Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Κορναράκης Από το είδωλο στο είδωλο

(Μυθοποίηση της απομυθεύσεως)
Όταν ο πολιτισμένος, διαφωτισμένος και απελευθερωμένος από προλήψεις και δεισιδαιμονίες άνθρωπος φέρνει στο νου του και αναλογίζεται την ωμή και πρωτόγονη ειδωλολατρία των αρχαίων προγόνων του, σκέπτεται βέβαια από ποιό χαμηλό πνευματικό επίπεδο ξεκίνησε την ανοδική προοδευτική του πορεία το ανθρώπινο πνεύμα.
Πράγματι! Η τόσο ωμή λατρεία και θεοποίηση, από το πνεύμα αυτό, άψυχης ύλης και χωρίς ζωή αντικειμένων, είναι μια πολύ ταπεινωτική αφετηρία της εξελίξεως του ανθρωπίνου πνεύματος. Η λατρεία λ.χ. των λίθων, των ξύλων, της φωτιάς, του νερού και άλλων στοιχείων της φύσεως δείχνει μια πολύ ταπεινή εξάρτηση του ανθρώπινου πνεύματος από ασήμαντα και πολύ κατώτερα του σε υπαρκτική ποιότητα στοιχεία του κόσμου τούτου.
Ακόμη βέβαια και η λατρεία ζωντανών οργανισμών δεν βελτιώνει την ποιότητα αυτής της εξαρτήσεως, αφού αυτοί οι ζωντανοί οργανισμοί (τα ζώα) υπολείπονται του ανθρώπινου λογικού σε ποιότητα, δηλ. σε αντιληπτική δύναμη και παραγωγική πνευματική εργασία.
Εξάλλου και από άλλη άποψη αν δει κανείς την απόσταση που διήνυσε το ανθρώπινο πνεύμα στην εξελικτική του πορεία, αν δηλ. συγκρίνει τα άψυχα στοιχεία της πρώτης λατρείας του ανθρώπου, τα είδωλα, με ό,τι έχει επιτύχει μέχρι σήμερα το πνεύμα αυτό, θα παραδεχθεί ότι η απόσταση είναι ανυπολόγιστη και πραγματικά αποδεικτική του μεγαλείου του ανθρώπινου πνεύματος.
Ο φοβισμένος άνθρωπος που λατρεύει το φεγγάρι, το θεοποιεί και βιώνει την ύπαρξη και λειτουργία του σαν ένα ανερμήνευτο μυστήριο, κάποια μέρα το προσεγγίζει, το
απομυθοποιεί από τη μυστηριακή του διάσταση, το πατάει και βρίσκει ότι αυτός ο αρχαίος θεός, το απλησίαστο μυστήριο της νύχτας, είναι μια μάζα από διάφορες νεκρές ύλες, από πετρώματα και στάχτες.
Στη μεγαλειώδη αυτή πράξη του ανθρώπου, στην κατάκτηση της σελήνης, έχουμε, αλήθεια, μια αντιπροσωπευτική «κονιορτοποίηση» της ειδωλολατρίας. Από μια άποψη γενικώς η πνευματική πρόοδος του ανθρώπου είναι απομυθοποίηση και κονιορτοποίησα της ειδωλολατρίας, όπως την ξέρουμε να λειτουργεί στο λυκαυγές της ανθρώπινης ζωής.
Αλλά δεν πρέπει να βιαστεί κανείς να θριαμβολογήσει εις βάρος της ειδωλολατρίας και υπέρ της «απελευθερώσεως» του ανθρώπινου πνεύματος από προλήψεις, δεισιδαιμονίες και… αφέλεια. Γιατί η εικόνα που μας δείχνει την απόσταση μεταξύ μύθου και απομυθοποιήσεως, μεταξύ αφελούς ειδώλου και μεγαλειώδους κατακτήσεως του ανθρώπινου πνεύματος, είναι απλώς μια εξωτερική διαφάνεια της ποιότητος της ανθρώπινης ζωής. Αλλά η ζωή αυτή έχει και εσωτερικές ποιότητες και υπαρκτικές διαφάνειες που δεν φαίνονται «εκ πρώτης όψεως». Για να φανούν και να αποκαλυφθούν πρέπει κάποιο νυστέρι να ενεργήσει τομές στο ανθρώπινο πνεύμα, να εισχωρήσει στους τρόπους της λειτουργίας και να απομυθοποιήσει την απομύθευση της εξωτερικής λειτουργικής του διαστάσεως. Αν κανείς ενεργήσει έτσι, τότε θα ευρεθεί προ αυτής της πραγματικότητος, ότι, στις πιό πολλές περιπτώσεις του διαλόγου του με τα είδωλα, ο άνθρωπος δεν τα απομυθοποιεί αλλά απλώς τους αλλάζει «μυθικό» χιτώνα. Βελτιώνει… το μύθο. Τον κάνει πιό πειστικό για το πνεύμα του. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι «μύθος» και η μυστική και ακατασίγαστη λαχτάρα του είναι να μείνει «μύθος». Χωρίς το μύθο του είναι αδύνατο να ζήσει.
Έτσι η απαλλαγή του από την ειδωλολατρία είναι κι’ αύτη ένας μύθος και ένα «άλλοθι» της πνευματικής του προκοπής. Αυτό σημαίνει ότι και ο σύγχρονος άνθρωπος είναι «ειδωλολάτρης» όσο και ο περιφρονούμενος από αυτόν άνθρωπος μιας πρωτόγονης μορφής ζωής. Η διαφορά μεταξύ τους είναι αλήθεια ποιοτική. Αυτό το γεγονός είναι αναμφισβήτητο. Ο σύγχρονος ειδωλολάτρης είναι πιό απαιτητικός στην ποιότητα των ειδώλων του. Η θητεία του στην ειδωλολατρία και η λαχτάρα του να μείνει κάτω από τη στέγη του μύθου, τον έκαναν ικανό να εξευγενίζει την υπαρκτική ποιότητα των ειδώλων και να μεταποιεί τις λειτουργικές τους δομές σε ανώτερες εκφράσεις παρουσίας τους στην άμεση πραγματικότητα που βιώνει ο άνθρωπος αυτός.
Με τον τρόπο αυτό λ.χ. είδωλο του γίνεται και η απομυθοποίηση του φεγγαριού, κι όταν αυτό το επιτυγχάνει, μένει προσκολλημένος στη λατρεία ενός νέου ειδώλου: της επιτυχίας του να απομυθοποιήσει το είδωλο σελήνη. Η τεχνολογία αναδεικνύεται σε μεγάλη ιέρεια που αναλαμβάνει να αλλάξει το χιτώνα του ειδώλου της σελήνης και να του φορέσει το ένδυμα της «ανθρώπινης επιτυχίας», της «δυνάμεως του πνεύματος». Το ταπεινωμένο και πατημένο από ανθρώπινο πόδι φεγγάρι, είναι το είδωλο της επιτυχίας του ανθρώπινου πνεύματος. Το πνεύμα αυτό, καθώς καθρεπτίζεται σε κάποια σεληνιακή λίμνη, διαλέγεται μ’ ένα πρωτόγνωρο… «τεχνολογικό» είδωλο.
Αυτή η ναρκισσιστική λειτουργία του ανθρώπινου πνεύματος είναι εντελώς τυπική. Μας επιστρέφει σε τυπική μορφή «μυθοποιίας» και «μυθοπραξίας»…Από εκεί και πέρα ο άνθρωπος συνεχίζει να πορεύεται στο δρόμο μιας ειδωλολατρίας που είναι η ουσία της υπάρξεώς του. Η πρακτική έκφραση της υπάρξεως αυτής δείχνει ότι δεν μπορούμε να εννοήσουμε τον άνθρωπο διαφορετικά, παρά μόνο σαν ένα ειδωλολάτρη που βιώνει την ύπαρξη αυτή απομυθοποιώντας την ειδωλολατρία με τη βαθύτερη επιδίωξη τη διατήρηση του υπαρξιακού του δεσμού με την ειδωλολατρία. Ο άνθρωπος φαίνεται πως δεν μπορεί να ζήσει χωρίς είδωλα. Τα είδωλα είναι… ο εαυτός του. Και φυσικά δεν μπορεί να ζήσει χωρίς…τον εαυτό του. «Εγενόμην αυτείδωλον», αναφωνεί ο προσευχόμενος άνθρωπος του Μ. Κανόνος. Κι είναι ο πιό ειλικρινής άνθρωπος του…κόσμου! Αλλά και ο μόνος που ενεργεί την «εξ αντικειμένου» απομυθοποίηση του μύθου, επειδή ακριβώς η διεργασία αυτής της απομυθοποιήσεως ενεργείται στην αυθεντική και χωρίς προκαταλήψεις, δεισιδαιμονία και αφέλεια καλλυμένη εσωτερικότητα του.
Η μεγάλη αφέλεια που κυριαρχεί στο ανθρώπινο πνεύμα (όπως και η κατ’ εξοχήν πρόληψη) είναι ότι η απελευθέρωση από την ειδωλολατρία είναι διεργασία εξωτερική. Όταν γελοιοποιώ τα ξόανα, όταν γκρεμίζω αγάλματα και καίω ναούς ειδωλολατρικούς, όταν αρνούμαι να σκύψω προσκυνηματικά το κεφάλι στους κεραυνούς κάποιου Δία, είμαι σίγουρος ότι απομυθοποιώ θρησκευτικά και καταργώ «λειτουργικά» την ειδωλολατρία. Αλλά αυτή η σιγουριά είναι η πιό μεγάλη αφέλεια που μπορεί να δείξει το ανθρώπινο πνεύμα. Γιατί ένα τέτοιο γκρέμισμα δεν αλλάζει την παράσταση. Η παράσταση μένει πάντοτε ίδια. Αλλάζουν μόνο τα σκηνικά. Αν θέλετε, αλλάζουν τα συστήματα και οι τρόποι λειτουργίας των σκηνικών. Η παράσταση όμως δεν μπορεί να αλλάξει γιατί το ανθρώπινο σενάριο παρουσιάζει πάντοτε ένα και μόνο δράμα· την ειδωλοποίηση του ανθρώπου από τον ίδιο τον εαυτό του. Η παράσταση δείχνει πως ο άνθρωπος από θεογενής υπαρκτική διαφάνεια έγινε «αυτοείδωλο», ο νάρκισσος που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη συμμαρτυρία μιας λίμνης που στηρίζει τα πόδια του στο βωμό της αυτολατρείας.
Ο Νάρκισσος της μυθολογίας (εδώ σε λεπτομέρεια από πίνακα του Καραβάτζιο) ερωτεύτηκε το είδωλό του στα νερά μιας πηγής
Από εκεί και πέρα έχει πολλές δυνατότητες να ζήσει ο άνθρωπος με μια μάσκα «αδέσμευτου», «προοδευτικού» και «ελεύθερου» γενικώς ανθρώπου. Η μάσκα αυτή του επιτρέπει να εμπαίζει και να απατά τον εαυτό του, καθώς επικαλείται τη συμμαρτυρία της…λίμνης. Εκείνη, πιστή στις απαιτήσεις του ανθρώπινου πνεύματος, τον βεβαιώνει ότι δεν είναι ειδωλολάτρης τη στιγμή που εκείνος λατρεύει το είδωλό του στη «λειτουργία» του λιμναίου καθρεπτισμού του. Όταν το πάθος, ο φανατισμός, η τύφλωση και πολλές άλλες ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις της υπάρξεως, «δένουν αδέσμευτα» και «αδιάρρηκτα» τον άνθρωπο με κάποια απολυτοποιημένη ιδέα, θεωρία ή πράξη, δεν υποπτεύεται εκείνος πόσο, σε ποιά ποιότητα και ποιές διαστάσεις είναι ένας γνήσιος ειδωλολάτρης. Δεν μπορεί να αντιληφθεί στοιχειωδώς πόσες γονυκλισίες και πόσες «μετάνοιες» κάνει μπροστά σε είδωλα (από το παιδικό παιχνίδι μέχρι τις υψηλές επιστημονικές κατακτήσεις και από το ποδόσφαιρο μέχρι τα… ναρκωτικά) που στηρίζουν και συντηρούν την παράσταση (το δράμα) της υπάρξεώς του.
Φαίνεται πως ο άνθρωπος, αν δεν καταφέρει να γονατίσει μπροστά στον αληθινό Θεό με την διαφάνεια της αυτοσυνειδησίας του ανθρώπου του Μ. Κανόνος, πεθαίνει τελικά με το σάβανο της ειδωλολατρίας. Η πορεία του στη ζωή είναι, στις πιό πολλές περιπτώσεις, πορεία από το είδωλο στο…είδωλο. Αν συμβεί μερικές μοιρολογίτρες (παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις… επιζώντων) να επαινέσουν την ευρύτητα του πνεύματός του, την απελευθέρωσή του από προλήψεις και καθυστερημένες αντιλήψεις, αυτό απλώς αποτελεί (σ’ αυτή την περίπτωση) την… απόλυση της λειτουργίας μιας ειδωλολατρίας που παρέμεινε πιστή σύζυγος του «τεθνεώτος».
Έτσι ακόμη και ο θάνατος γίνεται το έσχατο είδωλο που στηρίζουν λαμπρές νεκρολογίες. Εκείνος πάλι, καθώς κλείνει τα μάτια του ειδωλολάτρη ανθρώπου, δεν ξεχνά, κομπάζοντας, ότι αυτός πρώτος του τα άνοιξε στη τραγική θέαση του «αυτοειδώλου» του. («Και έσεσθε ως Θεοί» Γεν. 3,5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου