Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (4)

Ο ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΟΥ ΣΗΜΑΣΙΑ
Ο διάσημος μαθητής του Πλωτίνου, εκτός από μεγάλος φιλόλογος, χάρη στην επιστήμη του οποίου διαθέτουμε το έργο του Πλωτίνου, υπήρξε και πρωτοπόρος Νεοπλατωνικός φιλόσοφος ο οποίος επηρέασε τον μετέπειτα Νεοπλατωνισμό, περισσότερο και από τον πλωτίνο, ιδιαιτέρως στην Δύση.
Κατ’αρχάς λοιπόν, το Είναι, η Ζωή και η Νόηση, που είναι τα χαρακτηριστικά στοιχεία του Νού, στον Πλωτίνο, στον Πορφύριο γίνονται αληθινές υποστάσεις. Προχώρησε δε στον δρόμο αυτό, τοποθετώντας στην κορυφή της θεολογίας μία ενεάδα, δηλαδή τρείς υποστάσεις οι οποίες αποτελούνται η καθεμία τους από μία τριάδα, δηλαδή από τρείς διαφορετικές στιγμές. Αποτελούντο, αυτές οι τρείς Τριάδες, η καθεμία τους, από τους ίδιους ακριβώς όρους και διακρίνονται μεταξύ τους από την υπεροχή του ενός όρου στον άλλον! Το ένα, ο Πατήρ ή η ύπαρξη, προηγείτο στην πρώτη τριάδα της ζωής και της νοήσεως, η ζωή ή η δύναμις, προηγείτο της υπάρξεως και της νοήσεως στην δεύτερη και η νόηση, στην Τρίτη!
Στο επίπεδο του Πατρός, η νόηση μειώνεται σε καθαρή ύπαρξη, αλλά βγαίνοντας από την ύπαρξη η νόηση καθίσταται ζωή και αποκτά διαφορετικότητα, ετερότητα από τον Πατέρα. Ολοκληρώνεται όμως η νόηση, στην Τρίτη Τριάδα, όπου υπερέχει της ζωής και της υπάρξεως. Περιγράφει μίαν αυτογένεση της νοήσεως! (Εδώ στηρίζονται και όσοι καταργούν την ουσία στην Αγία Τριάδα για να περιγράψουν την ίδια την αναγκαιότητα της υπάρξεως Τριάδος).

«Από το Αγαθό, με έναν υπέρλογο τρόπο γεννήθηκε στους ανθρώπους η νόηση, ολόκληρη η νόηση, που υφίσταται καθεαυτή, στην οποία βρίσκονται τα όντα που υπάρχουν στα αλήθεια και όλες οι ουσίες των όντων. Αυτό είναι στα αλήθεια όχι τόσο το πρωτογενές κάλλος, αλλά και το καθαυτό κάλλος, διότι αντλεί από τον εαυτό του την μορφή του κάλλους και προοδεύει προηγούμενο του χρόνου, ξεκινώντας την κίνηση του από την αιτία του, Θεός, διότι είναι Υιός και Πατήρ του εαυτού του (αυτογέννετος και αυτοπάτωρ). Πράγματι, η πρόοδος συνέβη όχι επειδή εκείνο (ο Θεός αιτία) κινείται στην γέννεση ετούτου (του Νού), αλλά διότι αυτό προόδευσε, γεννώμενο από τον εαυτό του, από τον Θεό, και δεν προόδευσε από μία χρονική αρχή-διότι ο χρόνος δεν υπήρχε ακόμη-αλλά ούτε και όταν ο χρόνος υπήρξε, ο χρόνος είναι κάτι γι’αυτό, διότι ο Νούς είναι πάντοτε έξω από τον χρόνο, και μόνον αυτός είναι αιώνιος. Και καθόσον ο Πρώτος Θεός είναι πάντοτε μοναδικός και μόνος, ακόμη και αν όλα τα πράγματα γεννώντας από αυτόν, επειδή δεν μπορεί να απαριθμηθεί μαζί μ’αυτά, ούτε να ταξινομηθεί μ’αυτά όσον αφορά την αξία τους, έτσι και ο Νούς ο οποίος ήλθε στο αιώνιο Είναι, είναι μόνον έξω από τον χρόνο, αλλά  είναι και αυτός ο ίδιος ο χρόνος των όντων που βρίσκονται στον χρόνο, διότι κατοικεί στην ταυτότητα της υποστάσεως του»  (Πορφύριος, ιστορία της φιλοσοφίας απόσπασμα XXII).
Αυτή η θέση του Πορφύριου, ενώ απερρίφθη από τους Έλληνες Νεοπλατωνικούς, έτυχε λαμπρής υποδοχής από τους Δυτικούς Χριστιανούς στοχαστές οι οποίοι την εκμεταλλεύθηκαν για την επεξεργασία του Τριαδικού δόγματος! Ακόμη δε περισσότερο φανερώνεται, το φαινόμενο της αφομοιώσεως της φιλοσοφίας του Πορφύριου από τους Λατίνους, από την ιδιαίτερη εξέλιξη στην φιλοσοφία του Πορφύριου, της φιλοσοφίας του Πλωτίνου  στο χωρίο που παρουσιάζουμε πιο κάτω, τόσο δε που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τον Πορφύριο τον φιλόσοφο της Ενότητος, ή της Ενώσεως.

