια τα βάθη της καρδιάς του επικαλείται το πανάγιο όνομα του Κυρίου, ζητεί με επιμονή το έλεός Του προσέχοντας αποκλειστικά και μόνο στα λόγια της προσευχής και τίποτε άλλο δεν δέχεται ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω, διατηρώντας τη διάνοιά του εντελώς ασχημάτιστη, χωρίς καμία εικόνα. Την δε αφορμή και το περιεχόμενο αυτής της εργασίας την πήραν όσοι ασχολούνται μ’ αυτήν από την ίδια τη διδασκαλία του Κυρίου, ο οποίος σε κάποιο σημείο λέγει: «Η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας» (Λουκ. 17, 21), και σε κάποιο άλλο: «Υποκριτή, καθάρισε πρώτα το εσωτερικό του ποτηριού και του πιάτου, για να γίνει και το εξωτερικό καθαρό» (Ματθ. 23, 26).

Και ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Εφεσίους: «γι’ αυτό γονατίζω, μπροστά στον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και παρακαλώ να ενισχύει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα του, τον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη» (Εφεσ. 3, 14).
Τί σαφέστερο θα μπορούσε να υπάρχει από αυτή τη μαρτυρία; Ότι τούτο είναι απαραίτητο, το διδάσκει το Πνεύμα το Άγιο σε κάθε ευσεβή και σε μύριες όσες άλλες σελίδες της Νέας Γραφής, όπως μπορούν να διαπιστώσουν όσοι τις ερευνούν προσεκτικά.
Από αυτή την πνευματική και επιστημονική εργασία, όταν συνοδεύεται από την όσο το δυνατόν ακριβέστερη πραγματοποίηση των αρετών, από την θέρμη που δημιουργείται στη καρδιά και από την πνευματική ενέργεια που ακολουθεί την επίκληση του Παναγίου ονόματος, καταστρέφονται τα πάθη ο νους και η καρδιά σιγά-σιγά καθαρίζονται και ενώνονται μεταξύ τους, οπότε οι σωστικές εντολές κατορθώνονται ευκολότερα… Και για να ειπώ με συντομία, με αυτόν τον τρόπο μπορούμε γρηγορότερα να επανέλθουμε στην τέλεια χάρη του Πνεύματος που μας δόθηκε στην αρχή, η οποία υπάρχει μέσα μας, αλλά σαν την σπίθα που κρύβεται στη στάχτη έχει καταχωθεί κι αυτή μέσα στα πάθη, και να την δούμε να λάμπει δυνατά και να φωτίζει το νου μας και στη συνέχεια να τελειωθούμε και να θεωθούμε με τον κατάλληλο τρόπο.
Εάν δε κάποτε μερικοί ξέφυγαν λίγο, τί το θαυμαστό; Αυτό το έπαθαν τις περισσότερες φορές από οίηση, όπως λέγει ο Σιναΐτης Γρηγόριος. Εγώ νομίζω ότι το κύριο αίτιο της παρεκτροπής τους είναι το ότι δεν ακολούθησαν με ακρίβεια τη διδασκαλία των Πατέρων για την εργασία αυτή· δεν ευθύνεται η ίδια η εργασία, για όνομα του Θεού.
Επειδή αυτή είναι αγία και με αυτήν παρακαλούμε να απαλλαγούμε από όλη την πλάνη· επειδή και η εντολή του Θεού η οποία οδηγεί στη ζωή, όπως λέει ο Παύλος, «βρέθηκε να κοστίσει σε μερικούς τον θάνατο, αυτό όμως δεν έγινε εξαιτίας της εντολής. Και πώς να γίνει, αφού αυτή είναι αγία και δίκαιη και αληθινή;» (Ρωμ. 7, 10-12). Αλλά έγινε εξαιτίας της μοχθηρίας εκείνων που την έπραξαν κάτω από την κυριαρχία της αμαρτίας. Τί λοιπόν να κάνουμε; Να καταδικάσουμε τη θεία εντολή για την αμαρτία μερικών; Και να παραμελήσουμε μία τέτοια σωτηριώδη εργασία εξαιτίας της παρεκκλίσεως μερικών; Με κανένα τρόπο. Ούτε εκείνη, ούτε αυτή. Αλλά μάλλον έχοντας θάρρος σ’ Εκείνον που είπε «Εγώ είμαι ο δρόμος, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6) με πολλή ταπεινοφροσύνη και πενθική διάθεση ας επιχειρήσουμε το έργο. Γιατί όταν κάποιος είναι απαλλαγμένος από την οίηση και την ανθρωπαρέσκεια, ακόμη κι αν ολόκληρη η στρατιά των δαιμόνων συγκρουστεί μαζί του, ούτε να τον πλησιάσει δεν θα μπορέσει, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων.
Ο Ιησούς ας είναι το γλυκό μελέτημα της καρδίας σου· ο Ιησούς ας είναι το εντρύφημα της γλώσσας σου· ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου· και ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησού. Διότι από αυτή τη συνεχή και γλυκύτατη μνήμη του Ιησού θα φυτευτούν, θα αυξηθούν και θα γίνουν μεγάλα δένδρα στη καρδιά σου οι τρεις μεγάλες εκείνες και θεολογικές αρετές: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Η ψυχή η οποία αγαπά τον Ιησού, επειδή ο Ιησούς είναι στους ουρανούς και δεν είναι ορατός, ώστε να τον βλέπει και να τον απολαμβάνει, με άλλο τρόπο δεν μπορεί να παρηγορεί την αγάπη της προς Αυτόν παρεκτός με την συνεχή ενθύμηση του αγίου Του ονόματος, με το να βοά πάντοτε με αγάπη και δάκρυα και πόνο καρδιάς: Ιησού μου, Ιησού μου αγαπημένε!
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο κόσμος της προσευχής», Εκδόσεις «ΚΑΛΑΜΟΣ»)

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Θεραπευτική τοῦ νοός (ἀκολουθώντας τήν Πατερική θεολογία) τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου

 
Νοῦς – Ἀνατομία, Νοσολογία καί ἡ θεραπευτική του

τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου
 

Τόν τίτλο τόν εἴδατε πιστεύω, καί μιλάει γιά τή θεραπευτική τοῦ νοός. Κάνει πρῶτα κάτι διαπιστώσεις. Πρῶτα διαπιστώνει τήν ἀνατομία τοῦ νοός καί μετά λέει νοσολογία καί θεραπευτική τοῦ νοός. Θά τά ἀναλύσω αὐτά τά πράγματα ἱστάμενος βασικά, δηλαδή ἀκολουθώντας, τήν Πατερική θεολογία...
καί τολμῶ νά πῶ πώς σήμερα εἶναι μία ἀκόμα εὐκαιρία, γιατί, ὅλα αὐτά πού θά πῶ σήμερα, κατά τήν Πατερική θεολογία προσεγγίζονται ἀπό τήν ἑρμηνεία πού δίνουν οἱ Πατέρες στό σημερινό Εὐαγγέλιο πού ἀκούσατε, τοῦ δαιμονισμένου. Ἐκεῖ γίνεται μία λεπτολόγα ἀνάλυση καί προσδιορισμός τοῦ κειμένου τοῦ ἴδιου, τί εἶναι ἀκόμα καί ὁ δαιμονισμός, πέρα ἀπό τήν κατάληψη ἀπό τό δαιμόνιο. Θά τό δεῖτε στήν πορεία. Βέβαια, τίποτε δέν εἶναι σύμπτωση, ἀλλά τό ἐπέτρεψε ὁ Θεός σήμερα νά κάνουμε αὐτήν τήν ὁμιλία, ὅταν ἦταν αὐτό τό Εὐαγγέλιο. Θά τό δοῦμε στήν πορεία. Λοιπόν, τώρα, θά κάνουμε, ἄς ποῦμε, μιά ἰατρική διαπίστωση, θά κάνουμε τήν ἀνατομία τοῦ νοός, ὅπως τή λένε οἱ Πατέρες. Καί μετά ἀφοῦ κάνουμε ἀνατομία, ἄν ὑπάρχει ἀρρώστια σέ ἕνα ὄργανο στό ὁποῖο κάνουμε τήν τομή, μετά προσδιορίζουμε τί ἀρρώστια ὑπάρχει καί μετά προσδιορίζουμε τί θεραπεία θά κάνουμε καί θά ὁρίσουμε.

Νά πῶ δυό λόγια [γιά κάτι], πού εἶναι πάρα πολύ οὐσιαστικό νά τό ξέρουμε καί εἶναι μιά γενική γνώση μέν, ἀλλά οὐσιαστική, πού πιστεύω καί οἱ χριστιανοί μας πρέπει νά τή γνωρίσουν ἀφοῦ εἶναι Πατερική θεολογία. Τίποτα δέν εἶναι κρυμμένο, τίποτα δέν εἶναι δύσκολο. Καί πρέπει οἱ χριστιανοί μας νά ξέρουν λίγο τί εἶναι ἡ ψυχή. Λίγα πράγματα ξέρει ὁ καθένας γιά τήν καρδιά, πολύ λίγα, ἀλλά ξέρει μερικά πράγματα, [γιά τό πῶς] κυκλοφορεῖ τό αἷμα, [γιά] τούς κόλπους. Λίγα πράγματα ξέρει γιά τό στομάχι του. Ἔτσι, ἁπλά πράγματα. Χωρίς νά γίνουνε γνωσιοκράτες, ἀλλά εἶναι πολύ οὐσιαστικό, ἀφοῦ μᾶς ἀφορᾶ, νά ξέρουμε καί τά βασικά ὄργανα τῆς ψυχῆς μας, ἀκολουθώντας καί τή θεολογία τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού μιλάει γιά πολύ βαθιές ἔννοιες καί λέει: «Κοιτάξτε αὐτά δέν τά λέω γιά μερικούς εἰδικούς ἤ γιά τούς μοναχούς, τά λέω γιά ὅλους τούς χριστιανούς». Καί ἐγώ θά τολμήσω, λοιπόν, νά κάνω ἕναν περίπατο μαζί σας, μέ λίγα λόγια νά προσδιορίσω τί εἶναι αὐτό πού λέμε πνευματικά ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Θά τά λέω ὅσο μπορῶ πιό ἁπλά καί πιό συγκεκριμένα, γιά νά τά προσδιορίζω καί μετά ἄν χρειαστεῖ θά μέ ρωτήσετε.

Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχή καί σῶμα, καί τά δύο εἶναι κτιστά. Ὁ Θεός τά ἔκανε. Εἴμαστε τώρα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν βλέπουμε τό σῶμα, λέμε τί ἔχει τό σῶμα; Λειτουργίες: ἡ πεπτική, ἡ ἀναπνευστική, ἡ καρδιακή ‒ οἱ λειτουργίες τοῦ σώματος. Πολύ ὡραῖα. Κατά τά ἴδια τά μέτρα, ἐπειδή εἶναι ἴδιος ὁ Δημιουργός, δίνει ἴδιες δομές, ἔχει ὄργανα καί ἡ ψυχή. Πολύ ἁπλό δέν εἶναι; Ποιά εἶναι τά ὄργανα τῆς ψυχῆς; Τά προσδιορίζουμε γενικά σέ δύο βασικά ὄργανα, τά ὁποῖα ἔχουνε ποικιλίες, ἀλλά εἶναι δύο ὄργανα. Κρατῆστε, ἔχουμε δύο ὄργανα τῆς ψυχῆς. Τό ἕνα εἶναι ὁ νοῦς καί τό ἄλλο εἶναι ἡ καρδιά. Προσέξτε: «Νοῦς» καί «καρδιά» ‒ ὄχι μόνο ἐγκέφαλος, ὄχι μόνο ἡ βιολογική καρδιά ‒ εἶναι πνευματικοί ὅροι. Εἶναι, λοιπόν, δύο ὄργανα. Σαφέστατα τό λέω γιά νά μήν πεῖτε μετά δέν καταλάβαμε. Νοῦς καί καρδιά εἶναι δύο ὄργανα καί ἔχουνε μία σχέση. Θά δοῦμε τώρα, τί εἶναι ὁ νοῦς. Αὐτό μᾶς ἐνδιαφέρει βασικά, αὐτό θά προσδιορίσουμε. Ἀλλά, πρέπει νά τό συνδέσω καί μέ τήν καρδιά γιά νά εἴμαστε μέσα στό πλαίσιο. Θά δοῦμε, λοιπόν, πῶς ἀρρωσταίνει ὁ νοῦς. Νά δοῦμε πρῶτα τούς πρώτους ὁρισμούς. Γιά νά γίνω κατανοητός, ἀκολουθῶ πάντοτε τήν Πατερική μέθοδο, πού γιά τέτοια θέματα ἔπαιρνα παραδείγματα, κατ᾽ ἀνάγκη παραδείγματα. Καί ὁ Χριστός δεκάδες παραδείγματα καί παραβολές χρησιμοποίησε γιά νά καταλάβουμε πολλά πράγματα. Γιά νά καταλάβουμε τή σπορά στήν καρδιά μας, ἔκανε τόν σποριά πού σπέρνει. Ἄρα, καί ἐμεῖς παίρνουμε παραδείγματα, γιά νά καταλάβουμε πολύ βαθιά πράγματα.

Προσέξτε, λοιπόν, τό ἑξῆς. Δύο τά ὄργανα, νοῦς καί καρδιά. Ποιός τά ἔφτιαξε αὐτά; Ὁ Θεός. Ἄρα, εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Δημιουργός. Ἄρα, ἔχουμε τό νοῦ καί τήν καρδιά καί τό Δημιουργό. Θά δώσω, τώρα, ἕνα παράδειγμα πού δέν εἶναι ἀκριβές. Πάντοτε, τά παραδείγματα εἶναι «λίγα». Καί μάλιστα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει: «Προσέξτε, γιά τέτοια θέματα κατ᾽ ἀνάγκη [χρησιμοποιοῦμε] τά παραδείγματα, ἀλλά ποτέ ἕνα παράδειγμα δέν εἶναι ἀκριβές». Πράγματι! Ἀλλά θά πῶ ἕνα παράδειγμα, μήπως μέ καταλάβετε. Θά πάρω ἕνα παράδειγμα εὔληπτο, ἀπό τή δική μας γνώση, ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου. Ἄς πάρω ἕνα σπίτι, μιά πολυκατοικία, πού πρέπει νά θερμανθεῖ. Τί κάνουμε ἐκεῖ; Βάζουμε ἕνα λέβητα. Στό λέβητα μέσα θά βάλουμε τό πετρέλαιο, θά καίει τό πετρέλαιο καί ὅλα τά δωμάτια θά θερμαίνονται. Πάρτε, λοιπόν, τό ἑξῆς παράδειγμα. Ποιά εἶναι ἡ πρώτη κίνηση; Κάποιος πρέπει νά ζητήσει πετρέλαιο, γιά νά γεμίσει ὁ λέβητας. Κάποιος θά πάει στήν ἑταιρεία, στό πρατήριο καί θά πεῖ: «Θέλω πετρέλαιο». Κάποιος, λοιπόν, στρέφεται κάπου καί ζητάει κάτι. Καί ἐφόσον ἡ ἑταιρεία ἀνήκει σέ αὐτόν τόν κόσμο, δέν θά πεῖ ὄχι, ἀφοῦ εἶναι ἑταιρεία πού χρειάζεται νά πουλήσει πετρέλαιο. Γι᾽ αὐτό ζεῖ καί ὑπάρχει. Ἔ, θά δώσει πετρέλαιο. Ποῦ θά πάει τό πετρέλαιο; Στό λέβητα. Τί θά γίνει ὁ λέβητας; Θά θερμανθεῖ. Καί θά θερμανθεῖ ὅλο τό σπίτι. Μές στή θέρμανση αὐτή, θά θερμανθοῦν καί ὅλα τά διαμερίσματα.

Ἀκοῦστε τώρα. Πρῶτα σκεπτόμαστε ὅτι θέλουμε πετρέλαιο. Χρειάζεται νοῦς. Νοῦς! Ἄρα, θά τό σκεφτεῖ κάποιος καί θά ζητήσει ἀπό κάπου τό πετρέλαιο. Ἀπό ποῦ θά τό ζητήσει; Ποιός μπορεῖ νά θρέψει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου; Μόνο ὁ Θεός! Ἄρα, θά στραφεῖ στόν Θεό, πού θά τροφοδοτήσει ‒ἡ πύρινη Ἀγάπη πάντοτε τροφοδοτεῖ‒ τόν ἄνθρωπο μέ αὐτό τό καύσιμο. Ποῦ πάει τό καύσιμο; Στό λέβητα, πού εἶναι ἡ καρδιά. Ὁ νοῦς ζητάει τό πετρέλαιο, ἀπευθύνεται στόν Θεό· ἐκεῖ στρέφεται, δέν θά πάει κάπου ἀλλοῦ, δέν θά πάει στό περίπτερο πού πουλάει μόνο σοκολάτες καί ἐφημερίδες. Ἄν στραφεῖς ἐκεῖ θά βρεῖς λύση. Κρατῆστε, λοιπόν, στρέφομαι στόν Θεό καί ὅλα αὐτά εἶναι παρμένα ἀπό τήν Πατερική θεολογία, πού ἀξιοποιοῦν τά κείμενα τῆς Γραφῆς. Ὅταν λέει ὁ Χριστός: «Ποιά εἶναι ἡ πρώτη ἀρετή;», «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς [καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς] ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας...» (Μάρκ. 12:30). Εἶναι αὐτή ἡ στροφή πρός τόν Θεό. Βασικό μέγεθος. Ποῦ στρέφεσαι; Στόν Θεό, γιά νά γεμίσεις ἀπό καύσιμα.

Στό σημερινό εὐαγγελικό κείμενο, ρωτάει ὁ πατέρας τοῦ δαιμονισμένου, λέει: «Μπορεῖς νά κάνεις κάτι;». Καί λέει ὁ Χριστός: «Τό θέμα εἶναι νά μπορῶ ἐγώ; Ἄν μπορεῖς ἐσύ νά πιστέψεις», τοῦ λέει. Εἶναι ἡ στροφή· προσέξτε, τό «πιστεύεις» εἶναι ἡ στροφή στόν Θεό, ὄχι ἡ θεωρητική πίστη. Βλέπετε μιά πτυχή τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Μπορεῖς νά πιστέψεις; Νά ζητήσεις ἀπό τήν ἑταιρεία τοῦ πετρελαίου; Παίρνεις, λοιπόν... Ὁ Θεός χορηγεῖ, ἐπειδή εἶναι δωρεοδότης. Καί ποῦ χορηγεῖ τή δωρεά Του; Ἐκεῖ ὅπου εἶναι ἡ ἀποθήκη, γιά νά ζεσταθοῦμε. Καί ὁ ἄνθρωπος γεμίζει. Αὐτό πού λέμε: «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» (Ψαλμ. 50:12). Ἡ καρδιά τῶν Πατέρων εἶναι ὁ χῶρος ὅπου ἀποθηκεύεται ‒οἱ λέξεις φτωχές‒ ἀλλά ἀποθηκεύεται, μπαίνει τό καύσιμο καί ὅπου ζεσταίνει ὅλο τόν ἄνθρωπο.

Ἕνα ἁπλό σχῆμα, σᾶς ἔδωσα, νά ξέρουμε τί εἶναι ἡ καρδιά καί τί εἶναι ὁ νοῦς. Ἐμᾶς, τώρα, μᾶς ἐνδιαφέρει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι πάρα πολύ κεντρικό σημεῖο. Δηλαδή, θά ζητήσω πετρέλαιο; Καί ἄν δέν ζητήσω εἶμαι κουτός. Ἤ μήπως ζητῶ πετρέλαιο ἀπό λάθος μέρος; Ἤ παίρνω πετρέλαιο πού ἔχει λάθος σύνθεση καί δέν λειτουργεῖ σωστά; Τό κείμενο λέει: «Ἀγαπήσεις ‒πρώτη ἐντολή‒ ἐξ ὅλης καρδίας, ἐξ ὅλης ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας». Καθαρό πράγμα. Ἀπό ἐκεῖ μόνο ζητᾶς. Βασικό μέγεθος. Πιστεύεις;... Παρενθετικός λόγος: Στό σημερινό Εὐαγγέλιο τό παιδί ἦταν δαιμονισμένο, ἀλλά ὁ Χριστός λέει στόν πατέρα ἐσύ νά πιστέψεις. Θά ἔλεγε κάποιος: «Μά δέν ἦταν αὐτός δαιμονισμένος». Πάλι ὁ λόγος ὁ Πατερικός. Προσέξτε, πόσο πανέμορφος εἶναι. Λέει, ἄν τό παιδί σου εἶναι μικρό, καί δέν ξέρει πώς ὅταν κρυώνει πρέπει νά βάλει κουβέρτα, ἐσύ θά μεριμνήσεις νά τοῦ βάλεις κουβέρτα. Ἄν δέν τοῦ βάλεις, τό παιδί θά ἀρρωστήσει. Ὄχι ἐσύ. Ἄρα, δέν κάλυψες τό παιδί σου. Γιά μερικούς πού λένε: «Μά, τί φταίει τό παιδί πού εἶναι δαιμονισμένο;». Καί λέει τό κείμενο: «παιδιόθεν». (Μάρκ. 9:21) Ἄρα, θά πεῖ κάποιος, ποῦ εἶναι ἡ εὐθύνη τοῦ παιδιοῦ; Μπορεῖ ἕνα παιδί νά δαιμονιστεῖ; Εἶναι τό λειτουργικό κοίταγμα. Δέν εἶμαι ἐγώ καί ὁ Θεός, μόνο. Εἶναι ὅλη ἡ κοινωνία, τό λειτουργικό κοίταγμα. Εἶχες ἔγνοια γιά τό παιδί σου νά καλυφθεῖ; Βλέπεις, τό παιδί ‒πού δέν ἤξερε‒ δέν καλύφθηκε πνευματικά. Αὐτό δαιμονίζεται, [ἐνῶ] ὁ πατέρας τώρα γκρινιάζει. Καί ὁ Χριστός ζητάει ἀπό τόν πατέρα νά πιστέψει. «Πιστεύεις;», τοῦ λέει. Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία ἡ μεγάλη.

Νά λοιπόν τώρα, ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά, κάτι προσδιόρισα. Τί συμβαίνει τώρα μέ τή λειτουργία τοῦ νοός, πού εἶναι κεντρικό στοιχεῖο. Τί εἶναι τό κεντρικό στοιχεῖο; Ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας [τό ἀναφέρουν] ὅταν μιλᾶνε γιά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πτώση ποιά εἶναι; Πού ἔφυγε [ὁ ἄνθρωπος] μακριά ἀπό τόν Θεό. Δέ στρέφεται πρός τόν Θεό, αὐτό εἶναι μακριά. Ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Ἐδῶ εἶναι, βλέπετε, τό πρατήριο τοῦ πετρελαίου. Ἐγώ δέν πάω καί πάω στό περίπτερο. Εἶναι πανταχοῦ παρών ὁ Θεός, ἀλλά ἐμεῖς δέν στρεφόμαστε. Λένε οἱ Πατέρες, λοιπόν, «Τί ἔπαθαν οἱ πρωτόπλαστοι;». Ἔπαθαν, λέει, ‒προσέξτε, κοινός ὅρος γιά ὅλους τούς Πατέρες‒ «σκοτισμό τοῦ νοός». Σκοτίστηκε τό μυαλό τους καί ἀντί νά ζητᾶνε πετρέλαιο ἀπό ἐκεῖνον πού ἔχει, πῆγαν ἀλλοῦ καί στραφήκανε. Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου: ἐσκοτισμένος νοῦς. Ἄν, λοιπόν, πεῖ κάποιος πῶς ἦρθε ἡ ἁμαρτία, ἐσκοτισμένος νοῦς. Ἕνας μεθυσμένος δέν ξέρει ποῦ νά πάει τό αὐτοκίνητο. Τό πάει στόν γκρεμό. Ἄρα, ὁ νοῦς εἶναι ἡ βασική αἰτία. Καί τί μπῆκε στό νοῦ μέσα; Μπῆκε ὁ πειρασμός. Ὁ πειρασμός δέν ἔχει καμία δύναμη. Οὐδεμία δύναμη δέν ἔχει. Ὁ Θεός εἶναι ἡ Δύναμη. Ἀλλά, ἅμα ἁμαρτήσουμε πρός τόν Θεό, ὁ πειρασμός μᾶς ἐπηρεάζει. Πάντοτε κάνει προτάσεις ὁ πειρασμός. Ἐδῶ τόλμησε τόν Χριστό νά πειράξει. Ἄρα, ὁ νοῦς, πού εἶναι ἕνα ὄργανο τῆς ψυχῆς, ἔρχεται καί προσβάλλεται ἀπό τόν πειρασμό. Βασικό μέγεθος. Καί ὁ νοῦς σκοτίζεται. Γιατί σκοτίζεται; Γιατί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό. Θά ἀρχίσω νά διαβάζω, γιατί εἶναι πολύ σπουδαῖο, δέν μπορῶ νά ἀγνοήσω τά Πατερικά κείμενα· ὄχι ἁπλῶς νά γίνετε πολύ βαθεῖς γνῶστες, ἀλλά νά μπεῖτε σέ αὐτό τό πανηγύρι τοῦ Πατερικοῦ λόγου, πού εἶναι τόσο πλουραλιστικός, τόσο πλούσιος, τόσο σπουδαῖος. Καμιά φορά, λέμε, τί χάνουμε πού δέν ξέρουμε τούς Πατέρες.

Ἀρχίζω νά διαβάζω Πατέρες. Λέει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος: «κενωθέντος τοῦ ἀνθρώπου τῆς τοῦ Θεοῦ ἐννοίας, εἰς τά οὐκ ὄντα ἀποστρέφεται»[1]. Ὅταν ἄδειασε τοῦ ἀνθρώπου ὁ νοῦς ἀπό τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ, τότε ποῦ πῆγε; Στά «οὐκ ὄντα». Πῆγε ἐκεῖ πού δέν ὑπῆρχε νά πάρει πετρέλαιο. Φοβερός ὁ λόγος. Ἤ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει: «ἐξ αὐτοῦ», ἐκ τοῦ Θεοῦ, «πᾶν ἀγαθόν ἀγαθύνεται», πᾶν ἀγαθόν καί «καθόσον ἐξ αὐτοῦ μακρύνεται» ‒ὅλα τά ἀγαθά ἀπό τόν Θεό εἶναι‒ καί καθ᾽ ὅσον ὁ νοῦς ἐξ αὐτοῦ, ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἀπομακρύνεται, ποῦ ἔγινε; «ἐν τῷ κακῷ γέγονεν». Φεύγει ἀπό τόν Θεό καί ἀποκτᾶ στό νοῦ του μιά διαστροφή.

Τό ἴδιο πράγμα, λέει ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος μέ ἄλλα λόγια: «Ἄν ὑστερήσει ἡ ψυχή ἀπό τό Πνεῦμα, ὁ ἄνθρωπος παραμένει ψυχικός καί σαρκικός». [Ἡ ὁρολογία ψυχικός καί σαρκικός] εἶναι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος, καί λέει: «Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μᾶς δίνει αὐτήν τή δύναμη». Ὁ Θεός τί χορηγεῖ στό νοῦ καί στήν καρδιά; Τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτό ζοῦμε στήν Ἐκκλησία. Ἄν αὐτό ὑστερήσει, λέει, ἡ ψυχή ἀπό τό Ἅγιο τό Πνεῦμα, ὁ ἄνθρωπος παραμένει [μόνο] ψυχή· ἔχει ψυχή. Ἀλλά μιά ψυχή πού δέν τροφοδοτεῖται, εἶναι ὁ ψυχικός ἄνθρωπος. «Ψυχικός» ‒ ὁ ἄνθρωπος τῆς ψυχῆς. Βλέπετε, πολλές φορές λένε, ἀκοῦμε στίς τηλεοράσεις καί ραδιόφωνα: «Τώρα θά κάνουμε ἐκπομπή μέ πνευματικούς ἀνθρώπους». Πνευματικός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ζεῖ στήν Ἐκκλησία κοντά στή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μπορεῖ νά εἶναι καί ἕνας καλλιτέχνης, ἀλλά ὄχι μόνο οἱ καλλιτέχνες καί οἱ ἠθοποιοί νά εἶναι πνευματικοί ἄνθρωποι. Μπορεῖ νά εἶναι καί ἕνας καροτσέρης στό δρόμο καί ἕνας ὁ ὁποῖος καθαρίζει τούς δρόμους, ἄν εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία. Βλέπετε, διαστράφηκε ὁ ὅρος «πνευματικός ἄνθρωπος». Γιατί φεύγει μακριά ἀπό τόν Θεό καί ὁ νοῦς του πιά δέν στρέφεται στόν Θεό. Καί μάλιστα πανέμορφα γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή: «ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καί ἐσκοτίσθη [ὁ] ἀσύνετος αὐτῶν [νοῦς καί ἡ] καρδία» (Ρωμ. Α´,21). «Ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς». Προσέξτε τή λέξη «διαλογισμός». Σχεδόν πάντοτε, εἰδικά στήν Καινή Διαθήκη, ἡ λέξη «διαλογισμός» χρησιμοποιεῖται ὑπό κακή ἔννοια. Λέει ὁ Χριστός, ὅταν βλέπουν κάποιοι ὅτι θά θεραπεύσει τόν παράλυτο: Οἱ «διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν» (Μάρκ. 2:6). Καί λέει ὁ Χριστός: «Τί διαλογίζεσθε;». Βλέπετε δέν εἶναι ἡ λέξη «λογισμός», [εἶναι] «δια-λογισμός». Ἡ διάσπαση τοῦ νοός. Ἀξιοποιῆστε το καί γιά τά αἱρετικά τά θέματα. Διαλογισμός. Εἶναι ἄμεση ἡ πρόσβαση. Δια-λογισμός. Λέξη ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖται πάντοτε μέ ἕναν τρόπο ἀρνητικό ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Καί ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος καταλήγει [στήν ἄγνοια], ἐνῶ εἶναι ἔτσι φτιαγμένος, ἔτσι νά στρέφεται στόν Θεό, ὁ νοῦς του νά πηγαίνει νά ζητάει ἀπό τόν Θεό τή βοήθεια ‒ «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου». Καί αὐτό εἶναι ἡ πίστη, πού εἶναι αὐτή ἡ κίνηση πρός τά ἐκεῖ. Αὐτό τό ἀγνοήσαμε.

Καί πᾶμε στήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «τήν τῆς οἰκείας αἰτίας ἐνόσησεν ἄγνοιαν». Ποιά εἶναι ἡ ἀρρώστια τῶν ἀνθρώπων; [῞Οτι] δέν γνωρίζουν τό γεγονός, πού εἶναι ὁ Θεός κοντά τους. Ἡ νόσος ποιά εἶναι; Ἡ ἄγνοια. Ποιά [εἶναι] ἡ γνώση; Τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἡ γνώση ἄλλων πραγμάτων. [Νόσος εἶναι ἡ] ἄγνοια τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖ ἀρρώστησαν. Καί λένε οἱ Πατέρες πανέμορφα, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος λέει, ποιά ἦταν ἡ πρώτη γνώση τοῦ ἀνθρώπου; Ποιά ἦταν; Νά γνωρίζει τόν Θεό. Μετά τήν πτώση, ἡ πρώτη γνώση πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος ποιά εἶναι; Γνωρίζει ὅτι εἶναι γυμνός. Τό πρῶτο πράγμα πού καταλαβαίνει ὁ πρωτόπλαστος. Γυμνός τί; Ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί τότε (Γένεση 3:7), «διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί αὐτοῦ». Τότε νόμιζε πώς γνωρίζει, καί τότε δέν γνωρίζει πιά. Ἐνῶ, ἔχει τόν Θεό μπροστά Του. Τόν εἶχε μπροστά στά μάτια του. Ὁ νοῦς του ἦταν καθαρός, ὁ νοῦς του δέν ἦταν βρώμικος, δέν ἦταν σκοτισμένος. Ξέρει, βλέπει τόν Θεό, γνωρίζει τόν Θεό. Μετά τήν πτώση πρώτη γνώση εἶναι ἡ γύμνια του. Ποιά εἶναι ἡ γύμνια; Πού ἔχει γυμνωθεῖ ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μάλιστα πανέμορφα, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής ‒σπουδαῖα τά κείμενα του τά ἀσκητικά‒ λέει, βλέπει αὐτό ὁ διάβολος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπό τόν Θεό καί βάζει πάνω μας, στό νοῦ μας, ἐκεῖ στή διάνοια, στό νοῦ, τρεῖς γίγαντες. Μιλάει ὁ Ἅγιος Μᾶρκος γιά τρεῖς γίγαντες. Λέει, πρῶτος γίγας, γίγας πού πλέον σέ πολεμάει καί σέ σκοτώνει: Ἄγνοια Θεοῦ, Λήθη Θεοῦ, Ραθυμία. Πρῶτο ‒δέν ξέρω τόν Θεό· δεύτερο, ‒λήθη Θεοῦ, δέν ξέρω ποῦ δίνουν τό πετρέλαιο καί [ἄν] τό ξεχάσω δέν μπορῶ νά πάρω πετρέλαιο· καί ραθυμία ‒δέν βαριέσαι τώρα... Οἱ τρεῖς γίγαντες, κρατῆστε τους, γιά τόν πνευματικό σας ἀγῶνα: Λήθη Θεοῦ, Ἄγνοια Θεοῦ, Ραθυμία. Καί προσέξτε, ἐπειδή ἡ στροφή πρός τόν Θεό εἶναι συνεχής, μιλᾶμε γιά τήν ἀδιάλειπτο προσευχή. Δέν εἶναι ἕνα κατόρθωμα. Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι ἡ συνεχής στροφή τοῦ νοῦ πρός τόν Θεό.

Γι᾽ αὐτό βλέπετε, βασικά ὄργανα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, λειτουργοῦν ἀδιαλείπτως. Σταματήσατε ποτέ νά ἀνασαίνετε; Σταμάτησε ποτέ ἡ καρδιά σας νά χτυπάει; Σταμάτησαν οἱ βασικές λειτουργίες σας; Ὄχι. Ἔτσι ἔφτιαξε τόν ἄνθρωπο ὁ Θεός, γιά τίς βασικές, ὀργανικές κινήσεις τῆς ὑπάρξεώς μας νά ὑπάρχει τό ἀδιαλείπτως λειτουργεῖν. Δέν θά τό ἔκανε γιά τά πνευματικά; Καί αὐτό τό ἀκατανόητο γιά ἐμᾶς, τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» εἶναι τό πιό δυνατό καί φυσικό, τό ὁποῖο δέν [νοεῖται νά μήν] τό κάνουμε, ὅπως ἐγώ τρώω, κοιμᾶμαι, παίζω, κάνω κουβέντα μαζί σας. Σταμάτησε ἡ καρδιά μου; Αὐτό εἶναι τό ἐπιδιωκόμενο, πού δέν εἶναι ἄθλημα, εἶναι τό «ἀλίμονο ἐάν δέν τό κάνουμε!». Ὅλη ἡ ὕπαρξή μου νά εἶναι στραμμένη στόν Θεό. Ὅταν αὐτό ξεχαστεῖ πιά, δέν πάρω πετρέλαιο ἀπό ἐκεῖ πού πρέπει, πῶς θά ζεσταθεῖ ὁ ὀργανισμός; Προσέξτε, ἔρχομαι λίγο στό κείμενο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἄν κάποιος τό ἄκουγε τό πρωί, καί κάνει ἐκεῖ τό κείμενο, προσέξτε, λεπτεπίλεπτες ἀναλύσεις. Λέει πῶς συμπεριφερόταν ὁ δαιμονισμένος. Προσέξτε, τρομερά στοιχεῖα. Πρῶτον, λέει, πνεῦμα ἄλαλον, δέν μιλοῦσε. Καί ὁ Χριστός λέει, καί κωφόν καί ἄλαλον. Ἄλαλο δέ μιλάω, κωφό δέν ἀκούω. Αὐτό τί σημαίνει; Μιά ἀκοινωνησία. Ἀκοινωνησία. Δέν εἶχε πάθει κάτι. Ἄλλο πράγμα νά ἔχεις μιά βλάβη ὀργανική στό κέντρο τῆς ὁμιλίας, [πού] δέν μπορεῖς νά μιλήσεις. Μπορεῖς [ὅμως] νά γίνεις ἅγιος. Δέν εἶχε κοινωνία, δέν ἄκουγε, καί κάτι πάρα πολύ οὐσιαστικό, οὐσιαστικότατο αὐτή τή στιγμή, σέ αὐτό τό καίριο σημεῖο: Αὐτός ὁ δαιμονισμένος, ὅταν βλέπει τόν Χριστό, πέφτει κάτω καί χτυπιέται. Δηλαδή, δέν ἀντέχει τόν Θεό. Καί ταυτόχρονα, τρεῖς ἐξωτερικές ἐνέργειες. Τό κείμενο λέει, ἔφρισσε, ἔφριζε ὁ δαιμονισμένος, ταυτόχρονα ἐξηραίνετο, κάτι, μία ἀκινησία πάθαινε, ἄφριζε. Προσέξτε, ὅλο μαζί! Ἄν τό ἄκουγε κάποιος εἰδικός, κατά τά μέτρα πού ξέρει, τά ἀνθρώπινα μεγέθη, θά ἔλεγε ‒προσέξτε‒ «μανιοκατάθλιψη» θά ἔλεγε. Καί ὡς προσδιορισμός θά ἦταν σωστός, δηλαδή: Μανία (φρίσσω, θυμώνω, χτυπιέμαι κάτω, ἀφρίζω) καί κατάθλιψη, ἀπομόνωση. Μπορεῖ νά προσδιορίσει, λοιπόν, τό ὅτι εἶναι μανιοκατάθλιψη, ἀλλά δέν ξέρει ἀπό ποῦ προῆλθε. Γιατί ὅλος ὁ ἄνθρωπος, ἔφυγε μακριά ἀπό τόν Θεό, δέν εἶναι κοντά στόν Θεό. Ἄλλο νά πάθει μιά βλάβη στό σῶμα του, θά ἦταν ἕνα ἀπό ὅλα αὐτά. Ἐδῶ εἶναι ὅλα μαζί. Καί μάλιστα τό στοιχεῖο τό ὅτι βλέπει τόν Χριστό καί πέφτει κάτω, δέν ἀντέχει τόν Χριστό. Εἶναι καίριοι αὐτοί οἱ προσδιορισμοί. Ἄρα, θά ἔλεγα καί ἐγώ, ὡς ἐκδήλωση, ναί εἶναι μανιοκατάθλιψη. Γιατί προῆλθε; Πῶς θεραπεύεται αὐτή ἡ νόσος τοῦ νοός; Προῆλθε γιατί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό.

Εἴμαστε πάλι στό νοῦ, τώρα. Ὁ νοῦς ὅσο φεύγει μακριά ἀπό τόν Θεό, ἀρχίζει καί διαστρέφεται. Καί, ξέρετε, ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά ἔχει ἡδονή. Ὁ Θεός ἔτσι τόν ἔκανε. Αὐτό πού λέμε ὁ παράδεισος, τά μελλοντικά ἀγαθά, αὐτό πού ζοῦμε κοντά στόν Θεό στήν Ἐκκλησία, εἶναι μία ἡδονή. Ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο ἡδονές. Μᾶς ἔκανε τήν πρόταση, γιά νά μποροῦμε νά τρῶμε, τό φαγητό νά ἔχει γεύση. Εἰδάλλως, μπορεῖ νά μήν τό σκεφτόμασταν· ἀλλά ἔχει κάτι πού μᾶς προκαλεῖ νά πᾶμε νά φᾶμε. Ἄρα, ὅπως ἔτσι εἶναι τό σωματικό, καί στά πνευματικά ἔβαλε μιά ἡδονή νά χαιρόμαστε ἐκεῖ. Λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος, μία μόνο ἡδονή ὑπάρχει, τῆς ψυχῆς. Εἶναι ἡ στροφή τῆς ψυχῆς πρός τόν Λόγον, τόν Χριστό. Δέν ὑπάρχει ἄλλη ἡδονή. Ἄρα, ὁποιαδήποτε σχέση ἀνθρώπινη πού ἔχει ἡδονή, εἶναι ἡδονή τέτοια ‒ στροφή πρός τόν Θεό. Καί λένε πανέμορφα οἱ Πατέρες, ‒τά λέω μέ δικά μου λόγια‒ λένε ἔρωτας χωρίς τόν Χριστό, εἶναι μιά ἡδονή χωρίς περιεχόμενο. Γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία δένει ἄμεσα αὐτή τή στροφή στό Χριστό, μέ ὁποιοδήποτε ἐρωτικό γεγονός. Ὅλα τά ἄλλα πού λέει ὁ κόσμος, εἶναι περιττολογία καί, συγχωρέστε με δηλαδή, εἶναι λίγο σαχλαμάρες. Λένε ἔρωτας, τί σημαίνει ἔρωτας; Χωρίς αὐτήν τή στροφή στόν Θεό, ἄν πάρεις [ἀφαιρέσεις] αὐτήν τήν ἡδονή, τά ἄλλα εἶναι περιστασιακές ἡδονές. Καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὀνομάζει αὐτή τήν ἡδονή τήν ἐρωτική χωρίς τόν Χριστό, τή λέει φιλαυτία. Εἶναι βαθύτατοι ὁρισμοί πού πρέπει ὁποιοιδήποτε ἀσχολοῦνται παιδαγωγικά μέ αὐτά τά πράγματα, λίγο νά τά ξέρουν, ἔτσι; Κι ἀντί νά καλλιεργοῦν λάθος ἡδονές, νά καλλιεργοῦν τή στροφή στόν Θεό γιά νά [Τόν] βρεῖ ὁ ἄνθρωπος ἤ τό παιδί μας. Ἀκόμη νά καταλάβει καί τόν ἄλλον. Δέν ἀρνούμεθα τό ἐρωτικό στοιχεῖο ‒τό παίρνω σάν παράδειγμα, ὡς ἡδονή‒ ἀλλά ἀρνούμεθα τήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, πού παραμένουν «ξηλωμένοι» ἀπό τόν Θεό. Ἄρα εἶναι φιλαυτία.

Ἡ σωματική ἐρωτική ἡδονή, χωρίς στροφή πρός τόν Θεό εἶναι διαστροφή καί παρά φύση πράξη. Γι᾽ αὐτό, ἄν ξέρετε τήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ προφήτης Δανιήλ καλεῖται ‒διαβάστε Δανιήλ 9:23‒ «ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν». Τί ἐπιθυμιῶν; Αὐτή ἡ καίρια ἡδονή νά στρέφεται στόν Θεό, καί τό προβάλει τόσο ἔντονα. Ἀνήρ ἐπιθυμιῶν, ἀλλά ποιά εἶναι ἡ ἐπιθυμία; Ἐπι-θυμία, προσέξτε, ἀκόμα καί τά ἑλληνικά: Θυμικό, λειτουργία τῆς ψυχῆς. Ἡ θύμηση ἐπί ‒ κάτι παραπάνω. Καί ὁ Μέγας Βασίλειος λέει, ἐπιθυμία χωρίς Θεό, «ἐπιθυμία νόσος ἐστί ψυχῆς». Ἡ ἐπιθυμία χωρίς Χριστό, χωρίς Θεό, χωρίς τή στροφή τοῦ νοός στόν Θεό, τή θεραπευτική τοῦ νοός, εἶναι ἀρρώστια. Προσέξτε τί λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Ὁ ἄνθρωπος, λέει, στήν κατάσταση πρίν ἀπό τήν πτώση ‒ἀκοῦστε τί λέει‒ ἀγνοοῦσε τόν πόνο. Δηλαδή, ἄν τόν τρυποῦσε ἀγκάθι δέν θά πονοῦσε;... Ἀκοῦστε τί λέει. Ἀγνοοῦσε τόν πόνο, λόγω τῆς τέρψεως πού τοῦ ἔδινε ὁ Θεός ἀπό τήν ἕνωση πού εἶχε ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Εἶναι τέτοια ἡ τέρψη, πού δέν ὑπάρχει ἡ ἔννοια τοῦ πόνου. Δέν καταργεῖται τό τρύπημα τοῦ ἀγκαθιοῦ, ἀλλά δέν ὑπάρχει πόνος. Ἄρα, ἀκόμα καί ὁ πόνος ὁ ἰσχυρός, ἡ ἀπελπισία, εἶναι ἀποτέλεσμα ἀπομακρύνσεως ἀπό τόν Θεό.

Εἶναι πολύ ὁριακές ἔννοιες πού πιστέψτε με, ὄχι ἐπειδή τά λέμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, εἶναι κρίμα [νά τά ἀγνοοῦν] ὅσοι ἀσχολοῦνται ἔστω ἐπαγγελματικά, θύραθεν, μέ τά θέματα τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τουλάχιστον, ἄν ἔχουν τόση γνώση καί ἐμπειρία τοῦ πράγματος, νά πᾶνε λίγο παλαιότερα. Μήν ξεκινᾶνε ἀπό τά ἀπαυγάσματα τῆς ψυχοθεραπευτικῆς καί ἀπό τόν Φρόυντ καί τά λοιπά. Νά πᾶνε παλιά, νά πᾶνε πίσω, νά πᾶνε στό Μάξιμο, νά πᾶνε στό Μᾶρκο τόν Ἀσκητή. Νά μελετήσουν αὐτά τά κείμενα, καί ἄν ἡ σημερινή ἐμπειρία ἔχει κάτι νά τούς πεῖ, νά τούς πεῖ. Ἀλλά αὐτά τά κείμενα γιατί τά πετᾶς; Ἄν τό λένε ἐπιστήμη ‒ὅπως εἶναι‒ ἐπιστήμη σημαίνει γνώση ὅλου τοῦ ἐπιστητοῦ ἀντικειμένου. Δέν ἔχουν πάει σέ αὐτά τά κείμενα, πού εἶναι τόσο καίρια καί ἀγνοοῦν τόν ἄνθρωπο. Γιατί ἡ Ἐκκλησία, αὐτά τά ἔχει σάν καίρια σημεῖα; Γιατί τά ἐφαρμόζεις καί ἔχεις τό ἀποτέλεσμα. Τί σημαίνει; Ἐπιστήμη, τί εἶναι ξέρετε; Κάνω κάτι, διαχρονικά, 2000 χρόνια τό κάνω, τό κάνω σέ ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου, καί ἔρχεται τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Ἄν λοιπόν, πάρω ἕνα φάρμακο, καί τό ἐφαρμόζω 2000 χρόνια, σέ ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου, καί ἔρχεται πάντα ἡ θεραπεία, εἶναι ἐπιστήμη. Αὐτό εἶναι ἐπιστήμη. Ἡ ὁρολογία τῆς Ὀρθοδοξίας μας, στή θεραπευτική τῆς ψυχῆς, εἶναι ἐπιστήμη. Αὐτή εἶναι ἡ ἐπιστήμη. Γιατί γίνεται διαχρονικά, γίνεται σέ ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου καί τό ἀποτέλεσμα πάντοτε εἶναι θεραπευτικό. Ἄν αὐτό δέν εἶναι ἐπιστήμη, τί εἶναι ἐπιστήμη; Ἡ ὁποία κάνει καί προσδιορισμούς τῶν ὀργάνων, βλέπετε. Δηλαδή δέν κάνω ἀνατροπή τῶν γεγονότων, λέω τήν ἀλήθεια. Ἀφοῦ ἔτσι ἐφαρμόζεται.

Μέσα, λοιπόν, σέ αὐτήν τήν ἱστορία τοῦ νοός πού στρέφεται, βλέπετε, στόν Θεό, πάλι τό σχῆμα στρέφομαι στόν Θεό, νά πάρω πετρέλαιο, θερμαίνεται ὅλος ὁ χῶρος, καί ἡ καρδιά θερμαίνεται καί βλέπετε μέσα σέ ὅλη τήν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς πού θερμαίνεται εἶναι ἡ ψυχή, ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά. Θερμάνθηκε μέ τό «λέβητα», μέ τήν καρδιά. Τί θερμαίνεται; Θερμαίνεται καί ὁ νοῦς. Εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Πατέρες «κυκλική κίνηση». Ἐγώ πάω στόν Θεό, ζητάω πετρέλαιο, δίνει πετρέλαιο στό καζάνι, τήν καρδιά, ἡ καρδιά θερμαίνει ὅλο τό σπίτι, μές στό σπίτι θερμαίνεται καί ὁ νοῦς. Νοῦς, Θεός, καρδιά. Καί ἀρχίζει ἡ καρδιά πιά καί θερμαίνεται καί αὐτό τό λένε οἱ Πατέρες «κυκλική κίνηση». Ἔτσι. Ἡ ὁρολογία εἶναι πρῶτα ἀπό τόν Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἀλλά εἶναι πολύ σωστή. Καί μάλιστα ἐκεῖνος καί σχηματικά ὅταν ἔκανε προσευχή, καθότανε σέ ἕνα σκαμνάκι καί ἔκανε ἕναν κύκλο ‒ τόν εἶπαν μάλιστα ὀμφαλοσκόπο... κάτι κουταμάρες. Καί ὅλος ὁ ἄνθρωπος κάνει αὐτήν τήν κίνηση. Καί λένε οἱ Πατέρες, πάω στόν Θεό, ὁ Θεός μέ τροφοδοτεῖ, ἡ καρδιά μου [ζεσταίνεται] καί ἡ καρδιά ζεσταίνει καί τό νοῦ καί πάλι κυκλική κίνηση. Καί ἀλίμονο, λέει, ἄν φύγει ὁ νοῦς μακριά, ἄν πετάξει. Ἄν δέν πάει στόν Θεό καί πάει κάπου ἀλλοῦ. Ἄν πετάξει μιά ἀκτίνα φωτός, θά πάει στό σύμπαν. Πρέπει νά γίνει μιά ἐπαναφορά, ἡ λεγόμενη κυκλική κίνηση. Κρατῆστε τήν προσευχούλα, [μέ] ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ὁ Θεός εἶναι δωρεοδότης, μᾶς θερμαίνει τήν καρδιά καί ἐπειδή ἡ καρδιά θερμάνθηκε, ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό. Ἐπειδή ἡ καρδιά θερμάνθηκε, θερμαίνεται καί ὁ νοῦς καί σέ ἐνισχύει πιό πολύ στήν προσευχή καί πιό πολύ στήν προσευχή. Καί αὐτό παίρνει (γίνεται) ἕνα σύστημα, δέν εἶναι αὐτόματο μέν, ἀλλά λειτουργεῖ μέ ἕνα μοναδικό τρόπο. Κρατῆστε καί τήν κυκλική κίνηση.

Τό θυμικό, προσέξτε, θυμικό. Τό θυμικό εἶναι ὁρολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἀλλά, στούς Πατέρες ἔχει πάρει μιά καίρια ἔννοια. Εἶναι θύμηση. Τί λέμε γιά τά κομπιοῦτερ; Λέμε μνήμη. Θύμηση, μνήμη. Τί εἶναι αὐτό πού ἔχει τό κομπιοῦτερ; Ἔχει μιά μνήμη. Εἶναι βαλμένη μές στό κομπιοῦτερ. Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ἔχει μέσα του, μέσα στά κύτταρά του, τό θυμικό, πού θυμᾶται πάντα τόν Θεό. Τό κομπιοῦτερ ἔχει μνήμη. Ἄν καταστραφεῖ, δέν εἶναι κομπιοῦτερ πιά. Ἔχουμε, λοιπόν, μέσα μας τή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό ἔχει βάλει ὁ Θεός μέσα μας. Ὑπάρχει αὐτό. Εἶναι θέμα πῶς θά ἐνεργοποιηθεῖ. Θά ἐνεργοποιηθεῖ ἄν ζεσταθεῖ τό καζάνι καί τά λοιπά καί τά λοιπά.

Προσέξτε, λέει τό ἑξῆς ὁ Ἅγιος Εὐάγριος. Πρέπει, λέει, ὅταν προσεύχεσαι, νά εἶσαι στραμμένος στόν Θεό. Μήν κάνεις στροφή σέ ἄλλα πράγματα. Καί λέει ὁ Ἅγιος Ἀββᾶς ὁ Ἠσαΐας, ὑπάρχει ἕνα μίσος ‒ μίσος σέ ὁτιδήποτε ἄλλο. Ἄν ἐντυπώνεις τό νοῦ σου κάπου ἀλλοῦ καί στρέφεσαι ἐκεῖ, ἄν τό θυμικό δέν εἶναι αὐτή ἡ λειτουργία τῆς μνήμης, τότε αὐτοκαταργούμαστε. Προσέξτε, τώρα, τή λέξη μνήμη. Εἶναι πολύ σπουδαία ἡ μνήμη καί τό συνέδεσα μέ τό κομπιοῦτερ, βέβαια, ἀλλά εἶναι τό παράδειγμα πάρα πολύ καλό καί ἔχουμε μνήμη Θεοῦ. Αὐτή ἡ μνήμη εἶναι πού μᾶς κάνει καί σκεφτόμαστε μακριά. Τά ζῶα δέν σκέφτονται γιά αὔριο, γιά μεθαύριο. Ἔχουν ἔνστικτα μόνο. Ἐμεῖς γιατί μάθαμε νά σκεφτόμαστε αὔριο καί μεθαύριο; Καί μπορεῖ αὐτό νά γίνει φαντασία μετά, νά γίνει ἀρρώστια. Νά φαντάζομαι [καί νά λέω] στό παιδί μου ‒καί κάνουμε λάθος ἀγωγή‒ «ἐσύ θά γίνεις πρωθυπουργός». Ἐσύ, τό κορίτσι θά παντρευτεῖς ἕνα βασιλόπουλο. Εἶναι μέλλον, λανθασμένο μέλλον.

