Dr.
Εἰρήνη Ἀρτέμη
Θεολόγος
–Φιλόλογος
MA
& Phd Θεολογίας
Ὁ Κύριλλος
ἐπανελάμβανε τήν εὐαγγελική φράση «ἐν
ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καί ὁ Λόγος ἦν πρός
τόν Θεόν, καί Θεός ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν
ἐν ἀρχῇ πρός τόν Θεόν»[1], γιά νά
ἐπισημάνει ὅτι ὁ Υἱός εἶναι Θεός[2]
καί συναῒδιος μέ τόν Πατέρα.
Στή συνέχεια,
ὑπογράμμιζε ὅτι ὁ Υἱός προέρχεται
«ἐκ τοῦ Πατρός»[3], ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ
τήν πηγή προελεύσεως, γεννήσεως τοῦ
Υἱοῦ[4]. Γεννήθηκε ἀπό τόν Θεό Πατέρα,
ὅπως τό φῶς ἐκπέμπεται ἀπό τό φῶς,
«Υἱός καί οὐ Πατήρ νοούμενος». Ἑπομένως,
ἔχει τήν ἴδια οὐσία μέ τόν Πατέρα[5],
χωρίς ὅμως νά ταυτίζεται τό πρόσωπο
τοῦ Πατρός μέ ἐκεῖνο τοῦ Υἱοῦ[6],
διότι, τότε, θά φτάναμε στήν αἵρεση τοῦ
Σαβελλίου. Ἀκόμα καί ὅταν ἀποκαλεῖ
τόν Υἱό πρόσωπο τοῦ Πατρός, δέ φτάνει
στό σημεῖο νά υἱοθετεῖ τή διδασκαλία
τῆς Σαβελλιανικῆς κακοδοξίας, ἀλλά
ἐννοεῖ τήν ἔνσαρκη φανέρωση τοῦ Υἱοῦ
στόν κόσμο, κάτι πού ἐπιβεβαιώνεται
καί μέσα ἀπό τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Ὁ
ἑωρακώς ἐμέ, ἑώρακε τόν Πατέρα» καί
«Ἐγώ καί ὁ Πατήρ ἕν ἐσμεν»[7]. Ὁ Υἱός
καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, εἶναι «ὁ
ἐνυπόστατος, ἡ οὐσιώδης καί τελεία
καί ζῶσα εἰκών τοῦ ἀοράτου Θεοῦ»[8]
καί ὄχι «ἀνυπόστατος», ὅπως ὁ ἀνθρώπινος
λόγος[9], «οὐδὲ ὡς ρῆμα ψιλόν ἐν ἀνθρώπῳ
γεγονώς»[10]. Εἶναι «ἐνούσιός τε καί ζῶν
ὡς ἰδίαν ἔχων ἐν Πατρί καί μετά Πατρός
τήν ὕπαρξιν»[11], δηλαδή ὁμοούσιος καί
συναῒδιος μέ τόν Πατέρα. Ἡ χρήση τοῦ
ὅρου «ἐνυπόστατος», προφανῶς, φανερώνει
τήν ἐπίδραση τῆς χριστολογίας τοῦ
Ἰσιδώρου στόν Κύριλλο[12].
Ὁ
Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Πατρός[13]
εἶναι κατά τή θεία φύση Του πλήρης[14],
λεπτός καί ἀσώματος[15], γιατί «μόνος
ἐξέφυ, καί ἐξ αὐτῆς γεγέννηται τῆς
οὐσίας τοῦ Θεοῦ καί Πατρός»[16]. Τόνιζε,
λοιπόν, «σαφῶς Θεόν ὄντα καί ἐκ Θεοῦ
Λόγον»[17] καί «Υἱός ἐστιν ἀληθῶς, καί
ἐκ Θεοῦ Θεός»[18]. Ἑπομένως, ὁ Λόγος
εἶναι Θεός[19] «ἐν ἰσότητί τε καί
ὁμοιότητι τοῦ Πατρός»[20]. Ὡς Θεός εἶναι
συναιώνιος[21] μέ τόν Πατέρα, «οὐκοῦν
ἦν ὁ Λόγος ἐν ἀρχῇ»[22], ἀκόμα καί ὅταν
ἔγινε ὅμοιος μέ ἐμᾶς, δηλαδή ὁλοκληρωμένος
ἄνθρωπος[23]. Στό χωρίο αὐτό τοῦ
εὐαγγελιστῆ Ἰωάννου, ἡ σημασία τῆς
«ἀρχῆς» εἶναι ἀπόλυτη, δέν ἀναφέρεται
σέ σχέση μέ κάτι ἄλλο καί σημαίνει τήν
ὕψιστη φύση[24]. Ἄλλωστε, γιά ὅλα τά
κτίσματα ἀρχή θεωρεῖται ὁ χρόνος, γιά
τό Λόγο, ὅμως, τοῦ Θεοῦ, πού ὑπάρχει
ἀχρόνως, ἡ ἀρχή δέν ἔχει χρονική
σημασία. Ἀρχή τοῦ Λόγου εἶναι ὁ Πατήρ,
ἀπό τόν ὁποῖο γεννιέται ἀϊδίως, καί
προϋπάρχει μαζί Του προαιώνια[25].
Ἑπομένως, ὁ Πατήρ εἶναι ὁ ἀίδιος
αἴτιος τῆς ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ, τοῦ
ἀιδίου αἰτιατοῦ, καί αὐτή εἶναι ἡ
διαφορά τῆς καθ̉ ὑπάρξεως σχέσεως τοῦ
Πατρός σέ σχέση πρός τόν Υἱόν Του[26].
Ἡ
προσωνυμία «Υἱός» ἀποδόθηκε στό Λόγο,
διότι «...γεγέννηκεν ἐξ ἑαυτοῦ (=τοῦ
Πατρός) τὸν Υἱόν, ἴδιον δὲ αὖ τοῦ Υἱοῦ
τὸ Υἱὸς ὄνομα τὴν αἰτίαν ἐπάγοντες
ὅτι γεγέννηται παρὰ τοῦ Θεοῦ καὶ
Πατρός»[27]. Ὁ ἱερός Πατήρ σημείωνε μέ
ἔμφαση ὅτι μεταξύ Πατρός καί Υἱοῦ δέν
ὑπάρχει «μήτε ροπή, μήτε διάστημα, μήτε
ἄλλο τι ἔστι»[28]. Δέν προϋπάρχει, δηλαδή,
ὁ Πατήρ τοῦ Υἱοῦ, παρ̉ όλο πού λέγεται
ὅτι ὁ Πατήρ εἶναι ἀγέννητος καί ὁ
Υἱός γεννητός[29]. Τά ἐπίθετα αὐτά
χρησιμοποιοῦνται μέ καταχρηστική
σημασία, γιά νά δηλώσουν τίς σχέσεις
τῶν θείων Προσώπων μεταξύ τους καί δέν
ἔχουν τό νόημα πού τούς δίνεται, γιά νά
γίνει λόγος γιά τίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων
μεταξύ τους.
Πολλές
φορές, ὁ Υἱός ὀνομάζεται «δύναμις»[30],
«ἰσχύς» καί «βραχίονας» τοῦ Θεοῦ[31],
μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ Θεός δημιουργεῖ
τόν κόσμο καί τιμωρεῖ τούς Αἰγυπτίους
μέ τίς ἀβάστακτες πληγές, γιά νά τούς
ὑποχρεώσει νά ἐλευθερώσουν τούς
Ἰσραηλῖτες ἀπό τή δουλεία καί νά τούς
ἐπιτρέψουν νά φύγουν ἀπό τήν Αἴγυπτο[32].
Παραλληλίζεται μέ τό μάννα ἐξ οὐρανοῦ,
τόν οὐράνιο ἄρτο[33], ὁ ὁποῖος χορηγεῖται
σέ ὅλη τή λογική κτίση, γιά νά τή θρέψει
πνευματικά καί νά τή βοηθήσει νά γνωρίσει
τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἴδιο τόν
Θεό μέσῳ τοῦ ἴδιου τοῦ Λόγου. Εἶναι
«ἡ δεξιά τοῦ Θεοῦ, δι᾽ ἧς τά πάντα
κατορθοῖ καί πάντα ἐργάζεται»[34]. Εἶναι
ἡ μοναδική Ἀλήθεια, ἡ ὁποία φανερώνει
τόν Πατέρα καί τό θέλημα Αὐτοῦ. Ὅλος
ὁ οὐρανός, ἐννοώντας τό σύμπαν ὁλάκερο,
Τόν προσκυνᾶ, διότι Αὐτός εἶναι ὁ
ποιητής τῶν ὅλων, ἐπιβεβαιώνοντας τά
λόγια τοῦ Ἔσδρα: «πᾶσα ἡ γῆ τήν ἀλήθειαν
(=ὁ Υἱός) καλεῖ, καί ὁ οὐρανός αὐτήν
προσκυνεῖ, καί πάντα τά ἔργα αὐτήν
σείεται καί τρέμει»[35]. Ὁ Υἱός, ὡς
ὀμοούσιος πρός τόν Πατέρα, ἔχει τή
δυνατότητα νά εἶναι ὁ δημιουργός καί
συντηρητής τοῦ κτιστοῦ σύμπαντος,
ὁρατοῦ καί ἀοράτου, ὅπως καί ὁ
Πατήρ[36].