«Πρόσεξε τώρα μήπως ο Πλάτων δεν αφήνει να εννοηθεί τούτο δηλαδή, πώς το Ένα που είναι επέκεινα της Ουσίας και του όντος, δεν είναι ούτε όν ούτε ουσία, ούτε δραστηριότης, αλλά πώς αντιθέτως ενεργεί και πώς Αυτό το ίδιο είναι η καθαρή ενέργεια. Και επομένως Αυτό το ίδιο, μήπως είναι Το ΕΙΝΑΙ που είναι ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΟΝ; Μετέχοντας αυτού του Είναι, λοιπόν, το δεύτερο ΕΝΑ διαθέτει Ένα παράγωγο Είναι, και αυτό είναι η «μετοχή του Είναι»  Συμπεραίνεται πώς το Είναι, είναι διπλό: το πρώτο προϋπάρχει του όντος, το δεύτερο είναι εκείνο που παράγεται από το ΈΝΑ και το οποίο είναι επέκεινα του όντος: και το ΕΝΑ είναι απολύτως αυτό το ίδιο ΕΙΝΑΙ, κατά κάποιο τρόπο δηλαδή η ιδέα του όντος»
Σχόλιο στον Παρμενίδη, Προρφυρίου : XII 22-23!  Όρα δε μη και αινισσομένω έοικεν ο Πλάτων, ότι το εν τω επέκεινα ουσίας και όντος όν μέν ούκ έστιν ουδέ ουσία ουδέ ενέργεια, ενεργεί δε μάλλον και αυτό το ενεργείν καθαρόν ώστε και αυτό το Είναι το προ του όντος ού μετασχόν το εν άλλο εξ’αυτού έχει εκλινόμενον το είναι, Όπερ εστί μετέχειν όντος. Ώστε διττόν το είναι, το μέν προϋπάρχει του όντος το δε ο επάγεται εκ του όντος του επέκεινα ενός του είναι όντος το απόλυτον και ώσπερ-ιδέα του όντος.

Η διάκριση λοιπόν ανάμεσα στο Είναι και στο όν, του Πορφύριου, αντιπροσωπεύει μία στροφή στην ιστορία της οντολογίας. Για πρώτη φορά το ρήμα «Είναι» συλλαμβάνεται σαν ενέργεια και αυτή η καθαρή ενέργεια ταυτίζεται με την πρώτη αιτία. Το ΕΙΝΑΙ αντιπροσωπεύει το Μέγιστο της δραστηριότητος, της ενέργειας, το Μέγιστο της απλότητος και το Μέγιστο της ακαθοριστίας. Ο Πορφύριος λοιπόν ταυτίζει την ύπαρξη μόνο με το Είναι, με την καθαρή ουσία, στην απόλυτή της ακαθοριστία. Η ουσία, μειωμένη στην απόλυτη καθολικότητα στην ολοκληρωτική απλότητα, είναι μόνον ένα είδος κινήσεως που γεννά μορφή. Δεν υπάρχει λοιπόν διάκριση ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ουσία. Το Είναι, είναι καθαρή ενέργεια και ιδέα. Το άπειρο-είναι διακρίνεται για πρώτη φορά από το μετερχόμενο.