Οἱ Πατέρες λένε: «Ὁ Θεός ἔδωσε ἀπό τά ἐν τῇ Γῇ ὄντα του στό ἐν τῇ Γῇ λογικό ὄν» ‒μόνο ὁ ἄνθρωπος εἶναι, στόν οὐρανό εἶναι οἱ Ἄγγελοι καί ἄλλες δυνάμεις‒ «ἔδωσε τή μνήμη, νά σκέφτεται τό αὔριο, γιά ἕνα λόγο. Γιά νά σκέπτεται τόν Παράδεισο». Γι᾽ αὐτό ἔχουμε μνήμη, γιά νά μποροῦμε νά πᾶμε παρακάτω. Ποιό εἶναι τό μέλλον μας; Θά γίνουμε βασιλιάδες, θά γίνουμε πρωθυπουργοί; Τί θά γίνουμε; Δέν τό ξέρουμε. Ἀλλά εἶναι μία ἡ σίγουρη μνήμη: Τί θά γίνει παρακάτω, πού ὁ Θεός δέν τελειώνει. Ἡ μνήμη τοῦ ὅτι εἴμαστε ἀτέλειωτοι καί θά ζήσουμε αἰώνια. Ἄρα, κάνουμε διαστροφή τῆς μνήμης καί λανθασμένη ἀγωγή. Νά τολμήσω νά πῶ, ἀκόμα καί ὁλόκληρο τό οἰκοδόμημα τῆς παιδείας μας λάθος μνῆμες καλλιεργεῖ στά παιδιά. Γιατί σπουδάζει τό παιδί; Μέ τί προοπτική; Τί σκέπτεται γιά τό αὔριο; Πόσο μεγάλος θά γίνει; Πόσα χρήματα θά βγάλει; Πῶς θά καταξιωθεῖ; Ἄν ἔρθουν μόνα τους, νά ᾽ναι καλῶς. Ἀλλά ἄν αὐτή εἶναι ἡ μνήμη καί ἡ προοπτική, ὅλη ἡ παιδεία εἶναι λανθασμένη. Γι᾽ αὐτό ἡ παιδεία εἶναι ταραγμένη καί ποτέ δέν θά γίνει μή ταραγμένη. Γιατί ὁ ἄνθρωπος ἀντιδρᾶ στή λανθασμένη λειτουργία τῆς μνήμης. Γι᾽ αὐτό [τά] παιδιά κουράζονται πολύ, εἶναι ἐξαντλημένα καί εἶναι ἀπογοητευμένα ἀπό τό σχολεῖο. Δέν καταλαβαίνουν τό γιατί. Ἀλλά, ξέρουν ὅτι κάτι δέν τούς ἱκανοποιεῖ, ὅτι κάτι δέν τούς τρέφει.

Εἶναι πολύ σπουδαῖες [αὐτές] οἱ ἀναλύσεις τῶν Πατέρων. Μᾶς βάζουνε σέ μιά ἔκπληξη μπροστά σέ τέτοια γεγονότα. Λέει, ὅσον ἀφορᾶ αὐτή τήν παθολογία, κάτι ὄμορφο ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης. Λέει: Ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει πολύ. Καί ἐπειδή μᾶς ἀγαπάει, μᾶς ἔκανε ὅπως εἶναι Ἐκεῖνος, κατ᾽ εἰκόνα Του ‒ κατά Χάρη, βέβαια. Τί μᾶς ἔκανε; Νά γίνουμε Θεοί, κατά Χάριν. Καί ἐπειδή μᾶς ἀγαπᾶ πολύ, μᾶς δίνει ὅ,τι ἔχει Ἐκεῖνος. Τί μᾶς δίνει; Τί μεγαλύτερο; Νά γίνουμε θεοί. Τί εἶναι ὁ Θεός; Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ‒τί φοβερά κείμενα!‒ λέει, κοιτάξτε, ὁ Θεός ἕνα πράγμα ξέρουμε, ὅτι εἶναι ἐλεύθερος, εἶναι ἀνεξάρτητος, δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίποτα, δέν δεσμεύεται ἀπό τίποτα. Ἀκοῦστε, τώρα, τή φράση: «Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ Θεός εἶναι ἐλεύθερος καί ὅλα πού ἔχει Ἐκεῖνος μᾶς τά δίνει, μᾶς κάνει καί ἐμᾶς τόσο ἐλεύθερους καί τόσο ἀνεξάρτητους. Τόσο ἐλεύθερους, πού μποροῦμε νά Τοῦ ποῦμε καί «ὄχι δέ σέ θέλουμε». Ἡ ἐλευθερία εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, λέει. Καλλιεργεῖται, ἄν καλλιεργήσω τό θυμικό καί τή στροφή πρός τόν Θεό. Ἀλλά ἡ ἐλευθερία παραμένει! Ξέρετε, τί σπουδαῖο θέμα εἶναι αὐτό, τῆς ἐλευθερίας; Μέ ποιό μέσο ἕναν ἄνθρωπο πού κάνει ἀντικοινωνικές ἐνέργειες τόν σταματᾶς; Μέ ποιό μέσο ἕνα παιδί πού μεγάλωσε, μέ ποιά μέσα ἀνελευθερίας τό σταματᾶς; Χειρότερος θά γίνεται. Ὅσο πιό πολύ ὑπάρχουν τά ΜΑΤ, τόσο περισσότερο πετᾶνε γκαζάκια οἱ διαδηλωτές. Ἀντιδροῦν, γιατί καταλαβαίνουν ὅτι κάτι τούς περιορίζει τήν ἐλευθερία. Εἶναι πολύ μεγάλο αὐτό τό θέμα γιά τήν παιδεία. Ἀλλά, μιά παιδεία πού λέει κάντε ὅ,τι θέλετε, χωρίς νά καλλιεργεῖ αὐτό τό νοῦ πρός τόν Θεό, τό θυμικό τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ, τότε πράγματι θά βγάλει καταστροφικούς ἐπαναστάτες. Ἰσόθεος ἐστί, λένε οἱ Πατέρες, κατά τό αὐτεξούσιον, προσέξτε, ἰσόθεος ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό κατά τό αὐτεξούσιον. Ἰσόθεος, γι᾽ αὐτό καί μόνο. Αὐτή ἡ ἐλευθερία φαίνεται καταστροφική καί εἶναι ἡ λύση πολλές φορές τοῦ προβλήματος καί λέει «ὁ Θεός εἶναι ἡ πηγή πάσης ἀρετῆς». Ἄν δέν στραφεῖς σέ Αὐτόν, δέν κάνεις τίποτε. Βλέπετε, «ἡ παθολογία τῆς ἐλευθερίας» λέγεται αὐτό. Πάλι θέμα μνήμης...

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, αὐτό πού σᾶς εἶπα πρίν ἀπό λίγο: «μνήμην ἔσχομεν ἵνα Ἐκεῖνον [τόν Χριστόν] φέρωμεν». Γι᾽ αὐτό, λέει, ἔχουμε μνήμη. Χωρίς Χριστό, τί νά κάνω τή μνήμη ἐγώ; Ἐπειδή θυμᾶμαι ὅτι αὔριο θά πάω στή δουλειά μου; Θυμᾶμαι τά οἰκονομικά γεγονότα, τί γίνεται στήν ἱστορία, τί ἔγινε παλιά. Ἐρώτημα καί πάλι παιδαγωγικό: Τί κάνει ἡ παιδαγωγία στά παιδιά μας; Τούς μαθαίνει πράγματα. Καί μάλιστα τούς λέει νά τά ἀποστηθίζουνε. Μιά μνήμη φορτική. Γιατί; Χωρίς τό κέντρο ‒«μνήμην ἔσχομεν ἵνα τόν Χριστόν φέρωμεν»‒ μιά μνήμη πιά χωρίς Χριστό, τί κάνει αὐτή ἡ παιδεία; Φόρτιση γνώσεων; Τρομερά ἐρωτήματα εἶναι αὐτά, πού λυπᾶμαι γιατί δέν κατατίθενται σέ ἕνα τραπέζι βαθύ παιδαγωγικῆς θεραπευτικῆς τῶν πραγμάτων. Αὐτός εἶναι ἄνθρωπος. Μνήμη Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει, λέει, μνήμη γιά νά θυμόμαστε τά πάθη μας. Καί φτάνουμε στό χωρίο, τό γνωστό χωρίο, τό πολύ γνωστό: «µνηµονευτέον Θεοῦ µᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον». Εἶναι ὅπως ἀναπνέουμε, ἄλλο τόσο λειτουργεῖ ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Μέγας Βασίλειος: «Τουτέστιν τοῦ Θεοῦ ἐνοίκησις τό διά τῆς μνήμης ἐνιδρυμένον ἔχειν ἐν ἑαυτῷ τόν Θεόν». Τί σημαίνει κατοικία τοῦ Θεοῦ σέ ἐμᾶς; Λέμε ὁ Θεός θά εἶναι μαζί μας. Τί εἶναι αὐτό ὡς ὁριστικό γεγονός, πρακτικό στή ζωή μας; Εἶναι αὐτό τό «ἐνιδρυμένον ἔχειν ἐν ἑαυτῷ τόν Θεόν», νά ἔχεις πάνω σου ἱδρυμένο τόν Θεό. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Χριστός, θά γίνετε ναοί Θεοῦ ζῶντες.[2] Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια. Αὐτή ἡ μνήμη σέ κάνει νά ἔχεις ἐνιδρυμένο ἐπάνω σου τόν Θεό. Λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς: «Μνήμη Θεοῦ, λήθη κόσμου» Ποιοῦ κόσμου; Τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Αὐτό πού λέει ὁ Χριστός: «ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰω. 15:19). Τούς βάζει νά ξεχάσουνε τόν ἁμαρτωλό αὐτόν κόσμο. Ἐξελεξάμην, καί τώρα πού ἐξελεξάμην, «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28:19). «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. 10:16). Ἀλλά ἕνα πράγμα νά ξεχάσετε ‒ἐδῶ χρειάζεται λήθη, ἡ λήθη τῆς ἁμαρτίας‒ γιατί ὅσο ὑπάρχει μνήμη τῆς ἐνεργοποιημένης ἁμαρτίας, δέν καθαρίζει ὁ νοῦς, παραμένει ἐσκοτισμένος. Αὐτή ἡ μνήμη εἶναι πάρα πολύ οὐσιαστική.

Καί πάλι ὁ Ἅγιος Μάξιμος: «Ὁ Θεός ἀνείδεος καί ἀδιαμόρφωτος», χωρίς σχῆμα καί μορφή, τό ξέρουμε αὐτό, χωρίς σχῆμα καί μορφή. Ὁ πειρασμός, λέει, κάνει τό ἀντίθετο. Χρησιμοποιεῖ σχήματα, γιά νά εἰσβάλλει πάνω μας. Σχήματα, βάζει σχήματα. Εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Πατέρες, ὅταν κάνετε προσευχή, μήν προσπαθεῖτε νά φτιάξετε εἰκόνες, νά φτιάχνετε κάτι φαντασίες. Ὁ Θεός δέν μπαίνει σέ σχήματα. Ὁ διάβολος μπαίνει σέ σχήματα καί φέρνει μνήμη, λήθη, ὄνειρα, πολλά πράγματα. Καί μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ ἀποκαθιστοῦμε τούς κακούς λογισμούς. Τή νοσολογία πιά τοῦ νοός, τήν ὁρίζουν οἱ Πατέρες. Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης: Ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ εἶναι, λέει, ‒τέρμα‒ ἡ νόσος τῆς ψυχῆς καί τῆς λογικῆς. Ἡ μνήμη τοῦ ἀνθρώπου, μετά τή λήθη τοῦ Θεοῦ διαιρεῖται καί διαχέεται καί κατακερματίζεται ἀπό λογισμούς. Ἐάν ξεχάσω τόν Θεό, ἡ μνήμη γίνεται κομμάτια. Δια-λογισμός. Γι᾽ αὐτό ἔχουμε ἀγωνία. Τί θά κάνουμε ἐδῶ; Τί θά κάνουμε ἐκεῖ; Τί θά κάνουμε ἐκεῖ;

Καί λένε οἱ Πατέρες, τώρα, μιλᾶνε γιά τήν παθολογία τῆς φαντασίας. Ἡ φαντασία· γι᾽ αὐτό μιλᾶμε, ὅπως εἴπαμε καί πρίν ἀπό λίγο, γιά τόν ἀπλανή νοῦ. Μήν ἔχεις φαντασίες περιττές. Ἡ μόνη φαντασία ποῦ εἶναι; Ὁ Παράδεισος, ὁ Χριστός, ἡ Ἀγάπη, ἡ Σωτηρία, ὅλα τά ὄμορφα. Καί αὐτό τό λένε οἱ Πατέρες «εὐπρεπή φαντασία». Καί λένε καί πάλι οἱ Πατέρες, μόνο μέ τήν εὐπρεπή φαντασία πού εἶναι στραμμένη στόν Θεό καί σκέφτεται τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ, τότε μπορεῖς νά ἔχεις ‒προσέξτε, παρεμβαίνουνε στά ὄνειρα‒ καλά ἐνύπνια. Δέν ἀρνοῦνται οἱ Πατέρες καί ἡ Γραφή τά ἐνύπνια, ἐφόσον ὅμως ἔχεις γιατρεμένη τή φαντασία. Ἄν ἡ φαντασία εἶναι ἄρρωστη, τό ξέρει αὐτό ὁ διάβολος καί μπαίνει ἀκόμα καί στόν ὕπνο καί διακόπτει τήν κοινωνία μέ τόν Θεό. Γιατί δέν ἔχεις εὐπρεπή φαντασία. Καί σήμερα ἡ φαντασία διακόπτει συνέχεια τήν κοινωνία μέ τόν Θεό.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, λέει, ὁ ἄνθρωπος «κατά στέρησιν τῆς τοῦ Θεοῦ φαντασίας ἑαυτοῖς ἐπινοεῖν ἤρξετο καί ἀναπλάττειν τά οὐκ ὄντα». Ἐπειδή ξέχασε τή φαντασία τοῦ Θεοῦ, τό σίγουρο δηλαδή, τότε ἀναπλάτει τά οὐκ ὄντα. Αὐτό πού εἶναι ὑποθέσεις. Καί λίγο παρακάτω μέσα ἀπό αὐτή τή θεραπευτική πιά τοῦ νοός, τή στροφή τοῦ νοῦ στόν Θεό, μιλᾶνε οἱ Πατέρες γιά τήν παθολογία τῶν αἰσθήσεων. Οἱ αἰσθήσεις δόθηκαν, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γιά νά κατανοοῦμε τόν Θεό. Ὅλες οἱ αἰσθήσεις. Προσέξτε, πῶς σέ ὅλα τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὑπάρχει αἰσθητό γεγονός. Βάπτισμα μέ νερό, ψωμί καί κρασί στή Θεία Κοινωνία, λάδι στό Εὐχέλαιο, ἀκόμη καί στήν Ἐξομολόγηση βάζεις τό χέρι σου, τό πετραχήλι, πάνω στήν κεφαλή τοῦ μετανοοῦντος. Εἶναι μιά πράξη ζωῆς. Οἱ αἰσθήσεις δόθηκαν, γιά νά κατανοοῦμε τόν Θεό. Καί τονίζει καί πάλι ὁ Χρυσόστομος: «Ὀφθαλμός ἐδόθη γιά νά βλέπω τήν κτίσιν νά δοξάζει τό Δεσπότη». Νά βλέπω τήν κτίσιν, τό πουλάκι πού κελαηδάει, χωρίς νά τό καταλάβει δοξάζει τόν Θεό. Τό φυλλαράκι τοῦ δέντρου, πού ἀνθίζει τώρα τήν Ἄνοιξη, δοξάζει τόν Θεό.

Ἀκόμη καί τό κείμενο τῆς Β᾽ Πρός Κορινθίους, μιλάει γιά εὐωδία Χριστοῦ. (Β᾽ Κορινθίους 2:15: «Χριστοῦ εὐωδία»). Κάτι βγαίνει, μιά εὐωδία Χριστοῦ στά πράγματα μέσα. Καί στή γεύση: «Γεύσασθε καί ἴδετε, ὅτι χρηστός ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 33:9). Μέσα ἀπό ὅλες τίς αἰσθήσεις, λειτουργεῖ ἡ στροφή πρός τόν Θεό. Καί ὅλο τό σῶμα εἶναι ναός πιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ αἰσθήσεις τώρα, ἀντί νά ὑπηρετοῦν τόν Θεό, ὑπηρετοῦν τήν προσωπική ἀπόλαυση. [Αὐτό εἶναι] ἡ διαστροφή, γιατί πιά ὁ νοῦς δέν στρέφεται στόν Θεό. Δέν θερμαίνεται ὁ ὀργανισμός, καί ὁ ὀργανισμός πάει νά ζήσει καί ποῦ νά στραφεῖ; Δέν ἔχει τίποτε. Οὔτε πετρέλαιο γιά νά καύσει. Ἔχει ψυχρανθεῖ. Καί ἔτσι ἔρχονται τά πάθη πού εἶναι νοσήματα τῆς ψυχῆς.

Καί μιλοῦν [οἱ Πατέρες], γιά τή διπλή κίνηση τῆς ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς, σέ αὐτό τό σχῆμα πιά: Νοῦς, Θεός, καρδιά. Μιλοῦν γιά τή διπλή κίνηση τῆς ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς. Ἀπομάκρυνση ἀπό τό κακό, στροφή πρός τόν Θεό. Δύο πράγματα ἀπαιτοῦν. Φεύγεις ἀπό τό κακό, στρέφεσαι στόν Θεό. Καί πάλι τό σημερινό Εὐαγγέλιο: «Μπορεῖς νά τό γιατρέψεις τό παιδί μου;». Φίλε, ἐσύ ἐμένα ρωτᾶς; Τό θέμα δέν εἶναι ἄν μπορῶ, [εἶναι] ἄν ἐσύ πιστεύεις. «Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι», λέει (Μάρκ. 9:23). Νά κάνεις [αὐτή] τή θεραπευτική διπλή κίνηση. Ἀφήνεις τό κακό -πού τόσο καιρό καλλιεργοῦσες, ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται καί [εἶχες] τό παιδί σου μακριά ἀπό τόν Θεό- καί στρέφεσαι σέ Ἐμένα. Πιστεύεις; Ναί. Χωρίς αὐτήν τήν ἰσορροπία, ἔρχονται μετά ὅλα τά πάθη.

Οἱ Πατέρες, μάλιστα, δέν ἔχω καιρό νά τό ἀναλύσω, κάνουν μιά συστηματική ἀνάλυση τῶν παθῶν. Καί ἔχουν μιά κατάταξη τῶν παθῶν. Ξεκινᾶνε ἀπό τά πάθη πού εἶναι ἐξωτερικά καί πᾶνε σέ βαθύτερα. Ἁπλῶς τά ἀπαριθμῶ, ὅλα αὐτά εἶναι αἰτία πού ἀπομακρύνθηκε ὁ νοῦς μας ἀπό τόν Θεό. Ξεκινᾶνε, λένε, ἀπό σωματικά πάθη, πού εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ φιλαργυρία, ἡ πλεονεξία, ἡ ὀργή. Καί μετά ἀκολουθεῖ ἡ κενοδοξία καί ἡ ὑπερηφάνεια. Βλέπετε πρῶτα, γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, πλεονεξία. Καί ἀκολουθοῦν πιό ψηλά, βαθιά πάθη, κενοδοξία καί ὑπερηφάνεια. Τά πρῶτα, βλέπετε, γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, πλεονεξία ἔχουν ἕνα ἐξωτερικό μέγεθος. Ἀπό τά ἐξωτερικά ξεκινᾶς. Καί μετά σιγά σιγά, ἡ ἀρρώστια μπαίνει μέσα. Βλέπετε, ἄν τώρα ἔχει σκόνη, ἐδῶ, σ᾽ αὐτό τό χῶρο, καί ἐγώ δέν βάλω κάποια γυαλιά νά προστατεύομαι ἀπό τή σκόνη, θά μποῦνε οἱ σκόνες μές στά μάτια μου ἤ θά μποῦνε στό στόμα μου. Ἄρα, πρέπει νά μποῦνε δικλίδες στίς αἰσθήσεις. Αὐτό πού πέρασε πιά, χωρίς δικλίδες, πάει κατευθείαν στό νοῦ, ὁ νοῦς τό ἐπεξεργάζεται. Ἄν ὅμως, δέν στρέφεται στόν Θεό, αὐτό πάει παρακάτω. Καί πάει μές στήν καρδιά καί μένει. Ἄν ἀφήσω κάτω τήν πόρτα ἀνοιχτή καί δέν βάλω κάτι νά φρουρεῖ τήν πόρτα, θά μποῦν ποντίκια. Δέν ὑπάρχει κανείς νά προσέχει. Τά ποντίκια πᾶνε στό ὑπόγειο καί κρύβονται στό ὑπόγειο, καί ἄντε νά τά βγάλεις μετά. Εἶναι σχήματα τῶν Πατέρων αὐτά. Καί ὁ νοῦς τί ἔκανε; Ἤτανε ἀφύλακτος. Καί οἱ αἰσθήσεις ἀφύλαχτες, [ἀλλά] καί ὁ νοῦς. Ἡ φυλακή τοῦ νοός. Ὁρολογία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτη, τῶν Πατέρων μέν, ἀλλά τό σχηματοποιεῖ στό ἔργο του «Περί φυλακῆς τῶν αἰσθήσεων». Πάλι ὁ νοῦς. Καί ἔτσι, οἱ λογισμοί εἶναι ἤ διάθεση γιά τόν Θεό ἤ διάθεση γιά δαιμονική ἐνέργεια. Αὐτοί εἶναι οἱ λογισμοί. Καί οἱ λογισμοί εἶναι στό νοῦ μας. Δέν μπορεῖ νά μήν ἔχουμε νοῦ. Δέν κυνηγοῦμε ἕνα νιρβάνα κατά τά μέτρα τοῦ βουδισμοῦ, νά ξεχάσουμε τά πάντα. Ἀλίμονο! Αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει. Στρεφόμαστε συνέχεια στόν Θεό, καί ἤ πᾶμε στόν Θεό ἤ λειτουργοῦμε δαιμονικά. Καί ἀναφέρω καί μερικά χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, πανέμορφα: «Μακάριος ἀνήρ ὅς ὑπομένει πειρασμόν» (Ἰακ. 1:12). Πειρασμούς θά ἔχεις. Τί φίλτρα ἔβαλες νά ἀντιστέκεσαι; Τί φίλτρα ἔβαλες στό νοῦ σου;

Τί λένε πάλι οἱ Πατέρες; Ποιό εἶναι τό πρῶτο στάδιο τῆς ἁμαρτίας; Ὁ πειρασμός. Ποῦ πάει; Ἐδῶ. Ὅπως στόν πρωτόπλαστο, στήν Εὔα, ἐδῶ. Αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία. Ἔρχεται ὁ πειρασμός. Λένε πάλι οἱ Πατέρες, ἄν τό κουβεντιάσεις καί πεῖς νά τό σκεφτῶ, ἄρχισε ἡ πρώτη ἁμαρτία. Πού λέγεται συνδυασμός. Καί ἄν λές «ἄ, ὡραῖο πράγμα εἶναι αὐτό νά τό σκεφτῶ», ἄρχισες τήν κουβέντα μέ τό διάβολο. Ἡ προσβολή δέν εἶναι ἁμαρτία. Ἡ κουβέντα μέ τό διάβολο εἶναι τό πρῶτο στάδιο τῆς ἁμαρτίας. Τό τρίτο, τήν κάνεις τήν ἁμαρτία. Τό τέταρτο, τήν κάνεις καί ἄλλες φορές καί γίνεται πάθος. Καί μετά ἀρχίζει ἡ ἀντίστροφη πορεία. Μπῆκε πιά τό ποντίκι στήν ἀποθήκη, μπῆκε στήν καρδιά, θά μετανιώσεις, θά τό βγάλεις, θά καθαρίζεις τό νοῦ σου ‒θεραπεία τοῦ νοός‒ στρεφόμενος στόν Θεό καί μετά θά βάλεις φίλτρα στίς αἰσθήσεις. «Μακάριος ἀνήρ ὅς ὑπομένει πειρασμόν». Καί ὁ Ἅγιος Ἀμμωνᾶς λέει, ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τούς πειρασμούς, τί κάνει; Δίνει φοβερή ἰσχύ καί δύναμη στούς ἀνθρώπους, λέει. Ἡ δύναμη εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κοντά στήν Ἐκκλησία, ἄν εἶσαι. Ἀλλιῶς, δέν γίνεται κάπου ἀλλοῦ. Ἀλλιῶς, δέν νικῶνται οἱ πειρασμοί. Καί ἄλλοι νά μᾶς λένε ὅ,τι θέλουνε. Καί ἄς λένε πώς αὐτός ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται μέ ἀρρωστημένο μυαλό καί τά λοιπά. Αὐτό τό ἐξέτασαν καθόλου;

«Οὐδείς ἀπείραστος», λέει ὁ Μέγας Ἀντώνιος, «δυνήσεται εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν». Δέν σημαίνει ὅτι θέλουμε πειρασμούς. Ἀλλά, θέλουμε δέν θέλουμε, αὐτόν τόν πόλεμο θά τόν περάσουμε. Πῶς ξεπερνιέται ὁ πόλεμος; Πάλι μέ αὐτήν τήν ἱστορία. Ὁ νοῦς πού στρέφεται στόν Θεό καί ζητάει τή Χάρη Του. Καί ἀρχίζουν πιά οἱ ἀσκητικές μέθοδοι, ἡ νίψη, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή, ἡ ἐγρήγορση, συνεχῶς. Καί ἀποκτοῦμε τότε αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Ἱεροσολύμων. Ἔκανε ἕνα ἐρώτημα ὅταν ἔρχονταν πειρασμοί καί ἔλεγε: «Εἶσαι δικός μας ἤ ἀπό τούς ἐχθρούς;». Γιατί καμιά φορά [οἱ πειρασμοί ἔρχονται] μέ μιά γλύκα. Σοῦ λένε: «Ἐντάξει, ἀγάπησε αὐτόν τόν ἄνθρωπο». Ὁ γλυκός πειρασμός. Τί σημαίνει ἀγαπῶ; Ὠφελιμισμός, χρήση, ἐκμετάλλευση τοῦ ἄλλου; Τό τονίζει ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος. Εἶναι μεγάλοι ἀσκητές αὐτοί καί δέν τούς ἔχουμε διαβάσει. Νά ρωτᾶς «εἶσαι δικός μας ἤ ἐκ τῶν ἀλλοτρίων;» Ἀκόμη καί ἕνας λεγόμενος καλός λογισμός, γιατί τόν ἔχεις; Ἔχεις ἕναν καλό λογισμό, γιά νά κάνεις μιά δουλειά. Νά σπουδάσεις κάτι. Γιατί; Εἶναι δικός μας ἤ κακός; Ἐδῶ εἶναι τό ἐπικίνδυνο σημεῖο. Γιατί νά γίνει αὐτό; Ποιό εἶναι τό ἀποτέλεσμα αὐτοῦ; Θά λειτουργήσει ὡς πρός τόν Θεό, ὡς θεραπευτική τῆς κοινωνίας, ἤ ἐγωιστικά; Καί ἔρχεται ἐδῶ καί πάλι νά πεῖ ὁ Ἰσαάκ ὁ Σῦρος: «Ὅταν τά πάθη καταστραφοῦν, ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος στή φυσική ὑγεία τοῦ νοός». Τί εἶναι τά πάθη πιά; Ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος νά στρέφεται στόν Θεό, ἐκεῖ μόνο στρέφεται καί ὅ,τι κάνει, τό κάνει γιά τή δόξα Του.

Θυμηθεῖτε σήμερα καί πάλι στό Εὐαγγέλιο αὐτό πού κάνει ὁ Χριστός. Λέει τό κείμενο ‒ φοβερό εἶναι τό κείμενο, δέν τό προσέχουμε‒ λέει, ὁ Χριστός εἶδε ὅτι συνέτρεχε, ὄχλος. Ὅπου γίνει ξέρετε ἕνα γεγονός, τρέχουν οἱ ἄνθρωποι νά δοῦν τί γίνεται. Μαζεύονταν γύρω Του νά δοῦν τί γίνεται. Τό βλέπει ὁ Χριστός αὐτό καί ‒ἄς τό πῶ ἔτσι‒ βιάζεται νά τελειώσει. Δέν ἤθελε νά γίνει σαματάς, ὀχλοκρατία καί διαφήμιση. Διαφημιστική φανέρωση. Ἔτσι θά καταστραφεῖ ὁ νοῦς σου, μέ τή φανέρωση τή διαφημιστική. Καί ὄχι μόνο αὐτό. Ὁ Χριστός μετά φεύγει καί πάει στή Γαλιλαία. Προσέξτε τό κείμενο πάλι τοῦ Εὐαγγελίου. Δέν πῆγε ἀπό τόν κλασικό δρόμο, παρέδραμεν, πῆγε ἀπό παράδρομο. Νά μήν δημιουργήσει ὀχλοκρατικές ἐντυπώσεις γιά τά πράγματα. Πόσο πολύ μάθαμε στά παιδιά μας, τό χειροκρότημα, τήν καταξίωση, τραγικά πράγματα, πού δέν τά καταλάβαμε. Στεναχωριέμαι κάθε φορά, πού τά καλύτερα παιδιά μας, τούς μαθητές μας, τούς βάζουμε νά εἶναι σημαιοφόροι στήν παρέλαση. Τούς καταστρέφουμε. Διαφημίζουμε τό πόσο καλοί εἶναι. Καί ἐκεῖ ἔρχεται ἕνας ψαλμός, νά ὁρίσει μέ ἕνα δικό του τρόπο τή σχιζοφρένεια, πού εἶναι ὁ χωρισμός τοῦ νοῦ ἀπό τήν καρδιά. Ὁ νοῦς στρέφεται στόν Θεό, [ἀλλά] δέν στρέφεται ἡ καρδιά στόν Θεό. Δέν παίρνεις πετρέλαιο, δέν ἐνισχύεται ἡ καρδιά. Αὐτό εἶναι σχιζοφρένεια: Νά μήν στραφεῖς στόν Θεό, νά πάρεις πετρέλαιο ἀπό ἀλλοῦ. Ἀπό τό περίπτερο δέν θά πάρεις πετρέλαιο, θά πάρεις τσίχλες. Καί ἡ καρδιά θά μείνει χωρίς πετρέλαιο. Αὐτό γιά τή γνώση τῆς Γραφῆς εἶναι σχιζοφρένεια. «Ὠδίνησεν ἀδικίαν, συνέλαβε πόνον καί ἔτεκεν ἀνομίαν» (Ψαλμ. Ζ´, 14). Καί ὅλη αὐτή ἡ κίνηση, (τρέχω νά ἐνισχυθῶ καί τά λοιπά), ὠδίνησεν ἀδικίαν ‒δέν θά βγεῖ κάτι δίκαιο‒ συνέλαβε πόνον καί ἔτεκεν ἀνομίαν. Τελικά ἀνομία βγαίνει καί πίσω ἀπό ὅλα αὐτά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ θεραπεία τοῦ νοός.

Δεν σᾶς εἶπα πράγματα παράξενα. Ὅσο μποροῦσα [ἀνέπτυξα] ὅλη αὐτήν τήν Πατερική θεολογία, σέ μιά πράξη ζωῆς. Μέ ἁπλά λόγια, ὅσο μποροῦσα. Καί αὐτή εἶναι ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τό νοῦ. Ὁ νοῦς ὁ διαλυμένος τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Κοντά στήν Ἐκκλησία τά ἔχουμε ὅλα. Αὐτό ζήσαμε. Κάθε φορά, στή Λειτουργία μέσα αὐτό ζοῦμε, κάθε φορά, ἔ; «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου». Τό εἶπαν οἱ Ἀρχάγγελοι ὅταν ἔπεφτε ὁ διάβολος, «Στῶμεν καλῶς, μετά φόβου», τίποτα ἄλλο. Ἐκεῖ στραμμένοι, ἐκεῖ [στόν Θεό] στραμμένοι!

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1]. «ἀκόλουθον ἦν κενωθέντας τούς ἀνθρώπους τῆς περί Θεοῦ ἐννοίας καί εἰς τά οὐκ ὄντα ἀποστραφέντας» («Λόγος περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου»).
[2]. [«ὑμεῖς γάρ ναός Θεοῦ ἐστε ζῶντος» - Β ´ Κορ. 6:16]


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου
πού ἔγινε στήν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στήν Ἁγία Παρασκευή τοῦ ὁμωνύμου προαστίου Ἀθηνῶν, τήν Κυριακή στίς 14 Ἀπριλίου 2013. 


http://www.floga.gr/50/10/2012-3/2013041410.asp