Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

ΚΑΤ’ ΑΡΧΑΣ, ΚΥΡΙΕ, ΤΗΝ ΓΗΝ ΕΘΕΜΕΛΙΩΣΑΣ Συγγραφέας: kantonopou


    Ένα σπίτι, για να οικοδομηθεί και είναι σταθερό και ασφαλές ανεξάρτητα με το πέρασμα του χρόνου, χρειάζεται γερά θεμέλια. Χρειάζεται βάσεις στέρεες. Το θεμέλιο είναι η αρχή. Και ο σχεδιαστής, ο αρχιτέκτονας που φροντίζει για να είναι το σπίτι άρτιο, βάζει τα καλύτερα υλικά στα θεμέλια. Αν είναι σεσαθρωμένα, τότε το σπίτι έχει ημερομηνία λήξης. Και η κατάρρευσή του θα συμπαρασύρει όσους κατοικούν σ’  αυτό. Τα ανθρώπινα σπίτια είναι χτισμένα κατ’  απομίμηση του μεγάλου σπιτιού, στο οποίο κατοικούμε όλοι μας. Κι αυτό είναι η γη και ο κόσμος. Μόνο που τα θεμέλια τους τα όρισε ο Τριαδικός Θεός. Αυτός δημιούργησε τον κόσμο και θεμελίωσε την σταθερότητά του στους φυσικούς νόμους, τους οποίους οι άνθρωποι με την επιστημονική πρόοδο αργά αλλά σταθερά ανακαλύπτουμε πώς λειτουργούν. Δεν είμαστε εμείς που τους ορίσαμε, αλλά ο Δημιουργός. Και είναι οι νόμοι τα θεμέλια του κόσμου. Το ίδιο και η σύσταση της γης και του σύμπαντος. Στοιχεία υγρά, στερεά και αέρια, τα οποία σε ενώσεις μεταξύ τους δε σχηματίζουν απλώς τον κόσμο. αλλά του δίνουν και την  ομορφιά, το κάλλος που το θαυμάζει ο καθένας, αλλά και τη δυνατότητα εντός του να υπάρχει ζωή, εκεί όπου όρισε ο Θεός. Νόμοι, κάλλος και ζωή τα θεμέλια λοιπόν του σύμπαντος. Και εντός του οι άνθρωποι, που καλούμαστε μέσω αυτών να θεμελιώσουμε και τη δική μας ζωή.

Μόνο που χωρίς το θεμέλιο της πίστης στον Τριαδικό Θεό, ο χρόνος θα μας νικήσει. Διότι  νόμοι, κάλλος και ζωή έχουν έναν υπέρτατο παράγοντα, ο οποίος τροποποιεί, αλλοιώνει, ομορφαίνει περαιτέρω, αλλά και υποτάσσει στην φθορά του τα πάντα. Είναι ο χρόνος. Μόνο ο Τριαδικός Θεός είναι υπεράνω του χρόνου. «Συ κατ’  αρχάς, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισίν οι ουρανοί . αυτοί απολούνται, συ δε διαμένεις . και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται, και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται . συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι» (Εβρ. 1, 10-12). «Εσύ, Κύριε, αρχικά στερέωσες τη γη και έργο δικό σου είναι οι ουρανοί. Αυτοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ παραμένεις. Τα πάντα θα παλιώσουνε σαν ρούχο. Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις,  και θ’  αλλάξουν. Εσύ όμως παραμένεις πάντα ο ίδιος, τα χρόνια σου ποτέ δε θα τελειώσουν».  Τα λόγια αυτά του Ψαλμωδού (Ψαλμός 101), τα οποία επαναλαμβάνει ο  απόστολος Παύλος στους Εβραίους επιβεβαιώνουν αυτή την μεγάλη και μοναδική αλήθεια. Ότι ο μόνος που είναι υπεράνω του χρόνου, είναι ο Δημιουργός Του. Κι όμως, με τη θέλησή Του, υπέστη τις συνέπειες του χρόνου και της φθοράς και ο Ίδιος, προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση και παραδίδοντας τον εαυτό του με την θέλησή Του στον θάνατο. Την έσχατη συνέπεια του χρόνου. Κι αυτό από Αγάπη. Επομένως, «ο Θεός που είναι Αγάπη» είναι υπεράνω του χρόνου. Και η αγάπη είναι ο δρόμος για να μπορέσει και το τελειότερο από τα δημιουργήματά Του, δηλαδή ο άνθρωπος, να ενεργοποιήσει το δώρο της ομοίωσης που ο Θεός του έδωσε όταν τον δημιούργησε και να νικήσει με την σειρά του τον χρόνο, δια της πίστεως στον Χριστό και στην Ανάσταση, η οποία καταργεί τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, δηλαδή τον χρόνο.

Για να φτάσουμε όμως στην νίκη εναντίον του χρόνου, χρειάζεται να ακολουθήσουμε στην πορεία μας εντός του, τα τρία στοιχεία που είναι τα θεμέλια. Τους νόμους, το κάλλος και τη ζωή. Νόμοι είναι το θέλημα του Θεού. Είναι το Ευαγγέλιο και η ζωή της Εκκλησίας με τις διδαχές της, που γίνονται κριτήριο για τη σχέση με τον Θεό, τον συνάνθρωπο, τον κόσμο, τον εαυτό μας. Και, όπως είπε ο Χριστός,  ο νόμος και οι προφήτες κρέμανται επάνω στις δύο μεγάλες εντολές, να αγαπάμε τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κάλλος είναι η απόφασή μας να μην επιτρέπουμε στον εαυτό μας την ασχήμια της αμαρτίας. Να μπορούμε να βλέπουμε στον κάθε άνθρωπο όχι τα αρνητικά του, ό,τι μας κάνει να χωριζόμαστε και μας ενοχλεί, αλλά να λειτουργούμε με καλό λόγο, με καλή σκέψη έναντί του. Είναι η απόφαση να είμαστε ελεύθεροι από πάθη και εξαρτήσεις και την ίδια στιγμή από την κακία. Είναι η δοξολογία του Θεού για ό,τι μας δίδει, ευχάριστο και δυσάρεστο. Και ζωή είναι ο αγώνας και ο κόπος να προχωρούμε με το όνομα του Θεού στις καρδιές μας. Με την βεβαιότητα της παρουσίας του. Με ασκητικότητα και υπομονή. Αλλά και θάρρος. Όχι ηττοπάθεια. Με διάκριση, αλλά και αποφασιστικότητα. Για να δημιουργούμε, όχι μόνο υλικά, κοινωνικά, διανοητικά, αλλά κυρίως πνευματικά. Να μιλάμε και να ζούμε τον Θεό. Στη θεωρία και την πράξη.

Αυτός ο τρόπος υπέρβασης του χρόνου και κοινωνίας με τον τριαδικό Θεό στο πρόσωπο του Χριστού βιώνεται στην Εκκλησία. Σ’  αυτήν απαντούμε τα θεμέλια της δικής μας πορείας, διότι αυτήν ίδρυσε ο ίδιος ο Κύριος με το Αίμα Του. Τους νόμους του Θεού, την ομορφιά της πνευματικής ζωής, αλλά και την χαρά της μετοχής όλου του ανθρώπου στον τρόπο της προσευχής, την θέα του χώρου, την ανα-νοηματοδότηση του χρόνου μέσω της θείας λειτουργίας, όπως επίσης και την απόφαση για μία αλλιώτικη ζωή. Είναι ο δρόμος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Αυτός που μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ότι τον Θεό μπορούμε να Τον κοινωνήσουμε στο πρόσωπο του Χριστού και δια της μετοχής στις ενέργειές Του. Σ’  αυτές δηλαδή που θεμελίωσαν τον κόσμο, αλλά και σ’  αυτές που Τον αναδημιούργησαν. Την Ενσάρκωση, την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Στην Εκκλησία και στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού εμπεριέχεται η κοινωνία της αιωνιότητας, δηλαδή της υπέρβασης του χρόνου, η οποία θα βιωθεί στην πληρότητά της κατά την αλλαγή του κόσμου στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Και στον δικό μας αγώνα δια των θεμελίων η επιθυμία για μετοχή σ’  αυτήν.

Ζούμε σ’  έναν κόσμο απομακρυσμένο από τον Θεό. Οι νόμοι του Θεού αντικαταστάθηκαν από τους ανθρώπινους νόμους της επιδίωξης της ευτυχίας δια του θριάμβου του εγώ και του περιορισμού της κοινωνίας στην εξυπηρέτηση των ατομικών συμφερόντων, επιδιώξεων, επιθυμιών. Το κάλλος του κόσμου αντικαταστάθηκε από το κάλλος και τη λαγνεία του σώματος και μάλιστα του αντικειμενοποιημένου. Η ζωή απότην επιτυχία, τη δόξα, την κατανάλωση. Έτσι ο άνθρωπος πέφτει στην παγίδα να πιστέψει ότι δεν υπάρχει τέλος του χρόνου και φθορά. Διαγράφοντας τον Θεό από θεμέλιο της ζωής του, την στερέωσε στον εαυτό του και τα επιτεύγματά του. Η ήττα ήταν και είναι αναπόφευκτη. Ας επιστρέψουμε λοιπόν στην θεμελίωση της ζωής μας στον Τριαδικό Θεό και εντός της Εκκλησίας ας ξαναβρούμε τον δρόμο που θα μας επαναφέρει στην όντως ζωή.

Κέρκυρα, 27 Μαρτίου 2016

π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΕΧΕΤΑΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ; Συγγραφέας: kantonopou


 

     Ένα από τα πιο δύσκολα ερωτήματα που θέτουν οι νέοι στην Εκκλησία είναι το γιατί ο Θεός να ανέχεται το άδικο. Άνθρωποι πονηροί και γόητες που προκόπτουν και δοξάζονται. Λαοί που ξεριζώνονται από τις πατρογονικές εστίες τους. Παιδιά που πεινούν και πεθαίνουν, χωρίς να προλάβουν να ζήσουν και να χαρούν. Νέοι που πεθαίνουν ξαφνικά, σκοτώνονται σε δυστυχήματα ή αρρωσταίνουν από θανατηφόρες αρρώστιες. Κάποτε το ερώτημα γίνεται αμείλικτο. Ο Θεός ανέχεται το άδικο, ενώ κάνουμε προσευχή σ’   Αυτόν για το αντίθετο. Δεν εκπληρώνει αυτό που Του ζητούμε. Αντίθετα, αφήνει τα πράγματα να οδηγηθούν στον θρίαμβο του κακού.

             Πόσο εύκολα μπορεί να απαντηθούν αυτοί οι προβληματισμοί;

            Η λογική μας ταράζεται, το ίδιο και η ψυχή μας μπροστά σε τέτοιες περιστάσεις. Η Εκκλησία όμως δίνει ως απάντηση δύο δρόμους και τρόπους συνάμα, έχοντας ως συνεπίκουρό τους μία προϋπόθεση. Είναι ο Σταυρός, η Ανάσταση και η Πίστη. Όλες οι αδικίες της ζωής είναι απεικόνιση της μεγαλύτερης αδικίας που έγινε στην Ιστορία:  αυτής της Σταύρωσης του Θεού. Ο Χριστός ανέλαβε τον Σταυρό Του, τον έφερε στον Γολγοθά, ανέλαβε όλα τα πάθη, τα θελήματα, την κακία που ο άνθρωπος έδειξε, δείχνει και θα δείξει μέχρι το τέλος της Ιστορίας και τα γεύτηκε στην ύπαρξή Του. Η σάρκα Του δεν γνώρισε διαφθορά. Ωστόσο έπαθε εν σαρκί για μας τους ανθρώπους, για να μας δείξει ότι η ήττα είναι η δόξα. Η ταπείνωση είναι η βάση για να καθαρθεί ο άνθρωπος από κάθε τι που βασανίζει όχι μόνο τον ίδιο, αλλά και την ανθρωπότητα εν γένει. Γιατί ο καθένας από μας φέρει επάνω του την ανθρώπινη φύση σε όλες της τις πτυχές. Και δοκιμάζοντας το άδικο η φύση μας οδηγείται στην τελείωσή της, «εν ασθενεία».

         Θα ήταν όμως μόνο απόγνωση να μέναμε στον σταυρό. Ο Χριστός αναστήθηκε. Αυτό σημαίνει ότι η αδικία και η ήττα του θανάτου, που δεν έχει να κάνει μόνο με την βιολογική του πλευρά, αλλά και με την πνευματική και την κοινωνική (πεθαίνουμε όταν δεν αγαπούμε), δεν μένει αθεράπευτη. Η Ανάσταση φωτίζει τα πάντα διαφορετικά. Κανένας θάνατος δε θα κρατήσει για πάντα. Καμία ήττα δεν είναι οριστική. Η Ανάσταση του Χριστού μάς δείχνει ότι ο Θεός δεν λησμονεί τον αδικημένο, αλλά και όσους υποφέρουν. Αντίθετα, δίνει τη δυνατότητα τόσο στην Βασιλεία της αιωνιότητας, όσο και στη ζωή του κόσμου σε όποιον θέλει, πιστεύει και ακολουθεί να μην είναι μόνος του, αλλά να Τον ακολουθεί στην ανόρθωση. Κι ανάσταση σημαίνει αγάπη. Σημαίνει ελευθερία από εξαρτήσεις. Σημαίνει αφύπνιση από το ψεύτικο. Επίγνωση του τι είναι αληθινό και τι νοηματοδοτεί τη ζωή μας. Μέσα από τη δοκιμασία είτε την προσωπική είτε των άλλων κατανοούμε τι αξίζει.

          Προϋπόθεση όμως είναι  η Πίστη στον Χριστό. Η εμπιστοσύνη στο θέλημά Του. Η μετοχή στη ζωή της Εκκλησίας. Και την ίδια στιγμή ο αγώνας να διορθώσουμε ό,τι περνά από το χέρι μας. «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης». Ο αναστημένος άνθρωπος κάνει τη δικαιοσύνη όπλο και έγνοια του. Κι ό,τι δεν μπορεί ο ίδιος, το εμπιστεύεται σ’  Αυτόν που είναι βέβαιο ότι μας αγαπά. Για να γίνει η πίστη η αλήθεια που ελευθερώνει.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της 30ής Μαρτίου 2016

 http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Η ΠΕΡΙ ΣΤΑΥΡΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Συγγραφέας: kantonopou


Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι τό ἀξιώτερο σημεῖο καί σύμβολο τῆς πίστεώς μας. Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι:

ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ,

ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.

τό θέλημα τοῦ Πατρός,

ἡ δόξα τοῦ Μονογενοῦς,

τό ἀγαλλίαμα τοῦ Πνεύματος,

ὁ κόσμος τῶν Ἀγγέλων,

ἡ ἀσφάλεια τῆς Ἐκκλησίας,

τό τεῖχος τῶν Ἁγίων,

τό φῶς τῆς Οἰκουμένης.

Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ «ὄχι μόνο ὁ λόγος περί Σταυροῦ καί τό μυστήριο, ἀλλά καί τό σχῆμα εἶναι θεῖο καί προσκυνητό, διότι εἶναι σφραγίδα σεβάσμια, ἁγιαστική καί τελειωτική ὅλων τῶν θαυμασίων καί ἀνεκφράστων ἀγαθῶν, τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό τόν Θεό «. Ὅλη ἡ κένωση, ἡ πτωχεία, ἡ ἐξουθένωση, ἡ ὀδύνη, ὁ θάνατος, πού ἔλαβε γιά μᾶς ὁ Χριστός κορυφώνονται στόν Σταυρό.

Ὅλα τά ἅγια μυστήρια τελειώνονται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἀγ. Πνεύματος καί τήν σφραγίδα τοῦ Σταυροῦ.

Ὅλες οἱ ἱερατικές εὐλογίες εἶναι σταυρικές. Οἱ Ἱ. Ναοί, τά ἱερά σκεύη καί τά ἄμφια ἁγιάζονται μέ τόν Τίμιο Σταυρό. Δέν νοεῖται λειτουργική πράξη ἤ σύναξη τῶν πιστῶν χωρίς τήν σφραγίδα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

Ὁ Σταυρός εἶναι καί ὁ πιστότερος σύντροφος κάθε ὀρθοδόξου ἀπό τή στιγμή πού θά γεννηθοῦμε μέχρι τό θάνατό μας. Καί ὁ τάφος τοῦ Χριστιανοῦ μέ τό σταυρό εὐλογεῖται.

Γι’ αὐτό δέν νοεῖται χωρίς τό σταυρό Ἐκκλησία τοῦ σταυρωθέντος Χριστοῦ. Γι’ αὐτό οἱ αἱρετικοί εἴτε δέν ἐκδηλώνουν τήν ὀφειλόμεν στόν Τίμιο σταυρό εὐλάβεια, ὅπως οἱ Προτεστάντες, εἴτε τόν ἀρνοῦνται τελείως καί τόν ὑβρίζουν ὅπως οἱ Ἰεχωβᾶδες.

Γράφει τό γεροντικό: » Ὁ Ἰωάννης, ἄνθρωπος ἅγιος καί μέ ἐξουσία κατά πνευμάτων ἀκαθάρτων, ρώτησε δαίμονες καί τούς εἶπε: Ποιά πράγματα φοβᾶστε ἀπό τούς Χριστιανούς; καί αὐτοί ἀπάντησαν. Ἔχετε τρία μεγάλα πράγματα· ἐκεῖνο πού φορᾶτε στό λαιμό σας, ἐκεῖνο πού λούζεστε στήν Ἐκκλησία κι ἐκεῖνο πού τρῶτε στή Θ. Λειτουργία. Ἄν φυλάξατε καλά ἐκεῖνο πού μεταλαμβάνετε, κανένας ἀπό ἐμᾶς δέν θά μποροῦσε νά βλάψει χριστιανό «.

Ἡ Χάρη καί ἡ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὀφείλεται ὄχι στό σχῆμα του, ὅτι δηλαδή εἶναι σταυρός, ἀλλά στό ὅτι εἶναι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό ὄργανο διά τοῦ ὁποίου ὁ Χριστός ἔσωσε τόν κόσμο. Εἶναι τό θυσιαστήριο στό ὁποῖο προσέφερε τόν ἑαυτό του θυσία γιά ὅλο τόν κόσμο, ὡς θύτης καί ὡς θῦμα. Στόν Σταυρό ἔζησε τόν βαθύτερο πόνο, και τόν μεγαλύτερο ἐξευτελισμό γιά μᾶς. Ἔγινε ὑπέρ ἡμῶν κατάρα γιά να ἐλευθερώσει ἐμᾶς ἀπό τήν κατάρα τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ νόμου. Ὅλο τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ὅλη ἡ φιλανθρωπία του συνοψίζονται στό Σταυρό του. Καί ὅταν ὁ Πέτρος συμβούλευσε τόν Χριστό νά ἀποφύγει τόν σταυρικό θάνατο, ὁ Κύριος τόν ἐπετίμησε αὐστηρά: «Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ, ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων».

Στόν Σταυρό ἐσταμάτησε ὁ παλαιός αἰώνας τοῦ θανάτου καί μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού συνδέεται μέ τόν Σταυρό, ἄρχισε ὁ νέος αἰώνας, ἡ ἐποχή τῆς θεώσεως καί τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

Στόν Σταυρό ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἔλυσε τήν τραγωδία τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ, καί ἐπαναπροσανατόλισε τήν ἐλευθερία μας στόν Δημιουργό της τόν ἅγιο Τριαδικό Θεό.

Στόν Σταυρό ἐνίκησε τό θάνατό μας μέ τό νά κάνει ἰδικό Του τόν ἰδικό μας θάνατο, καί μέ τήν Ἀνάστασή Του μᾶς ἐχάρισε ζωή καί ἀφθαρσία.

Διά τοῦ Σταυροῦ μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό Πατέρα καί μᾶς χάρισε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.

Διά τοῦ Σταυροῦ συνήγαγε καί ἕνωσε σέ ἕνα Σῶμα, τά πρώην διασκορπισμένα παιδιά τοῦ Θεοῦ.

Στόν Σταυρό, μέ τήν ἰδική Του γεμάτη ἀπό ταπείνωση ὕψωση, ὕψωσε καί τήν ἰδική μας φύση πού μέ τήν ψεύτικη καί μάταιη οἴηση εἶχε καταβιβασθῆ μέχρι τόν Ἅδη .

Στόν Σταυρό ἐφανέρωσε, ὅτι αὐτός ὁ κόσμος δέν εἶναι ἡ τελική πραγματικότητα, ἐάν μέσα σ’ αὐτόν ἀγωνισθοῦμε σταυρικά κατά τοῦ ἐγωισμοῦ μας. Ἀποκατέστησε ἔτσι τό θετικό νόημα τοῦ κόσμου .

Στόν Σταυρό ἀπεκάλυψε τόν ἑαυτό Του ὡς τόν μόνο εὐεργέτη καί σωτῆρα, λυτρωτῆ καί ζωοδότη τοῦ σύμπαντος κόσμου καί κατέλυσε ὁριστικά τό ἔργο τοῦ διαβόλου.

Συμμετοχή στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ.

Ὅμως ὅπως δέν νοεῖται ἀληθινός Χριστός χωρίς Σταυρό, ἔτσι δέν νοεῖται ἀληθινός χριστιανός χωρίς Σταυρό, δηλαδή χωρίς συμμετοχή στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. «Ὅστις οὐ βαστάζει τόν Σταυρόν ἑαυτοῦ καί ἔρχεται ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής». Οἱ χριστιανοί δέν ἔχουμε ἄλλο τρόπο νά ζήσουμε παρά μόνον τόν τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ τρόπο, συμμεριζόμενοι δηλαδή κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, τήν θυσία Αὐτοῦ, τήν νίκη κατά τῶν παθῶν καί τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας.

Ἀλλά τί σημαίνει νά ἀκολουθῶ τόν Ἰησοῦ βαστάζοντας τό σταυρό μου, δηλαδή νά ζῶ σταυρικά.

α. Σταυρώνω τόν παλαιό ἄνθρωπο (τά πάθη μου). Ἀπαρνοῦμαι τόν παλαιό ἄνθρωπο καί ἀγωνίζομαι νά ξεριζώσω ἀπό μέσα μου τά ἁμαρτωλά καί ἐγωϊστικά πάθη, τόν ἐγωκεντρισμό, τή φιλαυτία. Μορφές τῆς φιλαυτίας εἶναι: ἡ ὀλιγοπιστία, ἡ ἀπιστία, ἡ ἀδιαφορία γιά τόν συνάνθρωπο καί τό χειρότερο ἡ ἐκμετάλλευσή του ἡ φιληδονία καί ἡ σαρκολατρεία· ἡ ἀπληστία καί ἡ φιλαργυρία· ἡ μνησικακία καί ἡ συκοφαντία καί κάθε ἐνέργεια, μέ τήν ὁποία πληγώνουμε καί στενοχωροῦμε τούς συνανθρώπους μας ἡ φιλοδοξία καί ματαιοδοξία.

β. Ὑπομένω τίς ἀκούσιες δοκιμασίες τῆς ζωῆς καρτερικά καί εὐχαριστιακά.

Οἱ ὀδυνηρές καί ἀνίατες ἀσθένειες, ὁ θάνατος προσφιλῶν μας προσώπων, ἡ ἀδικία, ἡ ἀχαριστία καί ἡ περιφρόνηση, ἡ πτωχεία καί ἄλλες δοκιμασίες ἀποτελοῦν εὐκαιρίες πού, ἄν τίς χρησιμοποιήσουμε σωστά, μᾶς συσταυρώνουν καί συνεγείρουν μέ τόν Χριστό.

Ἄν ἀγανακτήσουμε καί περάσουμε τά ὅρια ζημιωνόμαστε πνευματικά. Ἄν τίς δεχθοῦμε παθητικά, γιατί δέν μποροῦμε νά κάνουμε διαφορετικά, πάλι δέν ὠφελούμεθα. Ἄν ὅμως τίς δεχθοῦμε ὡς ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ καί ὡς εὐκαιρίες γιά τήν πνευματική μας τελείωση μᾶς ἀνεβάζει στό ὕψος τῶν ἁγίων μαρτύρων.

Ἕνας γέροντας εἶπε χαρακτηριστικά τό ἑξῆς: «Ἕνα δόξα σοι ὁ Θεός, τήν ὥρα πού πονᾶμε ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπό χίλια Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» ὅταν δέν πονᾶμε.

Ὀφείλουμε νά διδαχθοῦμε ἀπό τή ζωή καί τό πρόσωπο τῶν Θεοτόκου, γιατί καί αὐτή πόνεσε καί συμμετέσχε στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τήν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου σύλληψη, στήν Ἁγία γαστέρα της, τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ της, ἄρχισαν καί οἱ δοκιμασίες της.

-Μή μπορώντας ὁ Ἰωσήφ νά ἐξηγήση τήν ὑπερφυῆ σύλληψη καί ἐγκυμοσύνη της ἤθελε νά τήν διώξει.

-Δοκιμασία καί οἱ δυσκολίες νά βρεθῆ τόπος ἐν τῷ καταλύματι γιά νά γεννήση τό παιδί της.

-Δοκιμασία ἡ προσπάθεια τοῦ Ἡρώδου νά φονεύση τό θεῖο βρέφος, δοκιμασία καί ἡ φυγή τους στήν Αἴγυπτο. Ἄστεγη στή Βηθλεέμ, πρόσφυγας στήν Αἴγυπτο.

– Ὅταν πάλι χρειάσθηκε νά ὑποφέρη γιά μᾶς ὁ Χριστός καί νά πεθάνη, πόσο μεγάλες ἦσαν οἱ ὀδύνες, μέ τίς ὁποῖες μᾶς συμπαραστάθηκε ἡ Παρθένος. Ὅταν ἔβλεπε τόν Υἱό της, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ νά γυμνώνεται , νά δέρνεται, νά κρίνεται ἄξιος τῆς χειρότερης καταδίκης, νά πεθαίνει τόν ἐξευτελιστικότερο θάνατο.

γ. Ἀναλαμβάνω ἑκούσιους πόνους, στερήσεις, ἀγῶνες γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό:

-Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἐδίδαξε ὅτι στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός τοῦ Εὐαγγελίου.

-Μέ τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν εὐλογημένη ὀρθόδοξη ἄσκηση πολιτεύεται ὁ Χριστιανός. Γιά νά ζῆ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιά νά μή χρησιμοποιῆ τόν κόσμο καταναλωτικά, ἀλλά εὐχαριστιακά.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ: Ζυγός Δικαιοσύνης.

Κατά τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὑψώνονται καί τά ἰδικά μας βλέμματα ἐπάνω στόν Γολγοθᾶ. Ἐκεῖ βλέπουμε στημένους τρεῖς σταυρούς. Στό μέσον εὑρίσκεται ὁ Τίμιος Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ δεξιά καί ἀριστέρα ὑπάρχουν οἱ ἄλλοι σταυροί, ἐπάνω στούς ὁποίους εὑρίσκονται δύο ληστές. Καί τό ἐκπληκτικό εἶναι, ὅτι οἱ σταυροί τῶν δύο ληστῶν δέν μοιάζουν μεταξύ τους. Γιατί ὁ ἕνας γίνεται σωτήριος, ἐνῶ ὁ ἄλλος καταδίκη, παρά τό γεγονός, ὅτι καί οἱ δύο συσταυρωμένοι μέ τόν Χριστό εἶναι ληστές. Ὁ ἕνας ἐσταυρωμένος ληστής σώζεται ὄχι γιά τά καλά του ἔργα, ἀλλά γιατί ὁμολόγησε τόν Χριστό, «μνήσθητί μου ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου», καί ἔτσι ἔμεινε πραγματικός ἄνθρωπος. Ὁ ἄλλος ληστής καταδικάζεται ὄχι γιά τά ἐγκληματικά του ἔργα, ἀλλά γιατί ἀρνεῖται οὐσιαστικά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ.

Ἕνας Γολγοθᾶς εἶναι ἡ γῆ. Στό μέσον εὑρίσκεται ὁ ἐσταυρωμένος καί ἀναστάς Κύριος. Στό πρόσωπο δέ τῶν ληστῶν ὑπάρχει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εὑρισκόμαστε γύρω ἀπό τόν Χριστό ἐπάνω στόν σταυρό μας, στόν σταυρό τῶν δοκιμασιῶν καί τοῦ πόνου μας. Ἐκεῖνο ὅμως πού διακρίνει τούς ἀνθρώπους δέν εἶναι ἡ ἁμαρτωλότητα καί ἡ καθαρότητα, ἀλλά ἡ σχέση μέ τόν Χριστό καί τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου γίνεται ζυγός δικαιοσύνης, ὅπως θαυμάσια ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.

Τό σταυρικό πολίτευμα.

Ζοῦμε σ’ ἕναν κόσμο, στόν ὁποῖο κυριαρχεῖ τό ἀντισταυρικό πνεῦμα. Ἕναν κόσμο πού φίλαυτα ἔχει ὡς ἰδανικά του τήν εὐημερία, τήν καλοζωΐα, τήν ἄνεση, πού τοποθετεῖ τήν ἐλευθερία ὄχι στή θυσία καί τήν ἀγάπη, ἀλλά στόν ἐγωϊσμό.

Ὁ σταυρός μᾶς τρομάζει. Καί αὐτό εἶναι φυσικό. Γιατί μᾶς διέλυσε ἡ ἄνεση.

Αὐτός ὁ κόσμος πού ἀπορρίπτει σήμερα τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἀντιμετωπίση ὀδυνηρόταταες καί μάλιστα φοβερές μάστιγες πού εἶναι καί συνέπειες τῆς ἀντισταυρικῆς του πορείας :Τό AIDS, τά ναρκωτικά , τήν φοβερή οἰκολογική καταστροφή, τήν ἀπελπισία, τή βία. Καί ἡ λύση δέν εὑρίσκεται ἐκεῖ πού τήν τοποθετεῖ, δηλαδή στό νά ληφθοῦν ὡρισμένα προφυλακτικά μέτρα. Χρήσιμα εἶναι αὐτά, ἀλλά ἀνεπαρκῆ. Ἡ βαθύτερη λύση εἶναι μία: ἡ μετάνοια. Αὐτή πού ἔσωσε τή Νινευΐ τή μεγάλη πόλη ἀπό τήν καταστροφή. Εἶναι ἡ ἐπιλογή τοῦ σταυρικοῦ τρόπου ζωῆς ὡς τοῦ μόνου ἀληθινοῦ τρόπου ζωῆς.

Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ὑψώνεται στόν βίο τῆς Ἐκκλησίας, ὑπενθυμίζει σέ ὅλο τόν κόσμο καί σέ μᾶς ὅτι, ὅταν διαλέξουμε τόν Σταυρό ὡς τρόπο τῆς ζωῆς μας, ὡς πολίτευμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου, τότε ἔχουμε καί τήν Ἀνάσταση. Τότε ἔχουμε τήν ἀληθινή μας ἐλευθερία, τήν ἀληθινή ἀνάπαυσή μας μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν μας, τήν ἀληθινή εἰρήνη τῆς ψυχῆς.

Αἴρομε, λοιπόν, τόν Σταυρό μας καί ἐργαζόμεθα, μέ ἐπίγνωση καί πιστότητα, γιά τήν εἴσοδο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Καί ὅταν περιστάσεις καί θλίψεις καί ἀνάγκες μᾶς κυκλώνουν ὑψώνουμε τά μάτια τῆς ψυχῆς μας καί ἀτενίζουμε μέ πίστη τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μας. Καί μέ ἐλπίδα προχωρᾶμε. Σταυρωμένοι καί ἀναστημένοι. Συσταυρωμένοι καί συναναστημένοι μέ τόν Χριστό. Αὐτή εἶναι ἡ «ἀδυναμία «τῆς Ἐκκλησίας. Νά ζῆ τόν Σταυρό καί νά προσφέρει τήν Ἀνάσταση. Αὐτή εἶναι ἡ «ἀδυναμία» τοῦ Χριστιανοῦ. Νά ζῆ τόν Σταυρό καί νά βιώνει τήν Ἀνάσταση.

Μη φοβάσαι να παραδεχθείς ότι είσαι. π. Συμεών Κραγιόπουλος (†) Συγγραφέας: kantonopou


Μη φοβάσαι να παραδεχθείς ότι είσαι

Ο καθένας να γνωρίσει τον εαυτό του. Μην ντρέπεσαι, μη φοβάσαι να παραδεχθείς ό,τι είσαι. Όχι τι θέλεις να είσαι, αλλά ό,τι είσαι. Να το παραδεχθείς μάλιστα με ευγνωμοσύνη, χωρίς να τα βάλεις με κανέναν. Ούτε με τον Θεό ούτε με κανέναν άλλο να τα βάλεις, ούτε να παραπονιέσαι: «Γιατί να είμαι έτσι; Γιατί να μου συμβαίνουν αυτά; Γιατί να έχω εγώ αυτές τις δυσκολίες;» Αυτά τα ξέρει ο Θεός. Εμείς οφείλουμε με ευγνωμοσύνη να δεχόμαστε ό,τι κι αν μας συμβαίνει, και υπομονετικά να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Έτσι υπάρχει ελπίδα, αδελφοί μου, να γίνει κάτι στην ψυχή μας.

Δεν ξέρω, μπορεί να κάνω λάθος, αλλά κατά κανόνα εκείνος που είναι έξω από την πραγματικότητα, έξω από τον εαυτό του, που δεν τα ξέρει έτσι τα πράγματα, που δεν τα είδε έτσι, που δεν έχει διάθεση να σκύψει μέσα του, εκείνος νομίζει πως τάχα έχει να κάνει κάποιο άλλο έργο. Όμως, όπως λέει και ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, αν πέσεις μέσα στη λάσπη, και βουλώσει η μύτη σου, τα μάτια σου, το στόμα σου, τα αυτιά σου, τι θα σε ωφελήσει, εάν πεις στον υπηρέτη σου να πάει να αρχίσει να δίνει λεφτά εδώ κι εκεί για ελεημοσύνη;

* * *

Εμείς κάνουμε σπασμωδικές κινήσεις, επειδή δεν θέλουμε να κάνουμε αυτό το ένα, δηλαδή να παραδοθούμε στον Χριστό. Όχι με λόγια, αλλά στην πράξη να παραδοθούμε. Όχι μόνο να το έχουμε πόθο και επιθυμία να παραδοθούμε, αλλά στην πράξη να το κάνουμε. Το έκανες αυτή την ώρα, δηλαδή παρέδωσες τώρα τον εαυτό σου στον Θεό, και μετά από λίγο, πάλι· και μετά από λίγο, πάλι. Όχι με την έννοια ότι κοροϊδεύεις, αλλά με την έννοια ότι συνέχεια βγαίνει από μέσα σου ακατέργαστο υλικό, το οποίο δεν το έβλεπες πρώτα, και γι’ αυτό παραδίδεις εκ νέου τον εαυτό σου στον Θεό. Επειδή όμως δεν θέλουμε να κάνουμε αυτό, και από το άλλο μέρος θέλουμε να είμαστε χριστιανοί, να φαινόμαστε ως χριστιανοί, κάνουμε υποκρισίες, έχουμε πλαστή και φτιαχτή συμπεριφορά, που δεν έχει σχέση με τη χριστιανική αρετή.

Πιθανόν κάποιος, ακούγοντας όλα αυτά, να απελπίζεται, να απογοητεύεται. Δεν είναι έτσι. Είναι λάθος αυτό, αφού όλα τα κάνει ο Θεός· δεν τα κάνουμε εμείς. Εμείς, σιγά-σιγά, κάθε μέρα, να παραδίδουμε τον εαυτό μας με εμπιστοσύνη στον Θεό· αυτό είναι το κόψιμο. Δηλαδή, αν σήμερα, όσο μπορούμε να νιώσουμε, να καταλάβουμε τον εαυτό μας, απόλυτα, τέλεια τον παραδώσουμε στον Θεό, αύριο θα αισθανόμαστε την ανάγκη να κάνουμε το ίδιο. Όχι με την έννοια, όπως λέγαμε, ότι κοροϊδεύαμε πρώτα, αλλά με την έννοια ότι σήμερα βγήκε από μέσα μας, από το υποσυνείδητο, άλλος άνθρωπος που δεν τον είχαμε υπ’ όψιν. Και την άλλη μέρα θα κάνουμε το ίδιο, και την πιο άλλη και την πιο άλλη.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «…πάντα συνεργεί εις αγαθόν», Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2014, σελ. 68-70.

http://www.koinoniaorthodoxias.org/

Το θέμα είναι ο άνθρωπος να δοθεί στον Θεό. π. Συμεών Κραγιόπουλος (†) Συγγραφέας: kantonopou


Το θέμα είναι ο άνθρωπος να δοθεί στον Θεό

Δεν ξέρω πώς τα παίρνετε εσείς τα πράγματα, αλλά έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία όλα κανείς να τα βλέπει μέσα στην πρόνοια του Θεού: τον όλο εαυτό του, τις καταστάσεις του εαυτού του, όσα συμβαίνουν γύρω του, όσα συμβαίνουν μέσα του. Όλα είναι μέσα στην οικονομία του Θεού, όλα είναι κάτω από την πρόνοια του Θεού και όλα δουλεύουν μόνο για το καλό.

Οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι ενεργούν απλώς σε ανθρώπινο επίπεδο, ενώ δεν έχει μεγάλη αξία απλώς το ανθρώπινο επίπεδο. Μέσα στην Εκκλησία όλα γίνονται κάτω από την πρόνοια του Θεού, και ο σκοπός είναι ο άνθρωπος τελικά να δοθεί στον Θεό. Ο ψυχολόγος, ο ψυχίατρος συνήθως εργάζεται έτσι που ό,τι θα κάνει, θα το κάνει με τον άνθρωπο· ό,τι θα κάνει, θα το κάνει για τον άνθρωπο· ό,τι θα κάνει, θα το κάνει, για να αναδείξει τον άνθρωπο.

Βέβαια, μπορεί ένας ψυχολόγος ανθρωπίνως να ρυθμίσει κάποιον που έχει μέσα του ανισορροπία, και να τον βοηθήσει να ζήσει όπως ζουν και οι άλλοι μέσα στη ζωή. Αυτό όμως καθόλου-καθόλου δεν σημαίνει ότι βοηθήθηκε ο άνθρωπος να δοθεί στον Θεό. Και όλο το θέμα είναι ο άνθρωπος να δοθεί στον Θεό και όχι απλώς να μείνει στα ανθρώπινα μέτρα. Και ακριβώς, χρειάζεται να γίνει αυτή η εργασία, την οποία παρομοιάζουμε, στο παράδειγμα με το καρπούζι μέσα στο νερό, με το κόψιμο της φέτας του καρπουζιού που προεξέχει από το νερό.

Όταν κανείς γνωρίσει πώς έχουν τα πράγματα και κάνει σωστή εργασία, λίγο-λίγο, λίγο-λίγο θα αρχίσουν να βγαίνουν μέσα από την ύπαρξή του, η οποία είναι άβυσσος, καταστάσεις κρυμμένες στο υποσυνείδητο και στο ασυνείδητο. Και αν τα βιώματα που είναι εκεί μέσα είναι και αρρωστημένα, παθολογικά, τότε ο άνθρωπος άγεται και φέρεται από αυτά, περνά πάρα πολύ άσχημα και δεν μπορεί να καταλάβει τι του συμβαίνει.

Αλλά και όταν ακόμη δεν είναι πολύ βεβαρημένα τα βιώματα που είναι μέσα του, εφόσον ο άνθρωπος δεν τα ελέγχει, αυτά ενεργούν αυτόνομα. Μόνο το συνειδητό μπορεί κανείς να ελέγξει. Όπως δηλαδή μόνο το καρπούζι που είναι έξω από το νερό, τρόπον τινά, βλέπουμε, ενώ το άλλο δεν το βλέπουμε. Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι είναι θολό το νερό, δεν μπορείς να δεις πιο κάτω από τη στάθμη του νερού. Έτσι, βλέπει κανείς μόνο το συνειδητό της υπάρξεώς του.

Είπαμε χαρακτηριστικά χθες ότι ο άνθρωπος μπορεί να πει: «Σήμερα κάνω αυτή τη γενναία πράξη· δίνω όλο τον εαυτό μου στον Θεό, παραδίδομαι στον Θεό. Τελείωσε». Παραδόθηκες. Τι παρέδωσες; Παρέδωσες μόνο αυτό που ελέγχεις. Το 1/10. Παραδίδοντας αυτό το συνειδητό, είναι σαν να κόβουμε με ένα σπαθί ακριβώς στη στάθμη του νερού τη φέτα του καρπουζιού που φαίνεται, και όλο όσο είναι πάνω από τη στάθμη το παίρνουμε. Οπότε αμέσως το καρπούζι ανεβαίνει λίγο πιο πάνω. Έτσι λοιπόν όταν παραδοθείς σήμερα ειλικρινά, τίμια, παραδίδεις το συνειδητό σου. Όμως αύριο κιόλας νιώθεις την ανάγκη να ξαναπαραδώσεις στον Θεό τον εαυτό σου, ακριβώς γιατί ένα μέρος από το υποσυνείδητο βγήκε και έγινε συνειδητό.

Πάντως, να ξέρουμε ότι τα βιώματα του υποσυνειδήτου, που, όπως είπαμε, μπορεί να είναι και αρρωστημένα, δεν τα αφήνει κανείς να βγουν. Τα φοβάται. Αν έχει το κουράγιο να τα αφήσει να βγουν και να παραδώσει τον εαυτό του όπως είναι στον Θεό, αρχίζει η σωτηρία. Την άλλη μέρα περισσότερο, την άλλη μέρα περισσότερο, την επόμενη φορά περισσότερο, ώσπου βγαίνει όλο το υποσυνείδητο, βγαίνει όλο το ασυνείδητο, και έτσι παραδίδει κανείς όλο τον εαυτό του στον Θεό. Να πώς γίνεται κανείς άνθρωπος του Θεού, χριστιανός.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «…πάντα συνεργεί εις αγαθόν», Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2014, σελ. 62-4.

http://www.koinoniaorthodoxias.org

Οι προσδοκίες των γονέων και η αληθινή αγάπη. π. Συμεών Κραγιόπουλος (†) Συγγραφέας: kantonopou


Οι προσδοκίες των γονέων και η αληθινή αγάπη

Ο γάμος, όπως μας λέει και ο απόστολος Παύλος, είναι μέγα μυστήριο (Εφ. 5:32). Αυτό φαίνεται ακόμη από τα πρώτα βήματα, από τις πρώτες ημέρες του ανθρώπου. Στην αρχή της Αγίας Γραφής λέγεται σαφώς: «Ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού…» (Γέν. 2:24). Δηλαδή, τη στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος αποφασίζει να γίνει συνδημιουργός με τον Θεό, φθάνει μέχρι του σημείου να εγκαταλείψει τον πατέρα του και τη μητέρα και να βρει τη γυναίκα του και να δημιουργήσει έτσι οικογένεια. Προ της πτώσεως, αν δηλαδή δεν είχε πέσει ο άνθρωπος, δεν γνωρίζουμε πώς θα ήταν τα πράγματα· όμως, μετά την πτώση έτσι έχουν. Και έρχεται ο Κύριος και ευλογεί με ειδικό μυστήριο τον γάμο, όσο πεζός κι αν είναι σε ορισμένες πτυχές του και σε ορισμένες εκδηλώσεις του.

Πάντως, το βαθύτερο στοιχείο, το κυρίαρχο στοιχείο, η βαθύτερη συνεκτική ουσία στον γάμο –και στη σχέση του ανδρογύνου προς τον Θεό και στη σχέση του ενός προς τον άλλο και στη σχέση των γονέων προς το παιδί, προς τον καρπό που θα γεννηθεί– είναι η αγάπη. Δεν μπορεί δηλαδή να υπάρχει γάμος, να υπάρχει οικογένεια, δεν μπορεί αυτό το γεγονός, αυτό το μέγα μυστήριο να είναι ευλογημένο και να είναι μέσα στον σκοπό του και να εκπληρώνει την αποστολή του, εάν λείπει αυτό το στοιχείο που λέγεται αγάπη.

Θα ήθελα ευθύς εξαρχής να τονίσω ότι η αγάπη είναι εκείνη η οποία δίνει νόημα στον γάμο, δίνει νόημα στην οικογένεια· η αγάπη είναι εκείνη η οποία λύνει όλα τα προβλήματα. Όχι απλώς η αγάπη, η σκέτη αγάπη, που δεν ξέρω τι νόημα θα της έδινε κανείς, αλλά η αγάπη αυτή του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο να δημιουργεί, η αγάπη που ο Θεός φυτεύει μέσα στον άνθρωπο, και η οποία τον κάνει να μην είναι στραμμένος προς τον εαυτό του, αλλά προς τον Θεό και προς τους συνανθρώπους του.

Η εν Χριστώ αγάπη, η αληθινή αυτή αγάπη είναι εκείνη η οποία λύνει όλα τα προβλήματα που παρουσιάζονται, από την πρώτη στιγμή που αποφασίζει κάποιος να δημιουργήσει οικογένεια, αλλά και καθώς αποκτά και μεγαλώνει παιδιά. Η αγάπη όμως, επαναλαμβάνω, η αληθινή, η σωστή, αυτή που βγάζει τον άνθρωπο από τον εαυτό του. Όχι η αγάπη εκείνη η οποία κινεί γη και ουρανό, για να υπηρετηθεί, αλλά η αγάπη εκείνη η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» (Α’ Κορ. 13:5), κατά τον απόστολο Παύλο, αλλά βγαίνει από τον εαυτό της και δίνεται στον άλλο.

Όταν λέμε λοιπόν αγάπη, δεν την εννοούμε όπως τη θέλει ο καθένας. Μπορεί κάποιος πατέρας και κάποια μητέρα να περιμένουν με λαχτάρα να έλθει το παιδί στον κόσμο. Αλλά άραγε από αγάπη; Από αληθινή αγάπη; Άραγε με βαθυτάτη συναίσθηση ότι έγιναν συνδημιουργοί με τον Θεό; Άραγε με συναίσθηση ότι θα έλθει ένα επιπλέον πλάσμα στον κόσμο, και ότι το πλάσμα αυτό είναι πρωτίστως πλάσμα του Θεού, και ότι είναι ένα πρόσωπο, ένας άνθρωπος ελεύθερος και όχι δικό τους αντικείμενο, δικό τους κτήμα, κάτι δηλαδή που θα πρέπει οπωσδήποτε να τους ικανοποιήσει και να κάνει τα θελήματά τους;

Πάρα πολλοί είναι οι γονείς οι οποίοι περιμένουν με λαχτάρα πότε θα γεννηθεί το παιδί, για να παίξουν. Βέβαια, το παιδί θέλει και παιγνίδια, θέλει και γέλια, θέλει και χαρές, αλλά στο βάθος όλα αυτά μήπως τα κάνει κανείς –ένας πατέρας, μια μητέρα, μια γιαγιά, ένας αδελφός ή μια αδελφή του πατέρα ή της μητέρας– κινούμενος όχι από αγάπη; Είπαμε, η αληθινή αγάπη είναι ένα δόσιμο εν Χριστώ προς τον Θεό και προς τον άλλο και, εν προκειμένω, στο παιδί. Είναι ένα τέτοιο δόσιμο αυτή η αγάπη τους ή με την αγάπη τους θέλουν να πάρουν; Δηλαδή απλώς διασκεδάζουν ο πατέρας ή η μητέρα ή, γενικότερα, οι συγγενείς και περνούν ευχάριστα τον καιρό τους παίζοντας με το παιδί· αλλά στο βάθος πιθανόν αυτό το παιδί να το βλέπουν σαν ένα αντικείμενο, με το οποίο περνούν ευχάριστα, και όχι ως ένα πρόσωπο, ως ένα πλάσμα του Θεού, που πρέπει να γίνει ολοκληρωμένος άνθρωπος, ισορροπημένος άνθρωπος, που θα έχει, τρόπον τινά, δούναι λαβείν απευθείας με τον Θεό.

Πόσες φορές οι γονείς έχουν καημό να γεννηθεί ένα παιδί, και το παιδί αυτό να μάθει ό,τι δεν μπόρεσαν να μάθουν αυτοί, να σπουδάσει και να γίνει ό,τι δεν μπόρεσαν να γίνουν αυτοί. Το έχουν καημό μέσα τους, και είναι μια πληγή στην ψυχή τους. Πόσες φορές οι γονείς έχουν διάφορα αισθήματα κατωτερότητος, διότι είχαν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και ήθελαν να πετύχουν τούτο και εκείνο και δεν μπόρεσαν –δεν φθάνει να έχεις απλώς ιδέα και να θέλεις κάτι να πετύχεις, αλλά πρέπει και να μπορείς κιόλας– και μετά την αποτυχία είναι βαριά τραυματισμένοι! Αυτό το φέρουν βαρέως και έχουν τον καημό πότε να γεννηθεί το παιδί, ο γιος ή η κόρη, και αμέσως να το αρπάξουν και γρήγορα να το ετοιμάσουν να πετύχει, τουλάχιστον το παιδί τους, εκείνο που δεν πέτυχαν αυτοί, χωρίς να διερωτώνται: «Ο γιος ή η κόρη κάνει γι’ αυτό το πράγμα; Μπορεί; Φθάνουν οι ικανότητές του ως εκεί ή είναι για κάτι άλλο, και έχει δυνάμεις και ικανότητες για κάτι χαμηλότερο, για κάτι μικρότερο;» Για κάτι το οποίο βέβαια δεν θα παίξει κανένα ρόλο στην ικανοποίηση των γονέων, στο να θεραπεύσει τα τραύματα των γονέων, στο να θρέψει, σε τελευταία ανάλυση, τη φιλαυτία τους, την αγάπη του ίδιου του εαυτού τους.

Οι γονείς, πριν γεννηθεί το παιδί, και πολύ περισσότερο αφού γεννηθεί, πρέπει να το βλέπουν ως έναν ξεχωριστό άνθρωπο με το σώμα του και με την ψυχή· και μολονότι έγιναν συνδημιουργοί με τον Θεό για να εμφανισθεί αυτός ο νέος άνθρωπος, δεν είναι δικό τους κτήμα το νέο αυτό πλάσμα.

Το πλάσμα αυτό, ο νέος αυτός άνθρωπος, τρόπον τινά –αν μπορούμε να το πούμε αυτό– ανήκει στον εαυτό του, ανήκει όμως και στον Θεό. Δεν είναι όργανο των γονέων το παιδί, δεν είναι αντικείμενό τους και δεν έρχεται στον κόσμο αυτό για να παρηγορήσει τους γονείς, για να γίνει παιγνίδι των γονέων. Δεν έρχεται στον κόσμο αυτό για να ικανοποιήσει –τις οίδε ποιους– κρυφούς πόθους, για να θεραπεύσει κρυφούς καημούς των γονέων. Έρχεται στον κόσμο αυτό βάσει της εντολής του Θεού: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε», βάσει της συγκαταθέσεως των γονέων να γίνουν συνδημιουργοί με τον Θεό, από αγάπη μεταξύ τους και από αγάπη προς το νέο πλάσμα· και έρχεται στον κόσμο, για να προστεθεί στα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, στα μέλη της βασιλείας του Θεού.

Πολλές φορές οι γονείς, ο πατέρας, η μητέρα, δείχνουν υπερβολική αγάπη στα παιδιά τους, αλλά τη δείχνουν κατά έναν τέτοιο τρόπο, και οι εκδηλώσεις τους είναι τέτοιες, που ένα έμπειρο μάτι μπορεί αμέσως να καταλάβει ότι στο βάθος δεν υπάρχει η αγάπη η πραγματική, εκείνη η οποία βγάζει τον άνθρωπο από τον εαυτό του και τον κάνει να δίνεται στον άλλο, αλλά υπάρχει η αγάπη εκείνη που κάνει τον πατέρα και τη μητέρα να χρησιμοποιούν το παιδί τους, όπως είπα πιο μπροστά, σαν ένα αντικείμενο, σαν ένα όργανο, για να ικανοποιηθούν οι ίδιοι.

Οφείλουν λοιπόν οι γονείς να δείξουν στοργή στα παιδιά τους και να τα δεχθούν ως νέα πλάσματα του Θεού και όχι σαν δικά τους αντικείμενα, σαν κτήμα τους. Να δείξουν σ’ αυτά απέραντη στοργή και να τα αποδεχθούν όπως είναι. Να μην περιμένει ο γονέας το παιδί όπως θα το ήθελε, όπως το ονειρευόταν ή όπως θα ανταποκρινόταν καλύτερα στις δικές του προσδοκίες και θα θεράπευε καλύτερα τα δικά του τραύματα, αλλά να το δεχθεί το παιδί έτσι όπως είναι. Και αυτό το πλάσμα, το νέο πλάσμα, που μπορεί να γίνει ένας μεγάλος άγιος με τη χάρη του Θεού, να το βοηθήσουν, ο πατέρας, η μητέρα, να γίνει αυτό που μπορεί να γίνει και όχι αυτό που θα επιθυμούσαν οι ίδιοι.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, Γονείς και παιδιά, τ. Α’,

Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2004, σελ. 18-32 (αποσπάσματα).

http://www.koinoniaorthodoxias.org/

Γονείς : συνδημιουργώντας με τον Θεό μια αιώνια ύπαρξη.π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)Συγγραφέας: kantonopou


Γονείς : συνδημιουργώντας με τον Θεό μια αιώνια ύπαρξη

Οι γονείς, με το να φέρνουν παιδιά στον κόσμο, γίνονται συνδημιουργοί με τον Θεό. Δεν είναι δηλαδή αυτοί οι ίδιοι δημιουργοί, αλλά γίνονται συνδημιουργοί με τον Θεό. Συνδημιουργούν με τον Θεό. Ο Θεός δημιουργεί, και έπειτα οι άνθρωποι συνδημιουργούν. Ο Θεός είναι εκείνος που έδωσε την εντολή: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε…» (Γέν. 1:28), και βάσει αυτής της εντολής πραγματοποιείται η δημιουργία νέων ανθρώπων δια των ανθρώπων.

Μέσα στη φωλιά που λέγεται οικογένεια, ο πατέρας και η μητέρα αξιώνονται από τον Θεό να γίνουν συνδημιουργοί και να αποκτήσουν παιδιά. Δεν γνωρίζω εάν όλοι οι πατέρες και όλες οι μητέρες έχουν συνειδητοποιήσει σε όλο το βάθος αυτό το γεγονός, ότι γίνονται συνδημιουργοί με τον Θεό, καθώς φέρουν στον κόσμο έναν άνθρωπο, που μέχρι χθες δεν υπήρχε. Αυτό το γεγονός είναι ένα βαθύτατο μυστήριο. Βέβαια, το έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ, επειδή διαρκώς το βλέπουμε και διαρκώς το ζούμε. Όπως έχουμε συνηθίσει τον αέρα που αναπνέουμε και δεν σκεπτόμαστε καν ότι υπάρχει· όπως και τόσα άλλα αγαθά. Και αυτό λοιπόν το έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ, ώστε δεν προσπαθούμε να εμβαθύνουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, και να κατανοήσουμε το μέγα αυτό μυστήριο, ότι ο άνθρωπος γίνεται συνδημιουργός με τον Θεό.

Δεν είναι ο άνθρωπος εκείνος που κάνει κάτι μόνος του· είναι ο Θεός ο οποίος κάνει, αλλά όχι πάλι μόνος του ο Θεός. Ο Θεός θέλησε να γίνονται έτσι τα πράγματα, ώστε αυτός να είναι δημιουργός, αλλά και ο άνθρωπος συνδημιουργός. Αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, και γονείς που δεν το έχουν καταλάβει και δεν το έχουν συνειδητοποιήσει, δεν μπορούν να φερθούν ανάλογα απέναντι στα παιδιά τους, που είναι δημιουργήματά τους, καθώς συνδημιουργούν με τον Θεό, και δεν μπορούν να πάρουν τη στάση εκείνη που πρέπει να πάρουν. Επομένως, δεν μπορούν να δώσουν την κατάλληλη αγωγή και να εμπνεύσουν τη ζωή που πρέπει στα παιδιά.

Tό παιδί υπάρχει, ως σώμα και ψυχή, από την πρώτη στιγμή της συλλήψεως. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Δηλαδή, αυτή η άμορφη μάζα, που υπάρχει από τη στιγμή της συλλήψεως, είναι ο άνθρωπος. Η άμορφη αυτή μάζα, η οποία ακόμη ούτε συνείδηση, θα λέγαμε, έχει ούτε νου ούτε εκδηλώσεις ψυχής έχει, είναι άνθρωπος. Είναι ο άνθρωπος αυτός ο οποίος εμφανίζεται εκείνη τη στιγμή και ο οποίος θα υπάρχει αιωνίως.

Ο άνθρωπος λοιπόν είναι και αυτό που βλέπουμε, και αυτό που είναι μέσα στον άνθρωπο, και το οποίο δεν φαίνεται, αλλά εκδηλώνεται δι’ αυτού που βλέπουμε. Ο άνθρωπος είναι και ψυχή και σώμα· και τώρα και πάντοτε και αιωνίως έτσι θα είναι.

Αυτό το οποίο φαίνεται στον άνθρωπο, αυτό που βλέπουμε στον καθένα, δηλαδή το σώμα, δεν είναι μια φυλακή, όπως δίδασκαν οι Έλληνες φιλόσοφοι. Έτσι φρονούσε ο Πλάτων ο φιλόσοφος. Το σώμα, έλεγε, του ανθρώπου είναι το δεσμωτήριο της ψυχής του, είναι η φυλακή, από την οποία πρέπει ο άνθρωπος να ελευθερωθεί, διότι, αν δεν ελευθερωθεί, θα είναι δυστυχισμένος. Και ο άνθρωπος, έλεγε, θα βρει την ευτυχία του, τη μακαριότητά του, θα βρει τον πραγματικό εαυτό του, όταν ελευθερωθεί από τη φυλακή του και μείνει σκέτος ο αληθινός άνθρωπος που είναι μέσα. Αυτό που βλέπουμε, το σώμα, είναι απλώς ένα κουφάρι.

Η ευαγγελική, η χριστιανική άποψη καθόλου δεν συμφωνεί με τη θέση των αρχαίων φιλοσόφων, ότι δηλαδή το σώμα του ανθρώπου είναι μια φυλακή της ψυχής. Σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, ο άνθρωπος είναι σώμα και ψυχή. Δεν μπορούμε αυτά τα δύο στοιχεία τόσο απλά, όπως νομίζουμε εμείς, να τα ξεχωρίσουμε. Κατά την άποψη γενικότερα της Αγίας Γραφής και ειδικότερα της Καινής Διαθήκης, ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα, και δεν μπορούμε να πούμε ότι ως εδώ είναι η ψυχή, και ως εδώ είναι το σώμα.

Ούτε είναι σωστό αυτό το οποίο λέγεται, ότι η ύλη είναι κατά του πνεύματος, και το πνεύμα κατά της ύλης. Και η ύλη είναι του Θεού, και αυτό το οποίο λέγεται πνεύμα είναι του Θεού. Και η ύλη κτίσθηκε, και το πνεύμα κτίσθηκε. Βέβαια, άλλο πράγμα είναι το πνεύμα, και άλλο πράγμα είναι το σώμα. Δεν μπορεί το υλικό, αυτό που πιάνεται, να είναι το πνεύμα, η ψυχή· και δεν μπορεί αυτό που δεν πιάνεται να είναι σώμα. Εν πάση περιπτώσει, και τα δύο είναι δημιουργήματα του Θεού, και τα δύο αποτελούν τον έναν άνθρωπο, όπως τον έφτιαξε ο Θεός, και ο οποίος άνθρωπος έτσι θα υπάρχει για πάντα.

Μόνο για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα χωρίζονται αυτά τα δύο. Με τον θάνατο δηλαδή επέρχεται ο χωρισμός· αλλά είναι ένας αφύσικος χωρισμός, είναι ένας προσωρινός χωρισμός, που διαρκεί από τον θάνατο του καθενός μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, οπότε θα γίνει η ανάσταση των νεκρών. Τι θα πει ανάσταση των νεκρών; Θα πει ότι συνδέονται τα δύο αυτά στοιχεία, αν μπορούμε να πούμε έτσι, σε ένα, και γίνεται ο ένας ολόκληρος άνθρωπος, ο οποίος έχει μέσα του –φυσικά ο σεσωσμένος– και το Πνεύμα του Θεού, διότι σκέτος ο άνθρωπος είναι κολοβωμένος, είναι κουτσουρεμένος (1).

Αυτό που λέμε έχει μεγάλη σημασία, διότι το μικρό πλασματάκι που είναι ακόμη στην κούνια του ή ακόμη και στην κοιλιά της μάνας του, και το οποίο δεν καταλαβαίνει τίποτε και δεν ξέρει τίποτε, είναι αυτός ο άνθρωπος ο οποίος θα ζήσει αιωνίως. Είναι βέβαια πρώτα σε εμβρυώδη κατάσταση, μετά σε μια κατάσταση νηπιακή, όμως είναι ο άνθρωπος ο οποίος ως σώμα και ως ψυχή, ως ολόκληρος άνθρωπος, θα ζήσει στον αιώνα τον άπαντα. Αυτό το πλασματάκι λοιπόν το μικρό, που δεν καταλαβαίνει, που δεν σκέπτεται, που δεν μπορεί να αντιδράσει έτσι ή έτσι, αυτό ως ολόκληρος μεν άνθρωπος, όχι όμως τελειωμένος –πάντως και στη νηπιακή του κατάσταση είναι ολόκληρος άνθρωπος– δέχεται τον επηρεασμό τού περιβάλλοντος και υφίσταται ανάλογες επιδράσεις, κακές ή καλές.

Αυτά, επαναλαμβάνω, έχουν μεγάλη σημασία, διότι, καθώς θα τα έχουν υπ’ όψιν τους οι γονείς, θα έχουν τον νου τους να προσέχουν πώς μιλούν στο παιδί τους, πώς συμπεριφέρονται, πώς του χαμογελούν, τι μορφασμούς κάνουν, τι στάση παίρνουν. Όλα αυτά, κι αν ακόμη φαίνεται ότι έρχονται σε σχέση και σε επαφή μόνο με το σωματάκι του παιδιού, όμως αφορούν τον όλο άνθρωπο.

(1) Αγ. Συμεών Νέου Θεολόγου, Έργα, Λόγος ΣΤ΄, Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 231-232.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, Γονείς και παιδιά, τ. Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2004, σελ. 28-31 (αποσπάσματα).

Η Αισιοδοξία είναι το οξυγόνο τ’ Ουρανού Συγγραφέας: kantonopou στις Μάρτιος 20, 2016


Η Αισιοδοξία είναι καρπός της Πίστεως στην Αγάπη και στην Προστασία του Θεού.

Ένας φωτισμένος Μοναχός έλεγε:

-Προσέξτε μη σας φορέσει ο Σατανάς τα μαύρα γυαλιά της απαισιοδοξίας και μετά τα βλέπετε όλα μαύρα.
Προσέξτε μη γκρινιάζετε. Η γκρίνια κουράζει αυτούς που ζουν κοντά σας και δυσαρεστεί τον Θεό, γιατί είναι ολιγοπιστία και μαζί αχαριστία. Και πρόσθετε:
-Αρχίζετε την ημέρα σας με προσευχή και με χαμόγελο! Θυμηθείτε ότι αυτό έκαναν οι παλαιότεροι. Στους καθρέπτες και στα προσόψιά τους γράφανε το «Καλήμερα» και το «Δόξα Σοι ο Θεός»! Ξέρανε να ζήσουνε! Μήπως δεν είχανε και τότε βάσανα, αρρώστιες και φτώχεια; Κι όμως τα περνούσαν όλα με ψυχική λεβεντιά!
Ήταν φτωχοί, αλλά αξιοπρεπείς, άρχοντες, έλεγε άλλος μεγάλος σύγχρονος Γέροντας. Είχαν συνεχώς στο στόμα τους και στην καρδιά τους το «Έχει ο Θεός»…!

Γνώριζαν να προσεύχονται,
να καρτερούν
και να νικούν!

«Και να θέλω δεν μπορώ να στενοχωρηθώ. Όταν στενοχωριόμαστε είναι σαν να λέμε στον Θεό:
«Δεν συμφωνώ. Δεν τα κάνεις καλά».

…..Ύστερα είναι κι αχαριστία…….