Ας προχωρήσουμε όμως λίγο πιο πέρα για να δούμε την σημασία της αγνωσίας του Θεού. Πορφυρίου, Σχόλιο στον Παρμενίδη, III, X, «ΑΡ, ούν ανόμοιος ο Θεός τω νέο και έτερος; Και εάν δεν υπάρχει δε ετερότητος μετουσία, οφείλεται και στο ότι δεν Είναι, ο Νούς. Επί του Θεού πάσα μέν ετερότης και ταυτότης και ομοιότης εκβέβληται και ανομοιότης. ΑΣΧΕΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΟΝΤΟΣ ΑΕΙ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΤ’ΑΥΤΟΝ. Ουδέν γάρ ο Θεός επεκτήσατο (προστίθεται), διότι θα ήταν προηγουμένως, πρίν την  προσθέση (ή την σχέση) Ελλειπής και θα εβλάπτετο η τελειότης του. Εκείνοι λοιπόν που λένε τι δεν είναι ο Θεός είναι καλύτεροι όσων διδάσκουν τι είναι. Διότι πάσαι αι γνωστικαί δυνάμεις το ποιόν μας προσφέρουν, όχι το τι έστι. Και επομένως δεν μπορούν να μας δώσουν αυτό που ψάχνουμε. Διότι ο Θεός όχι μόνον δεν διαθέτει καμμία ποιότητα, αλλά επιπλέον επειδή είναι προούσιος, είναι ξένος από κάθε Είναι και από κάθε έστιν. Η ψυχή δεν διαθέτει κανένα κριτήριο για την γνώση του Θεού. Και πρέπει να μείνει ευχαριστημένη με το της αγνωσίας αυτού εικόνισμα, που δεν είναι γνώσις του Θεού, ο οποίος είναι έξω από κάθε μορφή γνώσεως.
[Εδώ στηρίζεται η θεολογία της εικόνος του Ζηζιούλα. Στην αγνωσία του Θεού! Ο Θεός ανελήφθη στους Ουρανούς και δεν συμμετέχει πλέον άμεσα, στην ζωή μας. Έμμεσα όμως ζούμε την παρουσία του διά του Επισκόπου, που είναι εικών του αγνώστου Θεού. Ποιού όμως. Εφόσον ενσαρκώθηκε; Του εσχατολογικού Θεού της δόξης].

Ο Θεός όμως για τον Πορφύριο, δεν διαθέτει ούτε σχέσεις! Ούτε είναι σχέσεις (όπως διδάσκει εύθαρσως ο Γιανναράς). Διότι, λέει ο Πορφύριος, εμείς προβάλλουμε στον Θεό την σχέση μας με Αυτόν. Πορφύριου Σχόλιο στον Παρμενίδη ΙΙΙ 14 «ώσπερ ούν ει περί δύσεων ηλίου ζητοίμεν. Εάν κάποιος λέγοι ότι δεν είναι του ηλίου η δύσις, διότι η δύσις δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο σκοτισμός του Φωτός και ο ερχομός (επαγωγή) της νυκτός, καθότι η ήλιος ουδέποτε σκοτίζεται, αλλά οι επί της γής εισέρχονται στην σκοτεινιά, τότε αυτός λέγει την αλήθεια, ονομάζοντας  πάθημα των επί της γής την δύσιν. Παρομοίως δεν μπορούμε να μιλήσουμε και για την ανατολή του ήλιου, καθότι η ανατολή είναι ο φωτισμός του αέρος που υπάρχει περί την γήν, το δε φώς υπάρχει πάντοτε. Ο ήλιος ούτε φωτίζεται ούτε σκοτίζεται, αλλά το καθένα από αυτό αυτά είναι πάθημα των επί της γής και αυτό που ισχύει για τους εαυτούς τους το μεταφέρουν (το προβάλλουν) στον ήλιο, επειδή αγνοούν αυτό που συμβαίνει. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και σε όσους ταξιδεύουν δίπλα στην ακτή, καθώς νομίζουν πώς η Γή κινείται. Το ίδιο συμβαίνει και επί του Θεού, διότι κάθε ετερότης και ταυτότης και ομοιότης είναι ξένα προς τον Θεό, ο οποίος είναι αιωνίως άσχετος (χωρίς σχέση) προς όσα γεννήθηκαν από αυτόν, παρά μόνον όσα υπέστησαν την ανομοίωση από αυτόν και αγωνίζονται να επιστρέψουν σ'αυτόν πιστεύουν πώς οι σχέσεις που εγκαθιδρύονται για την επιστροφή είναι αμοιβαίες και ισχύουν και γι'αυτόν, απλώς αντιστρέφοντας τες.
Όσον αφορά τις κατηγορίες του Αριστοτέλη, το σχόλιο του σ'αυτές, η διάσημη "Εισαγωγή". Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πνευματική μοίρα της Δύσεως. Ενώ δηλαδή, ο Πλωτίνος, έκανε μία πολύ σοβαρή κριτική στις κατηγορίες του Αριστοτέλη, διότι τις εξέλαβε από την οντολογική άποψη, ο Πορφύριος τις τοποθετεί στο λογικό επίπεδο. Στην εισαγωγή λοιπόν ερευνώνται με συντομία τα πέντε κατηγορήματα : "Αγαπητέ, δεδομένου πώς για να γίνουν κατανοητές οι κατηγορίες του Αριστοτέλη, είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε τι πράγμα είναι το γένος, η διαφορά, το είδος, το ίδιον και το συμβεβηκός και δεδομένου πώς αυτή η ανάλυση είναι βασική για την σύσταση των εννοιών, θα κάνω μία μικρή εισαγωγή σ'αυτές, με όλα όσα μας παρέδωσαν οι αρχαίοι, αναφερόμενος όμως περισσότερο στα πιο απλά θέματα. Δεν θα ερευνήσω το πρόβλημα των γενών και των ειδών. Εάν υπάρχουν δηλαδή αυθυπάρητα ή είναι απλώς διανοητικές έννοιες. Και στην περίπτωση που υφίστανται αν είναι σωματικά ή ασώματα και τέλος αν είναι ξεχωρισμένα ή εάν βρίσκονται μέσα στα αισθητά πράγματα, συναφή μ'αυτά. Αυτή είναι μία πολύπλοκη έρευνα ή οποία θα απαιτούσε έναν άλλον τύπο έρευνας, πολύ πιο βαθύ.

Θα σου εξηγήσω όμως τις κατηγορίες από μία λογική οπτική γωνία και όλα όσα οι αρχαίοι ισχυρίστηκαν πάνω σ'αυτά τα θέματα, και ιδιαιτέρως οι περιπατητικοί.
Από εδώ ξεκίνησε στη Δύση και η μάχη των καθόλου. Ακόμη και σήμερα μερικοί ερμηνεύουν τις κατηγορίες σαν "λογικές μορφές" ενώ στον Αριστοτέλη είναι πάνω απ'όλα "οντολογικά σχήματα". Και ας κλείσουμε αυτή την σύντομη αναφορά μας στον Πορφύριο αναφερόμενος στο διάσημο "λογικό δένδρο"  που επινόησε: "Το μέγιστο γένος είναι εκείνο πάνω από το οποίο δεν μπορεί να υπάρχει κανένα άλλο ανώτερο γένος, ενώ το ελάχιστο είδος είναι εκείνο κάτωθι του οποίου δεν μπορεί να υπάρξει κανένα άλλο κατώτερο είδος. Ενδιάμεσα είδη είναι άλλα τα οποία είναι ταυτοχρόνως είδος και γένος, σε σχέση φυσικά με κάποιο υποκείμενο.
Ας ξεκαθαρίσουμε αυτόν τον λόγο παίρνοντας  σαν παράδειγμα μία κατηγορία. Η "ουσία" είναι αυτή η ίδια ένα γένος, στο οποίο υπάγεται το είδος "σώμα". Εξαρτημένο από το σώμα είναι το ζωντανό όν και σε αυτόν υπάγεται το λογικό ζώο, όπου σ'αυτό υπάγεται με την σειρά του ο άνθρωπος και στον άνθρωπο τέλος υπάγονται ο Σωκράτης, ο Πλάτων και οι υπόλοιποι άνθρωποι (άτομα). Ανάμεσα σε όλους αυτούς τους όρους, η ουσία είναι το μέγιστο γένος, διότι είναι μόνον γένος, ενώάνθρωπος είναι ελάχιστο είδος, διότι είναι μόνον είδος. Το σώμα όμως είναι είδος ουσίας και ταυτοχρόνως και γένος του ζωντανού όντος. Με την σειρά του ζωντανό όν είναι είδος του σώματος και γένος του ζώου και έτσι ζώον είναι είδος του ζωντανού όντος και γένος του λογικού ζώου. Λογικό ζώο είναι είδος του ζώου και γένος του ανθρώπου και άνθρωπος τέλος είναι είδος του λογικού ζώου αλλά δεν είναι γένος των ξεχωριστών ανθρώπων αλλά είναι μόνον είδος".
                                             ΤΕΛΟΣ
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου